Παύλος Καλλιγάς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Bikelas1 (συζήτηση | συνεισφορές)
μ έγραψε ιστορικές και φιλοσοφικές μελέτες.
Γραμμή 8:
}}
 
Ο '''Παύλος Καλλιγάς''' ([[1814]] - [[16 Σεπτεμβρίου]] [[1896]]<ref>[http://asiaminor.ehw.gr/Forms/fLemmaBody.aspx?lemmaid=4696 Βιογραφικό] στην Εγκυκλοπαίδεια του Μείζονος Ελληνισμού.</ref>) ήταν Έλληνας νομικός, οικονομολόγος, ιστορικός, λογοτέχνης και πολιτικός. Κατά τη διάρκεια της πολιτικής σταδιοδρομίας του διετέλεσε βουλευτής, υπουργός σε αρκετές κυβερνήσεις, πρόεδρος της [[Βουλή των Ελλήνων|Βουλής των Ελλήνων]] και διοικητής της [[Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος|Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος]].
 
== Βιογραφικά στοιχεία ==
 
Γεννήθηκε στη [[Σμύρνη]] και ήταν γιος του Παναγή Άννινου,( Κεφαλλονίτης έμπορος) γόνου αρχοντικής οικογένειας από τα Καλλιγάτα της [[Κεφαλονιά|Κεφαλονιάς]], και της Σοφίας Μαυρογορδάτου από τη [[Σμύρνη]]. Είχε μία αδελφή, τη Μαρία, σύζυγο του [[Νικόλαος Κωστής|Νικολάου Κωστή]], η οποία διατήρησε το επώνυμο Άννινος, ενώ ο Παύλος προτίμησε το προσωνύμιο Καλλιγάς. Μεγάλωσε στην [[Τεργέστη]], όπου κατέφυγε η οικογένειά του, μετά το ξέσπασμα της επανάστασης του 1821. Φοίτησε στην Φλαγγίνειο Σχολή της [[Βενετία|Βενετίας]] και στο Λύκειο Heyer της [[Γενεύη|Γενεύης]] και το [[1834]] εγκαταστάθηκε στο [[Μόναχο]] για να σπουδάσει νομικά, φιλοσοφία και ιστορία στο [[Πανεπιστήμιο του Μονάχου|τοπικό πανεπιστήμιο]]. Στη συνέχεια συμπλήρωσε τις σπουδές του στο [[Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης|πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης]], του οποίου αναγορεύθηκε διδάκτωρ Νομικών Επιστημών.
 
Απεβίωσε τον Σεπτέμβριο του [[1896]] στο [[Νέο Φάληρο]] και ενταφιάστηκε στο [[Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών]]. Ήταν παντρεμένος με την Μαρία Μανούση από τη [[Σιάτιστα]], την οποία γνώρισε στην [[Τεργέστη]], και είχαν αποκτήσει τρεις γιους: τον [[Πέτρος Καλλιγάς|Πέτρο Καλλιγά]], πολεοδόμο & πολιτικό, τον Γεώργιο Καλλιγά, δικηγόρο, και τον Αλέξανδρο Καλλιγά, αξιωματικό του Ιππικού. Εγγονοί του ήταν ο βυζαντινολόγος [[Μαρίνος Καλλιγάς]] και ο ζωγράφος [[Παύλος Π. Καλλιγάς]] και τρισέγοννός του ο [[Παύλος Γερουλάνος]].
 
