Λάζαρος Τσάμης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ Επιμέλεια
Γραμμή 40:
=== Η συμμετοχή του στην ΕΜΕΟ και η πρώτη δολοφονική απόπειρα ===
[[Αρχείο:Tsamis brothers Pisoder.jpg|thumb|250px|Οι αδελφοί Τσάμη από το Πισοδέρι Φλώρινας.]]
Μία από τις πρώτες επιτροπές προστασίας των χωριών, ήταν αυτή του Πισοδερίου, της οποίας ένα από τα ιδρυτικά μέλη ήταν ο Λάζαρος Τσάμης.<ref> [[Γενικό Επιτελείο Στρατού]]-Διεύθυνση Ιστορίας, ''Ο Μακεδονικός αγώνας και τα εις Θράκη γεγονότα 1979'', σ. 106</ref> Οι επαφές του με πλούσιους μουσουλμάνους Αλβανούς εμπόρους αλλά και τους πολιτικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους της περιοχής των Κορεστίων, των Πρεσπών και της [[Κορυτσά|Κορυτσάς]], τον κατέστησαν γρήγορα πολύτιμο, έμπιστο και ένθερμο συνεργάτη του Γερμανού Καραβαγγέλη αλλά και του Ελληνικού Προξενείου του Μοναστηρίου. Ο Λάζαρος, μαζί με τον αδελφό του Παπασταύρο, οργάνωσε ένα πυκνό δίκτυο πληροφοριών στηστην περιοχή των Πρεσπών που βασιζόταν στις προσωπικές και επιχειρηματικές επαφές του.<ref name=Todorova217218>{{en}} Maria Nikolaeva Todorova, Balkan identities: nation and memory, New York University Press, ISBN 0814782795, [http://books.google.ca/books?id=4EVGvQNFD7gC&lpg=PA217&dq=Lazaros%20Tsamis&hl=fr&pg=PA217#v=onepage&q=Lazaros%20Tsamis&f=false σσ. 217-218 επ.]</ref> Στο χωριό [[Άγιος Γερμανός Φλώρινας|Άγιος Γερμανός]] Πρεσπών, μέλη του δικτύου του ήταν οι Ευάγγελος Δημουλής, Μουντούσης, Παρασκευαΐδης, Παπαναούμ, στο χωριό [[Λαιμός Φλώρινας|Λαιμός]] Πρεσπών ο Τράικος Βασιλόπουλος, στο χωριό [[Πλατύ Φλώρινας|Πλατύ]] οι οικογένειες Μιχαηλίδη και Καρύδα, στο χωρίο [[Καλλιθέα Φλώρινας|Καλλιθέα]] Πρεσπών, ο Πετρίδης, στο χωριό [[Πυξός Φλώρινας|Πυξός]] η οικογένεια Παπαδοπούλου, στο χωριό [[Ψαράδες Φλώρινας|Ψαράδες]] Πρεσπών ο Παπαστέφανος, στο χωριό [[Καρυές Φλώρινας|Καρυές]] Πρεσπών η οικογένεια Αναστασίου, και στο χωριό [[Ανταρτικό Φλώρινας|Ανταρτικό]] ο Τράϊκος Λαντζάκης.<ref> Άγγελος Κ. Ανεστόπουλος, ''Mακεδονικός Αγών 1903-1908'', Θεσσαλονίκη 1965, τόμος Β', σ. 107 </ref> Με προτροπή του Μητροπολίτη Γερμανού Καραβαγγέλη και με την σύμφωνη γνώμη του Έλληνα Προξένου Μοναστηρίου Σταματίου Κιουζέ Πεζά, εντάχθηκε στην βουλγαρόφιλη [[Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση]] (ΕΜΕΟ) μαζί με τον αδελφό του παπά Σταύρο και άλλα μέλη της επιτροπής του Πισοδερίου, με μοναδικό σκοπό τη συλλογή πληροφοριών για τις κινήσεις και τη δράση του Βουλγάρικου Κομιτάτου (σσ. ΕΜΕΟ).<ref>Ιστοσ. e-Iστορία, [http://www.e-istoria.com/266.html Ο Γερμανός Καραβαγγέλης και Οργάνωσις τού Ελληνισμού εις την Περιοχήν τής Καστορίας]</ref><ref> [[Γενικό Επιτελείο Στρατού]]-Διεύθυνση Ιστορίας, ''Ο Μακεδονικός αγώνας και τα εις Θράκη γεγονότα 1979'', σσ. 105-106 </ref><ref>Αρχείον [[Υπουργείο Εξωτερικών (Ελλάδα)|Υπουργείου Εξωτερικών]] Φ.ΑΑΚ/Ζ., Έκθεσις υπ΄ αριθμ. 119/10-3-2002, Προξενείο Μοναστηρίου</ref>
 
