Αιμίλιος Μεταξόπουλος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Vrlab (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 53:
Τα κύματα των μεταναστών που κατακλύζουν, νόμιμα ή παράνομα, τις δυτικές κοινωνίες αποτελούν μια υπόσχεση εκρηκτικής παραβατικότητας, μια ελπίδα μόλυνσης αυτού του απονεκρωμένου από την υγιεινολογία, την ιατρική, τον μαζικό απαλφαβητισμό, τον κερδώο Ερμή και το άγχος «ασφάλειας» σώματος των «ισχυρών». Βλέποντας τους περιφρονημένους λαθρεπιβάτες μιας πλαστής ευημερίας, τέκνα άλλων ηπείρων και πολιτισμών, να αυξάνονται και να πληθύνονται, αναπνέω καλύτερα και περπατάω ανετότερα, ακόμα και αργά τα βράδια, στους δρόμους της πόλης. Με την ευχή όλη τούτη η ζωντάνια να μην καταντήσει «πολυπολιτισμικότητα».
 
To δεύτερο ρεύμα αποτελεί πάγια πυξίδα πολιτικού προσανατολισμού: Διαπιστώνω, με κάποια κατάπληξη, πως είναι αδύνατο να απεμπολήσω –δεν προσπαθώ άλλωστε– τις θεμελιακές κομουνιστικές πεποιθήσεις, ακόμα και αν διόλου δεν σχετίζονται με την έλευση μιας αταξικής μελλοντικής Αρκαδίας ή με οποιαδήποτε τελολογική ή επιστημονιστική εκδοχή του ιστορικού υλισμού – τον οποίο θεωρώ εξειδίκευση της κοινωνικής οντολογίας σε ένα ιστορικά προσδιορισμένο επίπεδο. Θα περιορισθώ εδώ να επαναλάβω την προτροπή για «ξεχέρσωμα», έστω και «κατά τόπους», της καπιταλιστικής διαστροφής. Που συνάπτει αποκλειστικά την ανθρωπολογική ενόρμηση κατίσχυσης, τη βούληση για δύναμη, τον αναπόδραστο και ατελεύτητο αγώνα για την ισχύ, δηλαδή το οντολογικό πρότερο μαζί με την αρχή της ηδονής, στην εμπορευματοποίηση κάθε στρώματος και υποστρώματος της ανθρώπινης ύπαρξης. ''Αντιλαμβάνομαι τον κομουνισμό περισσότερο ως επιβεβαίωση της κοινωνικής ιδιοκτησίας ή έστω ελέγχου των μέσων παραγωγής, σε κάποια ιστορικά εφικτή μορφή, παρά ως ολοκληρωμένο σχέδιο ανθρωπολογικής παλιγγενεσίας'' – δεν υπήρξαν και δεν θα υπάρξουν παράδεισοι σε τούτη τη ζωή και η άλλη ζωή δεν θα δωρηθεί ούτε στους χριστιανούς ούτε σε εμάς τους υπόλοιπους. Πιθανώς και ως κόσμο δίχως εμπορεύματα και αγορές, πλην αενάως ερίζοντα και, φευ, κατακρεουργούμενο. Καμία μορφή κοινωνικής οργάνωσης άλλωστε δεν θα εξαλείψει τις συγκρούσεις και τον πόλεμο ως αποφασιστική στιγμή του πολιτικού πράττειν, όσο τα υποκείμενά της είναι άνθρωποι και όχι γλάστρες θερμοκηπίου ή νοητικά γλυπτά της [[Χάνα Άρεντ|Hanna Arendt]]. Παραμένω λοιπόν ανερυθρίαστα, δίχως την παραμικρή αίσθηση ενοχής για ένα παρελθόν που ομολογουμένως δεν υπήρξε πάντα λαμπρό, όσο κομουνιστής ήμουν και πριν από την κατεδάφιση ενός θλιβερού φράγματος στο Βερολίνο. Ο τοίχος αυτός συμβόλιζε την ισχνή αυτοπεποίθηση καθεστώτων που ελάχιστη σχέση είχαν με το ελευθεριακό κομουνιστικό φρόνημα και, κυρίως, τον πολιτικό ρεαλισμό. Από την ώρα που γκρεμίσθηκε στήθηκε στη θέση του άλλος, αόρατος και απειλητικότερος.
 
Το τρίτο ρεύμα, που δεν έχει πια καθόλου «ρεύμα», μπορεί να ορισθεί, εντελώς γενικά, ως «σεβαστική προσήλωση» στον πλούτο της κλασικής κουλτούρας, αρχαίας και νεώτερης, αντάμα με την ιστορική κατανόηση και ίσως «λελογισμένη καχυποψία» –αλλά όχι, ελπίζω, προκατειλημμένη αποστροφή– για τα ενδιαφέροντα, ενίοτε, καλλιτεχνικά προϊόντα του μαζικοδημοκρατικού πολιτισμού. Δεν διστάζω να αποδεχθώ ότι πρόκειται για τυπική μορφή αισθητικού ελιτισμού, που πάνω απ’ όλα αρνείται να ταυτίσει το «καινούριο» με το «υπέρτερο», την καινοτομία με την απλή πρόκληση. Αλλά προτιμώ να διαβάζω Goethe ή Flaubert, αντί να αναγιγνώσκω μεταμοντέρνες πραγματείες περί του γράφειν τη γραφή. Μου είναι τελείως αδιάφορο αν ο συγγραφέας γράφει τη γραφή ή η γραφή γράφει τον συγγραφέα. Αρκεί όποιος γράφει να γράφει καλά και να μου κεντρίζει το ενδιαφέρον.