Ελληνικά μουσικά όργανα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 51:
 
==Ιδιαίτερες χρήσεις των οργάνων στη βυζαντινή περίοδο==
Βασισμένη κυρίως στη συστηματική μελέτη της βυζαντινής εικονογραφίας είναι η γνώση μας για τη μορφή και τον τρόπο με τον οποίο παίζονταν τα όργανα στη [[Βυζαντινή αυτοκρατορία|βυζαντινή περίοδο]], δηλαδή ανάμεσα στον 4ο και τον 15ο αιώνα<ref>Μαλιάρας Ν., 2003, σ. 275.</ref>. Όσον αφορά στη χρήση των οργάνων, θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν την πόλωση ανάμεσα στο ιερό και το κοσμικό, έτσι όπως διαμορφώθηκε από τη βυζαντινή εκκλησία και είχε πολλαπλές επιπτώσεις όχι μόνο στη χρήση της μουσικής αλλά και στη διαμόρφωση ενός παράξενου ιδιώματος, βάσει του οποίου η χρήση των οργάνων περιορίστηκε στην κοσμική διασκέδαση, χωρίς να απορριφθεί όμως από το [[Ιερό Παλάτιο]]<ref>Τυροβολά Β. 2003, σ. 1.</ref>.
 
Ενώ στην αρχαία Ελλάδα αναδείχθηκε ο λόγος με συνοδεία μουσικών οργάνων, στην ορθόδοξη εκκλησιαστική μουσική αναδείχθηκε η φωνητική χωρίς όργανα και χορευτική έκφραση. Με αυτόν τον τρόπο δόθηκε το προβάδισμα στον μουσικό λόγο, ο οποίος όμως τη συγκεκριμένη περίοδο έχασε τον προσωδιακό τρόπο εκφοράς που του προσέδιδε μουσικότητα. Όντας η βυζαντινή μουσική «πρόγονός» ουσιαστικά της αρχαίας ελληνικής από τη στιγμή που υιοθέτησε τις αρχαϊκές επτάτονες μαλακές κλίμακες, δεν πορεύθηκε παράλληλα με τη λαϊκή μουσική της επικράτειας του Βυζαντίου αλλά επικεντρώθηκε στο λόγιο στοιχείο για την εξυπηρέτηση των λατρευτικών σκοπών της βυζαντινής εκκλησίας, επικρίνοντας τη χρήση οργάνων όπως ο αυλός, το ψαλτήριον, η σύριγξ και η λύρα ή το κύμβαλο και το τύμπανο από τα κρουστά .
 
Στα αποκαλούμενα [[θυμελικά παίγνια]] με το άσεμνο περιεχόμενό τους συμμετείχαν οργανοπαίκτες, που χρησιμοποιούσαν συνήθως αυλό και κιθάρα<ref>Μαλιάρας Ν., 2003, 276.</ref>. Βέβαια υπό τη σκέπη της ονομασίας αυλός περιγράφονταν όλα τα αερόφωνα που χρησιμοποιούσαν σωλήνα συνήθως με τρήματα. Άλλες ονομασίες ήταν δόναξ και κάλαμος, ενώ στην ύστερη βυζαντινή περίοδο αναφέρονται σουραύλια, πλαγίαυλοι ή [[δίαυλος|δίαυλοι]]. Με τη σειρά του ο πολυκάλαμος αυλός, δηλαδή η σύριγξ του Πανός, μνημονεύεται αποκλειστικά σε ποιμενικό πλαίσιο<ref>Μαλιάρας Ν., 2003, σ. 277.</ref>.
 
Όσον αφορά στα χορδόφωνα ως κιθάρα παραδίδεται η αρχαιοελληνική [[πανδουρίς]], όργανο 4χορδο με αχλαδόσχημο ηχείο, από την οικογένεια του οποίου αναπτύχθηκαν σταδιακά όργανα χορδόφωνα με δοξάρι<ref>Μαλιάρας Ν., 2003, σ. 277.</ref>. Στην οικογένεια των πολύχορδων παραδίδονται όργανα όπως το ψαλτήριον, η [[σαμβύκη]], η [[πήκτις]], η [[μάγαδις]], το [[δεκάχορδον,]] το [[πληθίον]] με τις 32 χορδές του, το πλήκτρον ή η άρπα<ref>Μαλιάρας Ν., 2003, σ. 278.</ref>. Η ταξινομία των βυζαντινών οργάνων συμπληρώνεται με τα κρουστά όργανα, στα οποία περιλαμβάνονται τα κρόταλα, τα κύμβαλα, διάφορα είδη σείστρων, τα πληθία –ντέφια- και οι [[ανακαράς|ανακαράδες]] από τα μεμβρανόφωνα, ημισφαιρικά τύμπανα περσοαραβικής προέλευσης.
 
Σημαντική χρήση φαίνεται να παρουσιάζουν τα μουσικά όργανα στον βυζαντινό στρατό που εκπροσωπούνται από τα αερόφωνα με το [[βούκινο]], τη σάλπιγγα, δηλαδή τη ρωμαϊκή [[τούβα]], που χρησιμοποιείτο εκτός από στρατιωτικούς σκοπούς και για επευφημίες προς τον αυτοκράτορα εξαιτίας του δυνατού ήχου της<ref>Μαλιάρας Ν., 2003, σ. 279.</ref>. Στον στρατό επίσης χρησιμοποιούνταν διάφορα είδη τυμπάνων, τα μεταλικά κύμβαλα και διάφορα είδη ανακαράδων.
 
Ιδιαίτερα άξιο αναφοράς σε σχέση με την αυτοκρατορική ιδεολογία του Βυζαντίου θεωρείται το βυζαντινό [[πολύαυλον όργανον]], που βασιζόταν στην ύδραυλι του Κτησίβιου, εξελιγμένο ως προς τα φυσερά του, που χρησιμοποιείτο για κοσμικούς μόνον σκοπούς στον ιππόδρομο της [[Κωνσταντινούπολη]]ς και στο Ιερόν Παλάτιον αποκτώντας σταδιακά σημασία αυτοκρατορικού συμβόλου<ref>Μαλιάρας Ν., 2003, σ. 280.</ref>.
 
==Συνοπτικές συγκρίσεις με το παρόν==