Επτά λόφοι της Ρώμης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτα: μεγάλη προσθήκη
Vagrand (συζήτηση | συνεισφορές)
Αναίρεση έκδοσης 3481857 από τον 91.132.135.12Αφαίρεση ατεκμηρίωτου που θυμίζει POV άποψη που βασίζεται στη μυθολογία(;)
Γραμμή 12:
 
Αρχικά τους επτά λόφους κατελάμβαναν μικροί οικισμοί και εγκαταστάσεις, οι οποίοι ήταν ξέχωροι μεταξύ τους και όχι ενωμένοι ή αναγνωρισμένοι ως μία πόλη με την ονομασία "Ρώμη". Οι κάτοικοι των επτά λόφων άρχισαν να συμμετέχουν σε μια σειρά θρησκευτικών αγώνων οι οποίοι σφυρηλάτησαν δεσμούς μεταξύ των ομάδων αυτών. Έτσι έλαβε την ύπαρξή της η Ρώμη καθώς οι ξέχωροι αυτοί οικισμοί ενωθήκαν και λειτουργώντας ως μία ομάδα αποξήραναν τις ελώδεις κοιλάδες που βρίσκονταν ανάμεσά τους μετατρέποντάς τες σε αγορές και φόρα.
 
Εξήντα χρόνια πριν τον Τρωικό πόλεμο, δηλαδή περίπου το 1270 π.χ. - 1250 π.χ. νέοι Αρκάδες άποικοι με ηγέτη τον Εύανδρο, που λέγεται ότι ήταν γιος του Ερμή, εγκαταστάθηκαν στον Παλατινό λόφο της σημερινής πόλης της Ρώμης και ίδρυσαν εκεί μια μικρή αποικία. Επρόκειτο ουσιαστικά για ένα χωριό που είχε μικρό πληθυσμό ο οποίος ήρθε με μόλις δύο πλοία από την Ελλάδα συνεπώς δεν θα υπερέβαινε τους 40-60 αποίκους. Οι Αρκάδες του Ευάνδρου βοηθήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τους Αβοριγίνες να εγκατασταθούν και να ριζώσουν στον Παλατινό λόφο. Επρόκειτο για την πρώτη κτίση οικισμού ή χωριού στην περιοχή της Ρώμης που δεν οδήγησε στην κτίση της πόλης που γνωρίζουμε, αλλά σίγουρα ο Ρωμύλος δεν επέλεξε τυχαία τον Παλατινό λόφο για να ξεκινήσει να κτίζει την Ρώμη, στο ίδιο δηλαδή σημείο όπου οι Αρκάδες είχαν εγκατασταθεί 5 αιώνες πριν την εποχή του. Παρ’ όλο που ο πληθυσμός των Αρκάδων του Ευάνδρου ήταν πολύ μικρός για να ενισχύσει τους θύλακες των Αβοριγίνων η εγκατάστασή του στον Παλατινό λόφο θεωρείται μεγάλης αξίας όσον αφορά την Ρώμη.
Ο Εύανδρος ήταν πασίγνωστος στους Ρωμαίους της εποχής του Διονύσιου του Αλικαρνασσέως στα τέλη του 1ου π.χ. αιώνα. Σύμφωνα με τον Στράβωνα (C 230) ο Ρωμαίος συγγραφέας Κοίλιος, πιστεύει πως η Ρώμη «Ελληνικόν είναι κτίσμα», ενώ σύμφωνα με τον Πλούταρχο και τον Διονύσιο τον Αλικαρνασσέα στην Ρώμη υπήρχαν εορτές για την Καρμέντα, την σύζυγο του Ευάνδρου. Ο Στράβων γράφει στα «Γεωγραφικά Ε' 111,3»:
«…Ή Ρώμη υπήρξε Αρκαδική αποικία υπό τον Εύανδρο. Αυτός φιλοξένησε τον Ηρακλή, τότε που πήγαινε για τα βόδια του Γηρυόνη. Ο Εύανδρος έμαθε από την μάνα του, την Νικοστράτη, που ήταν έμπειρη στα μαντικά, ότι ήταν πεπρωμένο του Ηρακλή να γίνει θεός, όταν θα τελείωνε τους άθλους του. Το ομολόγησε στον Ηρακλή, καθόρισε έναν ναό και έκανε θυσία προς τιμήν του, συμφώνα με το ελληνικό έθιμο - μία θυσία πού γίνεται ακόμη και σήμερα. Ακόμη και ο ιστορικός των Ρωμαίων, Κοίλιος, θεωρεί αυτή την θυσία απόδειξη, ότι η Ρώμη είναι ελληνικό κτίσμα, αφού πρόκειται για πατρογονική θυσία, ελληνική, στον Ηρακλή. Οι Ρωμαίοι τιμούν και την μητέρα του Ευάνδρου. Την ονόμασαν Καρμέντη και την θεωρούν μία από τις νύμφες.»
Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς επιβεβαιώνει τα ανωτέρω σχετικά με τον Ηρακλή αναφέροντας ότι λίγα χρόνια μετά την εγκατάσταση του Ευάνδρου ακόλουθοι του Ηρακλή όταν ο τελευταίος επέστρεφε από την Ισπανία, ζήτησαν να παραμείνουν στην Ιταλία και έκτισαν μια αποικία στον Καπιτώλιο λόφο, που τότε ήταν γνωστός ως «Σατουρνάλιος» ή «Κρόνιος».
Ο Εύανδρος λέγεται ότι ονόμασε τον λόφο «Παλατινό» από την ιδιαίτερη πατρίδα του στην Αρκαδία το Παλλάντιο, την οποία μάλιστα επισκέφθηκε ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Αντωνίνος (138-161 μ.Χ.), και επειδή είχε ερημωθεί την ανοικοδόμησε. Αυτό μαρτυρείται από τον Παυσανία (Αρκαδικά 43, 1-3):
«Στη συνέχεια του έργου μου οφείλω να ασχοληθώ με το Παλλάντιο, για ο,τι αξιομνημόνευτο υπάρχει εκεί, και για ποιο λόγο ο αυτοκράτορας Αντωνίνος ο παλαιότερος, έκανε το Παλάντιο πόλη αντί κώμης και παραχώρησε στους κατοίκους του ελευθερία και απάλλαξε από τους φόρους. Λένε, λοιπόν, πώς ένας Εύανδρος ξεπερνούσε όλους τους Αρκάδες στην σύνεση και στην πολεμική ικανότητα. Ήταν γιος μιας νύμφης, κόρης του Λάδωνα και του Έρμη. Αυτός στάλθηκε σε αποικία με ομάδα Αρκάδων από το Παλλάντιο και ίδρυσε πόλη παρά τον Τίβερη ποταμό. Ένα μέρος της σύγχρονης μας πόλης της Ρώμης, εκείνο που είχε εγκατασταθεί ο Εύανδρος με τους Αρκάδες του, ονομάστηκε Παλλάντιο, σ’ ανάμνηση της αρκαδικής πόλεως. Γι’ αυτούς τους λόγους έγιναν οι τιμητικές παραχωρήσεις εκ μέρους του αυτοκράτορα στους Παλλαντιείς».
Το αν ο Ρωμύλος το 753 π.χ. (δηλαδή 500 χρόνια περίπου μετά την κτίση του Παλλάντιου) βρήκε στον Παλατινό λόφο απόγονους του Ευάνδρου είναι άγνωστο, καθώς ούτε ο Πλούταρχος, ούτε ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς ούτε κανένας άλλος αρχαίος Έλληνας ή Ρωμαίος συγγραφέας αναφέρει κάτι τέτοιο, ούτε και υπάρχει κάποια σχετική παράδοση ή μυθολογία. Το τι απέγιναν οι απόγονοι του Ευάνδρου στην περιοχή είναι σκοτεινό.
Όμως όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, έθιμα του χωριού του Παλατινού (ή Παλλάντιου) επέζησαν στην πόλη της Ρώμης, γεγονός που σημαίνει, είτε ότι ο Ρωμύλος βρήκε υπολείμματα του πρώτου χωριού των Αρκάδων ή και τους απογόνους τους να ζουν ακόμα στον Παλατινό λόφο και κράτησε τα έθιμά τους, ή κράτησε κάποια έθιμα του τοπικού πληθυσμού που θα επιζούσε στην περιοχή.
Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς μαρτυρεί ότι στην εποχή του (8 π.χ.) πραγματοποιούνταν θυσίες για τον Εύανδρο και ότι ο ίδιος είχε δει δύο βωμούς αφιερωμένους στον Εύανδρο, ένα στην πύλη της Καρμέντας κάτω από τον Καπιτώλιο λόφο και έναν στην πύλη Τριγεμίνα κάτω από τον Αβεντίνο λόφο. Βεβαιώνει επίσης ότι θυσίες που πραγματοποιούσαν οι Αρκάδες του Ευάνδρου συνέχισαν να πραγματοποιούνται στην Ρώμη μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο χωρίς να αλλοιώνεται το τυπικό τους, όπως και θυσίες στον βωμό της Νίκης που πραγματοποιούνταν μέχρι την εποχή του Διονύσιου του Αλικαρνασσέως (8 π.χ.) και είχαν ξεκινήσει από τους Αρκάδες του Ευάνδρου (1250 π.χ.).
Παρ’ όλο που η Ρωμαϊκή μυθολογία δεν αναφέρει ότι ο Ρωμύλος βρήκε απογόνους του Παλλάντιου το γεγονός ότι έθιμα του Παλλάντιου επέζησαν στην Ρώμη δείχνει ότι απόγονοι των Αρκάδων του Ευάνδρου πρέπει να ζούσαν στην περιοχή ούτως ώστε να μεταλαμπαδεύσουν τα έθιμά τους και τις θυσίες τους στους Ρωμαίους. Προφανώς οι κάτοικοι πρέπει να ζούσαν εκεί και προφανώς κατοικούσαν σε σπίτια και όχι στην ύπαιθρο, οπότε αν ζούσαν σε σπίτια προφανώς ζούσαν κοντά ο ένας στον άλλο και όχι σκορπισμένοι, οπότε πιθανότατα το Παλλάντιο επιζούσε στην εποχή του Ρωμύλου ή κάποιο χωριό επιζούσε στην περιοχή όταν ο Ρωμύλος μετακινήθηκε εκεί από την Άλβα. Αλλιώς δεν μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι έθιμα των Αρκάδων επέζησαν στην Ρώμη. Ο Ρωμύλος θεμελίωσε την Ρώμη πιθανότατα πάνω στο Παλλάντιο και ίσως γι’ αυτό διαφώνησε με τον αδερφό του τον Ρέμο που επιθυμούσε να οικοδομήσει την νέα πόλη στον Αβεντίνο λόφο όπου δεν υπήρχαν πιθανότατα ούτε πολίσματα ούτε οικισμοί ούτε χωριά Αρκάδων, δεδομένου ότι μόνο ο Παλατινός λόφος είχε αποικιστεί από Αρκάδες και το Καπιτώλιο είχε αποικιστεί από ακόλουθους του Ηρακλή σύμφωνα με την μυθολογία.
Κατ’ αναλογία η Κωνσταντινούπολη συνδεόταν με την αποικία του Βυζαντίου, αφού το Βυζάντιο κτίστηκε σαν αποικία το 658 π.χ. από Μεγαρείς αποίκους 1000 χρόνια περίπου πριν τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης, όμως διατηρήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη κατάλοιπα Βυζαντινών εθίμων όπως η ημισέληνος (ή πιο ορθά «αμφίκυρτος σελήνη» αφού φαίνεται το ¼ της σελήνης και όχι η μισή σελήνη) που ήταν σύμβολο της θεάς Άρτεμης ή της Εκάτης που είχε ως σύμβολο ημισέληνο και αστέρι. Οι Βυζαντινοί χρησιμοποίησαν το αστέρι με την ημισέληνο σαν σύμβολό τους τιμώντας την θεά Εκάτη που θεωρούσαν ότι τους είχε σώσει από τον Φίλιππο το 340 π.χ. Η ημισέληνος επέζησε του Χριστιανισμού αφού συναντάται σε Ρωμαϊκά νομίσματα του 5ου αιώνα, τα οποία από την μια πλευρά δείχνουν τον αυτοκράτορα Αναστάσιο (491-518) και από την άλλη την ημισέληνο, ενώ συναντάται και σε μεταγενέστερες εποχές και σε άλλους λαούς, είναι βέβαιο δε ότι η ημισέληνος με το αστέρι πέρασε στους Τούρκους με την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης μετά το 1453, δεδομένου ότι πριν την Άλωση οι Τούρκοι είχαν απλά ένα ερυθρό πανί ως σημαία, η δε ημισέληνος άρχισε να χρησιμοποιείται στα τέλη του 15ου αιώνα, το αστέρι προστέθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα και από εκεί η Οθωμανική σημαία πέρασε αυτούσια στην σημερινή Τουρκική σημαία επηρεάζοντας και τις ισλαμικές σημαίες άλλων χωρών. Οι πρώτοι Άραβες κατακτητές αγνοούσαν την ημισέληνο, ενώ ακόμα και σήμερα πολλές Αραβικές ισλαμικές χώρες δεν την χρησιμοποιούν και μόλις την δεκαετία του 1950 επανερμηνεύτηκε ως σύμβολο του Ισλάμ. Ακόμα και σήμερα αντίστοιχο του «Ερυθρού Σταυρού» αποτελεί η «Ερυθρή Ημισέληνος». Την χρήση της Ερυθρής Ημισελήνου την επιδίωξαν οι Τούρκοι, οι Πέρσες όμως, που και εκείνοι είναι μουσουλμάνοι, δεν υιοθέτησαν την Ερυθρή Ημισέληνο, αλλά ένα δικό τους σύμβολο τον «Ερυθρό Λέοντα».
Τα έθιμα του Βυζαντίου επέζησαν γιατί ο Κωνσταντίνος στην πραγματικότητα επέκτεινε την ήδη υπάρχουσα πόλη του Βυζαντίου και την επαναθεμελίωσε στα πρότυπα της Ρώμης, οπότε αν κάποιος ισχυριζόταν ότι η Κωνσταντινούπολη ήταν «κτίσμα των Μεγαρέων» δεν θα έλεγε ψέματα. Αξίζει εδώ να αναφερθεί ότι ο Προκόπιος ιστορικός του 6ου αιώνα σύγχρονος του Ιουστινιανού, στην «Απόκρυφη Ιστορία» (Ανέκδοτα) δύο αιώνες μετά την κτίση της Κωνσταντινούπολης αποκαλεί την πόλη «Βυζάντιο» και ποτέ Κωνσταντινούπολη.
Το Παλλάντιο του Ευάνδρου αποτελεί πιθανότατα την προϊστορία της Ρώμης, όπως το Βυζάντιο αποτελεί την προϊστορία της Κωνσταντινούπολης. Δεν αποκλείεται απόγονοι του Ευάνδρου, είτε υπήρχε το Παλλάντιο είτε όχι την εποχή του Ρωμύλου, να κατοίκησαν στην πόλη της Ρώμης μετά την κτίση της το 753 π.χ. όπως σίγουρα Βυζαντινοί θα κατοίκησαν στην Κωνσταντινούπολη μετά την κτίση της το 330. Ο Κωνσταντίνος επεκτείνοντας την πόλη του Βυζαντίου αναζητούσε πληθυσμό να εποικήσει νέες ακατοίκητες περιοχές που υπολογίζονται σε 5.000 στρέμματα και γι’ αυτό έδωσε κίνητρα σε ανθρώπους να μετακινηθούν στην νέα πόλη. Είναι βέβαιο ότι με βάση αυτή την λογική δεν θα μπορούσε να εκδιώξει τους κατοίκους που ζούσαν στο Βυζάντιο πριν την κτίση της Κωνσταντινούπολης, αφού αυτοί οι κάτοικοι θα αποτελούσαν αναμφίβολα τον πρώτο πυρήνα της πόλης. Άρα είναι λογικό έθιμα των κατοίκων του Βυζαντίου να πέρασαν στην Κωνσταντινούπολη.
Αν οι απόγονοι του Ευάνδρου με αντίστοιχο τρόπο δεν κατοίκησαν την Ρώμη είναι δύσκολο να εξηγήσουμε το πώς τα έθιμα και οι θυσίες που αναφέρει ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς πέρασαν στους Ρωμαίους και είχαν διατηρηθεί τον 1ο π.χ. αιώνα και προφανώς και αργότερα. Είναι αδύνατο τα έθιμα των απογόνων του Ευάνδρου να πέρασαν στους Ρωμαίους, αν είχαν εξοντωθεί όλοι οι Αρκάδες του Ευάνδρου χωρίς να αφήσουν απογόνους ή αν είχαν πάψει να υπάρχουν σαν πολιτισμικό σύνολο, ή αν σε κάθε περίπτωση οι Ρωμαίοι δεν βρήκαν απογόνους του Ευάνδρου στον Παλατινό λόφο ή στην περιοχή όπου κτίστηκε η Ρώμη το 753 π.χ. Ίσως γι’ αυτό πολλοί αρχαίοι συγγραφείς θεωρούσαν την Ρώμη «Ελληνικό κτίσμα», θεωρώντας την δηλαδή ως συνέχεια του Παλλάντιου, όπως αντίστοιχα η Κωνσταντινούπολη ήταν συνέχεια του Βυζαντίου και θα μπορούσε αναμφίβολα να θεωρηθεί «Μεγαρικό κτίσμα».
Οι Ρωμαίοι μπορεί να γιόρταζαν τα γενέθλια της Ρώμης την 21η Απριλίου, όπως αντίστοιχα οι Κωνσταντινουπολίτες γιόρταζαν τα γενέθλια της Κωνσταντινούπολης την 11η Μαΐου, όμως αυτό δεν αποκλείει την ύπαρξη προγενεστέρου οικισμού στους λόφους της σημερινής Ρώμης το 753 π.χ., όπως η Κωνσταντινούπολη αποτέλεσε επέκταση και επαναδόμηση της πόλης του Βυζαντίου που αναμφίβολα προηπύρχε.
 
== Άλλοι Λόφοι ==