Γενικές αρχές φωτογραφίας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 43:
Οι χρήση τηλεσκοπικού φακού ελαττώνει το βάθος πεδίου και αυτός είναι άλλος ένας λόγος που χρησιμοποιούνται στη φωτογραφία πορτραίτου.
 
''β) Μεγάλο βάθος πεδίου.'' Αυτή είναι πολύ συχνή περίπτωση όταν φωτογραφίζουμε τοπία και απαιτούμε να έχουμε νεταρισμένα όλα τα σημεία της εικόνας, από τα πολύ κοντινά μέχρι τα πολύ μακρινά. Σ' αυτήν την περίπτωση θέλουμε το πιο μικρό, κατά το δυνατόν, διάφραγμα (δηλ. μεγάλο αριθμό f, δηλ. f/16, f/22, ή και πιο μικρό ακόμη, αν το έχει ο φακός μας.). Βέβαια, όταν κλείνουμε το διάφραγμα χρειαζόμαστε μικρότερες ταχύτητες καίκαι/η πιο γρήγορο φιλμ. Η χρήση τρίποδα είναι σχεδόν κανόνας για τις λήψεις με μικρό διάφραγμα, ώστε να περιορίσουμε της πιθανότητες κουνήματος της μηχανής, μια και το κράτημα με το χέρι δεν είναι σίγουρο στις μικρές ταχύτητες. Κάτι πολύ σημαντικό στις φωτογραφίες τοπίου (ή και οποιασδήποτε άλλης σκηνής με απαιτήσεις καλής απεικόνισης σε μεγάλο βάθος): Δεν αρκεί η χρήση μικρού διαφράγματος αλλά πρέπει να ξέρουμε και σε ποιο σημείο θα εστιάσουμε για να έχουμε το μέγιστο απαιτούμενο βάθος νεταρισμένο. Αυτό λέγεται "Υπερεστιακό Σημείο" (Hyperfocal point) και είναι το πλησιέστερο σημείο που εμφανίζεται νεταρισμένο όταν ο φακός είναι εστιασμένος στο άπειρο.
 
Ένας άλλος τρόπος να αυξήσουμε το βάθος πεδίου είναι η χρήση ευρυγώνιου φακού. Όσο πιο ευρυγώνιος είναι ο φακός τόσο πιο μεγάλο το βάθος πεδίου με τον ίδιο αριθμό f.
Γραμμή 51:
Στο θέμα της εστίασης μπορεί να συμπεριληφθούν και αυτά που αφορούν το "θόλωμα" της φωτογραφίας από την κίνηση της μηχανής ή του θέματος:
 
Όταν κρατάμε τη μηχανή στο χέρι είναι δύσκολο να εξασφαλίσουμε τέλεια ακινησία, γιατί όλων των ανθρώπων τα χέρια κινούνται ασυναίσθητα, λίγο ή πολύ, κατά τη διάρκεια της λήψης. Όταν χρησιμοποιούμε πολύ μεγάλη ταχύτητα στο διάφραγμα (μικρός χρόνος έκθεσης), η μικρή αυτή κίνηση δεν επηρεάζει την ποιότητα της εικόνας. 'Αν, όμως, είμαστε αναγκασμένοι να φωτογραφίσουμε με μικρή ταχύτητα τότε καλλίτερα να χρησιμοποιήσουμε τρίποδο ή άλλο τρόπο ακινητοποίησης της μηχανής (π.χ. μονόποδο, σακούλα με "ρύζι", κάποια σταθερή επιφάνεια, ακόμη καΙκαι ένα διπλωμένο σακάκι ή παλτό).
 
Οι τηλεσκοπικοί φακοί είναι, επίσης, μια αιτία "κουνήματος". Όσο αυξάνει η εστιακή απόσταση (δηλ. η μεγέθυνση) του φακού τόσο αυξάνει και το κούνημα στη δεδομένη ταχύτητα. Υπάρχει ένας πρακτικός κανόνας για να ξέρουμε πότε χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε τρίποδο ή άλλο στήριγμα. Ο μέσος (υγιής) άνθρωπος μπορεί να κρατήσει, χωρίς κίνδυνο κουνήματος της εικόνας, τη μηχανή στο χέρι όταν η ταχύτητα είναι, σε αριθμό, ίση ή μεγαλύτερη από την εστιακή απόσταση του φακού που χρησιμοποιεί. Π.χ. Αν ο φακός μας είναι εστιακής απόστασης 200 χλστ. μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ταχύτητα μέχρι 1/200 " (ένα διακοσιοστό του δευτερολέπτου). Αν έχουμε φακό 50 χλστ. είναι ασφαλές να χρησιμοποιήσουμε ταχύτητα από 1/50 κι επάνω (δηλ. 1/100, 1/125, 1/200, κλπ). Συχνά, αντί να λέμε ταχύτητα π.χ. 1/200 λέμε "200", δηλαδή χρησιμοποιούμε τον παρονομαστή του κλάσματος, γιάγια ευκολία. Είναι προφανής ο τρόπος αντιστοίχησης της εστιακής απόστασης του φακού με την ταχύτητα του διαφράγματος.
 