== Ακαδημαϊκή καριέρα ==
 
Το [[1838]] εξελέγη υφηγητής του Φυσικού Δικαίου στη [[Τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών|Νομική Σχολή]] του [[Πανεπιστήμιο Αθηνών|Πανεπιστημίου Αθηνών]], θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το [[1845]], οπότε και απολύθηκε από τον [[Ιωάννης Κωλέττης|Ιωάννη Κωλέττη]]. Κατά τη διάρκεια της μικρής αυτής θητείας δίδαξε διεθνές δίκαιο και το [[1842]] έγινε επίτιμος καθηγητής του Ρωμαϊκού Δικαίου. Μετά την απόλυσή του εισήλθε στον δικαστικό κλάδο διατελώντας αντιεισαγγελέας του [[Άρειος Πάγος|Αρείου Πάγου]] ([[1851]] - [[1854]]). Το 1854 επανήλθε στην θέση του στο Πανεπιστήμιο και το [[1862]] διορίστηκε τακτικός καθηγητής. Το [[1879]] μετά την συνταξιοδότησή του από το πανεπιστήμιο, η σύγκλητος τον αναγόρευσε σε επίτιμο καθηγητή. Χρημάτισε κοσμήτορας της Νομικής Σχολής Αθηνών ([[1844]] - [[1845]], [[1865]] - [[1866]], [[1872]] - [[1873]], [[1877]] - [[1878]]) ενώ την περίοδο [[1869]] - [[1870]] χρημάτισε πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ως νομικός συμμετείχε στην επιτροπή σύνταξης του Αστικού Κώδικα ([[1849]]).
 
Παράλληλα με την ακαδημαϊκή του καριέρα άσκησε το δικηγορικό επάγγλεμα αναλαμβάνοντας σημαντικές υποθέσεις της εποχής. Υπήρξε νομικός σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος.
 
Είχε πλούσιο συγγραφικό έργο. Εξέδωσε μεταξύ άλλων το ''Σύστημα Ρωμαϊκού Δικαίου καθ' ά εν Ελλάδι πολιτεύεται'' (5 τόμοι, [[1848]] - [[1855]]), τη ''Νεαρά περί εξυβρίσεων και περί τύπου'', το ''Περί συντάξεως πολιτικού κώδικος εις την Ελλάδα'' κ.α.και έγραψε
 
ιστορικές και φιλοσοφικές μελέτες.
 
== Πολιτική σταδιοδρομία ==
 
Το [[1843]] εξελέγη πληρεξούσιος του [[Πανεπιστήμιο Αθηνών|Πανεπιστημίου Αθηνών]] στην [[Η της Γ’ Σεπτεμβρίου εν Αθήναις Εθνική των Ελλήνων Συνέλευσις|Εθνοσυνέλευση του 1843]] και το [[1862]] πληρεξούσιος Αττικής στην [[Η εν Αθήναις Β' Εθνική των Ελλήνων Συνέλευσις|Β΄ Εθνοσυνέλευση]]. Στις [[Ελληνικές βουλευτικές εκλογές 1879|εκλογές του 1879]] επανεξελέγη βουλευτής Αττικής, όπως και σε αυτές του [[Ελληνικές βουλευτικές εκλογές 1881|1881]], απέτυχε όμως να εκλεγεί σε [[Ελληνικές βουλευτικές εκλογές 1885|αυτές]] του [[Ελληνικές βουλευτικές εκλογές 1885|1885]]. Μετά την αποτυχία του στις εθνικές εκλογές αποσύρθηκε από την ενεργό πολιτική. Κατά τη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας κλήθηκε να αναλάβει αρκετές φορές υπουργικά χαρτοφυλάκια. Διετέλεσε υπουργός Δικαιοσύνης στις κυβερνήσεις [[Κυβέρνηση Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου 1854|Μαυροκορδάτου]] ([[1854]]) και [[Κυβέρνηση Αλέξανδρου Κουμουνδούρου Μαρτίου 1865|Κουμουνδούρου]] ([[1865]]), υπουργός Εξωτερικών στις κυβερνήσεις [[Προσωρινή Κυβέρνησις της Ελλάδος (1862)|του 1862]], [[Κυβέρνηση του Οροπεδίου|Μπενιζέλου Ρούφου]] ([[1863]]) και [[Κυβέρνηση Ζηνοβίου Βάλβη 1864|Ζηνοβίου Βάλβη]] ([[1864]]) καθώς και υπουργός Οικονομικών στην [[Κυβέρνηση Χαρίλαου Τρικούπη 1882|κυβέρνηση Τρικούπη]] ([[1882]]). Υπήρξε από τους στενότερους συνεργάτες του Χ. Τρικούπη.
 
