Ίνδιο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ +DEFAULTSORT |
μ με τη χρήση AWB (8188) |
||
Γραμμή 44:
|ενθαλπία εξάτμισης = 231,8 KJ/mol
|ειδική θερμοχωρητικότητα = 26,74 J/mol·K
|μαγνητική συμπεριφορά = διαμαγνητικό<ref name="Magnetic">[http://www-d0.fnal.gov/hardware/cal/lvps_info/engineering/elementmagn.pdf Magnetic susceptibility of the elements and inorganic compounds], in Handbook of Chemistry and Physics 81st edition, CRC press.
|ειδική ηλεκτρική αντίσταση = (20 °C) 83,7 nΩ·m
|ειδική ηλεκτρική αγωγιμότητα = (20 °C) 11,95 ΜS/m
Γραμμή 88:
Το [[χημικό στοιχείο]] '''ίνδιο''' (indium) είναι σπάνιο, μαλακό, εύτηκτο, πτητικό, ελατό και όλκιμο αργυρόλευκο [[μέταλλα|μέταλλο]] με στιλπνή μεταλλική λάμψη. Ο [[ατομικός αριθμός]] του είναι 49 και η [[ατομικό βάρος|σχετική ατομική μάζα]] του 114,818. Το χημικό του σύμβολο είναι "'''In'''" και ανήκει στην ομάδα 13 (III<sub>A</sub>, με την παλαιότερη ταξινόμηση) του [[περιοδικός πίνακας των χημικών στοιχείων|περιοδικού πίνακα]], στην περίοδο 5 και στο p-block. Έχει [[σημείο τήξης|θερμοκρασία τήξης]] 156,6 °C και [[θερμοκρασία βρασμού]] 2072 °C.
Η μέση περιεκτικότητα του στερεού φλοιού της γης σε ίνδιο είναι περίπου 0,05 ppm.<ref name="USGS">{{cite journal|title= Indium Statistics and Information|author= |journal= U.S. Geological Survey, Mineral Commodity Summaries|year= January 2010|pages=
|format= PDF|url= http://minerals.usgs.gov/minerals/pubs/commodity/indium/mcs-2010-indiu.pdf
|accessdate = 9/7/2010}}</ref>
Όταν είναι σε στερεή μορφή και καμφθεί ή τεντωθεί απότομα παράγει ένα χαρακτηριστικό τρίξιμο. Διατηρείται υγρό σε ένα μεγάλο εύρος θερμοκρασιών. Είναι σταθερό στον αέρα και στο νερό, αλλά διαλύεται στα οξέα. Όταν θερμανθεί πάνω από το σημείο τήξης του αναφλέγεται παράγοντας χαρακτηριστική ιώδη φλόγα.<ref>[http://www.lenntech.com/periodic/elements/in.htm Lenntech : Indium]</ref>
Η ανακάλυψή του ανακοινώθηκε το 1863 από τους Γερμανούς χημικούς Φέρντιναντ Ράιχ και Ιερώνυμο Τέοντορ Ρίχτερ και ήταν το 49ο χημικό στοιχείο που τοποθετήθηκε στον περιοδικό πίνακα. Πήρε το όνομά του από τη φωτεινή μπλε (indigo blue, ινδικό μπλε, λουλακί) γραμμή στο ατομικό του φάσμα και η οποία ήταν η πρώτη ένδειξη για την ύπαρξή σε μεταλλεύματα, ενός νέου και άγνωστου μέχρι τότε στοιχείου.
Στη φύση το ίνδιο απαντάται σε μορφή σπάνιων ορυκτών, όπως ο [[ινδίτης]] (Fe<sup>++</sup>In<sub>2</sub>S<sub>4</sub>) και ο [[τζαλινδίτης]] (dzhalindite, In(OH)<sub>3</sub>). Ανευρίσκεται, επίσης, σε ορισμένα ιδιαίτερα σπάνια ορυκτά, όπως ο [[σακουραΐτης]] και ο [[πετρουκίτης]].<ref>[http://www.webmineral.com/chem/Chem-In.shtml Webmineral]</ref>
Το ίνδιο προσομοιάζει στις χημικές και φυσικές του ιδιότητες με το [[αργίλιο]], το [[γάλλιο]] και το [[θάλλιο]] με τα οποία βρίσκεται στην ίδια ομάδα του περιοδικού πίνακα αλλά και με τον κασσίτερο που βρίσκεται στην επόμενη ομάδα. Δε μοιάζει με το [[βόριο]] που βρίσκεται στην κορυφή της ομάδας.
Γραμμή 104:
Η κυριότερη χρήση του ινδίου είναι με μορφή [[στερεό|στερεού]] [[διάλυμα|διαλύματος]] [[οξείδιο|οξειδίων]] ινδίου-κασσιτέρου (Indium Tin Oxide, ITO) που είναι άχρωμο και διαφανές και χρησιμοποιείται στην παραγωγή λεπτών υμενίων και ηλεκτροδίων για [[οθόνη υγρών κρυστάλλων|οθόνες υγρών κρυστάλλων (LCD)]] και οθόνες αφής. Το In επίσης χρησιμοποιείται ως επίστρωση σε ρουλεμάν μεγάλης περιστροφικής ταχύτητας, σε [[καθρέπτης|καθρέπτες]], σε [[ημιαγωγός|τρανζίστορ]], σε [[φωτοδίοδος|φωτοδιόδους]], στην παραγωγή [[κράμα|κραμάτων]] χαμηλού σημείου τήξης, σε συγκολλήσεις μετάλλων, στην πυρηνική [[ιατρική]] κ.ά.
Η μονάδα εμπορικών συναλλαγών για το ίνδιο είναι η ράβδος του ενός χιλιογράμμου. Η τιμή του ινδίου δεν είναι σταθερή, εξαρτώμενη έντονα από την προσφορά και τη ζήτηση.<ref name="MinorMetalsCharts">[http://www.minormetals.com/?tab=2&site=4&lang=EN Fastmarkets Ltd Minor Metals Charts]</ref>
Δεν υπάρχουν συστηματικές τοξικολογικές μελέτες για την επίδραση του ινδίου στον ανθρώπινο οργανισμό.
Γραμμή 112:
== Ιστορία ==
Τον Ιούνιο του 1863, ο Γερμανός φυσικός και ορυκτολόγος Φέρντιναντ Ράιχ (Ferdinand Reich, 1799–1882) καθηγητής στην περίφημη Σχολή Ορυκτών του Φράιμπουργκ της Σαξονίας, και ο βοηθός του Ιερώνυμος Τέοντορ Ρίχτερ (Hieronymus Theodor Richter, 1824–1898) μελετούσαν τα φάσματα ορισμένων ορυκτών<ref name="Schwarz" /> του ψευδαργύρου από τα πολυμεταλλικά φλεβικά κοιτάσματα της περιοχής, ελπίζοντας να βρουν σ' αυτά το χημικό στοιχείο [[θάλλιο]] που είχε ανακαλυφθεί περίπου δύο χρόνια νωρίτερα.<ref name="Venetskii">{{cite journal|title = Indium|last = Venetskii|first = S.|journal = Metallurgist|volume = 15|issue = 2|pages = 148–150|year = 1971|url = http://www.springerlink.com/content/l671085tw7536307/}}</ref>
[[Αρχείο:Reich Ferdinand.jpg|left|thumb|160px|O Ferdinand Reich ήταν ένας από τους δύο Γερμανούς ορυκτολόγους που ανακάλυψαν το ίνδιο]]
Κατεργάστηκαν το θειούχο ορυκτό [[σφαλερίτης]] που περιείχε ίχνη από τα επίσης θειούχα [[σιδηροπυρίτης|σιδηροπυρίτη]], [[αρσενοπυρίτης|αρσενοπυρίτη]], [[γαληνίτης|γαληνίτη]], [[χαλκοπυρίτης|χαλκοπυρίτη]], [[σταννίτης|σταννίτη]] και έλαβαν ένα κίτρινο ίζημα το οποίο νόμισαν ότι ήταν θειούχο θάλλιο. Επειδή ήταν γνωστό ότι τα ορυκτά από την περιοχή αυτή περιείχαν μερικές φορές θάλλιο, οι δύο Γερμανοί ορυκτολόγοι αναζητούσαν πράσινες γραμμές στο φάσμα εκπομπής με φασματογράφο. Ο Ράιχ είχε αχρωματοψία και εμπιστεύθηκε τις χρωματικές μελέτες στο βοηθό του. Ο Ρίχτερ όμως είδε ότι η πράσινη γραμμή του θαλλίου ήταν απούσα ενώ εμφανιζόταν στο φάσμα μια φωτεινή μπλε γραμμή σε μήκος κύματος 451
|edition = |chapter = |author= Mary Elvira Weeks|publisher= Kessinger Publishing Company January 2003
|url= http://books.google.gr/books?id=SJIk9BPdNWcC&pg=PR1&dq=Mary+Elvira+elements+history&hl=el&ei=7XYzTLjHIIWUjAftluGWBg&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=9&ved=0CE4Q6AEwCDgK#v=onepage&q=indium&f=false|ISBN = 0766138720}}</ref>
Η γραμμή έμοιαζε χρωματικά με τη "Βασίλισσα των Χρωστικών" όπως ονόμαζαν οι κάτοχοι βαφείων υφασμάτων το χρώμα indigo <span style="background:indigo"><span style="color:indigo">_______</span></span> και το νέο στοιχείο ονομάστηκε ''ίνδιο''.<ref name="Venetskii" />
Σημειώνουν οι Ράιχ και Ρίχτερ<ref name="Schwarz" /> : <blockquote>
Γραμμή 130:
</blockquote>
Οι δύο [[ορυκτολογία|ορυκτολόγοι]] ανακάλυψαν αργότερα ότι υπήρχαν δύο μπλε γραμμές για το ίνδιο. Η μια, η φωτεινότερη, ήταν σαφώς διαφορετική από τη μπλε γραμμή του [[στρόντιο|στροντίου]] και η άλλη, η λεπτότερη, κοντά στη μπλε γραμμή του [[ασβέστιο|ασβεστίου]]. Μάλιστα, οι ενώσεις του ινδίου έδιναν στη φλόγα του [[Λύχνος Μπούνσεν|λύχνου Μπούνσεν]], τόσο έντονο μπλε-ιώδες χρώμα, που μπορούσαν να αναγνωριστούν χωρίς την εξέτασή τους με το φασματογράφο.<ref name="Weeks" />
Το πρόβλημα ήταν πλέον η απομόνωση του μετάλλου σε καθαρή μορφή. Μετά από πολύ χρόνο και κόπο, οι δύο επιστήμονες παρασκεύασαν δύο δείγματα μεταλλικού ινδίου, το καθένα με μέγεθος ενός μολυβιού και μαζί δημοσίευσαν την ανακάλυψη τους. Διαπίστωσαν ακόμα ότι το ίνδιο ήταν ένα εκπληκτικά μαλακό μέταλλο, σχεδόν πέντε φορές πιο μαλακό από το μόλυβδο, ενώ άφηνε το στίγμα του, όπως και ο μόλυβδος, στο χαρτί. Η Γαλλική Ακαδημία Επιστημών εκτίμησε το κόστος των δύο δειγμάτων σε 8000 δολάρια, περίπου 700 δολάρια το γραμμάριο.<ref name="Venetskii" />
Η ανακάλυψη του ινδίου έβαλε σε σκέψεις τον [[Ντμίτρι Μεντελέγιεφ|Μεντελέγιεφ]]. Το πρόβλημα ήταν ότι οι δύο Γερμανοί θεώρησαν ότι το νέο μέταλλο ήταν παρόμοιο με τον ψευδάργυρο και, ως εκ τούτου, όπως κι αυτός, θα ήταν δισθενές. Καθόρισαν μάλιστα λανθασμένα το ισοδύναμο βάρος του 38,3 και αν ήταν δισθενές το ατομικό του βάρος θα ήταν 76,6 οπότε θα έπρεπε να βρίσκεται στον περιοδικό πίνακα ανάμεσα στο [[αρσενικό]] και στο [[σελήνιο]].<ref>{{cite book|title= The Development of Modern Chemistry|author= Aaron J.Ihde|year= 1985|publisher=Dover Publications Inc.|pages=
|url= http://books.google.gr/books?id=34KwmkU4LG0C&printsec=frontcover&dq=rhenium+discovery&source=gbs_similarbooks_s&cad=1#v=onepage&q=indium&f=false|ISBN= 9780486642352}}</ref>
Περαιτέρω μελέτες από τους Ράιχ και Ρίχτερ έδειξαν ότι ο σφαλερίτης είναι το κυριότερο ορυκτό που φιλοξενεί το ίνδιο. Μεταγενέστερες κατεργασίες στη σκόνη από τα κατάλοιπα της παραγωγής 2,15 τόνων ψευδαργύρου από τα κοιτάσματα του Φράιμπουργκ, απέδωσαν περίπου 1 Kg καθαρού ινδίου. Ο Ρίχτερ απομόνωσε τελικά το ίνδιο το 1867 και, εν αγνοία του Ράιχ, παρουσίασε για πρώτη φορά μια ράβδο ινδίου μισού κιλού στη Διεθνή Έκθεση του [[Παρίσι|Παρισιού]] τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου διεκδικώντας για λογαριασμό του την ανακάλυψη και από τότε οι σχέσεις των δύο ανδρών διαταράχθηκαν.<ref name="Emsley" />
Η αναζήτηση για ορυκτά του νέου στοιχείου ήταν άκαρπες μέχρι το 1876, όταν ανακαλύφθηκαν στο Κολοράντο και στο Bergamo της Ιταλίας κοιτάσματα σφαλερίτη πλούσια σε ίνδιο. Ίνδιο εντοπίστηκε επίσης και στην ελαφρόπετρα που εκτινάχθηκε από το ηφαίστειο Krakatoa, όταν εξερράγη το 1883.<ref name="Emsley" />
== Εμφανίσεις ==
Η μέση περιεκτικότητα του ηπειρωτικού φλοιού της γης σε ίνδιο είναι περίπου 0,05 ppm<ref name="
Το ίνδιο απαντάται σε ίχνη σε πολλά μεταλλεύματα θειούχων ορυκτών βασικών μετάλλων όπως ο χαλκός, ο ψευδάργυρος, ο σίδηρος, ο μόλυβδος, ο κασσίτερος, το βισμούθιο, ο άργυρος, το κάδμιο.<ref name="Lide">{{cite book|title= CRC Handbook Chemistry and Physics|edition = 85η|chapter = |author= David R. Lide|editor= Taylor & Francis Ltd|year= 2004|publisher= |pages= |url= http://books.google.gr/books?id=WDll8hA006AC&pg=SA4-PA26&dq=#v=onepage&q=indium&f=false|ISBN = 0849304857}}</ref>
Η μέση περιεκτικότητα ινδίου, στα κοιτάσματα ψευδαργύρου από τα οποία ανακτάται, κυμαίνεται από λιγότερο από 1 ppm έως 100 ppm.
== Γεωχημεία ==
Επειδή το ίνδιο βρίσκεται στην 13η ομάδα του περιοδικού πίνακα, οι γεωχημικές ιδιότητές του είναι τέτοιες ώστε ευνοούν την εμφάνισή του στη φύση μαζί με ορισμένα μέταλλα της 11ης ομάδας (χαλκός Cu, άργυρος Ag), της 12ης ομάδας (ψευδάργυρος Zn, κάδμιο Cd), της 14ης ομάδας (κασσίτερος Sn, μόλυβδος Pb) και της 15ης ομάδας (βισμούθιο Bi).<ref name="Schwarz" />
Το In είναι πτητικό και χαλκόφιλο χημικό στοιχείο, προτιμά δηλαδή τα θειούχα ορυκτά και είναι συμβατό με το θειούχο τήγμα παρά με το πυριτικό μάγμα. Συμπεριφέρεται αρκετά έως πολύ ασυνήθιστα κατά τη διάρκεια της κλασματικής κρυστάλλωσης του ρευστού υλικού του μανδύα της γης, ενώ πολλές φορές παραμένει στο τήγμα μέχρι τα τελικά στάδια της κρυστάλλωσης του μάγματος.
Αυξημένες συγκεντρώσεις του μετάλλου παρατηρούνται σε μαφικά πετρώματα (δηλαδή σε πυριτικά ορυκτά ή πετρώματα που είναι πλούσια σε μαγνήσιο και σίδηρο) όπως βασάλτες και γάβριοι (20 - 220 ppb) και σε όξινα όπως γρανίτες και γνεύσιοι (40 - 200 ppb). Σε δουνίτες, περιδοτίτες και πυρόξενους η περιεκτικότητα σε ίνδιο είναι χαμηλή, μεταξύ 10 - 60 ppb. Σε διορίτες και συηνίτες είναι από 40 ppb έως 130 ppb, ενώ παραπλήσια είναι και σε τραχύτες, δασίτες και ρυόλιθους, 30 ppb έως 150 ppb. Σε ιζηαμτογενή πετρώματα η περιεκτικότητα σε ίνδιο δεν ξεπερνά τα 70 ppb.<ref name="Kabata" />
Η παράξενη συμπεριφορά του ινδίου κατά τη διάρκεια της μαγματικής κλασματικής κρυστάλλωσης παραμένει ακόμα αδιευκρίνιστη.<ref name="Schwarz" />
== Κοιτάσματα μεταλλευμάτων που φιλοξενούν ίνδιο ==
Το ίνδιο, εξαιτίας της πολύ μεγάλης διασποράς του στο στερεό φλοιό της γης, απαντάται σε πολλά μέρη του κόσμου και μέσα σε διάφορους τύπους γεωλογικών δομών όπως σε ηφαιστειακές και ιζηματογενείς θειούχες αποθέσεις, σε πολυμεταλλικού τύπου φλεβικούς σχηματισμούς, σε ενεργά ηφαιστειακά συστήματα, σε πορφυριτικά κοιτάσματα χαλκού και κασσιτέρου, σε φλεβικά κοιτάσματα κασσιτέρου-βολφραμίου, σε επιθερμικές αποθέσεις και σχηματισμούς τύπου skarn.<ref group="Σημ.">Είναι είδος μεταμορφωσιγενούς πετρώματος που σχηματίζεται συνήθως από χημικές διεργασίες στις ζώνες επαφής μαγματικών (πχ. γρανιτικών) διεισδύσεων με ανθρακούχα πετρώματα όπως ασβεστόλιθοι και δολομίτες</ref><ref name="Jorgenson" />
Τα κυριότερα κοιτάσματα μεταλλευμάτων της [[Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας|Κίνα]]ς που περιέχουν ίνδιο έχουν ως βασικά μέταλλα Cu, Pb, Zn, Sn, Ag, είναι τύπου skarn [[Δεβόνια περίοδος|δεβόνιας]]-[[Κρητιδική περίοδος|κρητιδικής]] ηλικίας και περιέχουν περίπου 40 ppm In.<ref name="Schwarz" />
[[Αρχείο:Kidd Mine 2.JPG|thumb|300px|right|Στο ορυχείο Kidd του Καναδά τα κοιτάσματα είναι θειούχα συμπαγή ηφαιστειακά και τα βασικά μέταλλα που εξορύσσονται είναι Zn και Cu. Δεξιά των εγκαταστάσεων διακρίνεται η εξόρυξη.]]
Τα φλεβικά κοιτάσματα κασσιτέρου-βολφραμίου εμφανίζονται με πολλές παραλλαγές (μεμονωμένες φλέβες, συστήματα πολλαπλών φλεβών κλπ). Τέτοια κοιτάσματα υπάρχουν στο όρος Pleasant στο New Brunswick του Καναδά<ref name="Jorgenson" /> και περιέχουν περίπου το 25 % των παγκόσμιων αποθεμάτων ινδίου. Η οικονομική αξία αυτού του κοιτάσματος το 2001 ήταν δύσκολο να εκτιμηθεί γιατί οι πολύπλοκες ορυκτολογικές συνθήκες που επικρατούν, κάνουν δύσκολη την ανάκτηση του μετάλλου. Φλεβικά [[γρανίτης|γρανιτικού]] τύπου είναι και τα ρωσικά κοιτάσματα<ref name="Schwarz" /> με βασικά μέταλλα Sn, W, Zn, Cu, Pb, [[Ιουράσια περίοδος|ιουράσιας]], [[Κρητιδική περίοδος|κρητιδικής]] αλλά και [[προτεροζωικός μεγααιώνας|προτεροζωικής]] ηλικίας, με μέση περιεκτικότητα σε In περίπου 2 έως 5 ppm.
Οι ηφαιστειακές θειούχες αποθέσεις είναι σημαντικές πηγές βασικών και πολύτιμων μετάλλων.<ref name="Schwarz" />
Οι πολυμεταλλικές φλεβικές αποθέσεις σχηματίζονται σε περιοχές με μεγάλα ρήγματα και κοντά στα όρια λιθοσφαιρικών πλακών. Οι αποθέσεις αυτές μπορούν να περιέχουν υψηλές συγκεντρώσεις ινδίου και οι χώρες που τις εκμεταλλεύονται είναι μεταξύ των σημαντικότερων παραγωγών ινδίου στον κόσμο. Πολυμεταλλικά κοιτάσματα εμφανίζονται στη χερσόνησο της Κορέας και στο τόξο νησιά Κουρίλλες-Ιαπωνία, παλαιόκαινης κυρίως αλλά και κρητιδικής ηλικίας με περιεκτικότητα σε ίνδιο περίπου 20 ppm, αλλά και στις Κορδιλλιέρες των Άνδεων της Νότιας Αμερικής, τριτογενούς και ηώκαινης ηλικίας με περιεκτικότητα σε In 5 - 50 ppm.<ref name="Schwarz" />
== Εξαγωγή του ινδίου από τα ορυκτά ==
Γραμμή 174:
[[Αρχείο:IndiumMetalUSGOV.jpg|thumb|right|Ράβδος καθαρού ινδίου]]
Το ίνδιο παράγεται ως υποπροϊόν της κατεργασίας των βασικών βιομηχανικών μετάλλων (Pb, Cu, Sn, Zn) και κυρίως από τα κατάλοιπα, τις σκουριές και τη σκόνη των καπνοδόχων της [[τήξη]]ς του σφαλερίτη. Η εξαγωγή ινδίου από κοιτάσματα των άλλων μετάλλων, ειδικά από φλεβικές εμφανίσεις κασσιτέρου και βολφραμίου παρόλο που φιλοξενούν και την υψηλότερη γνωστή συγκέντρωση ινδίου, είναι ασύμφορη οικονομικά.<ref name="USGS" />
Υπάρχουν πολλές μέθοδοι εξαγωγής του ινδίου από διάφορες πηγές. Μερικές απ΄τις σημαντικότερες περιγράφονται παρακάτω<ref name="Singh">{{cite book|title= Chemistry of d-block elements|author= G. Singh|year= 2007|publisher= New Delhi : Discovery Publ. House
|url= http://books.google.gr/books?id=SsGyVDLX7cAC&pg=PA3&dq=Chemistry+of+d-block+elements&hl=el&ei=KVE9TIONNISd4Qb6tLDGAg&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=1&ved=0CCwQ6AEwAA#v=onepage&q=|ISBN = 8183562426|format=|accessdate=}}</ref> :
Γραμμή 190:
'''Μέθοδος Winkler'''. Το ίνδιο, μαζί με τον ψευδάργυρο, κατεργάζονται με πυκνό διάλυμα θειικού οξέος που όμως δεν είναι ικανό να διαλύσει όλο το μέταλλο. Στο υπόλλειμα του αδιάλυτου ψευδάργυρου υπάρχουν και σπογγώδεις μάζες μολύβδου, χαλκού, κασσιτέρου, αρσενικού, σιδήρου και ινδίου. Τα σπογγώδη αυτά υλικά συλλέγονται και αναμιγνύονται με πυκνό θειικό οξύ και μετά το μίγμα θερμαίνεται ισχυρά για να εξατμιστεί το περισσότερο οξύ. Στο διάλυμα που απομένει προστίθεται περίσσεια διαλύματος αμμωνίας οπότε καυταβυθίζεται υδροξείδιο του ινδίου μαζί με υδροξείδια σιδήρου, ψευδάργυρου και καδμίου. Το ίζημα ξεπλένεται και διαλύεται σε μικρή ποσότητα υδροχλωρικού οξέος οπότε τα ιόντα σιδήρου ανάγονται προς μεταλλικό σίδηρο από διοξείδιο του θείου. Το διάλυμα τέλος κατεργάζεται με ανθρακικό βάριο οπότε το ίνδιο καθιζάνει ως υδροξείδιο το οποίο μπορεί να διασπασθεί θερμικά δίνοντας οξείδιο του ινδίου (ΙΙΙ)<ref name="Manol" /> :
: 2In(OH)<sub>3</sub> → In<sub>2</sub>O<sub>3</sub> + 3H<sub>2</sub>O
Από το οξείδιο λαμβάνεται τελικά μεταλλικό ίνδιο με αναγωγή με υδρογόνο (βλέπε ''μεταλλουργία του ινδίου'')
Το πορώδες ίνδιο που παράγεται έτσι έχει καθαρότητα συνήθως 99 % έως 99,5 % και χρειάζεται περαιτέρω εξευγενισμό για της περισσότερες χρήσεις, κυρίως αν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί στις βιομηχανίες ημιαγωγών. Σήμερα η μεγαλύτερες ποσότητες ινδίου εξευγενίζονται ηλεκτρολυτικά με αδρανή ηλεκτρόδια υδραργύρου αφού όμως πρώτα απομακρυνθεί το θάλλιο που έχει παραπλήσιες ιδιότητες.<ref name="CIT">Wilhelm Morawiez: ''Herstellung von hochreinem Indium durch Amalgam–Elektrolyse.'' In: ''Chemie Ingenieur Technik – CIT.'' 1964, 36, 4.</ref>
Το ίνδιο μπορεί επίσης να σχηματίσει ένα κράμα In-Pb-Sn περιεκτικότητας 0,1 % έως 0,2 % από όπου μετά θα ανακτηθεί. Το κράμα μπορεί να δημιουργηθεί από συμπύκνωμα κασσιτέρου που περιέχει 0,01 % In και στη συνέχεια λειώνει σε κλίβανο χωρητικότητας 20 τόνων. Η πρώτη ακατέργαστη ποσότητα ινδίου ανακτάται με χρήση ειδικής συσκευής απόσταξης σε κενό και μετά καθαρίζεται ηλεκτρολυτικά. Αυτή η συσκευή επιτρέπει επίσης και την κατεργασία άχρηστων υλικών που περιέχουν 0,1 % ίνδιο ή περισσότερο.<ref name="Jorgenson" />
== Μεταλλουργία του ινδίου ==
Γραμμή 237:
[[Αρχείο:In Production 1972-2009.svg|thumb|right|300px|Παραγωγή ινδίου 1972 - 2009<ref name="DiFrancesco" />]]
Το μεταλλικό ίνδιο παράγεται σε διάφορες μορφές, οι οποίες περιλαμβάνουν ταινίες, κορδέλες, πλάκες, σκόνη, σκάγια, σβόλους και σύρματα. Οι ράβδοι που παράγονται είναι διαφόρων μεγεθών 0,5, 1,0 και 10
Μικροποσότητες ινδίου παράγονταν στις Η.Π.Α. για ερευνητικούς σκοπούς ήδη από το 1926 ενώ το 1933 αναφέρεται η πρώτη χρήση του σε οδοντιατρικό κράμα μαζί με χρυσό. Κατά τη διάρκεια του Β' παγκοσμίου πολέμου χρησιμοποιήθηκε αρκετά στα ρουλεμάν των αεροσκαφών<ref name="Jorgenson">{{cite journal
|title= Indium|author= John D. Jorgenson and Micheal W. George
|journal= U.S. Geological Survey. Mineral Commodity Profile|publisher=
|volume= |issue Open-File Report 2004-1300= |year= 2005|pages= |format= PDF|url= http://pubs.usgs.gov/of/2004/1300/2004-1300.pdf|accessdate = 9/10/2010}}</ref> και στις Η.Π.Α. παράχθηκαν συνολικά την περίοδο 1941-1945 περίπου 7 τόνοι.<ref name="DiFrancesco" />
Το ίνδιο άρχισε να παράγεται συστηματικά από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν ξεκίνησε η χρήση του στη βιομηχανία ημιαγωγών. Mέχρι το 1986, η παγκόσμια παραγωγή ινδίου δεν ξεπερνούσε τους 50 τόνους ετησίως. Το 1987 ήταν 53 τόνοι και διπλασιάστηκε το 1988 φθάνοντας τους 106 τόνους<ref name="DiFrancesco">{{cite journal|title= INDIUM STATISTICS U.S. GEOLOGICAL SURVEY|author= C.A. DiFrancesco (retired), M.W. George, J.F. Carlin, Jr., and A.C. Tolcin|journal= U.S. Geological Survey|format= PDF|url= http://minerals.usgs.gov/ds/2005/140/indium.pdf|accessdate = 9/7/2010}}</ref> ενώ το 2009 άγγιξε τους 600 τόνους περίπου λόγω της βελτίωσης της τεχνολογίας εξόρυξης και ανάκτησης, σε μια προσπάθεια να καλυφθεί η ολοένα και αυξανόμενη ζήτηση.
Όπως φαίνεται και στο σχετικό πίνακα, η χώρα με τη μεγαλύτερη παραγωγή ινδίου είναι η Κίνα η οποία καλύπτει πάνω από το 50 % της παγκόσμιας παραγωγής. Μικρότερες ποσότητες παράγονται στη Νότια Κορέα, στην Ιαπωνία, στην Καναδά, στη Γερμανία αλλά και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες όπως στο Βέλγιο, στην Ολλανδία, στην Ιταλία και στη Μεγάλη Βρετανία, περίπου 5 τόνοι/έτος σε κάθε μία. Ίνδιο επίσης παράγουν και χώρες της Νότιας Αμερικής όπως το Περού και η Βραζιλία.<ref name="Tolcin">{{cite journal
|title= 2008 Minerals Yearbook INDIUM [ADVANCE RELEASE]|author= Amy C. Tolcin|journal= U.S. Geological Survey|year= December 2009|pages= |format= PDF|url= http://minerals.usgs.gov/minerals/pubs/commodity/indium/myb1-2008-indiu.pdf|accessdate = 10/7/2010}}</ref>
Τα παγκόσμια αποθέματα βάσης<ref group="Σημ.">Σύμφωνα με το Γραφείο Ορυκτών και τη Γεωλογική Υπηρεσία των Η.Π.Α., τα ''αποθέματα'' αναφέρονται στην ποσότητα μετάλλου η οποία μπορεί να εξορυχθεί άμεσα και να γίνει η επεξεργασία της με κέρδος λόγω των τιμών του μετάλλου, της διαθέσιμης τεχνολογίας, και των οικονομικών συνθηκών που επικρατούσαν κατά το χρόνο που έγινε η εκτίμηση. Στα ''αποθέματα βάσης'' συμπεριλαμβάνονται όχι μόνο τα ''αποθέματα'' αλλά και οι ποσότητες του μετάλλου που υπάρχουν στο στερεό φλοιό της γης και για τις οποίες θα μπορούσε μελλοντικά να γίνει οικονομικά συμφέρουσα η εξόρυξή τους.</ref> για το ίνδιο μόνο όμως σε κοιτάσματα ψευδαργύρου εκτιμήθηκαν το 1999 σε 5.700 τόνους, από τους οποίους περίπου το 10 % κατέχουν οι Η.Π.Α. Αυτά τα αποθέματα βάσης θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν την παγκόσμια ζήτηση για λίγο παραπάνω από 20 χρόνια και θα μπορούσαν να αυξηθούν με το συνυπολογισμό των επιπλέον αποθεμάτων που υπάρχουν στα κοιτάσματα χαλκού, μολύβδου και κασσιτέρου.<ref name="Jorgenson" />
Σύμφωνα με νεώτερες εκτιμήσεις της εταιρείας [http://www.indium.com/ Indium Corporation], τα πάσης φύσεως παγκόσμια αποθέματα ινδίου που εντοπίστηκαν σε βεβαιωμένα ορυχεία βασικών μετάλλων με τα οποία συνυπάρχει το ίνδιο σε όλο τον κόσμο, εκτιμώνται σε περίπου 50.000 τόνους. Τα υπάρχοντα ορυχεία που εξάγουν ίνδιο είναι διασπαρμένα σε όλο τον κόσμο, εξασφαλίζοντας έτσι σταθερότητα εφοδιασμού σε όλες τις χώρες που το χρησιμοποιούν.<ref name="Mikolajczak">{{cite journal|title= AVAILABILITY OF INDIUM AND GALLIUM|author= Claire Mikolajczak|journal= Indium Corporation|volume= | |year= September 2009|format= PDF|url= http://www.commodityintelligence.com/images/2010/jan/11%20jan/availability_of_indium_and_galliumwhite_papermikolajczak_sept09.pdf|accessdate = 9/7/2010}}</ref>
== Οικονομικά στοιχεία ==
Γραμμή 256:
[[Αρχείο:Indiumprices 1972-2008.svg|right|thumb|Μεταβολή τιμών ινδίου από το 1972 έως το 2008<ref name="DiFrancesco" />|300px]]
Το ίνδιο βρίσκεται μέσα στα 15 ακριβότερα μέταλλα, παρόλο που είναι λιγότερο ακριβό από το γάλλιο.<ref>[http://www.lipmann.co.uk/facts/expensive.html Lipmann Walton & Co Ltd. THE MOST EXPENSIVE ELEMENTS]</ref>
Πριν από το 1940, το ίνδιο, χρησιμοποιούνταν σχεδόν αποκλειστικά για πειραματικούς σκοπούς οπότε και πουλιόνταν σε μικρές ποσότητες και σε πολύ υψηλές τιμές, πάνω από 950 δολάρια/κιλό.<ref group="Σημ.">Τιμές δολαρίου 2008</ref>
'''Περίοδος 1973 - 1980'''. Είναι περίοδος υψηλής ζήτησης του ινδίου λόγω της σημαντικής αύξησης της
κατανάλωσης του στις ράβδους ελέγχου των πυρηνικών αντιδραστήρων. Το ίνδιο είναι ακόμα δυσεύρετο.<ref
name="Brown" />
'''Περίοδος 1980 - 1986'''. Μετά το πυρηνικό ατύχημα στο εργοστάσιο Three Mile Island (Μάρτιος 1979), η χρήση πυρηνικής ενέργειας για παραγωγή ηλεκτρισμού έπεσε στις Η.Π.Α., χωρίς αντίστοιχη πτώση της παραγωγήςινδίου.<ref name="Brown" />
'''Περίοδος 1986 - 1996'''. Αρχίζει η ανάπτυξη των ημιαγωγών που χρησιμοποιούν ίνδιο και των λεπτών υμενίων από οξείδιο ινδίου-κασσιτέρου (indium-tin oxide, ITO) που χρησιμοποιείται στην κατασκευή οθονών LCD, ιδιαίτερα στην Ιαπωνία το 1988.<ref name="Brown" />
'''Περίοδος 1996 - 2002'''. Η σταθερή πτώση των τιμών οφείλεται στη μεγαλη προσφορά, στη σημαντική
ανακύκλωση αλλά και στην παραγωγή από την Κίνα φθηνού πρωτογενούς ινδίου.<ref>[http://www.roskill.com/reports/minor-and-light-metals/indium Roskill : Minor & Light Metals/The Economics of Indium]</ref>
'''Περίοδος 2002 - 2006'''. Παρά τα χαμηλά επίπεδα παραγωγής ημιαγωγών που περιέχουν ίνδιο, η τιμή του ινδίου αυξήθηκε παρα πολύ, φθάνοντας τα 946 δολάρια/κιλό το 2005, εξαιτίας μειώσεων στην παραγωγή, μεγάλης αύξησης της ζήτησης για το ΙΤΟ που χρησιμοποιείται στην κατασκευή επίπεδων οθονών<ref>[http://findarticles.com/p/articles/mi_go2351/is_200311/ai_n6520720/ MARKET TRENDS: Price of Indium Rises Steeply]</ref> και στη και χρονική υστέρηση μεταξύ ζήτησης και διαθέσιμων προμηθειών.<ref>[http://www.indium.com/supply.php Indium Corporation of America. The Indium Corporation is confident of the sustained indium metal supply]</ref>
== Φυσικές ιδιότητες ==
[[Αρχείο:Indiumunitcell.svg|thumb|right|230px|Κρύσταλλος ινδίου. Οι αποστάσεις σε pm. 1 pm = 10<sup>–12</sup> m]]
Το ίνδιο είναι αργυρόλευκο λαμπερό μέταλλο, πολύ ελατό και όλκιμο. Κρυσταλλώνεται στο τετραγωνικό σύστημα με ενδοκεντρωμένο πλέγμα.<ref name="Schwarz" />
|title= Inorganic chemistry|edition = 3η|author= Catherine E. Housecroft, A. G. Sharpe
|year= Nov 2007|publisher= Pearson|url= http://books.google.gr/books?id=_1gFM51qpAMC&printsec=frontcover&dq=Inorganic+chemistry&hl=el&ei=JbhdTIrEA8qHsAaF35TxBw&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=1&ved=0CCoQ6AEwAA#v=onepage&q&f=false
|ISBN = 0131755536}}</ref>
Έχει χαμηλό σημείο τήξης (156,5985 °C),<ref>[http://www.physics.rutgers.edu/ugrad/387/388s06/material_phys_pc_I/Int_Temp_Scale_1990.pdf The International Temperature Scale of 1990 (ITS-90)]</ref>
Έχει υψηλή σχετικά ηλεκτρική και θερμική αγωγιμότητα, 20ο και 23ο αντίστοιχα μεταξύ 70 μετάλλων<ref>[http://www.wolframalpha.com/input/?i=metallic+elements+electrical+conductivity+ WolframAlpha : metallic elements electrical conductivity]</ref> ενώ παραμένει υγρό σε μεγάλο εύρος θερμοκρασιών και γιαυτό χρησιμοποιείται για συγκολλήσεις σε κρυογονικές θερμοκρασίες (κάτω από -150 °C).<ref name="IndiumCorporation" />
Είναι σκληρότερο μόνο από τα αλκαλιμέταλλα και μαλακότερο από όλα τα άλλα μέταλλα, 43ο μεταξύ 48 μετάλλων. Έχει σκληρότητα 1,2 (μεταξύ [[τάλκης|τάλκη]] και [[γύψος|γύψου]]) στην [[κλίμακα Μος|κλίμακα Mohs]]. Μπορεί να κοπεί με μαχαίρι, όπως το νάτριο, αφήνει μια ορατή γραμμή όταν συρθεί πάνω σε χαρτί και μπορεί να μορφοποιηθεί σχεδόν χωρίς όρια με άσκηση πίεσης.<ref name="Chandler">{{cite book|title= Metallurgy for the non-metallurgist|edition = |chapter = |author= Harry Chandler|editor= |year= 01-01-98|publisher= ASM International|pages= |url= http://books.google.gr/books?id=arupok8PTBEC&printsec=frontcover&dq=Metallurgy+for+the+non-metallurgist&hl=el&ei=v3MkTOz2GpmgOPLFnN4C&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=1&ved=0CCsQ6AEwAA#v=onepage&q&f=false|ISBN = 0-87170-652-0|format=|accessdate=}}</ref>
Είναι μέταλλο διαμαγνητικό με μοριακή μαγνητική επιδεκτικότητα χ<sub>m</sub> = – 10,2×10<sup>
Σε στερεή κατάσταση έχει μέτρια πυκνότητα (7,31 g/cm<sup>3</sup>), 30η μεταξύ 75 μετάλλων, την ίδια περίπου με του κασσίτερου. Σε υγρή κατάσταση η πυκνότητά του είναι 6,99 g/cm<sup>3</sup> και το ιξώδες του 1,65 mPa'''.'''s.<ref name="Martienssen" />
Η ταχύτητα ήχου συχνότητας 12
Το ίνδιο γίνεται υπεραγώγιμο στους -269,74 °C (3,41 Κ).<ref name="webelements">[http://www.webelements.com/ WebElements : Indium]</ref>
== Χημικές ιδιότητες ==
Γραμμή 314:
Ηλεκτρονιακή διαμόρφωση In</div>]]
Το ίνδιο ανήκει στην 13η ομάδα (παλιότερος συμβολισμός ΙΙΙΑ) και στον τομέα p, δηλαδή τα εξωτερικά του ηλεκτρόνια ανήκουν σε p-τροχιακό. Τα στοιχεία του τομέα p παρουσιάζουν μεταξύ τους μεγάλες διαφορές στις φυσικοχημικές ιδιότητες, διότι είναι ο μόνος τομέας που περιέχει μέταλλα, αμέταλλα και ευγενή αέρια.<ref name="Mpa">{{cite book |author= Μπαζάκης Ι.Α. |title= Γενική Χημεία |publisher= Αθήνα}}</ref>
Το ίνδιο, ταξινομείται επίσης στα λεγόμενα ''πτωχά μέταλλα'', χημικός όρος που δεν είναι αναγνωρισμένος από την IUPAC (poor metals). Αυτά είναι 14 στοιχεία του τομέα-p που δημιουργούν ένα τρίγωνο δεξιά των στοιχείων μετάπτωσης στον περιοδικό πίνακα και είναι το [[αργίλιο]], το [[γάλλιο]], το ίνδιο, το [[θάλλιο]], το [[γερμάνιο]], ο [[κασσίτερος]], ο [[μόλυβδος]], το [[αντιμόνιο]], το [[βισμούθιο]], το [[πολώνιο]] και τα στοιχεία 113, 114, 115 και 116. Είναι ηλεκτραρνητικότερα των μεταβατικών μετάλλων, πιο μαλακά απ' αυτά και έχουν θερμοκρασίες τήξης και βρασμού γενικά χαμηλότερες. Διακρίνονται ωστόσο από τα μεταλλοειδή επειδή έχουν πολύ μεγαλύτερα σημεία βρασμού.<ref name="Mpa" />
'''Σχετικιστικά φαινόμενα στα τροχιακά - Φαινόμενο αδρανούς ζεύγους'''. Καθώς ο πυρήνας ενός ατόμου έλκει ένα ηλεκτρόνιο, θεωρούμενο ως σωματίδιο, αυτό επιταχύνεται εξαιτίας της ακτινικής ταχύτητας που αποκτά και η οποία αυξάνεται, προσεγγίζοντας την ταχύτητα του φωτός, καθώς αυξάνεται το φορτίο, άρα και η έλξη, του πυρήνα. Η αύξηση της ταχύτητας του ηλεκτρονίου όμως συνεπάγεται και σχετικιστική αύξηση της μάζας του και κατά συνέπεια ελάττωση (συστολή) της ακτίνας του Bohr του ηλεκτρονίου, αφού μάζα και ακτίνα είναι μεγέθη αντιστρόφως ανάλογα. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται ''σχετικιστική συστολή'' (relativistic contraction) και είναι υπολογίσιμο στα δύο ηλεκτρόνια s τροχιακών, λιγότερο στα p και δεν εμφανίζεται στα d και f τροχιακά των οποίων τα ηλεκτρόνια δε σπαταλούν πολύ χρόνο κινούμενα κοντά στον πυρήνα.<ref name=Wulfsberg>{{cite book|title= Inorganic chemistry|author= Gary Wulfsberg|editor= |year= 2000|publisher= Sausalito, Calif. ;[Great Britain] : University Science Books|pages= |url= http://books.google.gr/books?id=hpWzxTnQH14C&printsec=frontcover&dq=Inorganic+chemistry&hl=el&ei=t3B3TN6lIZKA4AammYWFBg&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=1&ved=0CCgQ6AEwAA#v=onepage&q=
|ISBN = 1891389017}}</ref>