Μέσω της συμμετοχής του στην ΕΜΕΟ και των πληροφοριών που συνέλεξε ειδοποίησε τον Μητροπολίτη Καραβαγγέλη ότι απεσταλμένος του Βουλγαρικού Κομιτάτου θα επιχειρούσε, διασχίζοντας τα ελληνοτουρκικά σύνορα που έφταναν τα όρια της [[Θεσσαλία|Θεσσαλίας]], να μεταβεί στην [[Αθήνα]] για να προμηθευθεί [[Γκρα (τυφέκιο)|όπλα]] για τον εξοπλισμό των βουλγαρικών αντάρτικων σωμάτων, εν όψει επικείμενης επαναστατικής κινήσεως που προετοιμάζονταν στη [[Μακεδονία]] και την [[Θράκη]]. Σε επόμενη ενημέρωση, ο Λάζος πληροφόρησε τον Μητροπολίτη Καστοριάς ότι απεσταλμένος της ΕΜΕΟ θα ήταν ο ικανός και φανατικός [[βοεβόδας]] [[Βασίλ Τσακαλάρωφ]], άριστος γνώστης της [[Ελληνικά|ελληνικής]] γλώσσας από το χωριό [[Κρυσταλλοπηγή Φλώρινας|Κρυσταλλοπηγή Φλώρινας]] (Σμαρδέσι) της [[Νομός Φλώρινας|Φλώρινας]].
Γραμμή 58:
Την άνοιξη του [[1903]], ο Λάζαρος με την ιδιότητα του εμπόρου, έπειτα από εντολή του Γερμανού Καραβαγγέλη, διασφάλισε με επιτυχία την ομαλή είσοδο στην οθωμανική επικράτεια των πρώτων Μακεδονομάχων [[Κρήτη|Κρητών]].<ref> Ν.Γ. Κοεμτζόπουλος, ''Καπετάν Κώττας, Ο Πρώτος Μακεδονομάχος,'' Αθήναι 1968, σ. 73</ref><ref name=AnestopoulosB106/> Τον Ιούλιο του 1903, ξέσπασε η [[Εξέγερση του Ίλιντεν]], για την οποία είχε ενημερώσει τις ελληνικές προξενικές αρχές ο Λάζαρος Τσάμης. Μαζί με τον αδελφό του και τα υπόλοιπα μέλη της ελληνικής επιτροπής άμυνας του Πισοδερίου, απέτρεψε την συμμετοχή κατοίκων του οικισμού και προστάτεψε με αυτόν τον τρόπο τον οικισμό από τις πράξεις αντεκδίκησης του Οθωμανικού Στρατού, έπειτα από την καταστολή της επανάστασης. Το ίδιο δεν ίσχυσε για άλλα χωριά και πόλεις της περιοχής, όπως το [[Κρούσοβο]] της Πελαγονίας.<ref> [[Γεώργιος Μόδης]], ''Ο Μακεδονικός Αγών και η νεώτερη Μακεδονική Ιστορία'', εκδ. Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1967, σ. 188 </ref> Η μη συμμετοχή των κατοίκων του οικισμού στην επανάσταση, προκάλεσε την μήνη του αρχηγού του βουλγαρικού κομιτάτου [[Μπόρις Σαράφωφ]], που διέταξε την εκτέλεση πέντε Πισοδεριτών και τον εμπρησμό του εμπορικού καταστήματος του Λάζαρου Τσάμη στο χωριό Λευκώνας των Πρεσπών.
 
Τον Μάρτιο του [[1904]], ο Έλληνας Πρόξενος Μοναστηρίου [[Δημήτρης Καλλέργης]] ζήτησε από τον Λάζαρο να κάνει αναγνώριση της περιοχής γύρω από την [[Μονή Αγίου Νικολάου Τσιριλόβου]] και να βεβαιωθεί ότι ήταν ασφαλής η διέλευση του σώματος του Παύλου Μελά. Ο Λάζος ολοκλήρωσε την αποστολή και βεβαίωσε το Προξενείο του Μοναστηρίου ότι η περιοχή ήταν ασφαλής, δεν υπήρχε διαρροή πληροφοριών, ούτε υπήρχαν στηστην περιοχή επιχειρήσεις του τουρκικού στρατού που μπορεί να έθεταν σε κίνδυνο την αποστολή.
 
Λίγες ημέρες αργότερα, οι Έλληνες αξιωματικοί [[Αλέξανδρος Κοντούλης]], [[Αναστάσιος Παπούλας]], [[Γεώργιος Κολοκοτρώνης]], Παύλος Μελάς, συνοδευόμενοι από τους Ευθύμιο Καούδη, Απόστολο Τράγα, Γεώργιο (Γιώργη) Δικώνυμο-Μακρή, Γεώργιο Περράκη, [[Νικόλαος Πύρζας|Λάκη Πύρζα]], τον καπετάν Κώττα, [[Παύλος Κύρου|Παύλο Κύρου]], [[Σίμος Ιωαννίδης|Σίμο Ιωαννίδη]], Ηλία Γκαδούτση και δύο [[Σιάτιστα|Σιατιστινούς]], πέρασαν με ασφάλεια τα ελληνοτουρκικά σύνορα στην περιοχή των [[Κριτσοτάδες Τρικάλων|Κριτσοτάδων]] του σημερινού νομού [[Νομός Τρικάλων|Τρικάλων]].
Γραμμή 66:
[[Αρχείο:Frame.JPG|thumb|right|250px|Κορνίζα δωρηθείσα απο τον καπετάν Κώττα στον Λάζαρο Τσάμη.]]
 
Στις [[16 Μαρτίου]] [[1904]], ο Λάζαρος μετά την έλευση των Ελλήνων αξιωματικών στηστην περιοχή των Κορεστίων, συνόδευσε τους Αλέξανδρο Κοντούλη και Παύλο Μελά στην περιοδεία τους στα χωριά της περιοχής.<ref> Άγγελος Κ. Ανεστόπουλος, ''Mακεδονικός Αγών 1903-1908'', Θεσσαλονίκη 1965, τόμος Β', σ. 108 </ref> Όταν πληροφορήθηκε η Οθωμανική Κυβέρνηση, ότι ο Έλληνας αξιωματικός Παύλος Μελάς βρίσκονταν παράτυπα εντός της οθωμανικής επικρατείας, διαμαρτυρήθηκε έντονα προς την [[Κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου 1910|Ελληνική Κυβέρνηση]]. Η ελληνική πλευρά φυσικά αρνήθηκε το γεγονός. Οι Οθωμανικές Αρχές αναζήτησαν τον Έλληνα αξιωματικό στην περιοχή, με αποτέλεσμα να διαταχθεί η εσπευσμένη ανάκλησή του στην Ελλάδα.<ref> Κ. Μαζαράκης - Αινιάν, ''Ο Μακεδονικός Αγών'', Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, Θεσσαλονίκη 1963, σ. 14</ref> Ο Λάζαρος Τσάμης ανέλαβε έπειτα από εντολή του ελληνικού προξενείου Μοναστηρίου, την ασφαλή έξοδο του Παύλου Μελά από την περιοχή των Κορεστίων.<ref> Αντιγόνη Τσάμη, ''Σύντομο οδοιπορικό του Παύλου Μελά στη Μακεδονία το 1904'', έκδ. Τ.Ε.Δ.Κ. Ν. Φλώρινας, Φλώρινα 2010, σ. 14 επ.</ref> Την [[Μεγάλη Τετάρτη]] του [[1904]], ομάδα αποτελούμενη από τον Λάζαρο Τσάμη, τον [[Ανδρέας Γκώγκος|Ανδρέα Γκώγκο]] ή Γώγο και τον [[Ναούμ Παπαστεργίου]] πέρασε τον Παύλο Μελά από τα τούρκικα φυλάκια ελέγχου, ως δήθεν άρρωστο ζωέμπορο, και τον παρέδωσε στον υπάλληλο του ελληνικού προξενείου Μοναστηρίου [[Βασίλης Αγοραστός|Βασίλη Αγοραστό]], ο οποίος έπειτα τον βοήθησε να μεταμφιεστεί και να μεταβεί σιδηροδρομικώς στην [[Θεσσαλονίκη]] και από εκεί [[Ατμόπλοιο|ατμοπλοϊκά]] στον [[Πειραιάς|Πειραιά]].<ref>Παύλος Τσάμης, ''Μακεδονικός Αγών'', εκδ. Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1975, σ. 167</ref><ref>[[Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας]], ''Η συμβολή του Πισοδερίου στον Μακεδονικό Αγώνα'', σ. 99 </ref><ref> [[Ναταλία Μελά]], ''Παύλος Μελάς'', εκδ. Νέα Ζωή, Αλεξάνδρεια, σ. 270</ref> Τον Απρίλιο του [[1904]], το Ελληνικό Προξενείο ζήτησε από τον Λάζαρο να οργανώσει και να επιμεληθεί την ασφαλή επιστροφή στην Ελλάδα των υπολοίπων μελών της αποστολής, φροντίζοντας για την μεταφορά τους από το χωριό [[Ανταρτικό Φλώρινας|Αντάρτικο]] (Ζέλοβο) μέχρι το [[Λέχοβο Φλώρινας|Λέχοβο]] της Φλώρινας. <ref>Αντιγόνη Τσάμη, ''To Πισοδέρι στους αγώνες του Έθνους'', Θεσσαλονίκη 1992, σ. 88</ref>
 
