Δίκη συμφώνων: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Dgolitsis (συζήτηση | συνεισφορές)
Dgolitsis (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 15:
 
==Διήγηση==
Είναι λοιπόν δίκαιο, όχι μόνο εσείς, που τώρα δικάζετε, αλλά και τα άλλα γράμματα να πάρουν προφυλάξεις απέναντι στις προσπάθειές του. Το σωστό είναι να μένει το καθένα στη θέση που του έτυχε· το να πηγαίνει εκεί που δεν πρέπει είναι κάτι που καταλύει το δίκαιο. Άλλωστε και αυτός που πρώτος διατύπωσε για μας αυτούς τους νόμους, είτε ήταν ο νησιώτης<ref>Σύμφωνα με το μύθο, ο Κάδμος, που αποκαλείται «νησιώτης» γιατί καταγόταν από την [[Τύρος|Τύρο]], έφερε δεκαέξι γράμματα από τη [[Φοινίκη]] στην Ελλάδα [[Ηρόδοτος]], Ε, 58) και ο Παλαμήδης πρόσθεσε άλλα τέσσερα μεταξύ των οποίων σχημάτισε την ιδέα του γράμματος Υ, παρατηρώντας γερανούς να πετούν. Άλλοι πάλι αποδίδουν την προσθήκη των τεσσάρων γραμμάτων στο Σιμωνίδη, γιατρό από τις Συρακούσες.</ref> [[Κάδμος]] είτε ο [[Παλαμήδης]], γιος του Ναυλίου -κάποιοι αποδίδουν αυτήν την περιοχή στον [[Σιμωνίδης|Σιμωνίδη]]- δεν καθόρισαν μόνο τη σειρά μας, σύμφωνα με την οποία έχουμε καθορισμένες θέσεις, ποιό δηλαδή θα είναι πρώτο και ποιό δεύτερο, αλλά αποφάσισαν ακόμα και τα χαρακτηριστικά και τις δυνατότητες, που έχει καθένα από μας. Την τελευταία θέση όρισαν να έχουν απ΄ όλα τα εννέα γράμματα, που δεν έχουν κανένα ήχο από μόνα τους <ref>Εννοεί τα άφωνα: λαρυγγικά: κ,γ,χ· χειλικά: π, β, φ· οδοντικά: τ, δ, θ. (Γραμματική της αρχαίας ελληνικής γλώσσης, σ. 10, ΟΕΣΒ, 1960) </ref> Τα φωνήεντα λοιπόν θα έπρεπε να διαφυλάσσουν αυτούς τους νόμους, [[s:Δίκη συμφώνων|Δίκη συμφώνων)_#p6]].
 
Είχα πάει κάποτε στον Κύβελο -αυτό είναι χωριουδάκι, όχι άσχημο- αποικία των Αθηναίων, όπως λέει η ιστορία. Πήρα μαζί μου και το ισχυρότατο Ρω, τον καλύτερο γείτονά μου. Σταμάτησα λοιπόν στο σπίτι κάποιου κωμικού ποιητή. Λεγόταν Λυσίμαχος, Βοιωτός προφανώς από καταγωγής, αν και απαιτούσε να λένε ότι γεννήθηκε στην καρδιά (από μέσης) της Αττικής. Σε αυτό το ξένο λοιπόν παρατήρησα την πλεονεξία αυτού του Ταυ. Όσο καιρό ήταν λίγα αυτά που επιχειρούσε, τολμώντας να λέει «τέττερα» (τέσσερα) και «τετταράκοντα» (τεσσαράκοντα), βάζοντας χέρι ακόμα και στο «τήμερα» (σήμερα) και τα παρόμοια και λέγοντας ότι αυτά είναι δικά του, στερώντας μου τους γνωστούς και συγγενείς μου, νόμιζα ότι ήταν απλώς συνήθειά του και ανεχόμουν να τα ακούω, χωρίς να μ΄ενοχλούν και πολύ,