Όταν το ηλεκτρικό φορτίο του πυρήνα αυξάνεται, αυξάνεται και η σχετικιστική συστολή με αποτέλεσμα τα δύο ηλεκτρόνια σε απομακρυσμένα, από τον πυρήνα, s τροχιακά να μην ιονίζονται εύκολα και επομένως να μη συμμετέχουν εύκολα σε χημικούς δεσμούς. Αυτό το φαινόμενο είναι γνωστό ως ''φαινόμενο αδρανούς ζεύγους'' (inert pair effect) και παρουσιάζει μεγάλη ένταση στο θάλλιο
αλλά ελαττώνεται στο ίνδιο.<ref name=Wulfsberg/>
=== Χημικές αντιδράσεις του μετάλλου ===
Γραμμή 368:
|}
Σε υδατικό [[διάλυμα]], μόνο το ιόν In<sup>3+</sup> είναι [[θερμοδυναμική|θερμοδυναμικά]] σταθερό παρόλο που και το In<sup>+</sup> βρίσκεται και σε διαλύματα και σε [[τήγμα]]τα.<ref name="Manous">{{cite book |author= Mανουσάκης Γ.Ε. |title= Γενική και Ανόργανη Χημεία|year=1994|ISBN =9603432725|publisher=Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη|edition =}}</ref>
: [In(H<sub>2</sub>O)<sub>6</sub>]<sup>3+</sup> + 5Cl<sup>–</sup> → [InCl<sub>5</sub>]<sup>2–</sup> + 6H<sub>2</sub>O
Σε [[pH]] πάνω από 3 - 4, το ίνδιο έχει την τάση να καθιζάνει ως In(OH)<sub>3</sub>.<ref name="Abrams">{{cite book|title= Radioimmunotherapy of cancer|author= Paul G. Abrams, Alan R. Fritzberg|editor= |year= 2000|publisher= Informa Healthcare|url= http://books.google.gr/books?id=z0BSGG0cnEwC&printsec=frontcover&dq=Radioimmunotherapy+of+cancer&hl=el&ei=xkE9TLHgIsG44gaS-9DGAg&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=1&ved=0CCoQ6AEwAA#v=onepage&q&f=false
|ISBN = 0824702778}}</ref>
Όταν το ίνδιο εκτεθεί στον αέρα και σε [[θερμοκρασία]] δωματίου, σχηματίζεται ένα προστατευτικό επιφανειακό φιλμ "σκουριάς" το οποίο εμποδίζει τη [[διάβρωση]] από το [[ατμόσφαιρα|ατμοσφαιρικό]] [[οξυγόνο]]. Όταν όμως η θερμοκρασία ανεβεί πάνω από το σημείο τήξης, το [[μέταλλα|μέταλλο]] καίγεται με μπλε φλόγα<ref name="Wiberg">{{cite book|title= Inorganic chemistry|author= Egon Wiberg; Nils Wiberg; A F Holleman|year= 2001|publisher= San Diego, Calif. : Berlin : Academic Press, W. de Gruyter
Γραμμή 386:
|ISBN = 0071410600 }}</ref> και στο πυκνό και θερμό [[θειικό οξύ]] δίνοντας θειικό άλας<ref name="Manol" /> :
: In + 6H<sub>2</sub>SO<sub>4</sub> → In<sub>2</sub>(SO<sub>4</sub>)<sub>3</sub> + 3SO<sub>2</sub> + 6H<sub>2</sub>O
Διαλύεται επίσης στο [[αιθανοδιικό οξύ|οξαλικό οξύ]] αλλά όχι στο [[αιθανικό οξύ|οξικό]]<ref>{{cite book|title= Handbook of electron tube and vacuum techniques|author=Fred Rosebury|editor= New York : American Inst. of Physics|year= 1993|publisher= Springer|url= http://books.google.com/books?id=yBmnnaODnHgC&printsec=frontcover&hl=el&source=gbs_similarbooks_s&cad=1#v=onepage&q=indium&f=false|ISBN =978-1-56396-121-2}}</ref> ενώ δεν αντιδρά με θερμά καυστικά αλκάλια
Τα τριαλογονίδια της μορφής InX<sub>3</sub> (X = Cl, Br, I) προκύπτουν με απευθείας αντίδραση του μετάλλου με το [[αλογόνα|αλογόνο]] στους 25 °C ή και σε μεγαλύτερη θερμοκρασία<ref name="Housecroft" /> :
Γραμμή 395:
=== Ανίχνευση του ινδίου με φασματοσκοπικές μεθόδους ===
Συνήθως το ίνδιο δεν ανιχνεύεται με χημικές αλλά με κατάλληλες φασματοσκοπικές μεθόδους. Η ανίχνευση είναι σχετικά εύκολη με φλογοφασματοσκοπία εκπομπής (flame emission spectroscopy, FES) αφού είναι χαρακτηριστικές οι φασματικές γραμμές στα 451,13
== Ισότοπα ==
Γραμμή 401:
{{Κύριο|Ισότοπα του ινδίου}}
Το ίνδιο στη φύση αποτελείται από 39 ισότοπα από το <sup>97</sup>In έως το <sup>135</sup>In.<ref>{{cite journal|title= The NUBASE evaluation of nuclear and decay properties|author= G. Audi, O. Bersillon, J. Blachot, A. H. Wapstra|journal= Nuclear Physics. Bd|volume= A|issue = 729|year= 2003|pages= |format= PDF|url= http://www.nndc.bnl.gov/amdc/nubase/Nubase2003.pdf|accessdate = 12/7/2010}}</ref>
== Τοξικότητα του ινδίου ==
Δεν έχουν αναφερθεί συστηματικά αποτελέσματα της έκθεσης του ανθρώπινου οργανισμού στο ίνδιο. Πιθανόν τα μεγαλύτερα προβλήματα προέρχονται από τους ατμούς κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας και χρήσης του ινδίου μαζί με [[αρσενικό]], [[αντιμόνιο]] και [[γερμάνιο]] στη βιομηχανία ηλεκτρονικών υλικών.
Το ίνδιο δε φαίνεται να επιδρά σοβαρά στο [[δέρμα]] και οι επιδράσεις των ενώσεών του έχουν μελετηθεί μόνο σε πειραματόζωα.<ref name="Stellman" />
Τα όργανα του οργανισμού στα οποία συσσωρεύεται το ίνδιο είναι τα νεφρά, η [[σπλήνα]], το [[ήπαρ|συκώτι]] και οι σιελογόνοι αδένες. Μετά από παρατεταμένη εισπνοή, παρατηρήθηκαν πνευμονική εμβολή, αναπνευστική ανεπάρκεια και οξεία [[πνευμονία]].<br />
Τα αποτελέσματα μελετών σε πειραματόζωα έδειξαν ότι τα περισσότερο διαλυτά άλατα του ινδίου είναι και τα πιο τοξικά με θανατηφόρα δόση μικρότερη από 5
Τα όρια έκθεσης για τον άνθρωπο που καθόρισαν οι Η.Π.Α. για το μεταλλικό ίνδιο είναι<ref>{{cite book|title= NIOSH Pocket Guide to Chemical Hazards, August 2006 (Book)
|author= |editor= Health and Human Services Dept., Centers for Disease Control and Prevention, National Institute for Occupational Safety and Health, Education and Information Division
|year= 2005|url= http://books.google.gr/books?id=Za1ci8pBpP0C&pg=PA261&dq=platinum+exposure+limits&as_brr=3&ei=emgRTMv8IovuywTc0YTaCg&cd=5#v=onepage&q=indium%20&f=false |ISBN = 9780160727511}}</ref> : NIOSH ''REL''<ref group="Σημ.">National Institute for Occupational Safety and Health (NIOSH). Είναι το Εθνικό Ινστιτούτο Επαγγελματικής Ασφάλειας και Υγείας των Ηνωμένων Πολιτειών. Το NIOSH είναι υπεύθυνο για την έρευνα και την ανάπτυξη, προτείνει πρότυπα υγείας και ασφάλειας αλλά δε νομοθετεί. Το ''REL'' (Recommented Exposure Limit) είναι το μέγιστο όριο έκθεσης στο ρυπαντή.</ref>: TWA<ref group="Σημ.">Time Weighted Average (TWA). Είναι η χρονικά σταθμισμένη μέση τιμή που αποτελεί όριο έκθεσης βασισμένο στην εργασία 8 ωρών/ημέρα και 40 ωρών/εβδομάδα.</ref> 0,1
== Το ίνδιο στο έδαφος ==
Το In στα εδάφη φαίνεται να συνδέεται με την οργανική ύλη και ως εκ τούτου η συγκέντρωσή του είναι αυξημένη στους επιφανειακούς εδαφικούς ορίζοντες. Αυτή η συγκέντρωση μπορεί να υποδηλώνει ρύπανση του εδάφους. Η περιεκτικότητα του φυσικού ινδίου σε διάφορα εδάφη των Η.Π.Α. κυμαίνεται κατά μέσο όρο στα 0,2 ppm, ενώ σε εδάφη άλλων χωρών αναφέρεται περιεκτικότητα κατά μέσο όρο 0,01 ppm. Σε καλλιεργούμενα εδάφη, αναφέρεται αυξημένη ποσότητα έως και 2,6 ppm. Η φυσική συγκέντρωση ινδίου σε εδάφη της Ιαπωνίας κυμαινόταν από 0,02 ppm έως 0,08 ppm, ενώ εδάφη μολυσμένα με μέταλλα περιείχαν από 0,107 ppm έως 1,92 ppm. Στην Κίνα, εδάφη περιείχαν ίνδιο κατά μέσο όρο 0,675 ppm. Κάπως αυξημένες ποσότητες In (έως 4,2 ppm) υπήρξαν σε εδάφη κοντά σε χώρους επεξεργασίας μολύβδου και ψευδαργύρου καθώς και σε λάσπες επεξεργασίας λυμάτων.<ref name="Kabata">{{cite book|title= Trace Elements in Soils and Plants|edition = 3η|author= Alina Kabata-Pendias|year= 2001|publisher= CRC Press|pages= |url= http://books.google.gr/books?id=Nowwb0xl9fYC&printsec=frontcover&dq=Trace+Elements+in+Soils+and+Plants&hl=el&ei=2CRFTK1o24g4icS4twg&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=1&ved=0CCcQ6AEwAA#v=onepage&q&f=false|ISBN = 0849315751}}</ref>
== Το ίνδιο στα φυτά ==
Οι συγκεντρώσεις του In στα περισσότερα φυτά δεν είναι σημαντικές. Οι επιδράσεις που αναφέρθηκαν σχετίζονται κυρίως με την τοξικότητα του ινδίου στις ρίζες διαφόρων φυτών στις οποίες συγκεντρώνεται σε ποσότητα 1 ppm έως 2 ppm. Περισσότερα αποτελέσματα προέκυψαν από μελέτες των επιπτώσεων του ινδίου στους μικροοργανισμούς, οι οποίοι παρουσιάζουν μεγαλύτερη αντίσταση στη συσσώρευση του ινδίου από τα φυτά. Ωστόσο, συγκεντρώσεις από 5 ppm έως 9 ppm αναφέρθηκε ότι αναστέλλουν την δραστηριότητα του νιτροβακτηριδίων του εδάφους.<ref name="Kabata" />
Τα λίγα στοιχεία που υπάρχουν δείχνουν ότι το ινδίου που περιέχεται στη βλάστηση ρυπασμένων τοποθεσιών, κυμαίνεται από 30 ppb έως 710 ppb (με μέση τιμή 210 ppb), ενώ σε άπλυτα φυτά (κυρίως χόρτα) από βιομηχανική περιοχή, οι εν λόγω τιμές ήταν 0,008 ppm έως 2,1 ppm. Το ίνδιο που περιέχονταν τεύτλα που καλλιεργούνται σε χώμα στο οποίο που προστέθηκε ιλύς καθαρισμού λυμάτων ήταν από 80 ppb έως 300 ppb.