Ο Λάζαρος Τσάμης πληροφορηθείς ότι οι Οθωμανικές Αρχές τον υποψιάζονταν για συμμετοχή του στην επιχείρηση φυγάδευσης της ελληνικής αποστολής από την περιοχή των Κορεστίων, και με σκοπό να παραπλανήσει και να αποπροσανατολίσει τις Οθωμανικές Αρχές, προσφέρθηκε να οδηγήσει τούρκικο στρατιωτικό τμήμα πενήντα ανδρών στο χωριό [[Τρίγωνο Φλώρινας|Τρίγωνο Φλώρινας]] (Όστιμα), όπου ήταν η συμμορία του κομιτατζή [[Μήτρος Βλάχος|Μήτρου Βλάχου]]. Κατά την επακολουθήσασα συμπλοκή με τον τουρκικό στρατό, ο Μήτρο Βλάχος κατόρθωσε να διαφύγει αλλά πληροφορήθηκε ποιος οδήγησε το τουρκικό απόσπασμα και ορκίσθηκε εκδίκηση. Η αποστολή φυγάδευσης της ελληνικής αποστολής, μετά τα γεγονότα της πολεμικής σύγκρουσης στο χωριό Τρίγωνο (Όστιμα), ήταν επιτυχής αλλά εξόργισε τις Οθωμανικές Αρχές όταν αντιλήφθηκαν ότι οι Έλληνες αξιωματικοί κατάφεραν να τους ξεφύγουν. Διενήργησαν εκτεταμένες έρευνες και ανακρίσεις, που βάσει των πληροφοριών που φρόντισε να διαρρεύσει ο Μήτρο Βλάχος, οδήγησαν στην σύλληψη του Λάζαρου και στην καταδίκη του σε εξάμηνη φυλάκιση στις φυλακές του Μοναστηρίου.<ref> Άγγελος Κ. Ανεστόπουλος, ''Mακεδονικός Αγών 1903-1908'', Θεσσαλονίκη 1965, τόμος Β', σ. 108</ref> Στις φυλακές Μοναστηρίου, συνάντησε τον Καπετάν Κώττα , που είχε συλληφθεί από τις τουρκικές αρχές, με τον οποίο μοιράζονταν το ίδιο κελί. Ο καπετάν Κώττας, πριν [[Απαγχονισμός|απαγχονιστεί]], δώρισε στον Λάζαρο μια ξύλινη κορνίζα που ο ίδιος ο οπλαρχηγός είχε σκαλίσει στις φυλακές. Η φιλία του με τους Αλβανούς [[Αγάς|αγάδες]] της περιοχής της [[Κορυτσά|Κορυτσάς]] και κυρίως η βαθιά και ειλικρινή φιλία του με τον φιλέλληνα Ιζέτ Πασά (Izet pasha) της [[Φλώρινα|Φλώρινας]], είχε ως αποτέλεσμα την πρόωρη αποφυλάκισή του.
Γραμμή 76:
Το ''Βρετανικό Ταμείο Αρωγής'', είχε ζητήσει από τον τοποτηρητή [[Καϊμακάμης|καϊμακάμη]] της Καστοριάς την άδεια για να εγκαταστήσει και λειτουργήσει υπαίθριο [[νοσοκομείο]], ώστε σύμφωνα με το σωματείο, να αντιμετωπιστεί μια μολυσματική [[αρρώστια]], η οποία ως προς τα συμπτώματά της, έμοιαζε να είναι [[Τυφοειδής πυρετός|τυφοειδής]]. Ο καϊμακάμης ζήτησε την άδεια από τον [[Χουσείν Χιλμί Πασά]] (Hüseyin Hilmi Pasha) Γενικό Επιθεωρητή του [[Βιλαέτι|βιλαετίου]] Μοναστηρίου, που δόθηκε όταν ο επικεφαλής του ''Βρετανικού Ταμείου Αρωγής'', δημοσιογράφος Χένρι Νόελ Μπρέηλσφορντ, προειδοποίησε τις Οθωμανικές Αρχές για μια αναπόφευκτη [[επιδημία]] που θα σάρωνε ολόκληρη την επαρχία και ζήτησε [[Τηλέγραφος|τηλεγραφικά]] από τον Χιλμί πασά, την δημιουργία στρατιωτικής ζώνης αποκλεισμού γύρω από τα μολυσμένα χωριά και το νοσοκομείο του ''Βρετανικού Ταμείου Αρωγής'', που είχε ήδη αρχίσει να λειτουργεί.<ref>Henry Noel Brailsford, ''Mακεδονία, Οι φυλές της και το μέλλον τους'', εκδ. Οδυσσέας, 2006, σ. 30 επ.</ref>
 
Η κίνηση του Μητροπολίτη Καστοριάς να στείλει τους αδελφούς Τσάμη, προήλθε έπειτα από πληροφορίες που ήθελαν το νοσοκομείο του ''Βρετανικού Ταμείου Αρωγής'' να νοσηλεύει τραυματίες αντάρτες βουλγαρικών ένοπλων ομάδων, αντί των αμάχων ασθενών, εκμεταλλευόμενοι την ύπαρξη της στρατιωτικής ζώνης, εντός της οποίας, απαγορευόταν η είσοδος τούρκικου πολιτικού και στρατιωτικού προσωπικού.<ref> Henry Noel Brailsford, ''Mακεδονία, Οι φυλές της και το μέλλον τους'', εκδ. Οδυσσέας, 2006, σ. 32</ref> Ο Λάζαρος ζήτησε την βοήθεια του προσωπικού του φίλου και διοικητή του τουρκικού αποσπάσματος της στρατοχωροφυλακής ([[γαλλικά]]: gendarmerie)] Χουσείν Ιμπραήμ (Hussein Ibrahim), ο οποίος λίγες ημέρες αργότερα, αφαίρεσε από την [[Ταχυδρομικές Υπηρεσίες|ταχυδρομική]] άμαξα, επιστολή της Λαίδης Τόμσον προς τον [[Άγγλοι|Άγγλο]] Πρόξενο Μοναστηρίου, στην οποία αποκαλυπτόταν η αλήθεια. Ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, εκμεταλλεύθηκε αυτή την πληροφορία, ειδοποίησε τις οθωμανικές αρχές επί του σχεδίου και ο Οθωμανός διοικητής διόρισε τον [[Συνταγματάρχης|συνταγματάρχη]] και ιατρό Φουάντ Μπέι (Fuad Bey, ως τον μοναδικό αρμόδιο και υπεύθυνο για την επίβλεψη της διασποράς της νόσου, και με την βοήθεια ενός Έλληνα ιατρού, εγκατέστησε οθωμανικό νοσοκομείο στηστην περιοχή.
 
Η επίβλεψη και ο έλεγχος, από εκείνη την στιγμή, των δραστηριοτήτων του ''Βρετανικού Ταμείου Αρωγής'' περιόρισε την περίθαλψη των ανταρτών της ΕΜΕΟ, κατάσταση που αναφέρεται και στα απομνημονεύματα του επικεφαλούς της αποστολής και δημοσιογράφου Χένρι Νόελ Μπρέηλφορντ. Η ανοιγμένη επιστολή της λαίδης Τόμσον έγινε αντιληπτή από κάποιον στο γραφείο του Καραβαγγέλη και πληροφορήθηκαν σχετικά τα μέλη του ''Βρετανικού Ταμείου Αρωγής''<ref> Henry Noel Brailsford, ''Mακεδονία, Οι φυλές της και το μέλλον τους'', εκδ. Οδυσσέας, 2006, σ. 34</ref> Ακολούθησε η επικήρυξη του Λάζαρου Τσάμη από το Βουλγαρικό Κομιτάτο έναντι του ποσού των χιλίων [[Τουρκική λίρα|οθωμανικών λιρών]], που αποδείκνυε την σοβαρότητα του πλήγματος σχετικά με την αποκάλυψη του σκοπού της λειτουργίας του υπαίθριου νοσοκομείου για την νοσηλεία Βουλγάρων ανταρτών υπό την [[Σημαία της Κοινοπολιτείας|σημαία της Κοινοπολιτείας]].
Γραμμή 87:
Τον ίδιο μήνα, τον Σεπτέμβριο του [[1904]], το σώμα του Ευθύμιου Καούδη, ενεπλάκη σε μάχη με την ενωμένη δύναμη του Μήτρο Βλάχου και του [[Αθανάς Καρσάκωφ]] στο Ανταρτικό. Στη μάχη ενεπλάκησαν και Πισοδερίτες, μεταξύ των οποίων και ο Λάζαρος, με αποτέλεσμα τον θάνατο εννέα ανταρτών της ΕΜΕΟ και την αποχώρηση των υπολοίπων. Αργότερα για την συμμετοχή του στη Μάχη του Ζέλοβου, ο Κρητικός οπλαρχηγός [[Παύλος Γύπαρης]] του αφιέρωσε την [[μαντινάδα]]:<ref>[[Παύλος Γύπαρης]], ''Οι Πρωτοπόροι του Μακεδονικού Αγώνα'', Αθήνα 1962, σ. 167 </ref>
{{Απόσπασμα|Κι ο αδελφός του ήτανε, ο Λάζος, παλληκάρι,<br />Κι΄ οι δυό αποτελούσανε το πιο ανδρικό ζευγάρι,<br />Τους είδα εγώ να πολεμούν στο Ζέλοβο μια μέρα<br />και συνεχάρην τσ΄ αδελφούς, τον έσφιξα την χέρα.<br />Τώρα, τραγούδι εις αυτούς μόνο μπορώ να γράψω,<br />Και έμαθα να τραγουδώ όλους τους ανδρειωμένους,<br />προ πάντων κείνους που έχουνε με σφαίρες σκοτωμένους.}}
Από τους Έλληνες οπλαρχηγούς τραυματίσθηκαν δύο, ο [[Ιωάννης Σεϊμένης]] και ο [[Εμμανουήλ Σκουντρής]]. Ο τελευταίος, μαζί με άλλους τρεις ελαφρά τραυματίες Έλληνες αντάρτες, μεταφέρθηκαν από τον Λάζαρο και τον Παπασταύρο στο σπίτι τους στο Πισοδέρι και νοσηλεύθηκαν πολλούς μήνες με θεράποντα ιατρό, τον [[Στέργιος Μάτσαλης|Στέργιο Μάτσαλη]] που έστειλε το Ελληνικό Προξενείο Μοναστηρίου. Στο Πισοδέρι την εποχή εκείνη υπηρετούσε, ως διοικητής του τούρκικου λόχου, ο Εμίν εφέντης (Emin efendi), [[Τουρκοκρητικοί|Τουρκοκρητικός]] στηστην καταγωγή, φίλος του Λάζαρου και φιλέλληνας. Όταν ήλθε στο Πισοδέρι ο Έλληνας Πρόξενος του Μοναστηρίου [[Κωνσταντίνος Δημαράς]], πήγε κρυφά στο σπίτι του Λάζαρου και του Παπασταύρου ο Εμίν (Emin} εφέντης για να χαιρετήσει τον Έλληνα Πρόξενο, που θα διανυκτέρευε εκεί. Κατά την αναχώρησή του από το σπίτι των αδελφών Τσάμη, ο παπά Σταύρος τον έμπασε σε ένα δωμάτιο όπου ήταν οι τέσσερις Κρήτες αντάρτες. Ο Εμίν εφέντης έμεινε μαζί τους ολόκληρο το βράδυ τραγουδώντας μαντινάδες.<ref name=Modis274> [[Γεώργιος Μόδης]], ''Ο Μακεδονικός Αγών και η νεώτερη Μακεδονική Ιστορία'', εκδ. Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1967, σ. 274</ref> Παρόλα αυτά, κάποιοι φρόντισαν για την μετάθεση του Εμίν εφέντη και αμέσως μετά τουρκικά αποσπάσματα έλεγξαν την κατοικία Τσάμη τρείς φορές έπειτα από ανώνυμες καταγγελίες. Ο Λάζαρος προσπάθησε και πέτυχε να αποκαταστήσει επαφή με τον νέο διοικητή της τουρκικής φρουράς Πισοδερίου, τον Εκρέμ εφέντη (Ekrem efendi). Το αποτέλεσμα της "''προσέγγισης''" ήταν να αφήνει ο καπετάν [[Δημήτριος Νταλίπης]], τέσσερις χρυσές τουρκικές λίρες κάθε πρώτη του μηνός στηστην κουφάλα μιας γέρικης [[Οξιά|οξιάς]] στη Μονή της Αγίας Τριάδας, για να τον δωροδοκίσει.<ref> [[Γεώργιος Μόδης]], ''Ο Μακεδονικός Αγών και η νεώτερη Μακεδονική Ιστορία'', εκδ. Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1967, σ. 283</ref>
 
Την συνάντηση του Λάζαρου με τον Παύλο Μελά, αυτή τη φορά στη Μακεδονία, περιέγραψε ο Παύλος Μελάς στην σύζυγό του [[Ναταλία Μελά]] σε επιστολή του`''.. Νάτα μου ήλθαν οι προεστοί από το Πισοδέρι, συγκινημένοι μας φιλούν. Πόσον ενθουσιασμόν κρύβουν εις τα στήθη των αυτοί οι πατριώται...''.<ref> Άγγελος Κ. Ανεστόπουλος, ''Mακεδονικός Αγών 1903-1908'', Θεσσαλονίκη 1965,τόμος Α', σ. 51 </ref> Αναφέρεται ότι ο Παύλος Μελάς είχε αποστείλει ευχαριστήριες επιστολές με τις φωτογραφίες της οικογένειάς του προς τους αδελφούς Τσάμη, ενώ οι τελευταίοι έτρεφαν μεγάλη εκτίμηση στο πρόσωπό του.<ref name=Todorova217218/> Στις [[19 Οκτωβρίου]] [[1904]], αμέσως μετά την είδηση του θανάτου του Παύλου Μελά, αναχώρησε εσπευσμένα για το χωριό Ανταρτικό (Ζέλοβο), όπου συνάντησε τους επιζώντες της ομάδας του Παύλου Μελά και παρέλαβε από τον [[Νικόλαος Πύρζας|Λάκη Πύρζα]] όλα τα εμπιστευτικά έγγραφα που έφερε μαζί του ο Παύλος Μελάς, που θα μπορούσαν να εκθέσουν την Ελληνική Κυβέρνηση, και τα μετέφερε στο Μοναστήρι, όπου τα παρέδωσε στο Ελληνικό Προξενείο. Ο αδελφός του ιερέας Σταύρος Τσάμης, [[Τάφος|ενταφίασε]] κρυφά την κεφαλή του Παύλου Μελά στο [[Ιερό Βήμα|ιερό βήμα]] του ναού της [[Αγία Παρασκευή Πισοδερίου|Αγίας Παρασκευής Πισοδερίου]].<ref>{{en}}Douglas Dakin, ''The Greek Strugle in Macedonia (1897 – 1913)'', εκδ. Institute for Balkan Studies, Θεσσαλονίκη 1966, σ. 191 </ref> Λίγες ημέρες αργότερα ο Παπασταύρος εξομολογείται στον αδελφό του Λάζαρο την δεύτερη ταφή της κεφαλής του Παύλου Μελά, αυτή τη φορά κάτω από το [[Ιερό Βήμα]] της εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής. Το μυστικό της δεύτερης ταφής γνώριζαν μόνον τρία άτομα.<ref> Αντιγόνη Τσάμη, ''Σύντομο οδοιπορικό του Παύλου Μελά στη Μακεδονία το 1904'', εκδ. ΤΕΔΚ Νομού Φλώρινας, Φλώρινα 2010, σ. 36</ref>
Γραμμή 97:
=== Η συνάντηση του Πισοδερίου και η δεύτερη δολοφονική απόπειρα===
[[File:Lazaros Tsamis.IMMA.jpg|thumb|250px|Ο Λάζαρος Τσάμης σε φωτογραφία του 1914 από το ''[[Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα Θεσσαλονίκης|Ίδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα]]''.]]
Την άνοιξη του [[1905]], κατόπιν εντολής του Ελληνικού Προξενείου Μοναστηρίου, συνάντησε τον αρχηγό των ελληνικών ανταρτικών σωμάτων του βιλαετίου Μοναστηρίου [[Γεώργιος Τσόντος Βάρδας|Τσόντο Βάρδα]] στη [[Γαλατινή|Κόντσικο]] της [[Δήμος Βοΐου|Ανασελίτσης]]. Κατά την συνάντηση αυτή ο Τσόντος Βάρδας παρέδωσε στον Λάζαρο, προς μεταφορά και διανομή, τους μισθούς όλων των ελληνικών ανταρτικών ομάδων που δρούσαν στηστην περιοχή των Κορεστίων και των Πρεσπών, καθώς και εγγράφων με οδηγίες για τις μελλοντικές τους ενέργειες. Την ημέρα της [[Πεντηκοστή]]ς του 1904, ο Έλληνας Πρόξενος του Μοναστηρίου [[Νικόλαος Ξυδάκης]], ζήτησε από τον Λάζαρο να οργανώσει την συγκέντρωση όλων των Ελλήνων παραγόντων και οπλαρχηγών που δρούσαν στην περιοχή των Κορεστίων και των Πρεσπών, για συντονισμό της δράσεώς τους. Η συγκέντρωση οργανώθηκε στην κατοικία του προκρίτου του Πισοδερίου [[Ναούμ Λιάκος|Ναούμ Λιάκου]], αλλά η πληροφορία της συγκέντρωσης διέρρευσε στην οθωμανική διοίκηση και τούρκικα αποσπάσματα περικύκλωσαν το χωριό και ανέμεναν την άφιξη των Ελλήνων οπλαρχηγών για να τους συλλάβουν, ενέργεια που θα εξέθετε τον ευρισκόμενο στο Πισοδέρι Έλληνα Πρόξενο. Η μητέρα του Λάζου, Αναστασία Τσάμη, κατόρθωσε να βγει από το περικυκλωμένο χωριό και να ειδοποιήσει έγκαιρα τους Έλληνες αντάρτες για την ύπαρξη τουρκικού στρατού.
 
