Γενικές αρχές φωτογραφίας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Αναίρεση έκδοσης 3522668 από τον 109.242.190.10 (Συζήτηση χρήστη:109.242.190.10)
Γραμμή 8:
 
== Εκθεση του φιλμ (ή του αισθητήρα της ψηφιακής) ==
* Η επιφάνεια του φιλμ (ή του αισθητήρα) καλύπτεται από μια φωτοευαίσθητη ουσία που αλλοιώνεται από την επίδραση του [[φως|φωτός]] για να μας δώσει τη φωτογραφία. Η αλλοίωση που προκαλείται στην επιφάνεια αυτή εξαρτάται από την ποσότητα του φωτός που πέφτει επάνω της, περνώντας μέσα από τον [[φακός|φακό]]. Η ποσότητα φωτός, πάλι, είναι ανάλογη του χρόνου έκθεσης και της διαμέτρου του διαφράγματος του φακού. Μικραίνοντας το διάφραγμα ελαττώνουμε την ποσότητα φωτός και ανοίγοντάς το την αυξάνουμε. Έχουμε, λοιπόν, δύο παραμέτρους που επηρεάζουν την έκθεση: την ταχύτητα (δηλαδή πόσο γρήγορα θα ανοίξει και θα κλείσει το διάφραγμα) και τη διάμετρο του διαφράγματος. Μπορούμε να δώσουμε στο φιλμ μια συγκεκριμένη ποσότητα φωτός διαλέγοντας ζεύγη τιμών ταχύτητας και διαμέτρου διαφράγματος. (Αυτό είναι χρήσιμο να το ξέρουμε γιατί το ποιο ζευγάρι τιμών θα επιλέξουμε επηρεάζει άλλες παραμέτρους της φωτογραφίας). Ας σημειώσουμε εδώ ότι, ότιό,τι ισχύει για την επιφάνεια του φιλμ ισχύει επίσης και για το φωτοευαίσθητο στοιχείο μιας ψηφιακής [[φωτογραφική μηχανή|φωτογραφικής μηχανής]]. Γι αυτό και οι κανόνες είναι ίδιοι, είτε πρόκειται για κλασική μηχανή είτε για ψηφιακή.
 
'ΟτανΌταν η ποσότητα φωτός που θα πέσει επάνω στο φιλμ είναι η κανονική τότε είναι κανονική και η έκθεση του φιλμ. Μεγαλύτερη ποσότητα προκαλεί υπερέκθεση (φωτογραφία ξεθωριασμένη) και μικρότερη από την κανονική προκαλεί υποέκθεση, (δηλαδή φωτογραφία σκοτεινή).
 
Η ταχύτητα μετριέται σε δευτερόλεπτα ή κλάσματα του [[δευτερόλεπτο|δευτερολέπτου]]. Η μεγαλύτερη ταχύτητα που έχει επιτευχθεί στις φωτογραφικές μηχανές του εμπορίου είναι 1/12.000" ενώ για τη μικρότερη δεν υπάρχει όριο, μιας και μπορούμε, θεωρητικά, να κρατήσουμε ανοιχτό το διάφραγμα για όσο μεγάλο χρόνο θέλουμε. Το διάφραγμα μετριέται σε μονάδες "f" που εκφράζονται με αριθμούς όπως f/1, f/2.8, f/4, f/5.6, f/8, f/11, f/16 f/22, f/32, κ.ο.κ. Όσο πιο μεγάλος ο αριθμός f τόσο πιο μικρό το διάφραγμα. (Ο αριθμός "f" είναι ο λόγος της εστιακής απόστασης προς τη διάμετρο του φακού, δηλ. F/d και από τη γεωμετρική ανάλυση προκύπτει ότι κάθε τιμή "f"αντιστοιχεί στην ίδια ποσότητα φωτός, ανεξάρτητα από τον φακό και το μέγεθός του). Οι αριθμοί "f" λέγονται και "βήματα" ή, πιο συχνά "f-stop". Κάθε f-stop αντιστοιχεί σε διπλασιασμό της ποσότητας του φωτός που περνά από τον φακό, από το προηγούμενό του. Υπάρχουν και "μισά" και "τρίτα" (δηλ. 1/3) του f-stop και πολλές σύγχρονες φωτ. μηχανές έχουν αυτές τις τιμές για να μπορεί ο φωτογράφος να ρυθμίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια την έκθεση. Πολλά εξωτερικά φωτόμετρα δίνουν και μέχρι 1/10 των τιμών "f". Αυτή η ακρίβεια χρησιμοποιείται, συνήθως, στις μεγάλες επαγγελματικές μηχανές (που παίρνουν φιλμ 10Χ12,5 εκ.) για φιλμ διαφανειών και δεν αφορά τις φωτ.φωτογραφικές μηχανές των 35 χλστ.mm που είναι και αυτές που ενδιαφέρουν τον ερασιτέχνη.
 
Η κλίμακα ταχυτήτων (αναφερόμαστε στην ταχύτητα και ως "χρόνο", αφού αντιστοιχεί στον πραγματικό χρόνο, δηλαδή τη διάρκεια έκθεσης) είναι, συνήθως, από μερικά δευτερόλεπτα (το μέγιστο είναι 30") έως 1/2000" (το μέγιστο είναι 1/12000). Οι συνηθέστερες τιμές χρόνων, που αντιστοιχούν και σε "stop", δηλαδή διπλασιασμό/υποδιπλασιασμό της ποσότητας του φωτός, είναι 1/15, 1/30, 1/60, 1/125, 1/250, 1/500 και 1/1000 (όλα αυτά σε δευτερόλεπτα). Αυτές οι τιμές είναι κλάσματα του δευτερολέπτου αλλά τα φωτόμετρα, είτε ενσωματωμένα στη φωτ. μηχανή ή εξωτερικά, τις δίνουν σε αριθμούς μόνο του παρονομαστή, δηλαδή "15, 30, 60, 125, 250, 500, 1000" για οικονομία χώρου στα καντράν ή στο σκόπευτρο όπου εμφανίζονται αυτές. Στις περιπτώσεις που οι χρόνοι είναι μεγαλύτεροι από ένα δευτερόλεπτο οι αριθμοί εμφανίζονται ή με ένα "s" (=seconds) ή με διπλό τόνο (").
 
Ο αριθμός του διαφράγματος συνδέεται ευθέως, όχι μόνο με την ποσότητα του φωτός που θα πέσει επάνω στην επιφάνεια του φιλμ, αλλά και μιάμια άλλη παράμετρο που λέγεται "βάθος πεδίου" και έχει να κάνει με την απόσταση, εμπρός και πίσω από το θέμα μας, όπου εμφανίζονται σωστά εστιασμένα τα αντικείμενα στη φωτογραφία μας. Περισσότερα για το βάθος πεδίου στην επόμενη παράγραφο.
 