Άλλος σημαντικός παράγοντας για την ποιότητα της εικόνας είναι η κίνηση του αντικειμένου. Ένα κινούμενο αντικείμενο (όχημα, άνθρωπος, ζώο, νερό, κλπ) χρειάζεται σχετικά μεγαλύτερη ταχύτητα έκθεσης (μικρό χρόνο) ώστε να μην εμφανιστεί στο φίλμφιλμ φλουτάρισμα της εικόνας από τη μετατόπιση του ειδώλου πάνω στο φιλμ στη διάρκεια του ανοίγματος του διαφράγματος. Βέβαια, θεωρητικά, πάντα θα υπάρχει κίνηση έστω και αν χρησιμοποιήσουμε πολύ μεγάλη ταχύτητα αλλά από ένα όριο και μετά η κίνηση δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή από το μάτι και η εικόνα εμφανίζεται "παγωμένη". Η χρήση μεγάλης ταχύτητας μας αναγκάζει να ανοίξουμε περισσότερο το διάφραγμα, αν θέλουμε να διατηρήσουμε σταθερή την ποσότητα φωτός που θα πέσει πάνω στο φιλμ. Αυτό έχει σανως συνέπεια να μας μειωθεί το βάθος πεδίου. Αν αυτό μας προβληματίζει έχουμε δύο εναλλακτικές: ή να έχουμε περισσότερο φως (πράγμα όχι πάντα εύκολο να ελέγξουμε, ιδιαίτερα σε εξωτερικές λήψεις) ή να χρησιμοποιήσουμε πιο ευαίσθητο ("γρήγορο") φιλμ. Αυτή είναι και η περίπτωση των λήψεων αθλητικών ή άλλων γεγονότων που έχουν κίνηση και αυτό κάνουν οι επαγγελματίες φωτογράφοι. Το μειονέκτημα του γρήγορου φιλμ είναι ότι έχει μεγαλύτερο κόκκο (που τον βλέπουμε σε μεγάλες μεγεθύνσεις) αλλά δεν μπορούμε να έχουμε "και το σκύλο χορτάτο και την πίτα γερή"!
 
Κάτι χρήσιμο εδώ: Ο κάθε φακός έχει τόσο μεγαλύτερο διάφραγμα, όσο πιο "φωτεινός", όπως λέγεται, είναι. Οι "φωτεινοί" (ή "γρήγοροι", όπως αλλιώς λέγονται) είναι μεγαλύτερης διαμέτρου φακοί και αρκετά ακριβότεροι, γιατί η κατασκευή τους έχει και περισσότερο υλικό (γυαλί) αλλά και έχουν περισσότερη εργασία για να γίνουν. Στους τηλεσκοπικούς φακούς η φωτεινότητα κοστίζει περισσότερο. 'Οσο πιο τηλεσκοπικός είναι ο φακός τόσο πιο ακριβά πληρώνουμε τη φωτεινότητα. Έτσι ένας φακός νορμάλ (50 mm) με φωτεινότητα f/2 μπορεί να κοστίζει π.χ. 100 ευρώ. Ένας τηλεσκοπικός των 200 mm με την ίδια φωτεινότητα μπορεί να κοστίζει 1500 ευρώ! Γι αυτό τους τηλεσκοπικούς φακούς με μεγάλη φωτεινότητα, που στο μέγεθος είναι συνήθως μικρά τέρατα, βλέπουμε να κρατούν οι επαγγελματίες φωτογράφοι, μια και για τους περισσότερους ερασιτέχνες είναι πάρα πολύ ακριβοί. Αλλά γι αυτούς είναι εργαλεία της δουλειάς τους και αξίζουν τη δαπάνη!