Φιλελεύθερη αρχή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
συνδ
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
{{συγχώνευση|Συνταγματικό Δίκαιο}}
Η κλασική διατύπωση της '''φιλελεύθερης αρχής''' είναι πως «ό,τι δεν απαγορεύεται επιτρέπεται»<ref>Π. Φουντεδάκη, [http://dikaio.panteion.gr/index.php/tmima/proptyxiaka-mathimata/214--------2011 Συνταγματικό Δίκαιο ΙΙ], Πανεπιστημιακές παραδόσεις, 2011.</ref> και παρά τη γενικότητα της διατύπωσης έχει συγκεκριμένη νομική έννοια η οποία αφορά τα ατομικά δικαιώματα. Σημαίνει ότι ισχύει πλήρης κατοχύρωση της [[ελευθερία]]ς και των [[Δικαίωμα|δικαιωμάτων]] εκτός αν υπάρχει ρητός περιορισμός τους από τον νόμο και τη [[νομολογία]]. Η αρχή αυτή προέρχεται από το [[αγγλοσαξωνικό δίκαιο|αγγλικό δίκαιο]], στο οποίο τα ατομικά δικαιώματα προσδιορίστηκαν και εφαρμόστηκαν από τα δικαστήρια (common law) κατά τη διάρκεια μακράς ιστορικής εξέλιξης.
 
Η φιλελεύθερη αρχή συνδέεται με την αρχή του [[κράτος δικαίου|κράτους δικαίου]] κατά τον εξής τρόπο: Κράτος δικαίου μπορούμε να πούμε απλουστευτικά ή σχηματικά ότι σημαίνει σταθερότητα νομικών κανόνων. Δηλαδή να μη μπορεί ούτε ο νομοθέτης, ούτε η κυβέρνηση, ούτε ο δικαστής να εισάγουν "εύκολα" εξαιρέσεις στους υπάρχοντες νόμους και κυριότερα εξαιρέσεις στα συνταγματικά ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες. Η φιλελεύθερη αρχή - in dubio pro libertate - σημαίνει ότι όταν υπάρχει αμφιβολία κατά κανόνα υπερισχύει η ελευθερία, δηλαδή το σύνταγμα. Φυσικά πάντα το σύνταγμα υπερισχύει του απλού νόμου, αλλά συζητάμε εδώ για περιπτώσεις που είναι αμφιλεγόμενες νομικά και πχ κρίνεται τυχόν αντί-συνταγματικότητα ή όχι κάποιου νόμου. Τότε, σύμφωνα με τη φιλελεύθερη αρχή, τυχόν νέοι νόμοι που εισάγουν περιορισμούς στις ατομικές ελευθερίες τείνουν να είναι αντισυνταγματικοί. Η αντίρροπη αρχή - in dubio pro legislatore (όταν σε αμφιβολία υπερισχύει ο νομοθέτης) - τείνει να ενδυναμώνει τον ''κοινό'' νομοθέτη (ας πούμε την απλή πλειοψηφία) και να απο-δυναμώνει το σύνταγμα. Έχει την έννοια ότι τουλάχιστον σε δημοκρατικά καθεστώτα ο νομοθέτης (η βουλή) εκφράζει τη λαϊκή βούληση και επομένως «γιατί να περιορίζεται η λαϊκή βούληση από το σύνταγμα;». Μια απάντηση είναι ότι η αυξημένη συντακτική πλειοψηφία εκφράζει τη συνολική συναίνεση μεγαλύτερου φάσματος της κοινωνίας από την απλή πλειοψηφία και άρα είναι πιο "δημοκρατικό" να υπερισχύει το σύνταγμα.