Νομικός θετικισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
AndreasLadas (συζήτηση | συνεισφορές)
AndreasLadas (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 13:
Σήμερα ο θετικισμός αντιλαμβάνεται ως η αντίθεση του φυσικού δικαίου και θεωρείται πως αντιτίθεται στην ιδέα του [[θείου δικαίου]] δηλαδή του νόμου του Θεού. Παρόλα αυτά, οι πρώτοι αντιπρόσωποι του θετικισμού δεν απέρριψαν την ιδέα της θείας δίκης, αλλά '''ξεχώρισαν''' το νόμο του Θεού που κυβερνά την ηθική από τον ανθρώπινο νόμο που κυβερνά τη κοινωνία. Κατά τους θετικιστές, το δίκαιο, η ερμηνεία του και η δικαστική εξουσία έχουν δικαιοδοσία μόνο όσον αφορά τη κοινωνική και όχι την ηθική συμπεριφορά του ατόμου.
 
Κορυφαίοι εκπρόσωποι του νομικού θετικισμού στον 20ο αιώνα θεωρούνται οι [[http://en.wikipedia.org/wiki/Hans_Kelsen Χανς Κέλσεν]] (Καθαρή θεωρία του δικαίου) και [[http://en.wikipedia.org/wiki/H._L._A._Hart Χέρμπερτ Χαρτ]] (Η έννοια του δικαίου). Σε αντίθεση με τη θεωρία φυσικού δικαίου η οποία τείνει να συνδέει τα ερωτήματα ''τι είναι'' ο νόμος και ''τι πρέπει'' να είναι ο νόμος, ο θετικισμός διαχωρίζει τα δύο. Σχετικοί είναι επίσης οι όροι ''αναλυτική θεωρία δικαίου'', η θεωρία που προσπαθεί να προσδιορίσει ''τι είναι'' το δίκαιο, ιδιαίτερα μάλιστα με χρήση των εργαλείων της σύγχρονης [[αναλυτική φιλοσοφία|αναλυτικής φιλοσοφίας]], και ''κανονιστική θεωρία δικαίου'', η πολιτική και ηθική φιλοσοφία σχετικά με το ''τι πρέπει'' να είναι το δίκαιο.
 
Μπορεί να σημειωθεί ότι ο νομικός θετικισμός σε καμία περίπτωση δεν τείνει να υπερασπίζεται την εγκυρότητα ηθικά αμφισβητούμενων ή "άδικων" νομοθετημάτων. Απλά τονίζει την καταρχήν διακριτότητα δικαίου και ηθικής. Αποφεύγει εντελώς να διατυπώσει ηθικές κρίσεις, είτε θετικές είτε αρνητικές, είτε προς την υπεράσπιση είτε προς την αμφισβήτηση της εγκυρότητας του νομικού συστήματος γενικά, ή των δικαστικών αποφάσεων πιο συγκεκριμένα. Αξιολογικές κρίσεις δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται από δικαστές και δικηγόρους για την ερμηνεία του νόμου, ούτε καν ακόμη για τη πιθανή διόρθωση των ατελειών του νόμου. Εκτός πιθανά από αυτές που προβλέπονται στο ίδιο το ισχύον δίκαιο, όπως πχ η αναφορά στα "χρηστά ήθη" στον ελληνικό αστικό κώδικα.