Η ταχύτητα του ανοιγοκλεισίματος του διαφράγματος, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, είναι η δεύτερη παράμετρος που σχετίζεται με την έκθεση. Μεγάλη ταχύτητα (=μικρός χρόνος) σημαίνει λιγότερο φως και αντίστροφα. Για κάθε κατάσταση φωτισμού υπάρχουν κάποιοι συνδυασμοί διαφράγματος και χρόνου που δίνουν τη σωστή έκθεση, δηλ. τη σωστή ποσότητα φωτός στην επιφάνεια του φιλμ. Αν χρειαστεί, για κάποιον λόγο να μειώσουμε το ένα μέγεθος πρέπει να αυξήσουμε αντίστοιχα το άλλο, έτσι ώστε η ποσότητα φωτός να είναι ή ίδια. (Μπορούμε να παρομοιάσουμε αυτό το φαινόμενο με το γέμισμα ενός δοχείου με νερό: Αν ανοίξουμε πολύ τη βρύση χρειαζόμαστε λιγότερο χρόνο για να γεμίσουμε. Αν ελαττώσουμε την παροχή αυξάνει ο απαιτούμενος χρόνος για να γεμίσει το ίδιο δοχείο). Αυτή η δυνατότητα είναι χρήσιμη για να μπορούμε να προσαρμόζουμε τις δύο παραμέτρους στις καταστάσεις της φωτογράφισης. Αν, για παράδειγμα, πρόκειται να φωτογραφίσουμε ένα όχημα σε κίνηση, ευνόητο είναι ότι πρέπει να χρησιμοποιήσουμε όσο γίνεται πιο μεγάλη ταχύτητα αλλιώς το αντικείμενό μας θα εμφανιστεί "κουνημένο". Το ίδιο ισχύει αν πρέπει να κρατάμε τη φωτ. μηχανή στο χέρι (όπου η ακινησία της μηχανής είναι μειωμένη). Για να έχουμε τότε σωστή έκθεση πρέπει να μεγαλώσουμε το διάφραγμα (ελαττώνοντας την τιμή του αριθμού "f", αφού ο αριθμός αυτός βρίσκεται σε αντιστρόφως ανάλογη σχέση με τη διάμετρο του ανοίγματος).
Γραμμή 24:
Η επιλογή των τιμών διαφράγματος/χρόνου εξαρτάται από δύο, κατά βάση, παραμέτρους: α) τον φωτισμό του αντικειμένου ή της σκηνής και β) την ευαισθησία του φιλμ. Το (α) είναι εύκολα κατανοητό. Όσο για το (β), υπάρχουν φιλμ με διαφορετική ευαισθησία, αναλόγως του είδους, του κατασκευαστή και των διαφόρων χαρακτηριστικών τους. Όσο πιο ευαίσθητο είναι το φιλμ τόσο λιγότερο φως έχει ανάγκη για να "γράψει" την εικόνα του θέματός μας. Η ευαισθησία του φιλμ μετριέται σε μονάδες ISO (International Standards Organization) και μπορεί να είναι από 6 έως περ. 6000. Κάτι που είναι σημαντικό να γνωρίζει ο φωτογράφος είναι ότι όσο μεγαλώνει η ευαισθησία του φιλμ τόσο μεγαλώνει και "κόκκος" της χημικής ουσίας με την οποία είναι καλυμμένη η επιφάνειά του και αυτό φαίνεται στις μεγάλες μεγεθύνσεις σαν "σαγρέ". Έτσι, έχουμε την επιλογή ή να χρησιμοποιήσουμε φιλμ χαμηλής ευαισθησίας με περισσότερες απαιτήσεις σε φωτισμό ή/και μικρότερες ταχύτητες και μεγαλύτερα διαφράγματα, με όλους τους περιορισμούς που συνεπάγεται αυτό, ή να χρησιμοποιήσουμε "γρήγορο" (δηλαδή ευαίσθητο) φιλμ, με συμβιβασμούς στην ποιότητα της φωτογραφίας (λόγω κόκκου).
 
Η απόφαση για τις σωστές τιμές χρόνου/διαφράγματος παίρνεται, συνήθως, με τη βοήθεια φωτόμετρου που ή είναι ενσωματωμένο στη φωτογρ. μηχανή ή είναι εξωτερικό. Σήμερα όλες οι φωτ. μηχανές των 35 χλστ.mm (δηλαδή όλες οι ερασιτεχνικές) έχουν ενσωματωμένο φωτόμετρο που δείχνει τις τιμές αυτές ή τις αποφασίζει για λογαριασμό του φωτογράφου όταν μηχανή είναι σε αυτόματη λειτουργία (σε πολλές μηχανές υπάρχει επιλογή "αυτόματη/χειροκίνητη").
 
Η τιμές έκθεσης που μας δίνει το ενσωματωμένο φωτόμετρο έχουν σχετική ακρίβεια και εξαρτώνται και από το θέμα μας. Σε συνηθισμένα θέματα, όπου η φωτεινότητα είναι περίπου ίδια σε όλη την έκταση του κάδρου, οι μετρήσεις αυτές είναι αρκετά ακριβείς. Όταν, όμως έχουμε έντονες διαφορές και μεγάλες φωτεινές ή σκοτεινές επιφάνειες, το φωτόμετρο "ξεγελιέται" και μας υποφωτίζει ή υπερφωτίζει το φιλμ, αντιστοίχως. Εδώ χρειάζεται και η προσωπική κρίση του φωτογράφου που μπορεί να ανοίξει ή να κλείσει τον φωτισμό κατά ένα ή περισσότερα βήματα (f-stop). Όταν έχουμε αμφιβολίες για την ακρίβεια των μετρήσεων του φωτομέτρου κάνουμε το λεγόμενο "bracketing" δηλαδή βγάζουμε περισσότερες φωτογραφίες, συνήθως τρεις, μία στις τιμές που μας δείχνει το φωτόμετρο, μία με συν ένα (ή περισσότερα) stop και μία με πλην ένα (ή περισσότερα) stop. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει ότι η φωτ. μηχανή μας δίνει τη δυνατότητα χειροκίνητης ρύθμισης της έκθεσης. Πολλές πλήρως αυτόματες ερασιτεχνικές μηχανές χαμηλών απαιτήσεων δε δίνουν αυτή τη δυνατότητα. Στις συνηθισμένες φωτογραφίες σε αρνητικό φιλμ υπάρχει μεγάλη ανοχή στην ακρίβεια της έκθεσης γιατί τα σφάλματα μπορούν να διορθωθούν κατά την εκτύπωση, με αντιστάθμιση της υπο- ή υπερέκθεσης από το μηχάνημα εκτύπωσης ή τον χειριστή του. Στην περίπτωση θετικού φιλμ (για slidesδιαφάνειες) η ακρίβεια της φωτομέτρησης είναι κρίσιμη.
 