Τον Ιούνιο του [[1905]], το κέντρο επιχειρήσεων του Μοναστηρίου, ζήτησε από τον Λάζαρο να οδηγήσει το σώμα του οπλαργηγού Γεώργιου Αλεξίου (Μακρή) από την [[Δροσοπηγή Φλώρινας|Δροσοπηγή]], από όπου θα παραλάμβανε αριθμό τουφεκιών, μέσω Κορεστίων προς το όρος [[Βαρνούντας|Περιστέρι]], με σκοπό αφενός να εξοπλισθεί ο πληθυσμός της περιοχής και αφετέρου να ενισχυθεί το σώμα του καπετάν [[Ιωάννης Καραβίτης|Ιωάννη Καραβίτη]]. Η αποστολή εκτελέσθηκε με επιτυχία και τα δύο σώματα ενώθηκαν στο χωριό [[Γραδέσνιτσα]] της Πελαγονίας και άρχισαν την κοινή τους δράση.<ref> Παύλος Τσάμης, ''Μακεδονικός Αγών'', εκδ. Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, σ. 261 </ref>
Γραμμή 109:
Στις [[27 Αυγούστου]] [[1906]], ο αδελφός του Λάζαρου, Παπασταύρος Τσάμης πήρε γράμμα με την σφραγίδα και την υπογραφή του Τσόντου Βάρδα, με την οποία του ζητούσε να συναντήσει το σώμα του καπετάν Λουκά Μπέλλου στη δασική θέση Λάκκος.<ref> [[Γεώργιος Μόδης]], ''Ο Μακεδονικός Αγών και η νεώτερη Μακεδονική Ιστορία'', εκδ. Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1967, σσ. 320-321 </ref> Ο Παπασταύρος πήρε μαζί του και τον διοικητή του τουρκικού αποσπάσματος στρατοχωροφυλακής Χουσείν Ιμπραήμ. Δολοφονήθηκαν από τον βοεβόδα Κούσμαν Ποπντίνωφ (Κούζο) στην ενέδρα που τους είχαν στήσει με την πλαστή επιστολή.<ref>{{en}} Douglas Dakin, ''The Greek Strugle in Macedonia (1897 – 1913)'', εκδ. Institute for Balkan Studies, Θεσσαλονίκη 1966, σ. 254 </ref> Ο αδελφός του Λάζαρος, πληροφορηθείς την δολοφονική επίθεση, έτρεξε στο δάσος και είδε τον κατακρεουργημένο αδελφό του, και πιθανόν έπαθε νευρικό κλονισμό που του προκάλεσε πρόβλημα στην όρασή του. Η επίθεση που είχε ως σκοπό την δολοφονία του ιερέα, στοιχειοθετήθηκε από τον εξαρχικό βοεβόδα Στόιτσεβ Κλιάντσεφ (Τάνε), με τέτοιο τρόπο ώστε να βρουν οι οθωμανικές αρχές τα κωδικοποιημένα έγγραφα που θα ενοχοποιούσαν τα δύο πρόσωπα, και θα οδηγούσαν στην σύλληψη του Λάζαρου. Το Ελληνικό Προξενείο του Μοναστηρίου, πληροφόρησε τον Λάζαρο ότι τον καταζητούν και απομακρύνθηκε από το χωριό. Αφού διέφυγε της σύλληψης του, κατευθύνθηκε στην Αθήνα, όπου έλαβε ιατρική βοήθεια από το Μακεδονικό Κομιτάτο.
 
