Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 6:
==Η θέση της Εκκλησία της Ελλάδος==
Πενήντα δύο χρόνια μετά την ίδρυση του, τον Ιούνιο του [[2006]], ο [[Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος]] πραγματοποίησε την πρώτη επίσημη επίσκεψη Προκαθημένου της Ελλαδικής Εκκλησίας στην έδρα του ΠΣΕ στη [[Γενεύη]]. Αν και η Εκκλησία της Ελλάδος ήταν από τα ιδρυτικά μέλη του ΠΣΕ, ένας μεγάλος αριθμός αρχιερέων, κληρικών και λαϊκών αντιτίθενται δημόσια στην συμμετοχή της Εκκλησίας της Ελλάδος. Από την άλλη πλευρά, σε όλη τη διάρκεια των δεκαετιών του 1950, 1960 και 1970 εξέχοντες Ορθόδοξοι θεολόγοι και νομικοί όπως ο [[Σάββας Αγουρίδης]], ο [[Αμίλκας Αλιβιζάτος]], ο [[Βασίλειος Βέλλας]], ο [[Βασίλειος Ιωαννίδης]], [[Ιωάννης Καλογήρου]], ο [[Ιωάννης Καρμίρης]], ο [[Γεράσιμος Κονιδάρης]], ο [[Παναγιώτης Μπρατσιώτης]], ο [[Δημήτρης Μωραΐτης]], ο [[Νίκος Νησιώτης]], ο [[Μάρκος Σιώτης]] και ο [[Παναγιώτης Τρεμπέλας]] αλλά και κληρικοί όπως ο [[Αρχιεπισκοπή Τιράνων|Αρχιεπίσκοπος Τιράνων]] [[Αναστάσιος Γιαννουλάτος|Αναστάσιος]]
Πολλοί από τους κληρικούς και τους θεολόγους που συμμετείχαν στο
Η πρώτη κρίση ανάμεσα στο Π.Σ.Ε. και στην Εκκλησία της Ελλάδος προέκυψε το [[1968]], όταν απόφαση του Συμβουλίου πήρε θέση κατά της [[Δικτατορία των Συνταγματαρχών|Δικτατορίας των Συνταγματαρχών]]. Το γεγονός αυτό προκάλεσε την αντίδραση τού τότε [[Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Α´|Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου]], ο οποίος έκανε λόγο για υπέρβαση του ρόλου των Εκκλησιών. Το πρόβλημα ξεπεράστηκε γρήγορα καθώς ο ίδιος ο Ιερώνυμος Κοτσώνης, όντας καθηγητής Πανεπιστημίου, συμμετείχε στο Συμβούλιο και αναγνώρισε ότι η Εκκλησία της Ελλάδος όφειλε να συμμετέχει στον παγκόσμιο διάλογο των διαφορετικών χριστιανικών εκκλησιών.
Γραμμή 14:
Κατά τα επόμενα χρόνια όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες εντάχθηκαν στο ΠΣΕ, ενώ ορισμένες από αυτές αποχώρησαν στην συνέχεια. Ορισμένες άλλες απείλησαν με αποχώρηση, ανάμεσα στις οποίες και η Εκκλησία της Ελλάδος, εκπρόσωποι της οποίας, τις δεκαετίες του [[1980]] και του [[1990]], εξέφραζαν την έντονη αντίθεσή τους προς τις αποφάσεις του Συμβουλίου. Ο [[Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ]] θεωρούσε μάλιστα ότι τέτοιου είδους οργανισμοί δεν προσέφεραν στην Εκκλησία, η εκπροσώπηση της Εκκλησίας της Ελλάδος δόθηκε σε καθηγητές της Θεολογικών Σχολών και σε ιεράρχες που παρακολουθουσάν τα κινήματα διαλόγου και διανόησης παγκόσμια.
==Πηγές==
|