Μάχη του ποταμού Γιαρμούκ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: Μάχη που διεξήχθη από τις 14 έως τις 19 <ref> από την ιστοσελίδα Παγκόσμια Πολεμική Ιστορία, άρθρο τ...
 
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 5:
 
Η μάχη διήρκεσε έξι ολόκληρες μέρες και το αποτέλεσμα ήταν η ξεκάθαρη νίκη των Αράβων.
==Η Προ-ιστορία της σύγκρουσης==
Οι Άραβες από νίκη σε νίκη σιγά-σιγά κατακτούσαν όλο και περισσότερα κομμάτια της Παλαιστίνης. Η πρώτη μεγάλη σύγκρουση Βυζαντινών και Αράβων η «μάχη του Ατζναντεϊν,<ref> μάχη που έλαβε χώρα στις 30 Ιούλη του 634, μεταξύ του Βυζαντινού στρατού και των Αράβων, στη περιοχή Μπέιτ Γκουβρίν, στο σημερινό Ισραήλ. Οι δυνάμεις των Βυζαντινών κυμαίνονταν γύρω στις 10.000, σύμφωνα με την άποψη του H.A.R. GIBB, στην ENCYCLOPEDIA OF ISLAM, 1986, τόμος 1ος. σελ. 208-209- και το ίδιο νούμερο πάνω-κάτω, υπολογίζεται και για τους Μουσουλμάνους. Επικεφαλής των Βυζαντινών ήταν ο αδερφός του αυτοκράτορα Ηράκλειου, ο Θεόδωρος.</ref> που έγινε τον Ιούλη του 634 έληξε με νίκη των Αράβων και του Χαλίντ ιμπν Ουαλίντ, προσωπικά. Η επόμενη μάχη του Fahl, που έγινε τον Γενάρη του 635, μεταξύ Αράβων με επικεφαλής τον Χαλίντ ιμπν Ουαλίντ και των Βυζαντινών με επικεφαλής τον Θεόδωρο Τριθύριο, έληξε και πάλι με ήττα των Βυζαντινών.
<ref>Η μάχη έγινε στη κοιλάδα του Ιορδάνη ποταμού, στη σημερινή Ιορδανία. Ο Τριθύριος αντικατέστησε τον γιό του Ηράκλειου Θεόδωρο, ύστερα από εντολή του αυτοκράτορα, και ανέλαβε την ηγεσία του στρατού του. πληροφορία από το αντίστοιχο λήμμα της wikipedia </ref>
Έτσι ο αυτοκράτορας Ηράκλειος αποφάσισε να συγκεντρώσει για ακόμα μια φορά, έναν καινούριο στρατό, πολυαριθμότερο παρά ποτέ, και έτσι να εξασφαλίσει μια συντριπτική νίκη εναντίον του εχθρού.
 
==Οι προετοιμασίες για τη μάχη==
Οι προετοιμασίες για τη συγκέντρωση του βυζαντινού στρατού, άρχισαν το 635, παρόλη τη πολιορκία της Έμεσας από τους Άραβες, που συνεχιζόταν παράλληλα. Στρατεύματα διοικούμενα από όλους τους ευγενείς αξιωματούχους του Βυζαντίου κατέφθαναν από κάθε γωνιά της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Συνολικά, σχηματίστηκαν πέντε στρατιές από 20.000 άντρες η κάθε μια. Φράγκοι, Σλάβοι, Αρμένιοι, Έλληνες, Άραβες εκχριστιανισμένοι της φυλής των Γασσανιδών, Ρωμαίοι και Γεωργιανοί συγκεντρώθηκαν στη Συρία, ο καθένας με τους δικούς του αρχηγούς, πρίγκηπες και βασιλιάδες. Ανώτατος διοικητής του στρατού διορίστηκε ο Αρμένιος βασιλιάς, Βαχάν. <ref> Al Waqidi, Al Waqidi «Futuh-ush-Sham», Κάιρο, 1954 ,σελ. 100 </ref>
 
