Χανάτο της Κοκάνδης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 28:
Από την Κοκάνδη, ο πολέμαρχος Τζαχανγκίρ Χότζα, με την υποστήριξη των Τατζίκων (ανατολικού ιρανικού λαού), Κιργιζίων (τουρκογενούς λαού) και μαχητών των Λευκών Ορέων, κατέλαβε την πόλη Κασγκάρ το 1826 και συνέλαβε αρκετές εκατοντάδες μουσουλμάνων Κινέζων (οι γνωστοί ως Χούι, ομιλούντες την κινεζική γλώσσα αλλά ξένης, μουσουλμανικής καταγωγής, διαφορετικοί από την πλειοψηφία των Κινέζων Χαν της σημερινής Κίνας), οι οποίοι στη συνέχεια πουλήθηκαν ως σκλάβοι στις αγορές της Κοκάνδης.
 
Ο γιος του Ναρμπούτα, Αλίμ, ήταν ικανός αλλά και ανηλεήςανελέητος. Προσέλαβε ένα στρατό από Τατζίκους ορεσίβιους και κατέκτησε το δυτικό μισό της κοιλάδας Φεργκάνα, μαζί με τις πόλεις [[Τασκένδη]] και [[Χουτζάντ]]. Δολοφονήθηκε από τον αδελφό του Ομάρ το 1809. Ο γιος του Ομάρ, Μοχάμμεντ Αλί (Μανταλί Χαν), ανέβηκε στο θρόνο το 1821 σε ηλικία 12 ετών. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, το Χανάτο της Κοκάνδης έφτασε στη μεγαλύτερη εδαφική του επέκταση. Το 1841, ο Βρετανός λοχαγός Άρθουρ Κόνολι, απέτυχε στην προσπάθειά του να πείσει τα διάφορα χανάτα να παραμερίσουν τις διαφορές τους, σε μια προσπάθεια να αποτελέσουν ανάχωμα στην αυξανόμενη διείσδυση των Ρώσων στην περιοχή της Κεντρικής Ασίας. Το Νοέμβριο του 1841 άφησε την Κοκάνδη για να μεταβεί στη [[Μπουχάρα]], σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να σώσει το φίλο του, συνταγματάρχη Τσαρλς Στόνταρντ, και οι δύο όμως τελικώς εκτελέστηκαν το 1842 από τον Μοχάμμεντ Αλί.
 
Παρά τις προσπάθειες της χήρας του Ομάρ, της φημισμένης ποιήτριας Ναντίρα, ο γιος της, Μοχάμμεντ Αλί, ήταν υπέρμετρα ανελέητος και ακόλαστος, δίδοντας έτσι το κατάλληλο πρόσχημα στον εμίρη Νασρουλάχ Χαν της Μπουχάρας να εισβάλει στην Κοκάνδη το 1842. Οι κάτοικοι της Κοκάνδης σύντομα εξεγέρθηκαν, εγκαθιστώντας το Σιρ Αλί, ξάδελφο του Μοχάμμεντ Αλί, στο θρόνο.