Κατά το διάστημα της απουσίας του δικάσθηκε ερήμην από το οθωμανικό δικαστήριο του Μοναστηρίου και αθωώθηκε. Επέστρεψε στη Μακεδονία στις αρχές του [[1907]] και συνέχισε την δράση του μέχρι την εποχή του [[Κίνημα των Νεοτούρκων|Κινήματος των Νεότουρκων]] το [[1908]], που σημάδευσε την λήξη της σκληρής φάσης του Μακεδονικού Αγώνα λόγω της πεποίθησης, αυτή την περίοδο, ότι οι [[Δικαίωμα|ελευθερίες]] των [[Μειονότητα|μειονοτήτων]] της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα γίνονταν σεβαστές. Στα τέλη Ιουλίου [[1908]], τα ελληνικά ανταρτικά σώματα της περιοχής του βιλαετίου Μοναστηρίου έλαβαν εντολή από το Ελληνικό Προξενείο Mοναστηρίου να διακόψουν τη δράση τους, αλλά να μην παραδώσουν τα όπλα τους και να αποσυρθούν στα βουνά. Αυτή την εντολή του Ελληνικού Προξενείου μετέφερε και διαβίβασε ο Λάζαρος στο σώμα του [[Σίμος Ιωαννίδης|Σίμου Ιωαννίδη]] που εκείνη την εποχή δρούσε στηστην περιοχή του Πισοδερίου. <ref> [[Γενικό Επιτελείο Στρατού]]-Διεύθυνση Ιστορίας, ''Ο Μακεδονικός αγώνας και τα εις Θράκη γεγονότα'', 1979, σ. 301 </ref> Ο σχηματισμός του Νεοτουρκικού Κοινοβουλίου δεν βελτίωσε την κατάσταση στη Μακεδονία.<ref> [[Γενικό Επιτελείο Στρατού]]-Διεύθυνση Ιστορίας, ''Ο Μακεδονικός αγώνας και τα εις Θράκη γεγονότα'', 1979, σ. 313</ref> Σύντομα οι ελπίδες για την αλλαγή της συμπεριφοράς των Νεοτούρκων διαψεύσθηκαν. Στις αρχές Σεπτεμβρίου του [[1908]], συστήθηκε η νέα οργάνωση ''[[Πανελλήνιος Οργάνωσις]]'' με τον [[συνταγματάρχης|συνταγματάρχη]] [[Παναγιώτης Δαγκλής|Παναγιώτη Δαγκλή]] ως Γενικό Διευθυντή της. Με εγκύκλιό του ''.....προς άπαντα τα Ειδικά Γραφεία και τους Πράκτορας....'' δίδονται οδηγίες για την λειτουργία της οργάνωσης και γνωστοποιείται στον πράκτορα Λάζαρο Τσάμη ότι "''....εν γένει τελεί υπό την επίβλεψιν των κ.κ. προξένων, εις ούς ανακοινούται πάσα σχετική ενέργεια...''"<ref>[[Γενικό Επιτελείο Στρατού]]-Διεύθυνση Ιστορίας, ''Ο Μακεδονικός αγώνας και τα εις Θράκη γεγονότα'', 1979, σ. 306 επ. </ref> Το [[1912]], ο Λάζαρος ως Πρόεδρος της Κοινότητας του Πισοδερίου, καλύπτει την δράση του [[Βασιλείος Μπάλκος|Βασιλείου Μπάλκου]], Έλληνα πράκτορα από την [[Άρτα]], ο οποίος αρχικά με την ιδιότητα του Διευθυντή της [[Μοδέστειος Σχολή|Μοδεστείου Σχολής]] φέροντας μάλιστα ιερατικό σχήμα, αργότερα δε ως Διευθυντής των Ελληνικών Σχολείων Φλωρίνης αναλαμβάνει την διεύθυνση του Αγώνα στην περιοχή.<ref> [[Γενικό Επιτελείο Στρατού]]-Διεύθυνση Ιστορίας, ''Ο Μακεδονικός αγώνας και τα εις Θράκη γεγονότα,'' 1979, σ. 224 </ref> Οι αναφορές που έλαβε αργότερα η [[Κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου 1910|ελληνική κυβέρνηση]] σχετικά με την δράση των τοπικών σωμάτων από τον Τσόντο Βάρδα και τον ειδικό απεσταλμένο της [[Βασίλειος Ξηρούχας|Βασιλείου Ξηρούχα]] καθώς και από τον Παύλο Γύπαρη, πείθουν τον [[Κατάλογος Πρωθυπουργών της Ελλάδας|πρωθυπουργό]] της Ελλάδας [[Ελευθέριος Βενιζέλος|Ελευθέριο Βενιζέλο]] ότι ήταν λάθος η απόφαση της ανάκλησης των ελληνικών σωμάτων από την Μακεδονία.<ref>[[Παύλος Γύπαρης]], ''Οι Πρωτοπόροι του Μακεδονικού Αγώνα'', Αθήνα 1962, σσ. 233-234</ref>
 
==Βαλκανικοί Πόλεμοι==
===Η φυλάκισή του και η μάχη του Αγίου Γερμανού===
 
Την περίοδο λίγο πριν την κήρυξη του [[Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος|Α΄ Βαλκανικού Πολέμου]], οι σχέσεις του νέου καθεστώτος των Νεοτούρκων και της Ελληνικής Κυβέρνησης επιδεινώνονται. Οι Τούρκοι πληροφορήθηκαν την δράση Έλληνα πράκτορα στηστην περιοχή και οι υποψίες τους στράφηκαν στον Λάζαρο Τσάμη λόγω του ταξιδιού του στην Αθήνα το καλοκαίρι του [[1912]]. Χωρίς να τον δικάσουν, τον κλείνουν στη φυλακή του Μοναστηρίου.<ref>Άγγελος Κ. Ανεστόπουλος, ''Mακεδονικός Αγών 1903-1908'',τόμος B', Θεσσαλονίκη 1965, σ. 110 </ref> Εκεί αναφέρεται ότι τον χτύπησαν και τον βασάνισαν τόσο πολύ, που είχε ως αποτέλεσμα να κλονιστεί η υγεία του ακόμη περισσότερο. Κατά την διάρκεια του Βαλκανικού Πολέμου, οι [[Σερβία|Σερβικές]] στρατιωτικές δυνάμεις κατέλαβαν και απελευθέρωσαν το Μοναστήρι. Ο Ίωνας Δραγούμης, φοβούμενος για ταραχές και για πιθανή δολοφονία του Λάζαρου, πήγε στο Μοναστήρι, απελευθέρωσε τον Λάζαρο και τον συνόδευσε με ασφάλεια μέχρι την πρόσφατα απελευθερωμένη από τον [[Ελληνικός Στρατός Ξηράς|Ελληνικό Στρατό]] Φλώρινα.
Το [[Γενικό Επιτελείο Στρατού|Γενικό Επιτελείο]] του Ελληνικού Στρατού, ενώ γνώριζε την κόπωσή του, του ζήτησε να οδηγήσει με ασφάλεια ένα σύνταγμα [[Εύζωνες|ευζώνων]], υπό τον [[Ταγματάρχης|ταγματάρχη]] [[Πεζικό|πεζικού]] Γεώργιο Ιατρίδη στο χωριό Άγιος Γερμανός (Γέρμας) Πρεσπών. Στην μάχη που ακολούθησε εκεί, εξοντώθηκε η ανταρτική βουλγαρική ομάδα του Βασίλ Τσακαλάρωφ. Ο [[Πρίγκιπας Νικόλαος της Ελλάδας|Πρίγκιπας Νικόλαος]], ως Αρχηγός του Επιτελείου του Ελληνικού Στρατού, μετά από αυτά τα γεγονότα, απένειμε στον Λάζαρο Τσάμη, γραπτό έπαινο επειδή επέδειξε "''εν τη εκπληρώσει του καθήκοντος τοσαύτην ορμήν και ανδρείαν"'' και αργότερα το μετάλλιο του Β' Βαλκανικού Πολέμου.
 