Αν θέλουμε μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και εξωτερικό [[φωτόμετρο]] (υπάρχουν πολλές μάρκες και τύποι αλλά οι κύριες κατηγορίες είναι τα αναλογικά και τα ψηφιακά). Το εξωτερικό φωτόμετρο είναι πιο αντικειμενικό όργανο φωτομέτρησης από το ενσωματωμένο στη [[φωτογραφική μηχανή]]. Τα εξωτερικά φωτόμετρα δίνουν ζεύγη τιμών διαφράγματος/ταχύτητας, αφού, φυσικά, τα τροφοδοτήσουμε με την πληροφορία για την ευαισθησία του φιλμ. Τα απλά φωτόμετρα μετρούν προσπίπτοντα φωτισμό αφού κατευθύνουμε την επιφάνεια μέτρησης (συνήθως ένα λευκό ημισφαίριο) προς τη φωτεινή πηγή και πολύ κοντά ή μπροστά από το θέμα μας, έτσι ώστε να δέχεται τον ίδιο φωτισμό με αυτό. Πολλά φωτόμετρα διαθέτουν και δυνατότητα μέτρησης ανακλώμενου (από το θέμα) φωτός. Αυτός ο τρόπος μέτρησης είναι πολύ χρήσιμος όταν το θέμα μας είναι μακρυά και δεν έχουμε τη δυνατότητα να το προσεγγίσουμε για να μετρήσουμε το προσπίπτον φως επάνω του. Έχουν ένα σύστημα σκόπευτρουσκοπεύτρου όπου η επιφάνεια μέτρησης ορίζεται από έναν μικρό κύκλο. Οι προδιαγραφές του φωτομέτρου μας πληροφορούν και για τη (στερεή) γωνία σκόπευσης που αντιπροσωπεύει αυτός ο κύκλος. Τα μεγάλης ακριβείας φωτόμετρα ανακλώμενου μπορούν να φτάσουν και τη μία μοίρα!.
 
Ένας άλλος τρόπος να πλησιάσουμε πολύ στην ακρίβεια των μετρήσεων του φωτομέτρου (είτε του ενσωματωμένου στη μηχανή μας ή του εξωτερικού), είναι η «γκρίζα κάρτα» . Αυτή είναι μία κάρτα με ένα ράστερ (μια επιφάνεια από μικροσκοπικές μαύρες κουκκίδες) που στο σύνολό τους είναι το 18% της επιφάνειας της κάρτας (το υπόλοιπο είναι λευκό). Έχει βρεθεί ότι όταν αυτή η κάρτα τοποθετηθεί δίπλα (ή κοντά) στο θέμα μας, ώστε να δέχεται το ίδιο φως με αυτό, και εάν φωτομετρήσουμε (ανακλώμενο φως) από αυτήν, παίρνουμε πάντα τη σωστή ένδειξη. Χρειάζεται προσοχή στη σκόπευση με φωτόμετρο ανακλώμενου ή με τη φωτ. μηχανή, έτσι ώστε η κάρτα να καλύπτει τελείως το σκόπευτρο του φωτ/τρουφωτομέτρου η το κάδρο της φωτ.φωτογραφικής μηχανής. Η κάρτα αυτή παράγεται από την [[Kodak]] και διατίθεται σε σετ από δύο μεγάλες και δύο μικρές κάρτες, στα φωτογραφικά καταστήματα. Ένας τρόπος να ελέγξουμε τις ενδείξεις ενός φωτομέτρου προσπίπτοντος/ανακλώμενου είναι να πάρουμε μία μέτρηση με γκρίζα κάρτα και μία με προσπίπτον φως. Πρέπει να είναι οι ίδιες.
 
== Εστίαση ==
Η [[εστίαση]] είναι ακρογωνιαία διαδικασία για κάθε φωτογράφηση. Οι Φακοί δεν έχουν την ιδιότητα του ματιού μας, να εστιάζουν αυτόματα σε κάθε αντικείμενο ή σκηνή που βλέπουν. Είναι, λοιπόν, απαραίτητη η ρύθμιση της θέσης του φακού σε σχέση με το θέμα και με το κάδρο του φιλμ, ώστε η εικόνα να προβληθεί καθαρά και με οξύτητα επάνω στη φωτοευαίσθητη επιφάνεια.
 
Οι φακοί των περισσότερων φωτ.φωτογραφικών μηχανών έχουν ένα "δαχτυλίδι" στο σώμα τους που επιτρέπει τη χειροκίνητη εστίαση από τον φωτογράφο. Οι φακοί των πλήρως αυτομάτων μηχανών δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα γιατί προορίζονται για ερασιτέχνες που δεν έχουν γνώσεις και θέλουν όλα να γίνονται χωρίς τη δική τους συμμετοχή. Αυτές οι μηχανές εστιάζουν αυτόματα στο θέμα που εμφανίζεται στο κέντρο του κάδρου και φωτομετρούν και ρυθμίζουν διάφραγμα και ταχύτητα χωρίς την παρέμβαση του χειριστή. Είναι εύκολες στο χειρισμό αλλά είναι πολύ περιορισμένες σε δυνατότητες και βγάζουν καλές φωτογραφίες μόνο σε περιπτώσεις μέσου φωτισμού και μάλλον ομοιογενούς κάδρου. Επίσης, λόγω των μικρού. σχετικά, διαφράγματος που διαθέτουν (φακοί μικρής φωτεινότητας) έχουν και μεγαλύτερο βάθος πεδίου.
 
Εδώ θα περιοριστούμε στις μηχανές με δυνατότητες ρύθμισης της εστίασης. Φωτογραφία στην οποία το θέμα δεν είναι καλά εστιασμένο (ανετάριστο) δεν είναι επιτυχημένη. Επί πλέον, δεν αρκεί να είναι εστιασμένο μόνο το θέμα μας, αλλά, συχνά, και μια περιοχή μπροστά και πίσω από το κυρίως θέμα. Πολλές φορές θέλουμε να έχουμε καλά εστιασμένη όλη την περιοχή που εμφανίζεται στο κάδρο, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις φωτογραφίας τοπίου. Δύο είναι τα σημαντικά σημεία που πρέπει να έχει υπόψη του ο φωτογράφος σε σχέση με την εστίαση:
Γραμμή 53:
Όταν κρατάμε τη μηχανή στο χέρι είναι δύσκολο να εξασφαλίσουμε τέλεια ακινησία, γιατί όλων των ανθρώπων τα χέρια κινούνται ασυναίσθητα, λίγο ή πολύ, κατά τη διάρκεια της λήψης. Όταν χρησιμοποιούμε πολύ μεγάλη ταχύτητα στο διάφραγμα (μικρός χρόνος έκθεσης), η μικρή αυτή κίνηση δεν επηρεάζει την ποιότητα της εικόνας. 'Αν, όμως, είμαστε αναγκασμένοι να φωτογραφίσουμε με μικρή ταχύτητα τότε καλλίτερα να χρησιμοποιήσουμε τρίποδο ή άλλο τρόπο ακινητοποίησης της μηχανής (π.χ. μονόποδο, σακούλα με "ρύζι", κάποια σταθερή επιφάνεια, ακόμη και ένα διπλωμένο σακάκι ή παλτό).
 
Οι τηλεσκοπικοί φακοί είναι, επίσης, μια αιτία "κουνήματος". Όσο αυξάνει η εστιακή απόσταση (δηλ. η μεγέθυνση) του φακού τόσο αυξάνει και το κούνημα στη δεδομένη ταχύτητα. Υπάρχει ένας πρακτικός κανόνας για να ξέρουμε πότε χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε τρίποδο ή άλλο στήριγμα. Ο μέσος (υγιής) άνθρωπος μπορεί να κρατήσει, χωρίς κίνδυνο κουνήματος της εικόνας, τη μηχανή στο χέρι όταν η ταχύτητα είναι, σε αριθμό, ίση ή μεγαλύτερη από την εστιακή απόσταση του φακού που χρησιμοποιεί. Π.χ. Αν ο φακός μας είναι εστιακής απόστασης 200 χλστ.mm μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ταχύτητα μέχρι 1/200 " (ένα διακοσιοστό του δευτερολέπτου). Αν έχουμε φακό 50 χλστ. είναι ασφαλές να χρησιμοποιήσουμε ταχύτητα από 1/50 κι επάνω (δηλ. 1/100, 1/125, 1/200, κλπ). Συχνά, αντί να λέμε ταχύτητα π.χ. 1/200 λέμε "200", δηλαδή χρησιμοποιούμε τον παρονομαστή του κλάσματος, για ευκολία. Είναι προφανής ο τρόπος αντιστοίχησης της εστιακής απόστασης του φακού με την ταχύτητα του διαφράγματος.
 
