Διαταραχή πανικού: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Αφαίρεση μορφών νεύρωσης εξαιτίας έλλειψης αξιόπιστων πηγών που να πιστοποιούν τη σωστή απόδοση στα Ελληνικά.
Γραμμή 16:
Κλινικές περιγραφές των συνθηκών, οι οποίες σήμερα θα εντασσόταν στα πλαίσια της διαταραχής πανικού, εμφανίζονται στην ιατρική βιβλιογραφία κατά το δεύτερο μισό του δεκάτου ενάτου αιώνα. Το 1871, ο Jacob Da Costa, όνομασε ως «υπερευαίσθητη καρδιά», ένα σύνδρομο που είχε παρατηρήσει μεταξύ των στρατιωτών και το οποίο χαρακτηριζόταν από οξεία συμπτώματα του καρδιοαναπνευστικού και του αυτόνομου νευρικού συστήματος. Ο Krishaber είχε χαρακτηρίσει ως «εγκεφαλοκαρδιακή νευροπάθεια», μία διαταραχή που εμφανιζόταν ξαφνικά και συνοδευόταν από ιλίγγους, συμπτώματα του αυτόνομου νευρικού συστήματος και αίσθηση εξωπραγματικότητας. Το 1872, πρώτος ο Westphal χρησιμοποίησε τον όρο «αγοραφοβία» για να περιγράψει τον, αιφνίδιο και δίχως ουσιαστικό λόγο, φόβο που βίωναν ορισμένα άτομα κατά την παραμονή τους σε ανοιχτούς χώρους, πλατείες, δρόμους και θέατρα.
 
Η πρώτη συστηματική ταξινόμηση της διαταραχής πανικού και γενικότερα των διαταραχών άγχους, πραγματοποιήθηκε το 1894 από τον [[Σίγκμουντ Φρόυντ]] που επινόησε τον όρο «αγχώδης νεύρωση» για να περιγράψει μια σειρά κλινικών καταστάσεων που χαρακτηρίζονται από άγχος μαζί με φοβικά και υποχονδριακής φύσεως στοιχεία. Ο Φρόυντ, ο οποίος για πρώτη φορά συσχέτισε την αγοραφοβία με τις κρίσεις πανικού, έδωσε μια ακριβή περιγραφή των κλινικών πτυχών της αγχώδους νεύρωσης στην οποία διέκρινε διάφορες μορφές: την αγωνιώδης νέυρωση, τη φοβική νεύρωση, την υστερική νεύρωση και την ιδεοληπτική νεύρωση. Ο Φρούντ θεωρούσε το άγχος ως αποτέλεσμα μιας ψυχικής σύγκρουσης. Με βάση τις θεωρίες του Φρόυντ και τις περιορισμένες γνώσεις γύρω από την νευροβιολογία, η ιδανική θεραπεία της διαταραχής πανικού ήταν η ψυχανάλυση, της οποίας στόχος δεν ήταν η απομάκρυνση του άγχους αλλά ο χειρισμός του ώστε το ίδιο το άγχος να χρησιμεύσει ως οδηγός για τη διερεύνηση της εσωτερικής σύγκρουσης που το προκάλεσε.
 
Τη δεκαετία του '60, στοιχεία που προέκυψαν από έρευνες και κλινικο-φαρμακολογικές μελέτες άνοιξαν το δρόμο για τον εντοπισμό διαφόρων ανεξάρτητων διαταραχών, έξω από τα γενικά πλάισια της νεύρωσης. Το 1962, ο Donald Klein παρατήρησε ότι η ιμιπραμίνη, είχε την ικανότητα να εμποδίζει τις κρίσεις πανικού, κάνοντας μια «φαρμακολογική τομή» ανάμεσα στη διαταραχή πανικού και τις άλλες εκδηλώσεις άγχους και αναγνώρισε την κεντρική θέση που κατείχαν στη ίδια διαταραχή, οι κρίσεις πανικού.