Γραμμή 139:
Η έκρηξη του [[Α' Παγκόσμιος Πόλεμος|Α' Παγκοσμίου Πολέμου]] βρήκε την Ελλάδα σε μια περίοδο [[Εθνικός Διχασμός|Εθνικού Διχασμού]], καθώς υπήρχε έντονη διαμάχη μεταξύ των πολιτικών φορέων που στήριζαν τον Ελευθέριο Βενιζέλο (φιλοβενιζελικών) και την συμμετοχή στον πόλεμο στο πλευρό της [[Αντάντ]] και αυτών που στήριζαν την [[Ουδετερότητα|ουδετερότητα]] της χώρας (αντιβενιζελικών) με τη στήριξη του βασιλιά [[Κωνσταντίνος Α΄ της Ελλάδας|Κωνσταντίνου Α΄]].<ref> ''Η ιστορία του 20ου αιώνος'', εκδ. Χρυσός Τύπος, 1974, τόμος Β', σ. 620 </ref> Τα φιλοβενιζελικά συναισθήματα του Λάζαρου, που έρχονταν σε αντίθεση με τις πεποιθήσεις συναγωνιστών και παλαιών φίλων κατά την διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα,{{πηγή}} τον οδήγησαν να συνταχθεί με το [[Κίνημα Εθνικής Αμύνης|Κίνημα της Εθνική Αμύνης]].
 
Όταν ο [[Γάλλος]] [[στρατηγός]] Μορίς Σαράιγ (Maurice Sarrail), αρχηγός των [[Σύμμαχος|συμμαχικών]] στρατευμάτων του Μακεδονικού Μετώπου, εκδήλωσε την πρόθεσή του να επισκεφθεί την περιοχή των Κορεστίων, για να επιθεωρήσει τα [[Γαλλία|Γαλλικά]] στρατεύματα και να έχει ιδία αντίληψη της περιοχής και των κατοίκων της, ο Λάζαρος παρακλήθηκε από την [[Κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης]] να διευκολύνει τον Γάλλο στρατηγό στις μετακινήσεις του στηστην περιοχή. Κατά την προσωπική τους συνάντηση το καλοκαίρι του [[1916]], ο Λάζαρος Τσάμης του εξήγησε ότι ο εφοδιασμός της 125ης Γαλλικής Μεραρχίας Πεζικού και του Συντάγματος των Αφρικανών Κυνηγών που είχαν οχυρωθεί δυτικά του όρους [[Βόρας]], περνούσε από τη στενωπό της [[Χιονοδρομικό κέντρο Βίγλας Πισοδερίου|Βίγλας Πισοδερίου]], που τους [[Χειμώνας|χειμερινούς]] μήνες έκλεινε από τα χιόνια. Αυτή η πληροφορία προβλημάτισε τον στρατηγό και διέταξε την κατασκευή οδοντωτού [[Σιδηρόδρομος|σιδηρόδρομου]] ώστε να συνδέει το χωριό [[Άλωνα Φλώρινας|Άλωνα]] με την Βίγλα Πισοδερίου, καθώς και τελεφερίκ από την Βίγλα έως το Πισοδέρι. Η όλη κατασκευή ήταν έτοιμη πριν από τον χειμώνα του [[1917]] και τα συμμαχικά στρατεύματα δεν αντιμετώπισαν κανένα πρόβλημα εφοδιασμού παρά τον βαρύ χειμώνα. Όταν οι [[Σερβία|σερβικές]] ένοπλες δυνάμεις ηττήθηκαν από τον βουλγαρικό στρατό στη Μάχη της Τσέρνα στον ποταμό [[Εριγώνας|Εριγώνα]] της Πελαγονίας, ολόκληρη η περιοχή των λιμνών [[Λίμνη Οχρίδα|Αχρίδας]] και Πρεσπών, κατελήφθη από τις Βουλγαρικές δυνάμεις.
 
Η εισβολή του βουλγαρικού στρατού στηστην περιοχή,τον Αύγουστο του 1916 , είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή και την λεηλασία των αποθηκών σιτηρών στα χωριά Λαιμός και Καρυές (Οροβνικ) Πρεσπών , όλων των εμπορικών του καταστημάτων, την καταστροφή και λεηλασία των εγκαταστάσεων ιχθυοτροφείας στην Πρέσπα , των τυροκομείων του στη Ρακίσκα και την Γκόριτσα , την λεηλασία του σπιτιού του στο Πισοδέρι καθώς και του πετρελαιοκίνητου κυλινδρόμυλου στο Πουστέτς της Πελαγονίας. Τον Αύγουστο του 1917 επιχειρήθηκε η τρίτη δολοφονική του απόπειρα η οποία απέτυχε χάρη στην άμεση αντίδραση της συζύγου του Αλεξάνδρας. Φοβούμενος πλέον ο Λάζαρος για την ασφάλεια της οικογενείας του, αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει οικογενειακώς το σπίτι του και να εγκατασταθεί προσωρινά για έξι μήνες στο [[Άργος Ορεστικό|Άργος Ορεστικό Καστοριάς]].
Η καταστροφή των επιχειρήσεων του και η παύση των εμπορικών του δραστηριοτήτων του επέφερε μεγάλο οικονομικό πλήγμα.
 
Γραμμή 147:
[[Αρχείο:Βασίλειος_Τσάμης1.jpg|thumb|right|150px|Ο Λάζαρος με τον γιό του Βασίλειο στην Αθήνα (1928)]]
 
Ο Λάζαρος Τσάμης, επιστρέφοντας στηστην περιοχή, συνέχισε την εμπορική του δραστηριότητα στη Φλώρινα όπου μετέφερε την οικογένειά του το [[1924]]. Το ίδιο χρόνο, μοίρασε την επιχείρησή με τον φίλο του Νταούτ Χαμζά Χαλίλ Μπέι (Daut Hamza Halil bey), διαχειρίζοντας ο δεύτερος τις κοινές επιχειρήσεις τους στα όρια της αλβανικής επικράτειας. Το [[1928]] τα συμπτώματα της ασθένειας των ματιών επανεμφανίστηκαν και αναγκάσθηκε να μεταβεί στην Αθήνα, όπου μετά από πολύμηνη και δαπανηρή θεραπεία στην οφθαλμολογική κλινική του Ιωάννη Χαραμή, κατόρθωσε να διασώσει σε ικανοποιητικό βαθμό την όρασή του, αλλά οδηγήθηκε σε οικονομική καταστροφή. Με την υπ΄ αριθμόν 646134 της 25ης Μαίου 1932 απόφαση της Υπηρεσίας Πολεμικών Αποζημιώσεων απορρίφθηκε τελεσίδικα το αίτημά του για αποζημίωσή του απο τις καταστροφές που υπέστησαν οι εμπορικές του επιχειρήσεις απο το 1914 έως και το 1925.
Λίγους μήνες αργότερα πεθαίνει στο Πισοδέρι στις [[22 Νοεμβρίου]] [[1933]], κτυπημένος από την [[Καρκίνος|επάρατη ασθένεια]].