Φανατισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Skydrake (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Αναγάγεται η ετυμολογία στην Ελληνική.
Γραμμή 1:
{{Πηγές|02|01"2013}}
 
Ο '''Φανατισμός''' που ως όρος προέρχεται εκ της [[λατινικά|λατινικής]] λέξης "fanum" (=ιερόν), σημαίνει την μετ' εγωισμού και εμπάθειας προσήλωση σε κάποιες αντιλήψεις, ανεξάρτητα απ' το αν αυτές είναι ορθές ή όχι. Πιθανότερη προέλευση του "fanum" η εκ της [[ελληνικά|ελληνικής]] "φανός" (φαίνω=φωτίζω) και παραπέμπει σε ιερά τελετή ή μυσταγωγία συνοδευόμενη κατά κανόνα με πυρσούς.
 
Στην [[αρχαία Ρώμη]], fanotici (=θρησκόληπτοι, θρησκομανείς, μανιώδεις) καλούνταν οι προσερχόμενοι στο βωμό της θεάς του πολέμου [[Μπελλόνα]], οι οποίοι παρέμεναν εκεί και, καταλαμβανόμενοι από ένθεη μανία, προέβαιναν σε διάφορες φρικαλεότητες μπροστά στους διερχόμενους θεατές, διαπερνώντας τα μέλη του σώματός τους με ξίφη ή αποσπώντας τεμάχια των σαρκών τους προς τιμή της θεάς, χωρίς να λείπουν βέβαια και οι μεταξύ τους απατεώνες, παραλλαγές των οποίων συναντώνται σήμερα σε χώρες της νότιας Ασίας.