Τον Νοέμβριο του [[1883]] εξελέγη πρόεδρος της [[Βουλή των Ελλήνων|Βουλής των Ελλήνων]] και επενεξελέγη το [[1884]] παραμένοντας μέχρι την λήξη της θητείας του, το [[1885]]. Ως πληρεξούσιος της Εθνοσυνέλευσης του [[1862]] συνέβαλε σημαντικά στην διαμόρφωση του [[Σύνταγμα της Ελλάδας|Συντάγματος του 1864]], ανήκε δε στην παράταξη των Πεδινών. Μετά την αποτυχία του στις εκλογές του 1885 διορίστηκε το ίδιο έτος υποδιοικητής της [[Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος|Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος]] ανερχόμενος το [[1890]] στην θώκο του διοικητή, στον οποίο και παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του, το [[1896]].
Γραμμή 34 ⟶ 35 :
Υπήρξε δραστήριο μέλος της αθηναϊκής κοινωνίας συμμετέχοντας σε φιλολογικούς και επιστημονικούς συλλόγους. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρώτος πρόεδρος ([[1875]] - [[1881]]) της [[Αθηναϊκή Λέσχη|Αθηναϊκής Λέσχης]], μέλος του διοικητικού συμβουλίου της [[Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος|Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος]] ([[1851]] - [[1885]]), αντεπιστέλλον μέλος της ''Εταιρείας των Φίλων της Επιστήμης'' ([[Κέρκυρα]]), πρόεδρος του σωματείου Εθνική Άμυνα καθώς και ιδρυτής, μαζί με τον [[Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος|Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο]], του ''Συλλόγου προς διάδοσιν των ελληνικών γραμμάτων''. Να σημειωθεί ότι με τον τελευταίο διαφωνούσε ως προς την ενότητα του Μεσαιωνικού και του Νέου Ελληνισμού. Ο Καλλιγάς εμφορούμενος από ''πολιτειοκρατικές'' απόψεις σχετικά με τις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας, στη διαμάχη [[Θεόκλητος Φαρμακίδης|Φαρμακίδη]] και [[Κωνσταντίνος Οικονόμος|Οικονόμου]] υποστήριξε τον Φαρμακίδη. Μάλιστα στα προλεγόμενα της μετάφρασης του έργου του Φρειδερίκου Wiener ''Περί των συλλογών και κανόνων της Εκκλησίας'', υποστήριξε την υπαγωγή της Εκκλησίας στην Πολιτεία όπως ενός ''κοινού σωματείου''. Δεχόταν ως θεμελιώδες αξίωμα το αυτοκέφαλο, αλλά και την μη ανάμιξη της θρησκείας και της πολιτικής.<ref>Παναγιώτης Μπρατσιώτης, «Ο Παύλος Καλλιγάς ως χριστιανός επιστήμων (1814-1896)», Θεολογία τομ.22 (1951), σελ.34</ref>
 
Ο Παύλος Καλλιγάς παρ' όλη την πολιτική του δραστηριότητα, ανέπτυξε πλούσια συγγραφική δραστηριότητα στον τομέα της ιστορίας, του δικαίου και της λογοτεχνίας. Δημοσίευσε, μεταξύ άλλων, το ''«Οι τρεις ιεαρατικοί βαθμοί της Εκκλησίας»'' κ.ά. Στον τομέα της ιστορίας εξέδωσε το ''«Η εξάντλησις των κομμάτων, ήτοι ηθικά γεγονότα της κοινωνίας μας»'' ([[1842]]), ''«Μελέται βυζαντινής ιστορίας από της πρώτης μέχρις της τελευταίας αλώσεως 1204-1453»'' ([[1894]]) ενώ δημοσίευσε στο περιοδικό ''[[Πανδώρα (περιοδικό)|Πανδώρα]]'' το μυθιστόρημά του ''Θάνος Βλέκας'' το οποίο θεωρείται ως ένα από τα σημαντικότερα έργα της [[ελληνική πεζογραφία 1830-1880|πεζογραφίας της περιόδου 1830-1880]]<ref>Τ. Καγιαλής, «Παύλος Καλλιγάς», ''Η παλαιότερη πεζογραφία μας'' τ. Δ΄, εκδ. Σοκόλη, σελ. 173</ref>. Υπήρξε πάντοτε στην ζωή του Φιλελεύθερος και Ευρωπαϊστής.
 
[[Αρχείο:Paulos Kalligas - ypografi.JPG|thumb|right|300px|Η υπογραφή του Παύλου Καλλιγά]]