Αντόν Ρουμπινστάιν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Bach (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ μικρή επιμέλεια - συγχαρητήρια στον αρχικό συντάκτη!
Γραμμή 1:
[[Αρχείο: Rubinstein-Anton.jpg|thumb|250px|right|Ο Αντόν Ρουμπινστάιν]]
Ο '''Αντόν Γκριγκόρεβιτς Ρουμπινστάιν''' (ρωσικά: Анто́н Григо́рьевич Рубинште́йн), Βιχβάτινετς (Выхватинцы) (σημερινό Οφατίντι στη [[Μολδαβία]]), [[16 Νοεμβρίου]]/[[28 Νοεμβρίου]] <ref>Ιουλιανό/Γρηγοριανό ημερολόγιο αντίστοιχα</ref> [[1829]] - [[Πέτερχοφ|Πετερχόφ]] (Петерго́ф), [[8 Νοεμβρίου|3]]/[[20 Νοεμβρίου]] [[1894]], ήταν [[Ρωσία|Ρώσος]] [[πιάνο|πιανίστας]], συνθέτης, [[διευθυντής ορχήστρας]] και εκπαιδευτικός, από τους σπουδαιότερους της εποχής του και ιδρυτής του περίφημου Ωδείου της Αγίας Πετρούπολης.
 
Ως πιανίστας, ο Ρουμπινστάιν συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγάλων βιρτουόζων του 19ου αιώνα. Έγινε διάσημος για κάποια εντυπωσιακά ρεσιτάλς[[ρεσιτάλ]] -επτά, μεγάλης εμβέλειας, συνεχόμενες «σειρές»- που κάλυπταν την ιστορία της μουσικής που είχε γραφεί για το πιάνο. Τις εμφανίσεις αυτές, πραγματοποίησε σε περιοδείες σε όλη τη Ρωσία, την Ανατολική Ευρώπη αλλά και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
 
Αν και είναι περισσότερο γνωστός ως πιανίστας και εκπαιδευτικός -κυρίως λόγω του ότι υπήρξε καθηγητής σύνθεσης του [[Τσαϊκόφσκι]]-, ο Ρουμπινστάιν ήταν επίσης ένας παραγωγικός συνθέτης για μια μεγάλη περίοδο της ζωής του. Μεταξύ άλλων, συνέθεσε πολλές όπερες, πέντε κονσέρτακοντσέρτα για πιάνο, έξι συμφωνίες και μεγάλο αριθμό έργων μουσικής δωματίου (βλ. Εργογραφία).
 
Η προσωπικότητά του ήταν εξαιρετικά χαρισματική αλλά και «δύσκολη». Τον διέκρινε η μεγάλη σωματική του αντοχή, η ευαισθησία και το πηγαίο χιούμορ του.
*{{απόσπασμα|''Οι Ρώσοι με λένε Γερμανό, οι Γερμανοί με αποκαλούν Ρώσο, οι Εβραίοι Χριστιανό και οι Χριστιανοί, Εβραίο. Οι πιανίστες με θεωρούν συνθέτη και οι συνθέτες, πιανίστα. Οι κλασικιστές με αποκαλούν φουτουριστή και οι φουτουριστές με θεωρούν αντιδραστικό. Το συμπέρασμά μου είναι ότι δεν είμαι ούτε ψάρι ούτε πουλί, ... ένα θλιβερό άτομο''.|Anton Rubinstein, Gedankenkorb (1897)}}
 
Anton Rubinstein, Gedankenkorb (1897)
==Βιογραφικά στοιχεία==
===Παιδί «θαύμα»===
Ο Ρουμπινστάιν γεννήθηκε από εβραίουςΕβραίους γονείς στο Βιχβάτινετς (τότε στην περιοχή Ποντόλσκ της Ρωσίας, σήμερα ως Οφατίντι στην Υπερδνειστερία της Μολδαβίας), στις όχθες του ποταμού Δνείστερου. Πριν γίνει 5πέντε ετών, ο από πατέρα παππούς του, επέβαλε σε όλα τα μέλη της οικογένειας την μεταστροφή από τον Ιουδαϊσμό στη ρωσική Ορθοδοξία. Ο ίδιος ο Αντόν, αν και μεγάλωσε ως Χριστιανός, θα γίνει αργότερα άθεος. <ref>Taylor, p. 280</ref> Ο πατέρας του άνοιξε ένα εργοστάσιο κατασκευής μολυβιών στη Μόσχα. Η μητέρα του, πολύ καλή μουσικός, άρχισε να τού παραδίδει μαθήματα πιάνου από τα πέντε του χρόνια, έως ότου ο καθηγητής Αλεξάντερ Βιλλουάν (Alexander Villoing) τον άκουσε και, δέχθηκε να τον κάνει μαθητή του αμισθί. Έκανε την πρώτη δημόσια εμφάνισή του σε μια φιλανθρωπική συναυλία σε ηλικία 9εννέα ετών και, αργότερα το ίδιο έτος, η μητέρα του τον έστειλε μαζί με τον καθηγητή του στο [[Παρίσι]], για να εγγραφεί στο [[Ωδείο τουτων ΠαρισιούΠαρισίων]], αλλά οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες.
 
Έμειναν, ωστόσο, στη γαλλική πρωτεύουσα για ένα χρόνο και, τον Δεκέμβριο του 1840, ο Αντόν έπαιξε στην [[Αίθουσα Εράρ]] (''Salle Erard''). Στο κοινό που παρακολούθησε τη συναυλία βρίσκονταν ο [[Φρεντερίκ Σοπέν]] με τον [[Φραντς Λίστ]]. Ο πρώτος κάλεσε τον εντεκάχρονο στο στούντιό του να παίξει και ο Λιστ συμβούλευσε τον Βιλλουάν να τον πάει στη Γερμανία για να σπουδάσει σύνθεση. Όμως, ο Βιλλουάν οργάνωσε για τον Αντόν μια εκτενή περιοδεία συναυλιών στην Ευρώπη και τη Δυτική Ρωσία, μετά από την οποία επέστρεψαν στη Μόσχα τον Ιούνιο του 1843. Στο μεταξύ, εμφανίστηκε ένα ακόμη ταλέντο στην οικογένεια, ο μικρότερος κατά έξι χρόνια Νικολάι. Αποφασισμένη να συγκεντρώσει χρήματα για τις μουσικές σπουδές και των δύο, η μητέρα τους έστειλε πάλι τον Αντόν και τον Βιλλουάν σε μια περιοδεία στη Ρωσία, μετά από την οποία τα αδέλφια, 14 και 8 ετών αντίστοιχα, πήγαν στην Αγία Πετρούπολη για να παίξουν για τον Τσάρο [[Νικόλαος Α΄ της Ρωσίας|Νικόλαο Α 'Α΄]] και την αυτοκρατορική οικογένεια, στα φημισμένα Χειμερινά Ανάκτορα. <ref>Sachs, p. 65-8</ref>
 
Έμειναν, ωστόσο, στη γαλλική πρωτεύουσα για ένα χρόνο και, τον Δεκέμβριο του 1840, ο Αντόν έπαιξε στην Αίθουσα Εράρ (Salle Erard). Στο κοινό που παρακολούθησε τη συναυλία βρίσκονταν ο Σοπέν με τον Λίστ. Ο πρώτος κάλεσε τον εντεκάχρονο στο στούντιό του να παίξει και ο Λιστ συμβούλευσε τον Βιλλουάν να τον πάει στη Γερμανία για να σπουδάσει σύνθεση. Όμως, ο Βιλλουάν οργάνωσε για τον Αντόν μια εκτενή περιοδεία συναυλιών στην Ευρώπη και τη Δυτική Ρωσία, μετά από την οποία επέστρεψαν στη Μόσχα τον Ιούνιο του 1843. Στο μεταξύ, εμφανίστηκε ένα ακόμη ταλέντο στην οικογένεια, ο μικρότερος κατά έξι χρόνια Νικολάι. Αποφασισμένη να συγκεντρώσει χρήματα για τις μουσικές σπουδές και των δύο, η μητέρα τους έστειλε πάλι τον Αντόν και τον Βιλλουάν σε μια περιοδεία στη Ρωσία, μετά από την οποία τα αδέλφια, 14 και 8 ετών αντίστοιχα, πήγαν στην Αγία Πετρούπολη για να παίξουν για τον Τσάρο [[Νικόλαος Α΄ της Ρωσίας|Νικόλαο Α ']] και την αυτοκρατορική οικογένεια, στα φημισμένα Χειμερινά Ανάκτορα. <ref>Sachs, p. 65-8</ref>
===Στο Βερολίνο===
[[Αρχείο: Rubinstein N & A Postcard-1910.jpg|thumb|250px|right|Τα αδέλφια, Νικολάι (αριστερά) και Αντόν Ρουμπινστάιν]]
Την άνοιξη του 1844, ο Αντόν, ο Νικολάι, η μητέρα τους και η αδελφή τους ταξίδεψαν όλοι μαζί στο Βερολίνο. Εκεί συναντήθηκαν με τους [[Φέλιξ Μέντελσον]] και [[Τζάκοπο Μέγιερμπερ]] και είχαν την αμέριστη υποστήριξή τους, ιδιαίτερα του πρώτου, ο οποίος είχε ακούσει τον Αντόν, όταν είχε περιοδεύσει με τον Βιλλουάν. Ο Μέντελσον είπε ότι τα αδέλφια χρειάζονταν περαιτέρω μελέτη στο πιάνο και έστειλε τον Νικολάι στον Τ. Κούλακ (Theodor Kullak) για διδασκαλία. Ο Μέγιερμπερ τους πρότεινε τον Ζίγκφριντ Ντεν (Siegfried Dehn) για περαιτέρω σπουδές στη σύνθεση και τη θεωρία. <ref>Sachs, p. 67-8</ref>
 
Το καλοκαίρι του 1846, ο πατέρας του Αντόν αρρώστησε σοβαρά, οπότε ο ίδιος έμεινε στο [[Βερολίνο]], ενώ η μητέρα , η αδελφή και ο αδελφός του, επέστρεψαν στη Ρωσία. Στην αρχή συνέχισε τις σπουδές του με τον Ντεν, αλλά κατόπιν αποφάσισε να ακολουθήσει σοβαρότερες σπουδές με τον [[Άντολφ Μαρξ]] (Adolf Bernhard Marx). ΤώραΠλέον είναι 17 ετών και ξέρει ότι δεν μπορεί πλέον να συνεχίσει ως «παιδί-θαύμα». Παραδίδοντας μαθήματα για να βιοποριστεί, αναζήτησεαναζητά και βρήκεβρίσκει τον Λιστ στη [[Βιέννη]], ελπίζοντας ότι θα τον δεχτεί ως μαθητή του. Ωστόσο, μετά από κάποια ακρόαση, ο Λιστ φέρεται να είπε: «Ένας ταλαντούχος άνθρωπος πρέπει να κατακτά το στόχο της φιλοδοξίας του, με αποκλειστικά τις δικές του δυνάμεις». Σε αυτή τη φάση της ζωής του, ο Ρουμπινστάιν ζούσε σε κατάσταση μεγάλης φτώχειας και ο Λιστ δεν έκανε τίποτα για να τον βοηθήσει . Αλλά και άλλες εκκλήσεις του Ρουμπινστάιν προς δυνητικούς «πάτρονες» απέβησαν μάταιες. <ref>Sachs, p. 68</ref><ref>Schonberg, p. 271</ref> Μετά από μια αποτυχημένη χρονιά στη Βιέννη και μια περιοδεία συναυλιών στην Ουγγαρία, επέστρεψε στο Βερολίνο και συνέχισε να παραδίδει μαθήματα. <ref>Sachs, p. 48-9</ref>
 
===Πίσω στη Ρωσία===
Οι αναταράξεις από τις [[Επαναστάσεις του 1848]], ανάγκασαν τον Ρουμπινστάιν να επιστρέψει στην πατρίδα του. Για τα επόμενα πέντε χρόνια στην Αγία Πετρούπολη, δίδαξε και έδωσε συναυλίες, συχνά και στην αυτοκρατορική αυλή. Η Μεγάλη Δούκισσα Έλενα Παβλόβνα, αδελφή του τσάρου Νικολάου Α 'Α΄, έγινε η πιο αφοσιωμένη προστάτιδά του. Μέχρι το 1852, είχε γίνει μια ηγετική φυσιογνωμία στη μουσική ζωή της Αγίας Πετρούπολης, ως σολίστ και συνεργαζόμενος με ορισμένους από τους πλέον διάσημους εκτελεστές και τραγουδιστές που ήρθαν στην τότε ρωσική πρωτεύουσα. <ref>Sachs, p. 69</ref>
 
Επίσης, άρχισε να συνθέτει εντατικά. Μετά από μια σειρά καθυστερήσεων, καθώς και κάποιες δυσκολίες με τη λογοκρισία, η πρώτη όπερά του, ''Ντμίτρι Ντονσκόι'' (''Dmitry Donskoy'') -χαμένη σήμερα εκτός από την εισαγωγή-, παρουσιάστηκε στο Θέατρο Μπολσόι της Αγίας Πετρούπολης, το 1852. Ακολούθησαν 3τρεις μονόπρακτες όπερες αφιερωμένες στην Έλενα Παβλόβνα. Διηύθυνε αρκετά από τα έργα του, συμπεριλαμβανομένης της περίφημης Συμφωνίας ''Ωκεανός'' στην αυθεντική της, τετραμερή εκδοχή, το ''Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 2'' και διάφορα έργα σόλο. Όμως, εν μέρει λόγω έλλειψης επιτυχίας του στη ρωσική οπερατική σκηνή, πήρε την απόφαση να φύγει ακόμη μια φορά στο εξωτερικό, για να διατηρήσει τη φήμη του ως πιανίστα. <ref>Taylor, p. 27-35</ref>
 
Επίσης, άρχισε να συνθέτει εντατικά. Μετά από μια σειρά καθυστερήσεων, καθώς και κάποιες δυσκολίες με τη λογοκρισία, η πρώτη όπερά του, ''Ντμίτρι Ντονσκόι'' (''Dmitry Donskoy'') -χαμένη σήμερα εκτός από την εισαγωγή-, παρουσιάστηκε στο Θέατρο Μπολσόι της Αγίας Πετρούπολης, το 1852. Ακολούθησαν 3 μονόπρακτες όπερες αφιερωμένες στην Έλενα Παβλόβνα. Διηύθυνε αρκετά από τα έργα του, συμπεριλαμβανομένης της περίφημης Συμφωνίας ''Ωκεανός'' στην αυθεντική της, τετραμερή εκδοχή, το ''Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 2'' και διάφορα έργα σόλο. Όμως, εν μέρει λόγω έλλειψης επιτυχίας του στη ρωσική οπερατική σκηνή, πήρε την απόφαση να φύγει ακόμη μια φορά στο εξωτερικό, για να διατηρήσει τη φήμη του ως πιανίστα. <ref>Taylor, p. 27-35</ref>
===Νέες περιοδείες===
Το 1854, ο Ρουμπινστάιν ξεκίνησεξεκινά μια περιοδεία συναυλιών, διάρκειας τεσσάρων ετών στην Ευρώπη, <ref>Schonberg, p. 272</ref> την πρώτη σετου εδώ και μια δεκαετία. ΤώραΌντας 24 ετών, ένιωσενιώθει τον εαυτό του έτοιμο να προσφέρει στο κοινό ως ολοκληρωμένος πιανίστας, αλλά και ως άξιος συνθέτης και, -πολύ σύντομα- αποκτά τη φήμη του βιρτουόζου. Όπως ήταν η τάση εκείνη την εποχή, πολλά από τα έργα που παρουσίαζε, ήταν δικές του συνθέσεις. Σε αρκετές συναυλίες, ο Ρουμπινστάιν διηύθηνε κάποιο ορχηστρικό του έργο και, κατόπιν, έπειζεέπαιζε ως σολίστ σε ένα από τα κοντσέρτα του για πιάνο. Αποκορύφωμα γι’ αυτόν, ήταν η διεύθυνση της περίφημης ορχήστρας Γκεβαντχάους της Λειψίας, στη Συμφωνία ''Ωκεανός'', στις 16 Νοεμβρίου 1854. Αν και οι κριτικές σχετικά με τις αρετές του ως συνθέτη ήταν ανάμικτες, όταν έπαιξε ένα σόλο ρεσιτάλ λίγες εβδομάδες αργότερα πήρε διθυραμβικές κριτικές. <ref>Taylor, p. 56-59</ref>
 
