Αχιλλέας Παράσχος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ φιξ αθηναϊκή σχολή
Γραμμή 32:
Κ' ήπια δροσιά στου ήλιου την πηγή!
 
==Εξωτερικοί σύνδεσμοι==
*[http://book.culture.gr/1935/detail.asp?ID=320 Βιογραφία και βιβλιογραφία] από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου.
 
[[Κατηγορία:Έλληνες ποιητές|Παρασχος Αχιλλεας]]
·Ο '''Αχχιλεύς Παράσχος''' (πραγματικό όνομα '''Νασάκης''' ή '''Νασίκογλου''', Παράσχος ήταν το μικρό όνομα του πατέρα του) ήταν Έλληνας ρομαντικός [[ποίηση|ποιητής]] του 19ου αιώνα, εκπρόσωπος της [[Α' Αθηναϊκή Σχολή|πρώτης Αθηναϊκής σχολής]].
 
Γεννήθηκε στις 26 Ιανουαρίου του [[1838]] στο [[Ναύπλιο]] και καταγόταν
από τη [[Χίος|Χίο]]. Νωρίς εγκαταστάθηκε στην [[Αθήνα]]. Από ό,τι γνωρίζουμε σπουδές ιδιαίτερες δεν έκανε. Τα πρώτα γράμματα τα διδάχθηκε από τον αδελφό του [[Γεώργιος Παράσχος|Γεώργιο]](1821-1886) (επίσης ποιητής). Ήταν ιδιαίτερα έξυπνος και κατόρθωσε να μορφωθεί από τις εφημερίδες και τα βιβλία τα οποία διάβαζε. Αρχικά τους στίχους του δημοσίευσε στα περιοδικά Αβδηρίτης και Χρυσαλλίς. Στα νιάτα του αναμείχθηκε στη Χρυσή Νεολαία, οργάνωση η οποία είχε αντιοθωνική δράση και εξ αιτίας της φυλακίσθηκε. Ωστόσο όταν πια πέθανε ο Όθων, μετανοιωμένος για τη στάση του έγραψε το Ελεγείον εις τον Όθωνα. Δεν εργάστηκε ποτέ του, καθώς χρήματα και φήμη του έδιναν μονάχα οι στίχοι του. Πολιτικοί της εποχής τον διόριζαν σε διάφορες θέσεις μόνο και μόνο για να εισπράττει μισθό. Όταν το [[1881]] εξέδωσε τρεις τόμους με ποιήματά του, εισέπραξε το υπέρογκο για την εποχή ποσό των 50.000 δραχμών. Ωστόσο γρήγορα το σπατάλησε και άρχισε να ζητά βοήθεια από τους φίλους του. Ταξίδεψε σε [[Ρουμανία]], [[Αίγυπτος|Αίγυπτο]], [[Γαλλία]], [[Αγγλία]] και οι εκεί Έλληνες τον υποδέχθηκαν με αγάπη.
 
Τον Παράσχο στην εποχή του,τον θεωρούσαν εθνικό ποιητή. Η φήμη του έφτασε και στο τελευταίο χωριό της Ελλάδας και όταν απάγγελε στίχους, ο κόσμος έτρεχε κοπαδιαστά να τον ακούσει. Παρόλ'αυτά η άκρως [[ρομαντισμός|ρομαντική]] του ποίηση, τα μετέπειτα χρόνια παρωδήθηκε και λησμονήθηκε. Η γλώσσα του ήταν άλλοτε η καθαρεύουσα [[καθαρεύουσα]] και άλλοτε γνήσια δημοτική (στο στίλ του Α. Βαλαωρίτη). Από τεχνικής απόψεως οι στίχοι του παρουσιάζουν κάποια ελαττώματα (χασμωδίες, επαναλλήψεις, παραγεμίσματα) και το ίδιο πολλές φορές συμβαίνει και με το περιεχόμενό τους, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν ένας χωρίς ταλέντο ποιητής. Η εποχή του σήκωνε το θλιμμένο, αισθηματικό περιεχόμενο του έργου του. Ο ποιητής χώρισε τα ποιήματά του στις ενότητες ''Δάφνες'' (πατριωτικά), ''Ιτέας'' (ελεγειακά), ''Χλόη'' (παιδαγωγικά), και ''Φύλλα'' (διάφορα).
 
Ο Εμμανουήλ Ροϊδης γράφει για τον Παράσχο: "Εις πάντα αυτού τα ποιήματα θαυμάζομεν κραυγάς ανερχομένας εις τα χείλη εκ των μυχών αληθώς αλγούσης καρδίας, ευγλώττους αποστροφάς, σφοδρότητα πάθους, μεταφοράς ποιητικωτάτας"
 
Ο Δημήτριος Βερναδάκης τον αποκάλεσε "υπέροχο" και ανάλογο θαυμασμό προς το προσωπό του έδειχνε και ο Γρηγόριος Ξενόπουλος.
 