Άλλος σημαντικός παράγοντας για την ποιότητα της εικόνας είναι η κίνηση του αντικειμένου. Ένα κινούμενο αντικείμενο (όχημα, άνθρωπος, ζώο, νερό, κλπ) χρειάζεται σχετικά μεγαλύτερη ταχύτητα έκθεσης (μικρό χρόνο) ώστε να μην εμφανιστεί στο φιλμ φλουτάρισμα της εικόνας από τη μετατόπιση του ειδώλου πάνω στο φιλμ στη διάρκεια του ανοίγματος του διαφράγματος. Βέβαια, θεωρητικά, πάντα θα υπάρχει κίνηση έστω και αν χρησιμοποιήσουμε πολύ μεγάλη ταχύτητα αλλά από ένα όριο και μετά η κίνηση δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή από το μάτι και η εικόνα εμφανίζεται "παγωμένη". Η χρήση μεγάλης ταχύτητας μας αναγκάζει να ανοίξουμε περισσότερο το διάφραγμα, αν θέλουμε να διατηρήσουμε σταθερή την ποσότητα φωτός που θα πέσει πάνω στο φιλμ. Αυτό έχει ως συνέπεια να μειωθεί το βάθος πεδίου. Αν αυτό μας προβληματίζει έχουμε δύο εναλλακτικές: ή να έχουμε περισσότερο φως (πράγμα όχι πάντα εύκολο να ελέγξουμε, ιδιαίτερα σε εξωτερικές λήψεις) ή να χρησιμοποιήσουμε πιο ευαίσθητο ("γρήγορο") φιλμ. Αυτή είναι και η περίπτωση των λήψεων αθλητικών ή άλλων γεγονότων που έχουν κίνηση και αυτό κάνουν οι επαγγελματίες φωτογράφοι. Το μειονέκτημα του γρήγορου φιλμ είναι ότι έχει μεγαλύτερο κόκκο (που τον βλέπουμε σε μεγάλες μεγεθύνσεις) αλλά δεν μπορούμε να έχουμε "και το σκύλο χορτάτο και την πίτα γερή"!
Γραμμή 72:
• Να μην κόβουμε μέρος από το αντικείμενο που φωτογραφίζουμε (εκτός κι αν αφαιρούμε μέρος του αντικειμένου από πρόθεση). Πολλές φορές βλέπουμε μία ολόσωμη φωτογραφία που έχουν κοπεί τα πόδια ή μέρος από το κεφάλι.
• Να μην φαίνονται ότι "φυτρώνουν" αντικείμενα, όπως δέντρα, κολώνες, κ.α. πάνω από το κεφάλι του θέματός μας.
• Όταν τραβάμε τοπία, ιδιαίτερα θαλασσινά, ο ορίζοντας πρέπει να μη γέρνει. Αν το μάτι μας δεν επαρκεί για τη ρύθμιση αυτή, καλό είναι να χρησιμοποιούμε τρίποδο, με ένα αλφάδι επάνω και να προσέχουμε η μηχανή να είναι οριζοντιωμένη. Οι ειδικές οθόνες σκόπευτρουσκοπεύτρου με διαγράμμιση βοηθούν πολύ, αν ο φωτογράφος τραβά πολλές φωτογραφίες τοπίου. Διατίθενται για τα περισσότερα μοντέλα σύγχρονων μονοοπτικών μηχανών.
 
