Κοσμογονία της Γένεσης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 7:
 
Η δεύτερη βιβλική αφήγηση ξεκινά από τη δημιουργία του άντρα, ακολουθεί η δημιουργία του [[Κήπος της Εδέμ|Κήπου της Εδέμ]] ως κατοικίας του ανθρώπου και ακολουθεί η δημιουργία παντός είδους ζώων και τελικά της δημιουργίας της γυναίκας από το πλευρό του. Οι δύο αυτές διηγήσεις είναι σαφώς διαφορετικές.<ref>Σάββας Αγουρίδης, «Μύθος-Ιστορία-Θεολογία (Ανάλυση περικοπών από τα κεφ.1-11)», Δελτίο Βιβλικών Μελετών,τομ. 5, τ/χ.2 Νέα Σειρά, (Ιούλιος-Δεκέμβριος 1986), σελ.68</ref>
Και οι δύο αφηγήσεις «αντλούν από ένα depot παραδόσεων περί την αρχέγονη ανθρωπότητα»<ref>όπ.π., σελ.71</ref> Τέθηκαν η μία μετά την άλλη γιατί κατά την έκδοση της [[Γένεση (βιβλίο)|Γένεσης]], η δεύτερη θεωρήθηκε συμπληρωματική της πρώτης. Αν η δεύτερη αποτελεί υποτυπώδη λαϊκή αφήγηση η πρώτη προέρχεται από ομάδες που ενδιαφέρονταν για «την τάξη στον κόσμο, το Νόμο, ιδιαίτερα την τελετουργική»<ref>όπ.π., σελ.72</ref> Είναι λόγιου χαρακτήρα και μεγαλοπρεπής στην έκφραση. Η πρώτη διήγηση περί δημιουργίας αντανακλά έντονα κάποια τελετουργική πραγματικότητα: γιατί ο αριθμός των 7 ημερών αναφέρεται στο ΄΄[[Σάββατο]]΄΄ ή προσανατολίζει όλη την αφήγηση προς αυτό, αλλά και διότι η όλη αφήγηση ύπονοεί «μια τάξη κι ένα ρυθμό στο σύμπαν που ταιριάζει στην τελετουργική αντίληψη των ιερέων για χρόνους, εποχές, ημέρες και καιρούς»<ref>όπ.π.σελ.</ref>
H [[Παλαιά Διαθήκη]] αγνοεί κάποιον ιδιαίτερο όρο για την έννοια ''κόσμος'': «ή ολότητα δηλώνεται πάντοτε περιγραφικά»<ref>Μιλτιάδης Κωνσταντίνου, «Το κοσμοείδωλο της Παλαιάς Διαθήκης. Προϋποθέσεις θεολογικής θεώρησης του κόσμου», Επιστημονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης, τόμ. 28 (1983), σελ434</ref> Αυτό σχετίζεται με την ιδιομορφία της προελληνιστικής σκέψης της αρχαίας Ανατολής, η οποία δεν επιδιώκει μια προοπτική συνολική θεώρηση, αλλά αρκείται στη σύνθεση οπτικών γωνιών. Γι αυτό και στην [[Παλαιά Διαθήκη]] εντοπίζουμε παραστάσεις για τον κόσμο τόσο διαφορετικές, μεταξύ τους, ώστε να καθίσταται αδύνατη η σύνθεση όλων των χωρίων σε μία ενιαία θεωρία.