Την ίδια στιγμή, οι αραβικές στρατιές βρίσκονταν διασκορπισμένες σε διάφορα σημεία της περιοχής: ο Αμρ ιμπν Αλ-ας στην Παλαστίνη, ο Σουραχμπίλ στην Ιορδανία, ο Γιαζίντ στη Καισάρεια, και ο Αμπού Ουμπάιντα και ο Χαλίντ ιμπν Ουαλίντ στην πολιορκία της Έμεσας.
Οι μουσουλμάνοι πρωτοέμαθαν για τις προετοιμασίες των Βυζαντινών από έναν αιχμάλωτό τους, έναν βυζαντινό στρατιώτη. Από τότε, το καλά οργανωμένο δίκτυο των κατασκόπων τους μάθαιναν με λεπτομέρειες τις προετοιμασίες, τους σκοπούς και στόχους των Βυζαντινών. Έτσι, η επόμενη κίνηση του Άραβα αρχιστράτηγου Αμπού Ουμπάιντα ήταν να ανακαλέσει όλα τα στρατεύματα στη περιοχή της Δαμασκού.
 
Στις 23 Ιούλη του 636, ο μουσουλμανικός στρατός και το τμήμα του στρατού των εκχριστιανισμένων Αράβων της φυλής των Γασσανιδών (συμμάχων των Βυζαντινών)
ήρθαν σε οπτική επαφή, στη περιοχή μεταξύ Δαμασκού και Τζαμπίγια (Jabiya).
<ref>«Τhe Caliphate:Its Rise Decline and Fall», Sir William Muir 1899. σελ.127 </ref>
Στο στρατιωτικό συμβούλιο που συγκάλεσε ο Αμπού Ομπάιντα, προκρίθηκε η πρόταση του Χαλίντ να μεταφερθούν τα στρατεύματα, στη πεδιάδα του ποταμού Γιαρμούκ, γιατί εκεί κατ’ αρχήν θα μπορούσαν να φτάσουν γρηγορότερα και με ασφάλεια οι ενισχύσεις που έστελνε ο Ομάρ και δεύτερον η ευρύχωρη πεδιάδα θα επέτρεπε τη πλήρη ανάπτυξη του καλύτερου αραβικού όπλου, του ιππικού. <ref> A.I. Akram, «Haleed ibn Walled The sword of Allah», Πακιστάν, σελ. 289</ref> .
Σε λίγο, φάνηκαν και οι Βυζαντινοί και στρατοπέδευσαν στην είσοδο της κοιλάδας, βάζοντας απόσταση 6 χλμ. μεταξύ τους. Οι προετοιμασίες για τη μάχη άρχισαν, όταν έφτασε στο βυζαντινό στρατόπεδο η διαταγή του Ηράκλειου, να μην αρχίσουν οι εχθροπραξίες πριν εξαντληθεί κάθε πιθανότητα ειρηνικής συμφωνίας.
 
Έτσι, ο Βαχάν έστειλε δυο φορές αντιπροσώπους του να διαπραγματευθούν με τον Αμπού Ομπάιντα, αλλά οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε αποτυχία.
Πέρασε ωστόσο ένας μήνας χωρίς να γίνει καμία μάχη. Κανείς δεν αποφάσιζε να ξεκινήσει πρώτος την επίθεση. Αυτή η αναβολή όμως, ωφέλησε τους Άραβες που εν τω μεταξύ, τους ήρθαν ενισχύσεις 6000 στρατιωτών από την Υεμένη. Οι μουσουλμάνοι τώρα είχαν 40.000 στρατιώτες περιλαμβανομένου και 100 βετεράνων της μάχης του Μπαντρ. Ο Βαχάν επιχείρησε μια τελευταία προσπάθεια συνεννόησης, προσφέροντας ένα μεγάλο χρηματικό ποσό αν οι Άραβες αποσύρονταν στην Αραβία. Αλλά οι Άραβες αρνήθηκαν. Πιο πολύ και από τα χρήματα, χρειάζονταν τα εύφορα εδάφη, και τις πλούσιες σοδειές για να καλυτερέψουν τις συνθήκες της δύσκολης ζωής τους, στις αραβικές ερήμους.
 
Οι προετοιμασίες τελείωσαν, οι διαταγές δόθηκαν, οι προσευχές αναπέμφθηκαν και οι δυο στρατοί παρατάχτηκαν ο ένας απέναντι στον άλλο. Τη διοίκηση του αραβικού στρατού την ανέλαβε ο Χαλίντ, που αναδιοργάνωσε τις θέσεις του πεζικού και του ιππικού. Δημιούργησε μικρά σώματα, 800 αντρών πεζικού, και 2000 ιππέων.
 
 
 
 
 
==Παραπομπές==
<references />