Για τον Κωστή Παλάμά αποτέλεσε "το λυρικό ίνδαλμα των νιάτων του".
Πέθανε στις [[26 Ιανουαρίου]] του [[1895]]. Ενταφιάστηκε στο Α΄ Κοιμητήριο των Αθηνών και η κηδεία του, με είκοσι επικήδειους, συγκέντρωσε πλήθος κόσμου και έγινε παρουσία και του τότε Βασιλιά.
 
 
==Δείγμα γραφής==
'''Ασμάτιον'''
 
Τον ουρανό εκύτταζα μ' εκείνη<br>
Το γαλανό βιβλίο του Θεού,<br>
εδιάβαζα στ' αστέρια, στη σελήνη,<br>
Με την ψυχή ποιήσεις τ' ουρανού.<br>
 
Μία αργυρή σελίδα κάθε αστέρι,<br>
Κάθε του φως και στίχος φλογερός,<br>
Που του Θεού τα έγραψε το χέρι<br>
Και τραγουδάει ο έρως κι ο καιρός.<br>
 
Τα μάτια της και τ'ουρανού τ'αστέρια<br>
Σ' ακτίνα μια εσμίγαν ιερή·<br>
Έδιναν γη και ουρανό τα χέρια<br>
Στη λαμψι τους εκείνη την υγρή...
Εφίλησα τ'αστέρια στη ματιά της·<br>
Στη λάμψι της τ'Aπρίλη την αυγή,<br>
Κ' ήπια ζωή εις ένα φίλημά της,<br>
Κ' ήπια δροσιά στου ήλιου την πηγή!
 
 
{{Τα 2 ποιήματα που ακολουθούν γράφτηκαν για το θάνατο του πολυαγαπημένου του αδελφού.}}
 
 
"ΤΑ ΔΥΟ ΑΔΕΛΦΙΑ"
 
Στα μάτια δυο φαινόμασταν κι είμασταν ένα μόνο:<br>
Εσύ...εγώ, κι εγώ...εσύ· δυο άνθη σ'έναν κλώνο·<br>
Τα ίδια, απαράλλακτα· μια μυρωδιά και χρώμα<br>
Κι αγέρι ένα επνέαμε σμιγμένα στόμα-στόμα.<br>
Όποιος το ένα κοίταζε, εκοίταζε και τ'άλλο·<br>
Ήταν το ίδιο το μικρό ωσάν το πιο μεγάλο.<br>
 
Όμως αγέρι άρπαξε το ένα θυμωμένο<br>
Κι έμεινε τ'άλλο έρημο, μονάχο το καημένο.<br>
Και τι παράξενο! δεν ζει, δεν πέθανε κανένα·<br>
Το θάνατο και τη ζωή την έχουν μοιρασμένα...<br>
Ζει το νεκρό με τη ζωή του ζωντανού ακόμα<br>
Κι ειναι νεκρό το ζωντανό για τ'άλλο μες στο χώμα...<br>
Κομμάτιασ' η αγάπη τους στου Χάρου το δρεπάνι·<br>
Ποιός την αγάπη θάνατος μπορεί να την πεθάνει;<br>
Ποια δύναμις και ποιός καιρός; Εκείνοι που αγαπούνε<br>
Εκείνους που τους αγαπούν και σαν πεθάνουν ζούνε!<br>
 
Δυο ήμασταν ακόμη χθες -όμως και τώρα δυο·<br>
Και τώρα! όσο ζω θα ζεις στο μνήμα σου το κρύο.<br>
Αχ, τ'αδελφάκια μοιάζομε τα πολυαγαπημένα<br>
Τους Διοσκούρους...Έχομε το χάρο μοιρασμένα<br>
Και τη ζωή ωσάν αυτούς... Δεν πέθανες ακόμα,<br>
Έξω απ'τον τάφο βρίσκεσαι και είμαι μες στο χώμα...<br>
Πάντα μαζί μου περπατείς και κοίτομαι μαζί σου·<br>
Εγώ σου λέγω "Ξύπνησε" και συ μου λες "Κοιμήσου"...<br>
Όσο να δώσει ο καλός Θεός ν'ανταμωθούμε.<br>
Αληθινά να ζήσωμε, αλήθεια να ταφούμε!
 
 
"ΕΙΣ ΔΑΚΡΥΟΝ"
 
Ευλογημένο δάκρυο που χύνεσαι για Κείνον·<br>
Του χάρου χάρε· αλμυρό νερό της Μνημοσύνης,<br>
Όπου κρατείς αθάνατο της πίκρας μας το κρίνον,<br>
που ζωντανεύεις τους νεκρούς κι άλλη ζωή τους δίνεις·<br>
Αγαπημένο δάκρυο, ποτέ σου μη μ' αφήσεις·<br>
Αχ, μη σαν το αδέλφι μου και συ με παραιτήσεις...<br>
Σαν σ' έχω, έχω και αυτόν· εσύ 'σαι η ζωή του·<br>
Δεν είσαι δάκρυο εσύ αλλ' είσαι η ψυχή Του!
<nowiki>Εισάγετε εδώ τον αμετάφραστο κώδικα</nowiki>
 
==Εξωτερικοί σύνδεσμοι==
*[http://book.culture.gr/1935/detail.asp?ID=320 Βιογραφία και βιβλιογραφία] από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου.