Εκλογικός νόμος 1907/1990: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Teles~elwiki (συζήτηση | συνεισφορές)
Μικροσυμπληρώσεις
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
Οι εκλογές της [[7 Μαρτίου|7ης Μαρτίου]] [[2004]] που ανέδιξανανέδειξαν νικήτήνικητή τον [[Κωνσταντίνος Α. Καραμανλής|Καραμανλή]] διεξήχθησαν με το εκλογικό σύστημα της [[Ενισχυμένη αναλογική|ενισχυμένης αναλογικής]] που ψήφισε η [[Κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη (13 Απριλίου 1990)|κυβέρνηση]] [[Κωνσταντίνος Μητσοτάκης|Μητσοτάκη]] λίγο μετά την άνοδό της στην εξουσία με το νόμο 1907/1990. Με το ίδιο σύστημα διεξήχθησαν και οι [[Ελληνικές βουλευτικές εκλογές 1993|εκλογές του 1993]], του [[Ελληνικές βουλευτικές εκλογές 1996|1996]] και του [[Ελληνικές βουλευτικές εκλογές 2000|2000]].
 
Σύμφωνα με τον νομοθέτη στόχος της εφαρμογής αυτού του εκλογικού νόμου είναι η ανάδειξη ισχυρής και αυτοδύναμης κυβέρνησης με την λογική ότι το πρώτο κόμμα μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση ακόμα και αν έχει διαφορά από το δεύτερο κόμμα μικρότερη του 1%.
Γραμμή 14:
Η λεγόμενη "[[εξομάλυνση]]" της αντιστοιχίας ψήφων και εδρών αποτελεί μοναδική καινοτομία του εκλογικού μας συστήματος. Η ρύθμιση αυτή εξασφαλίζει στα κόμματα που εκπροσωπούνται στη Βουλή΄το 70% των εδρών που θα ελάμβαναν ανάλογα με τους ψήφους που έλαβαν.
 
Το κόμμα που δεν έχει εκλέξει τόσους βουλευτές, όσους αναλογούςαναλογούν στις ψήφους του, λαμβάνει επιπλέον τόσες έδρες, όσες απαιτούνται για να φτάσει το 70%. Η συγκεκειμένησυγκεκριμένη ρύθμιση εφαρμόζεται πρώτα στο μικρότερο κόμμα που εισέρχεται στη Βουλή και οι πρόσθετες έδρες αφαιρούνται από το αμέσως επόμενο. Αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία για το μικρότερο, συνεχίζεται για το αμέσως επόμενο κόμμα.
 
Ουσιαστικά ο "χαμένος" της εξομάλυνσης είναι το δεύτερο κόμμα, επειδή μικρότερα παίρνουν τις παραπάνω έδρες από το αμέσως επόμενο σε δύναμη κόμμα, η εξομάλυνση δεν εφαρμόζεται στο δεύτερο κόμμα που δεν μπορεί να αναπληρώσει τις απώλειές του σε έδρες.