== Είδη φωτογραφικών μηχανών ==
Γραμμή 79:
'''α) Απλές μηχανές "Compact"(Διοπτικές):''' Είναι οι μικρές αυτόματες μηχανές που απευθύνονται στους αρχάριους ερασιτέχνες. Διαθέτουν αυτόματα συστήματα φωτομέτρησης και εστίασης. Μπορεί να έχουν φακό σταθερό ή zoom και δεν χρειάζονται σχεδόν καμία ρύθμιση. Ο φωτογράφος απλώς σκοπεύει και πατάει το κουμπί, γιαυτό και τις λένε και "point-and-shoot". Δεν δίνουν (συνήθως) δυνατότητα αλλαγής φακών. Η εικόνα στο σκόπευτρο δεν είναι ακριβώς ίδια μ' αυτήν της φωτογραφίας γιατί για τη σκόπευση χρησιμοποιούν ένα μικρό "παράθυρο" κοντά στο φακό αλλά όχι τον ίδιο τον φακό (σε αντίθεση με τις μονοοπτικές ή SLR). 'Εχουν όχι τόσο φωτεινούς φακούς και, συνήθως, ενσωματωμένο φλας που ενεργοποιείται αυτόματα, ανάλογα με τις συνθήκες φωτισμού. Μπορούν να δώσουν πολύ καλές φωτογραφίες αλλά δεν επιτρέπουν "δημιουργικές" παρεμβάσεις και δεν δίνουν πολύ καλά αποτελέσματα όταν οι συνθήκες φωτισμού είναι πέραν από τις συνηθισμένες.
 
Με τις απλές διοπτικές compact μοιάζουν και μερικές πολύ υψηλής ποιότητας μηχανές, με άριστους φακούς και επιδόσεις. Είναι κάποιες μηχανές (Leica, Haselblad, Voigtländer και άλλων γνωστών εργοστασίων), που χρησιμοποιούνται και από επαγγελματίες και είναι πανάκριβες.
 
'''β) Μονοοπτικές (SLR ή Single Lens Reflex):''' Αυτές είναι οι μηχανές που χρησιμοποιούν οι περισσότεροι προχωρημένοι ερασιτέχνες αλλά και επαγγελματίες. Είναι μηχανές που χαρακτηρίζονται από δύο κύρια γνωρίσματα: Πρώτον, η σκόπευση γίνεται μέσα από τον μοναδικό φακό και μέσω ενός συστήματος καθρέφτη και πρίσματος που μας επιτρέπει να βλέπουμε στο σκόπευτρο ό,τι βλέπει και ο φακός. Δεύτερον, Οι φακοί τους μπορούν να αλλάζουν. Βέβαια, οι περισσότερες από αυτές τις μηχανές είναι εφοδιασμένες με πολύ περισσότερες δυνατότητες από αυτές των compact και επιτρέπουν στον φωτογράφο να κάνει σημαντικές παρεμβάσεις στον τρόπο λειτουργίας των.
 
== Φακοί ==
Οι φακοί των φωτογραφικών μηχανών χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: Τους σταθερούς και τους zoomζουμ. Οι σταθεροί φακοί έχουν σταθερή εστιακή απόσταση, άρα και σταθερή γωνία λήψης, σε τελευταία ανάλυση, σταθερή μεγέθυνση. Οι σταθεροί φακοί έχουν, γενικώς, καλλίτερη ποιότητα εικόνας από τους zoomζουμ και προτιμούνται για επαγγελματική δουλειά. Έχουν το μειονέκτημα ότι δεν μας επιτρέπουν να φέρουμε κοντά ή να απομακρύνουμε το θέμα μας.
 
'''Οι φακοί zoomζουμ''' έχουν μεταβλητή εστιακή απόσταση (άρα μεταβλητή μεγέθυνση) και μας δίνουν μεγαλύτερη ευελιξία, μια και μας επιτρέπουν να μεταβάλουμε τη γωνία λήψης, δηλαδή να απομακρύνουμε ή να φέρουμε κοντά το θέμα μας. Έχουν, γενικά, χαμηλότερη ποιότητα από τους αντίστοιχους σταθερούς αλλά τα τελευταία χρόνια, με την πρόοδο της σχεδίασης φακών με τη χρήση υπολογιστών, η ποιότητά τους έχει βελτιωθεί σημαντικά. Οι φακοί zoomζουμ χαρακτηρίζονται από τις ακραίες τιμές της εστιακής απόστασης και τη φωτεινότητά τους. Π.χ. ένας φακός που χαρακτηρίζεται: 28-70mm, f/2.8 είναι ένας φακός zoomζουμ του οποίου η εστιακή απόσταση μεταβάλλεται από 28mm (ευρυγώνιος) έως 70mm (ελαφρώς τηλεσκοπικός) και έχει φωτεινότητα f/2.8 . Συχνά ο αριθμός που εκφράζει τη φωτεινότητα μεταβάλλεται, σε ορισμένους φακούς zoomζουμ, μαζί με την εστιακή απόσταση. Π.χ. 28-300mm – f/4.5-f/5.6.
 
Μερικοί φακοί, ανεξάρτητα από εστιακή απόσταση ή φωτεινότητα, έχουν και την ιδιότητα να μπορούν να εστιάζουν από πολύ κοντινή απόσταση, με αποτέλεσμα να μπορούμε να γεμίζουμε το κάδρο του φιλμ με μικρών διαστάσεων θέματα. Π.χ. μπορούμε να έχουμε ένα μικρό άνθος ή ένα έντομο να γεμίζει ολόκληρη τη φωτογραφία. Αυτοί οι φακοί λέγονται "Μάκρο" (Macro) και είναι πολύ χρήσιμοι για την απεικόνιση μικρών αντικειμένων και λεπτομερειών. Τη δυνατότητα να φωτογραφίσουμε από πολύ κοντά μας τη δίνουν και ορισμένοι πρόσθετοι απλοί φακοί (λέγονται φακοί "close-up") που βιδώνουν απάνω στον κυρίως φακό και του δίνουν τη δυνατότητα να εστιάζει σε μικρή απόσταση από το αντικείμενο. Οι φακοί αυτοί είναι πολύ φθηνοί και χαρακτηρίζονται με την ισχύ τους σε "διοπτρίες" (συνήθως από +1 έως +4). Όσο πιο ισχυρός είναι ο πρόσθετος φακός τόσο πιο κοντά μπορεί να εστιάζει. Πάντως, οι πρόσθετοι αυτοί φακοί δεν έχουν υψηλές απαιτήσεις ποιότητας και χρησιμοποιούνται σχεδόν μόνο από ερασιτέχνες και όταν δεν πρόκειται να έχουμε μεγάλες μεγεθύνσεις στις φωτογραφίες μας.
Γραμμή 101:
*''Πορτοκαλί (ή "ζεστά") φίλτρα:'' Χρησιμεύουν για την αποκατάσταση της χρωματικής ισορροπίας στην αντίθετη περίπτωση από την παραπάνω, δηλαδή όταν χρησιμοποιούμε φιλμ που προορίζεται για φωτογράφιση με λάμπες πυρακτώσεως και φωτογραφίζουμε με το φως της ημέρας (daylight). Κι αυτά διατίθενται σε διάφορους τόνους.
 
*''Φίλτρα UV και Skylight:'' Το πρώτο είναι άχρωμο και απορροφά τις υπεριώδεις ακτίνες που, αν και αόρατες στο μάτι, δίνουν μια μπλε απόχρωση σε όλη την εικόνα σε ορισμένες περιπτώσεις, ιδίως αν φωτογραφίζουμε σε μεγάλο υψόμετρο ή όταν η ατμόσφαιρα είναι πολύ καθαρή ή όταν φωτογραφίζουμε χιονισμένα τοπία με ήλιο. Το δεύτερο έχει μια ελαφριά ροζ απόχρωση και κάνει την ίδια, κατά βάση, δουλειά, αλλά μπορεί να δώσει και ένα αδιόρατο "ζέσταμα" στη φωτογραφία μας. Αυτά τα φίλτρα προσφέρονται για μόνιμη χρήση με κάθε φακό, γιατί, εκτός της χρήσης τους ως φίλτρων, προστατεύουν και τους φακούς από σκόνη, δακτυλιές, χτυπήματα, υγρασία και άλλους κινδύνους.
 
*''Φίλτρα Πράσινο-Κίτρινο-Κόκκινο:'' Έχουν έντονα τα παραπάνω χρώματα και χρησιμεύουν στην ασπρόμαυρη φωτογραφία (αν τα χρησιμοποιήσετε με έγχρωμο φιλμ θα πάρετε μονόχρωμες φωτογραφίες με τα αντίστοιχα χρώματα...). Το πράσινο φίλτρο δίνει πιο σκούρα τα κόκκινα χρώματα, το κίτρινο σκουραίνει τα μπλε και το κόκκινο σκουραίνει τα πράσινα. Και τα τρία, δηλαδή, αυξάνουν το κοντράστ (αντίθεση) για τα αντίστοιχα συμπληρωματικά τους χρώματα.