Γραμμή 432:
: InCl<sub>3</sub> + 3NH<sub>3</sub> + 3H<sub>2</sub>O → In(OH)<sub>3</sub> + 3NH<sub>4</sub>Cl
Έχει παραμορφωμένη κυβική δομή, είναι ασθενής [[βάση]] έχει δηλαδή αλκαλικό χαρακτήρα (παρόλο που τόσο το [[υδροξείδιου του αργιλίου]] όσο και του γαλλίου είναι [[επαμφοτερίζουσα χημική ένωση|επαμφοτερίζοντα]]<ref>{{cite book|title= Dictionary Of Chemistry|author= N. Pradeep Sharma|editor= |year= 1998|publisher= Gyan Publishing House
|pages= |url= http://books.google.gr/books?id=tz5dh8VoIfQC&printsec=frontcover&dq=Dictionary+Of+Chemistry&hl=el&ei=qHc9TP32IomA4Qbp3fnFAg&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=1&ved=0CC4Q6AEwAA#v=onepage&q&f=false|ISBN = 81-212-0593-X}}</ref>). Διαλύεται στα οξέα δίνοντας σύμπλοκα άλατα [In(H<sub>2</sub>O)<sub>6</sub>]<sup>3+</sup> και ινδικά ανιόντα [In(OH)<sub>6</sub>]<sup>3–</sup>. Σε [[πίεση]] 10 MPa και στους 250-400°
'''Οξείδια''' : Το κίτρινο In<sub>2</sub>O<sub>3</sub> έχει βασικό χαρακτήρα. [[Αντίδραση αποσύνθεσης|Αποσυντίθεται]] στους 2000 °C, είναι διαλυτό στα οξέα αλλά όχι στις βάσεις.<ref name="Downs" />
: 2In(OH)<sub>3</sub> → In<sub>2</sub>O<sub>3</sub> + 3H<sub>2</sub>O
: 2In(NO<sub>3</sub>)<sub>3</sub> → In<sub>2</sub>O<sub>3</sub> + 6NO<sub>2</sub> + 3/2O<sub>2</sub>
Γραμμή 442:
Το οξείδιο In<sub>3</sub>O<sub>4</sub> είναι μικτό οξείδιο αποτελούμενο από In<sub>2</sub>O<sub>3</sub> και InO, ενώ έχουν περιγραφεί και υπεροξείδια του τύπου In<sub>2</sub>O<sub>x</sub>•nH<sub>2</sub>O (x = 4, 5, 6, 7, 8, 9).
'''Αλογονίδια''' : Τα τριαλογονίδια προκύπτουν με απευθείας αντίδραση του μετάλλου με το αλογόνο, όπως αναφέρθηκε στις "Αντιδράσεις" και, εκτός των φθοριδίων, είναι ισχυρά οξέα κατά Lewis.<ref name="Manous" />
Το InF είναι σταθερό μόνο στην αέρια φάση και σε υψηλή θερμοκρασία. Το κίτρινο InCl μπορεί να απομονωθεί από αντιδρόν μίγμα InCl<sub>3</sub>/In, έχει τη δομή του NaCl και είναι πρακτικά αδιάλυτο σε οργανικούς διαλύτες. Το [[άλας]] InSO<sub>3</sub>CF<sub>3</sub> διαλύεται σε ποικιλία διαλυτών και είναι η καλύτερη πηγή του In(I).<ref name="Housecroft" />
Τα διαλογονίδια της μορφής InX<sub>2</sub> (X = Cl, Br, I) είναι στην πραγματικότητα ενώσεις που περιέχουν κατιόν In(I) και ανιόν In(III), I<sup>+</sup>[InX<sub>4</sub>]<sup>–</sup>. Παραπλήσια δομή έχει και η ένωση In<sub>2</sub>Cl<sub>3</sub> που περιέχει οκταεδρικό σύμπλοκο In(III) ανιόν, In<sup>3+</sup>[InX<sub>6</sub>]<sup>3–</sup>.<ref name="Mackay">{{cite book
|title= Introduction to modern inorganic chemistry|edition = 6η
|author= Kenneth Malcolm Mackay, Rosemary Ann Mackay, W. Henderson
|year= November 18, 2002|publisher= CRC Press|url= http://books.google.gr/books?id=STxHXRR4VKIC&printsec=frontcover&dq=industrialinorganicchemistry&lr=&source=gbs_similarbooks_s&cad=1#v=onepage&q=|ISBN = 9780748764204 }}</ref>
'''Υδρίδια''' : Το [[υδρίδιο]] InH σχηματίζεται με μορφή ασταθών σωματιδίων όταν διέλθει ατομικό [[υδρογόνο]] πάνω από το μέταλλο σε υψηλή θερμοκρασία ή με ηλεκτρική εκκένωση μεταξύ [[ηλεκτρόδιο|ηλεκτροδίων]] χαλκού και ινδίου σε ατμόσφαιρα Η<sub>2</sub>.<ref name="Wiberg" />
Η ύπαρξη του InH<sub>3</sub> έχει επιβεβαιωθεί από το 2004 με [[φασματοσκοπία|φασματοσκοπικά]] δεδομένα υπερύθρου, ενώ πολλά παράγωγά του σύμπλοκα έχουν απομονωθεί που περιέχουν ως δότη ηλεκτρονίων παράγωγα [[φωσφίνη]]ς πχ. (Cy)<sub>3</sub>P→InH<sub>3</sub> και (Cy)<sub>3</sub>P→InH<sub>3</sub>←P(Cy)<sub>3</sub> όπου Cy– = κυκλοεξύλιο, C<sub>6</sub>H<sub>11</sub>–. Τα σύμπλοκα αυτά είναι σταθερά στη στερεή φάση αλλά ασταθή σε διαλύματα.<ref name="Housecroft" />
Το In<sub>2</sub>H<sub>4</sub> περιέχει δεσμό μετάλλου-μετάλλου, έχει τη δομή H<sub>2</sub>In-InH<sub>2</sub> και είναι ασταθές. Έχουν όμως παρασκευαστεί οργανικά του παράγωγα όπου ογκώδεις οργανικοί υποκαταστάτες, όπως ο disyl = –CH(SiMe<sub>3</sub>)<sub>2</sub> ή ο trisyl = –C(SiMe<sub>3</sub>)<sub>3</sub> όπου Me = μεθύλιο, CH<sub>3</sub>–, αντικαθιστούν τα υδρογόνα πχ In<sub>4</sub>(trisyl)<sub>4</sub>.<ref name="Wiberg" />
Τα [[ινδάνια|'''ινδάνια''']] είναι ασταθείς ενώσεις του τύπου (ΙnH<sub>3</sub>)<sub>n</sub> όπου n = ακέραιος τα οποία στην πραγματικότητα δεν έχουν ακόμα χαρακτηριστεί.<ref name="Wiberg" />
=== Δυαδικές ενώσεις με θείο, σελήνιο, τελλούριο ===
Γραμμή 459:
Το InS μπορεί να αποδοθεί από τον τύπο In<sub>2</sub><sup>4+</sup> 2S<sup>2–</sup> όπου το In έχει αριθμό οξείδωσης +2.Η ένωση In<sub>6</sub>S<sub>7</sub> περιέχει άτομα ινδίου με τρεις διαφορετικούς αριθμούς οξείδωσης και μπορεί να αποδοθεί από τον τύπο In<sup>+</sup> In<sub>2</sub><sup>4+</sup> 3In<sup>3+</sup> 7S<sup>2−</sup>. Όλες οι παραπάνω ενώσεις χρησιμοποιούνται ως [[ημιαγωγός|ημιαγωγοί]] n-τύπου.
'''Σεληνίδια'''. Για το In<sub>2</sub>Se<sub>3</sub> αναφέρονται οι μορφές α, β, γ, δ, κ.<ref>{{cite journal|title= Crystal structure of κ-In<sub>2</sub>Se<sub>3</sub>|author= Jasinski J., Swider W., Washburn J., Liliental-Weber Z., Chaiken A., Nauka K., Gibson G. A., Yang C. C|journal= Applied Physics Letters|volume= 81|issue = 23|year= 2002|pages= |format=|url= http://apl.aip.org/applab/v81/i23/p4356_s1?isAuthorized=no|accessdate = 15/7/2010}}</ref>
|year= 1971|pages= 1630|format=|url= http://scripts.iucr.org/cgi-bin/paper?S056774087100445X
|accessdate = 15/7/2010}}</ref>
'''Τελλουρίδια'''. Το μαύρο κρυσταλλικό In<sub>4</sub>Te<sub>3</sub> αποδίδεται από τον τύπο In<sup>+</sup> In<sub>3</sub><sup>5+</sup> 3Te<sup>2<nowiki>−</nowiki></sup>.<ref name="InSeTe" />
|volume= A34|issue =|year= 1978|pages= 123-126|format=|url= http://scripts.iucr.org/cgi-bin/paper?S0567739478000224|accessdate = 15/7/2010}}</ref> που αντιστοιχεί στον τύπο In<sub>4</sub>Te<sub>4</sub> αλλά με το 1/4 των θέσεων του ινδίου κενό. Φαίνεται μάλιστα ότι η απόσταση μεταξύ των ατόμων In δεν είναι μικρή πράγμα που θα υποδείκνυε δεσμό In-In. Το τελλουρίδιο In<sub>7</sub>Te<sub>10</sub> αντιστοιχεί στον τύπο In<sub>2</sub><sup>4+</sup> 12In<sup>3+</sup> 20Te<sup>2-</sup>.<ref>{{cite journal|title= The Crystal Structures of Heptagallium- and Heptaindiumdecatellurides'': Ga<sub>7</sub>Te<sub>10</sub> and In<sub>7</sub>Te<sub>10</sub>
|author= H.J. Deiseroth, H.D. Müller|journal= Z. Krist.|volume= 210|issue =|year= 1995|pages= 57-58
}}</ref>
|title= Die Pentatelluride M<sub>2</sub>Te<sub>5</sub> (M = Al, Ga, In): Polymorphie, Strukturbeziehungen und Homogenitätsbereiche|author= H. J. Deiseroth, H. Thurn, P. Amann|journal= Z für anorg und allgem Chemie|volume= 622|issue = 6|year= 9 Nov 2004|pages= 985 - 993|format=|url= http://www3.interscience.wiley.com/journal/109785527/abstract?CRETRY=1&SRETRY=0|accessdate = 15/7/2010}}</ref>
=== Δυαδικές ενώσεις με άζωτο, φωσφόρο, αρσενικό, αντιμόνιο ===
[[Αρχείο:Indium antimonide.jpg|upright|thumb|right|To InSb είναι ημιαγώγιμο υλικό]]
Η ένωση InN σχηματίζεται με αντίδραση In<sub>2</sub>O<sub>3</sub> και NH<sub>3</sub> στους 630 °C. Οι ενώσεις InP, InAs, InSb σχηματίζονται με απευθείας αντίδραση μεταξύ In και του άλλου στοιχείου σε υψηλή θερμοκρασία, μερικές φορές και υπό πίεση.<ref name="Wiberg" />
=== Κράματα ===
Από τη δεκαετία του 1980 έχουν παρασκευαστεί και μελετηθεί διάφορα κράματα του ινδίου με το [[γάλλιο]] (Ga) τα οποία χρησιμοποιούνται ως ημιαγωγοί. Οι ενώσεις αυτές αποδίδονται με μη στοιχειομετρικούς τύπους και περιέχουν επίσης και κάποιο αμέταλλο όπως αρσενικό, αντιμόνιο, φωσφόρο.<ref name="Semi" />
Η προσθήκη μικρών ποσοτήτων ινδίου σε κράματα διαφόρων μετάλλων αλλάζει πάρα πολύ τις μηχανικές τους ιδιότητες. Γι' αυτό το ίνδιο είναι γνωστό και ως ''μέταλλο βιταμίνη''.<ref name="Hasan" />
[[Αρχείο:Galinstan on glass.jpg|thumb|uprigh|left|Μικρή σταγόνα του κράματος galinstan από σπασμένο θερμόμετρο]]
Τα σημαντικότερα κράματα με ίνδιο που κατασκευάζονται είναι '''εύτηκτα''' (fusible) δηλαδή λιώνουν σε χαμηλή θερμοκρασία συνήθως κάτω από τους 150 °C. Τα εύτηκτα κράματα διαφόρων μετάλλων είναι πάνω από 100 και εκείνα που περιέχουν ίνδιο, περιέχουν ακόμα βισμούθιο (Bi), κασσίτερο (Sn), μόλυβδο (Pb) και [[κάδμιο]] (Cd). Συνήθως μικρή προσθήκη ινδίου αυξάνει τη λάμψη του κράματος και ελαττώνει το σημείο τήξης κατά 1,45 °C για κάθε 1 % In που προστίθεται μέχρι μέγιστο 18 %.<ref>{{cite book|title= Encyclopedia of materials, parts, and finishes |author= Mel Schwartz|year= 2002|publisher= CRC Press|url= http://books.google.gr/books?id=6fdmMuj0rNEC&printsec=frontcover&dq=Encyclopedia+of+materials,+parts,+and+finishes&hl=el&ei=Jw9ETIeLGZiT4gazq_SZDg&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=1&ved=0CC4Q6AEwAA#v=onepage&q&f=false|ISBN = 1566766613}}</ref>
Έχουν υψηλό βαθμό θερμικής [[αγωγιμότητα]]ς κατά πολύ ανώτερη από τα κοινά μη μεταλλικά υγρά αλλά και υψηλή πυκνότητα και [[ηλεκτρική αγωγιμότητα]].<ref name="IndiumCorporation1" />
Διμεταλλικό κράμα αποτελούμενο από 76 % Ga - 24 % In, λιώνει στους 16 °C. Το κράμα με το εμπορικό όνομα '''galinstan''', αποτελούμενο από Ga (gal-), In (-in-)και Sn (-stan), στερεοποιείται περίπου στους –20 °C και βράζει στους 2300 °C. Έτσι, έχει ένα πολύ μεγάλο εύρος θερμοκρασιών όπου μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως υγρό. Η τάση ατμών του είναι επίσης αρκετά χαμηλή, ουσιαστικά μηδενική στους 20 °C<ref>[http://www.osti.gov/bridge/purl.cover.jsp;jsessionid=0369917CFB0021E5F9B8CEBE804A4543?purl=/811932-smXmM0/native/ Information Bridge: DOE Scientific and Technical Information. Gallium Safety in the Laboratory (PDF)]</ref>
Γραμμή 500:
== Εφαρμογές ==
Αν και το ίνδιο ανακαλύφθηκε το 1863, δε χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλη κλίμακα για πολλά χρόνια και η παγκόσμια παραγωγή του ήταν μερικά [[γραμμάριο|γραμμάρια]] για ερευνητικούς σκοπούς μέχρι τη δεκαετία του 1930. Η πρώτη εγχώρια παραγωγή ινδίου στις [[Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής|Η.Π.Α.]] άρχισε το 1926,<ref name="Brown" />
Από το 2000 και μετά, πάνω από το 50 % της πρωτογενούς παραγωγής και το 80 % του συνόλου της διαθέσιμης ποσότητας ινδίου<ref name="Mikolajczak" /> κατευθύνονται στην κατασκευή επίπεδων οθονών κάθε τύπου και δευτερευόντως, ένα 15 % περίπου,<ref name="Hasan">{{cite book|title= The boron elements : boron, aluminum, gallium, indium, thallium|author= Heather Hasan|year= 2010|publisher= New York : Rosen Pub.|pages= |url= http://books.google.gr/books?id=46FLKqyFdDsC&printsec=frontcover&dq=The+Boron+Elements:+Boron,+Aluminum,+Gallium,+Indium,+Thallium&hl=el&ei=8uZDTMzZO4GRjAfxxuVV&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=1&ved=0CCwQ6AEwAA#v=onepage&q&f=false|ISBN = 9781435853331}}</ref>
Οι ενώσεις του ινδίου με τη μεγαλύτερη εμπορική σημασία είναι<ref name="Jorgenson" /> το τριμεθυλ-ίνδιο, In(CH<sub>3</sub>)<sub>3</sub>, το τριαιθυλ-ίνδιο, In(C<sub>2</sub>H<sub>5</sub>)<sub>3</sub>, το τριφαινυλ-ίνδιο, In(C<sub>6</sub>H<sub>5</sub>)<sub>3</sub>, το χλωριούχο ίνδιο (ΙΙ), InCl<sub>2</sub>, το υδροξείδιο, In(OH)<sub>3</sub>, το νιτρικό ίνδιο (ΙΙΙ), In(NO<sub>3</sub>)<sub>3</sub>, τα οξείδια In<sub>2</sub>O<sub>3</sub>, In<sub>2</sub>O και InO, το φωσφορικό ίνδιο (ΙΙΙ), InPO<sub>4</sub>, το θειούχο ίνδιο (ΙΙΙ), In<sub>2</sub>S<sub>3</sub>, το χλωριούχο ίνδιο (ΙΙΙ), InCl<sub>3</sub> και το θειικό ίνδιο (ΙΙΙ), In<sub>2</sub>(SO<sub>4</sub>)<sub>3</sub>.
Γραμμή 515:
6. Ανακλαστική επιφάνεια που επιστρέφει το [[φως]] στο θεατή</small>]]
* Το '''οξείδιο του ινδίου (ΙΙΙ), In<sub>2</sub>O<sub>3</sub>''', χρησιμοποιείται σε ορισμένους τύπους [[μπαταρία|μπαταριών]], ως πολύ λεπτή επικάλυψη σε υπέρυθρους ανακλαστήρες διαπερατούς στο ορατό [[φως]], σε αντιστατικά επιχρίσματα, ως [[ημιαγωγός]] n-τύπου, σε αντιστάσεις ολοκληρωμένων [[ηλεκτρικό κύκλωμα|κυκλωμάτων]], στην κατασκευή μονοκρυσταλλικών νανο-συρμάτων διαμέτρου 10
* Το '''οξείδιο ινδίου-κασσιτέρου''' (indium tin oxide) πιό γνωστό με τη συντομογραφία '''ITO''' είναι στερεό [[διάλυμα]] αποτελούμενο συνήθως από 90% w/w In<sub>2</sub>O<sub>3</sub> και 10 % w/w SnO<sub>2</sub>.<ref name="Jorgenson" />
: Το [[οξείδιο]] αντιμονίου-κασσιτέρου για τις οθόνες LCD.
: Οι νανοσωλήνες [[άνθρακας|άνθρακα]] για εύκαμπτες οθόνες, ηλιακά κύτταρα και οθόνες αφής.
: Το πολυ(3,4-αιθυλενο-διοξυθειοφαίνιο (PEDOT)για εύκαμπτες οθόνες και οργανικές διόδους εκπομπής φωτός.
: Το [[γραφένιο]]<ref group="Σημ.">Το γραφένιο (graphene) είναι μια μορφή του άνθρακα που ανακαλύφθηκε το 2004 και χρησιμοποιείται για την κατασκευή εξαιρετικά λεπτών φύλλων. Αποτελείται από άτομα άνθρακα διατεταγμένα σε ένα επίπεδο, αντί σε τρεις διαστάσεις όπως συμβαίνει με το ατομικό πλέγμα του [[γραφίτης|γραφίτη]]. Αν αφεθούν ελεύθερα, αυτά τα επίπεδα φύλλα άνθρακα «τσαλακώνονται» και σχηματίζουν άμορφες μάζες. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ώστε να αναπτυχθούν νέα είδη κβαντικών transistors.</ref> για ηλεκτρόδια σε ηλιακά κύτταρα αλλά και για οθόνες LCD.
: Συγκολλητική σκόνη οξειδίου του ψευδαργύρου για οθόνες LCD.
* Ενώσεις του ινδίου με τα στοιχεία της 15ης ομάδας ([[άζωτο]], [[φωσφόρος]], [[αρσενικό]], [[αντιμόνιο]]) όπως InP, InAs, InSb, χρησιμοποιούνται ως '''ημιαγωγοί''' με πολύ χρήσιμες ιδιότητες.<ref name="Semi" />
* H ένωση CuIn<sub>x</sub>Ga<sub>(1-x)</sub>Se<sub>2</sub>, με το εμπορικό όνομα CIGS (από τα αρχικά Copper Indium Gallium Selenide) χρησιμοποιείται στα '''φωτοβολταϊκά κύτταρα''' και για την παρασκευή λεπτών [[υμένιο|υμενίων]] ηλιακών κυψελίδων<ref>{{cite journal|title = Scaling up issues of CIGS solar cells| volume = 361-362|year = 21 February 2000| pages = 540–546|url = http://www.sciencedirect.com/science?_ob=ArticleURL&_udi=B6TW0-40962H5-3P&_user=10&_coverDate=02%2F21%2F2000&_rdoc=1&_fmt=high&_orig=search&_sort=d&_docanchor=&view=c&_acct=C000050221&_version=1&_urlVersion=0&_userid=10&md5=604c4f516ab0bcaaddbde86115305bbf|first = M.|last = Powalla|coauthors = Dimmler, B.|journal = Thin Solid Films}}</ref>
Γραμμή 538:
* Κράματα με Au και In έχουν απαλή μεταλλική λάμψη, καλή [[ελατότητα]] και [[ολκιμότητα]] και χρησιμοποιούνται για ανθεκτική [[συγκόλληση]] αντικείμενων σε σημεία που περιέχουν και γυάλινες προσθήκες.
* Κράμα που περιέχει 80 % άργυρο, 15 % ίνδιο και 5 % κάδμιο χρησιμοποιείται από την εταιρεία Westinghouse Electric για ράβδους πυρηνικού ελέγχου.<ref name="Stuart">{{cite book|title= Materials Handbook|edition = 15η|author= George Stuart,Brady, John A.,Vaccari, Henry R.,Clauser|year=2002|publisher= McGraw-Hill Education - Europe|url= http://books.google.gr/books?id=vIhvSQLhhMEC&printsec=frontcover&dq=Materials+handbook:+an+encyclopedia+for+managers,+technical+professionals&hl=el&ei=IBtETMvkAsKN4gbsm4SjAQ&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=1&ved=0CCoQ6AEwAA#v=onepage&q&f=false|ISBN = 007136076X}}</ref>
* Τα [[εύτηκτα κράματα]] με ίνδιο έχουν πολλές βιομηχανικές εφαρμογές. Επειδή πολλά απ' αυτά δεν είναι καθόλου τοξικά και έχουν πολύ χαμηλό [[σημείο τήξης]] δηλ. είναι υγρά σε θερμοκρασία δωματίου, βρίσκουν αυξημένη χρήση σε διάφορες εφαρμογές στις οποίες παλιότερα ήταν απαραίτητος ο, εξαιρετικά τοξικός, [[υδράργυρος]]. Το πιο σημαντικό είναι ότι οι τάσεις ατμών τους είναι σημαντικά χαμηλότερες από του υδραργύρου. Χρησιμοποιούνται ακόμα σε ειδικές εφαρμογές απαγωγής της θερμότητας από τα ευαίσθητα μέρη διαφόρων οργάνων καθώς και σε τυπικές εφαρμογές που περιλαμβάνουν [[θερμοστάτης|θερμοστάτες]], [[διακόπτης|διακόπτες]], [[βαρόμετρο|βαρόμετρα]], συστήματα μεταφοράς θερμότητας, θερμικής ψύξης και θέρμανσης.<ref name="IndiumCorporation1">[http://www.indium.com/products/fusiblealloys.php Indium Corporation of America. Fusible Alloys]</ref>
* Άλλα κράματα χρησιμοποιούνται στη [[διαφορική θερμιδομετρία σάρωσης]] κατά την οποία η διαφορά στο ποσό της θερμότητας προκειμένου να αυξηθεί η θερμοκρασία ενός δείγματος αναφοράς, μετριέται ως [[συνάρτηση]] της θερμοκρασίας.
Γραμμή 548:
* Επειδή το ίνδιο είναι πολύ μαλακό και ελατό, μπορεί να συμπληρώσει τα κενά μεταξύ δύο επιφανειών σε επαφή, ακόμη και σε θερμοκρασίες υγρού αζώτου.
* Το σημείο τήξης του ινδίου, 429,7485 Κ (156,5985 °C), αποτελεί σταθερό σημείο αναφοράς στη [[διεθνή κλίμακα θερμοκρασίας]] ITS-90.<ref>[http://www.bipm.org/utils/common/pdf/its-90/ITS-90_metrologia.pdf The official reference for the International Temperature Scale of 1990 (ITS-90) (PDF)]</ref>
* Η χρήση του στις περισσότερες αλκαλικές [[μπαταρία|μπαταρίες]] τις καθιστά πιο φιλικές προς το περιβάλλον, καταργώντας τον υδράργυρο και παρέχοντας περισσότερη [[ενέργεια]] ανά μπαταρία.
* Χρησιμοποιείται ακόμα στις συγκολλήσεις υλικών που δε μπορούν να κολλήσουν με παραδοσιακούς τρόπους όπως τα [[κεραμικά]], ο [[χαλαζίας]] ή κρύσταλλα ειδικών χρήσεων. Επίσης αξιοποιείται στη συγκόλληση υλικών με διαφορετική θερμική αγωγιμότητα για να μην ξεκολλάν με τις αλλαγές της θερμοκρασίας.<ref name="IndiumCorporation1" />
* Στεγανωτικά παρεμβύσματα ινδίου συνήθως με μορφή σύρματος διαμέτρου 0,7-1,5
* Ειδικό επίστρωμα ινδίου που κατασκευάστηκε από την εταιρεία Davidson Instrument Panels Textron με εναπόθεση υπό κενό του μετάλλου πάνω σε προκατεργασμένο μαλακό υπόστρωμα [[πολυμερές|πολυμερούς]] με τη μορφή ασυνεχών μικροσκοπικών νησίδων, μπορεί να κάμπτεται συνεχώς πολλές φορές χωρίς ρωγμές και χρησιμοποιείται σε θερμοπλαστικά ελαστομερή πολυουρεθάνης τα οποία τοποθετούνται σε σχάρες των ψυγείων των αυτοκινήτων.<ref name="Stuart" />
* Το ουδέτερο ένυδρο [[θειικό ίνδιο (ΙΙΙ)]], In<sub>2</sub>(SO<sub>4</sub>)<sub>3</sub>.9H<sub>2</sub>O, χρησιμοποιείται σε επικαλύψεις και επιστρώματα.
* Ενώσεις στις οποίες το ίνδιο έχει αριθμό οξείδωσης +2, όπως το InCl<sub>2</sub>, χρησιμοποιούνται συχνά ως μονο-ηλεκτρονιακά αναγωγικά μέσα οπότε [[οξειδοαναγωγή|οξειδώνονται]] και το ίνδιο αποκτά αριθμό οξείδωσης +3 που είναι και σταθερότερος.<ref>[http://www.organic-chemistry.org/chemicals/reductions/indiumlowvalent.shtm Organic Chemistry Portal. Indium (low valent)]</ref>
* Το [[ραδιενέργεια|ραδιενεργό]] <sup>111</sup>In, το οποίο εκπέμπει [[ακτινοβολία]] γ με ενέργεια 172 και 245 KeV, χρησιμοποιείται κυρίως συνδεδεμένο με το διαιθυλενο-τριαμινο-πενταοξικό οξύ, DTPA, για τη δεξαμενογραφία του [[εγκέφαλος|εγκεφάλου]] και συνδεδεμένο με το [[οκτρεοτίδιο]]<ref group="Σημ.">Το οκτρεοτίδιο είναι συνθετικό ανάλογο της [[σωματοστατίνη]]ς η οποία είναι μια ορμόνη που εκκρίνεται από κύτταρα του παγκρέατος και ασκεί ανασταλτική δράση στην έκκριση [[ινσουλίνη]]ς και [[γλυκαγόνη]]ς</ref> για την απεικόνιση διαφόρων όγκων, αλλά η κυριότερη χρησιμότητά του προκύπτει από τη σύνδεσή του με διάφορα [[αντισώματα]] ή [[αντιγόνα]] για τη σπινθηρογραφική απεικόνιση διαφόρων καρκινωμάτων και των μεταστάσεων αυτών. Επίσης χρησιμοποιείται το <sup>113</sup>In ως <sup>113m</sup>InCl και ως <sup>113m</sup>In-DTPA.<ref>{{cite journal |title= Φυσικοχημικές Ιδιότητες και Φυσική Διασπορά των Κυριότερων Ραδιονουκλιδίων που Χρησιμοποιούνται στην Πυρηνική Ιατρική |author= Βασιλική Μήρτσου-Φιδάνη |journal= Τετραμηνιαίο Περιοδικό της Ελληνικής Εταιρείας Πυρηνικής Ιατρικής |volume= 1 |issue = 1 |year= 1998 |pages= |format= |url= http://www.med.auth.gr/pub/nuclmed/gr/jan98/5.html#2 |accessdate = 20/7/2010 }}</ref>
== Ανακύκλωση ινδίου ==
Δεδομένα για την ποσότητα της δευτεροβάθμιας ανάκτησης ινδίου από τα [[απορρίμματα]] δεν είναι διαθέσιμα. Το [[ανακύκλωση|ανακυκλούμενο]] In συνήθως ανακτάται από το οξείδιο ινδίου-κασσιτέρου (ITO). Η μέθοδος ψεκασμού που εφαρμόζεται για την επικάλυψη με λεπτό υμένιο ΙΤΟ του υποστρώματος είναι αναποτελεσματική γιατί μόνο περίπου το 30 % του ITO επικάθεται επάνω στο υπόστρωμα και το υπόλοιπο 70% κάθεται κυρίως πάνω στα τοιχώματα του θαλάμου ψεκασμού. Από το ΙΤΟ που χάνεται, εκτιμάται ότι ανακτάται περίπου το 60 % με 65 % ενώ γίνονται συνεχείς προσπάθειες για να αυξηθούν αυτά τα ποσοστά. Η ανακύκλωση του ΙΤΟ επικεντρώνεται στην Κίνα, στην Ιαπωνία και στη Νότια Κορέα, χώρες που το παράγουν και εφαρμόζουν τη μέθοδο του ψεκασμού. <br />
Ένας κατασκευαστής οθονών LCD έχει αναπτύξει μια διαδικασία για ανάκτηση του ινδίου απευθείας από θραύσματα των πάνελ LCD. Τα εν λόγω απορρίμματα όμως αφενός περιέχουν μικρές ποσότητες ινδίου και αφετέρου είναι δύσκολη η επεξεργασία τους. Ωστόσο, οι πρόσφατες βελτιώσεις στην τεχνολογία έχουν κάνει την ανάκτηση του ινδίου από απορρίμματα βιώσιμη εφόσον η τιμή του ινδίου παραμένει υψηλή.<ref name="MineralCommoditySummaries">{{cite journal|title= U.S. Geological Survey, Mineral Commodity Summaries |author= Amy C. Tolcin|year= January 2010|format= PDF|url=http://minerals.usgs.gov/minerals/pubs/commodity/indium/mcs-2010-indiu.pdf|accessdate = 20/7/2010}}</ref>
==Σημειώσεις==
Γραμμή 588:
* {{cite book |author= Downs A. J. |title= Chemistry of aluminium, gallium, indium and thallium |year= 1993 |ISBN = 075140103X |publisher= Blackie Acad. & Professional |edition = }}
* {{cite book |author= Mανουσάκης Γ.Ε. |title= Γενική και Ανόργανη Χημεία |year= 1994 |ISBN = 9603432725 |publisher= Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη |edition = }}
* {{cite book |title= General Chemistry|edition = 3η |chapter = |author= Pauling L.|editor=
|year= 2003|publisher= Dover Publications Inc.|pages= |url=|ISBN = 9780486656229}}
* {{cite book |author= Schwarz-Schampera, Ulrich, Herzig, Peter M. |title= Indium |year= 2002 |ISBN = 978-3-540-43135-0|publisher= Springer|edition = }}
* {{cite book|title= Encyclopedia of materials, parts, and finishes
|author=Schwartz Μ.|year= 2002|publisher= CRC Press|ISBN = 1566766613}}</ref>
* {{cite book |author= Weeks M.E. |title= Discovery of the elements |year= 1933 |ISBN = 0766138720 |publisher= Journal of Chemical Education |edition = }}
Γραμμή 611:
{{Link FA|de}}
[[vep:Indii (himine element)]]▼
[[af:Indium]]
[[an:Indio (elemento)]]
Γραμμή 699 ⟶ 696 :
[[uk:Індій]]
[[uz:Indiy]]
▲[[vep:Indii (himine element)]]
[[vi:Indi]]
[[war:Indyo (elemento)]]
|