Ιωάννης Εμμανουήλ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
προσθήκη πηγών |
→Ιωάννης Εμμανουήλ ως Λόγιος: προσθήκη πολυτονικού |
||
Γραμμή 17:
Εκτός από τις σπουδές του της ιατρικής ασχολείτο και με τις άλλες επιστήμες και οι γνώσεις του ήταν πολυσχιδείς. Συνέγραψε ένα βιβλίο μαθηματικών, ένα αντίγραφο του οποίου χάρισε στον Ρήγα, ο οποίος το έφερε πάντοτε μαζί του και βρέθηκε στις αποσκευές του κατά τον χρόνο της συλλήψεώς του. Ασχολείτο επίσης και με την ποίηση. Στο πρωτοχρονιάτικο τεύχος του 1797 η "Εφημερίς", δημοσίευσε ένα ποίημα του Ιωάννου με τον τίτλο 'Ωδάριον συγχαριστικόν εις το Νέον Έτος προσφωνηθέν τοις ομογενέσιτε και φιλοπάτρισιν, υπό Ιωάννου Εμμανουήλ του Καστοριανού". Το προσφωνηθέν σημαίνει, ότι ο Ιωάννης πρέπει να απήγγειλε το ποίημα αυτό σε συγκέντρωση των ομογενών της Βιέννης για το Νέο Έτος, άρα ελογίζετο από τους μορφωμένους και λόγιους άνδρες της παροικίας για να του ανατεθεί η συγγραφή και απαγγελία του ποιήματος, καθώς και η δημοσίευσής του στην "Εφημερίδα". Διαβάζοντας το ποίημα αυτό και κρίνοντάς το με τα κριτήρια της εποχής του, βλέπουμε τον Ιωάννη να εκφράζεται σε μια αρχαΐζουσα γλώσσα, δείγμα ότι κατείχε τα αρχαία ελληνικά, να γνωρίζει καλά την ελληνική μυθολογία και να συντάσσει ένα ποίημα με όλους τους κανόνες της ποιητικής, ομοιοκαταληξίες, ρίμες κ.λ.π. Στο ποίημα αυτό βρίσκει την ευκαιρία να εκφράσει τα πατριωτικά του αισθήματα, τον πόνο του για την δουλεία του Γένους και τον πόθο του να ιδεί ελευθερωμένη την προσφιλή του πατρίδα. Αφού πλέκει κατ' αρχάς το εγκώμιο του νέου έτους και τα χαρίσματα με τα οποία το προίκισαν οι θεοί, για τα οποία όλοι χαίρουν, θεοί και άνθρωποι, πλην της Αθηνάς, υπονοώντας την Ελλάδα, η οποία λυπάται και κλαίει γιατί η αντίπαλός της θεά Εκάτη, η Σελήνη, υπονοώντας την Οθωμανική αυτοκρατορία, η οποία είχε ως έμβλημα την ημισέληνο, μαζί με την Έριδα κρατούν υπόδουλη την προσφιλή της πατρίδα. Παρακαλεί δε τον πατέρα της Κρονίδη και τους λοιπούς θεούς να την σπλαχνισθούν και να απαλλάξουν το προσφιλές της γένος από τα δεινά, που επισωρεύει επ' αυτού η μισητή Εκάτη. Ελπίζει δε, ότι όταν εκλείψει η Έρις, θα δυνηθεί να ελευθερωθεί το Γένος και θα αναστηθεί η πατρίς μας η κλεινή:
Επίβλεψον Κρονίδη, σπλαγχνίσθητε Θεοί!</br>
▲Λυπήθητε μ' εμένα, ω φίλοι Αχαιοί.</br>
Εις τάς πληγάς μου κλαύσον, άχ κλαύσον Δαναέ.</br>
▲Ω έθνος μου, ω γένος, ω φίλτατε λαέ</br>
Θεάς της ἀντιπάλου Ἐκάτης τἢς κλεινἢς.</br>
▲Απέμειν' εγώ μόνη απ' όλας τας Θεάς</br>
▲Δυστυχεστάτη όντως, τας νυν, τας παλαιάς.</br>
▲Το δόρυ συντριμμένον στούς πόδας της δεινής</br>
▲Ο θώραξ μου, το σάκκος, ασπίς η κρατερά,</br>
▲Ριμμένα τα πατούσιν. Ω θέα φοβερά!</br>
▲Γελά με την Εκάτην, η Έρις δυνατά.</br>
▲Ω Έρις πικροτάτη από τας Εριννύς</br>
▲Συ ήσουν η αιτία, εσύ με τυραννείς.</br>
Α! κάκισται δεν είμαι, απ' όλα μου γυμνή</br>▼
Τα όπλα ως θαρρείτε, αλλ' είν' η φαεινή</br>▼
Η περικεφαλαία στην κεφαλήν μ' αυτήν</br>
Η Έρις μον' να λείψη, καί έχω ποθητήν</br>
Παράσημα μου όλα λαμπρώς να ενδυθώ.</br>
Παντού
▲Να το κρατήση ξένη, αλλ' έχει τας καλάς</br>
▲Αθήνας ν' αναστήση, αφ' ου μεταβολάς</br>
[απόσπασμα]
|