Ο Ρουμπινστάιν, τον χειμώνα του 1856-7, πραγματοποίησε μαζί με την Έλενα Παβλόβνα και ένα μεγάλο μέρος της τσαρικής οικογένειας, περιοδεία στη Νίκαια της Γαλλίας. Είχε, μάλιστα, εκτενείς συζητήσεις μαζί της σχετικά με τα σχέδια για προώθηση της μουσικής παιδείας στην πατρίδα τους. Αυτές, απέδωσαν καρπούς με την ίδρυση της «Εταιρείας Ρωσικής Μουσικής» (RMS), το 1859.
 
===Το Ωδείο της Αγίας Πετρούπολης===
Το 1862 εγκαινιάστηκε ένα ωδείο, που έμελλε να καταστεί ένα από τα σημαντικότερα μουσικά ιδρύματα παγκοσμίως, το [[Ωδείο της Αγίας Πετρούπολης]]. Ήταν μετεξέλιξη της «Εταιρείας Ρωσικής Μουσικής» (RMS), που είχε ιδρυθεί τρία χρόνια νωρίτερα. Ο Ρουμπινστάιν, όχι μόνο ήταν ο ιδρυτής του, αλλά και πρώτος διευθυντής του, προσλαμβάνοντας εξαιρετικούς δασκάλους για τη λειτουργία του. <ref>Brown I, p. 60</ref><ref>Sachs, p. 69-72</ref>
 
Η κοινή γνώμη είχε αμφιβολίες για το, εάν ένα ρωσικό μουσικό σχολείο θα μπορούσε ''πράγματι'' να είναι ρωσικό. Μια κυρία «της καλής κοινωνίας», όταν της ανέφερε ο συνθέτης ότι οι τάξεις θα διδάσκονται στα ρωσικά και όχι σε μια ξένη γλώσσα, αναφώνησε: «ΤιΤί, μουσική στα ρωσικά;! Αυτή κι αν είναι μια πρωτότυπη ιδέα!». Μάλιστα, έλεγε: «...και βέβαια δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η θεωρία της μουσικής θα διδάσκεται για πρώτη φορά στη ρωσική γλώσσα στο Ωδείο μας .... μέχρι τώρα, αν υπήρχε κάποιος που ήθελε να τη μελετήσει, ήταν υποχρεωμένος να πάρει μαθήματα από έναν ξένο, ή να πάει στη Γερμανία...». <ref>Rubinstein, Autobiography, 107</ref>
 
Αντιστρόφως, υπήρχαν και εκείνοι που φοβούνταν ότι το Ωδείο δεν θα ήταν αρκετά ρωσικό. Ο ιδρυτής του δέχθηκε πολλές επικρίσεις, μεταξύ των οποίων και από την περίφημη [[Η Ομάδα των Πέντε|«Ομάδα των Πέντε»]]. Όμως, ο κριτικός Μ. Ζέτλιν, έγραψε: «Η ίδια η ιδέα ενός ωδείου είναι αλήθεια, ένα πνεύμα ακαδημαϊσμού που θα μπορούσε να μετατραπεί εύκολα σε ένα προπύργιο ρουτίνας, αλλά, βέβαια, το ίδιο θα μπορούσε να λεχθεί και για τα ωδεία σε όλο τον κόσμο. Η αλήθεια είναι ότι το Ωδείο ''πράγματι'' ανέβασε το επίπεδο της μουσικής κουλτούρας στη Ρωσία. Ο αδόκιμος τρόπος που διάλεξε ο [[Μίλυ Μπαλάκιρεφ|Μπαλάκιρεφ]] και οι φίλοι του (ενν. να εκφραστούν), δεν είναι απαραίτητα ο κατάλληλος για τον καθένα».
 
Ήταν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου που, ο Ρουμπινστάιν, τράβηξε τα βλέμματα του κοινού, με έργα όπως το ''Κοντσέρτο για Πιάνο αρ. 4'', του 1864, και την όπερα ''Ο Δαίμονας'', το 1871. Μεταξύ αυτών των δύο έργων συνέθεσε το ορχηστρικό ''Δον Κιχώτης'', το οποίο ο Τσαϊκόφσκι βρήκε «ενδιαφέρον και καλογραμμένο», αν και λίγο «επεισοδιακό» (sic), <ref>New Grovw, 2001, 21:845</ref>
 
Ήταν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου που, ο Ρουμπινστάιν, τράβηξε τα βλέμματα του κοινού, με έργα όπως το ''Κοντσέρτο για Πιάνο αρ 4'', του 1864, και την όπερα ''Ο Δαίμονας'', το 1871. Μεταξύ αυτών των δύο έργων συνέθεσε το ορχηστρικό ''Δον Κιχώτης'', το οποίο ο Τσαϊκόφσκι βρήκε «ενδιαφέρον και καλογραμμένο», αν και λίγο «επεισοδιακό» (sic), <ref>New Grovw, 2001, 21:845</ref>
==Η περιοδεία στην Αμερική==
Μέχρι το 1867, οι συνεχιζόμενες εντάσεις με το «στρατόπεδο» του Μπαλάκιρεφ Balakirev, μαζί με συναφή θέματα, οδήγησαν σε διαφωνίες εντός του Ωδείου. Ο Ρουμπινστάιν παραιτήθηκε και επέστρεψε σε περιοδείες σε όλη την Ευρώπη. <ref>Sachs, p. 73</ref> Σε αντίθεση με προηγούμενες περιοδείες του, άρχισε ολοένα και περισσότερο να παρουσιάζει έργα άλλων συνθετών. <ref>Taylor, p. 280</ref>
 
Με χορηγό την εταιρεία κατασκευής πιάνων ''Steinway & Sons'', ο συνθέτης περιόδευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια της σεζόν 1872-3. Το συμβόλαιο του πιανιστικού κολοσσού με τον Ρουμπινστάιν προέβλεπε να δώσει 200 συναυλίες, με αμοιβή το -τότε ανήκουστο- ποσό των 200 δολαρίων ανά συναυλία (πληρωτέα σε χρυσό, διότι ο Ρουμπινστάιν δεν εμπιστευόταν τις τράπεζες των Ηνωμένων Πολιτειών και το χαρτονόμισμά τους), καθώς και όλα τα έξοδα πληρωμένα. Τελικά, έμεινε στην Αμερική 239 ημέρες, δίνοντας 215 συναυλίες, μερικές φορές δύο και τρεις την ημέρα σε πολλές πόλεις. Ωστόσο, ο ίδιος έγραφε για την αμερικανική εμπειρία του: «''Ο Θεός να μας φυλάει από τέτοια δουλεία (sic)! Υπό αυτές τις συνθήκες δεν υπάρχει καμία πιθανότητα για τέχνη -μεγαλώνεις απλά σε ένα αυτόματο μηχάνημα και εκτελείς μηχανικό έργο. Ουδεμία αξιοπρέπεια παραμένει στον καλλιτέχνη, είναι χαμένος...Οι εισπράξεις και η επιτυχία ήταν πάντα καλοδεχούμενες, αλλά ήταν όλα τόσο κουραστικά που άρχισα να περιφρονώ τον εαυτό μου και την τέχνη μου. Έτσι, με βαθιά δυσαρέσκειά μου, όταν αρκετά χρόνια αργότερα, μού ζητήθηκε να επαναλάβω την αμερικανική περιοδεία, αρνήθηκα κατηγορηματικά...''»