Πλοίαρχος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
KosMal (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
KosMal (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
{{μορφοποίηση}}
 
Ετυμολογία : Πλοιον+άρχω = ειμαιείμαι αρχηγός, ηγεμονεύω.
 
'''Πλοίαρχος''' : Είναι ο επικεφαλής του πληρώματος πλοίου <ref>[http://www.stougiannidis.gr/AENAON/AS5/ploiarxos.pdf/] Πλοίαρχος</ref>
Γραμμή 7:
Είναι ο κυβερνήτης και ο διοικητής του πλοίου, επί κεφαλής της ιεραρχίας του πληρώματος με εξουσία σε κάθε πρόσωπο που επιβαίνει στο πλοίο και υπογράφει τις σχετικές συμβάσεις ναυτολόγησης του πληρώματος. Είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια και την ευταξία στο πλοίο. Προσλαμβάνεται με σύμβαση εργασίας που εγγράφεται στο νηολόγιο του πλοίου. Ο πλοίαρχος οφείλει να κυβερνά αυτοπροσώπως το πλοίο στις επικίνδυνες περιοχές, να τηρεί τα ναυτιλιακά έγγραφα (π.χ. έγγραφα εθνικότητας, ναυτολόγιο και ημερολόγια).
 
'''[[κυβερνήτηςKυβερνήτης]]''': Είναι ρόλος (υπηρεσία) του πολεμικού ναυτικού. Αντιστοιχη του καπετάνιου.
 
'''[[καραβοκύρηςKαραβοκύρης]]''' : Σήμαινε πλοίαρχος γιατί παλαιοτέρα η ιδιότητα του πλοιοκτήτη και του πλοιάρχου συνέπιπταν : Οποίος είχε πλοίο το κυβερνούσε κιόλας. Το καραβοκύρης δε σήμαινε τον κύριο του πλοίου με την έννοια "τον έχοντα την νομικώς εννοούμενη κυριότητα". Σημαίνει τον έχοντα την φυσική εξουσία επί του πλοίου και κυρίως επί του πληρώματος. Με αυτή τη λογική και ο ναύκληρος ήταν συνώνυμος του καράβοκύρη.
Το καραβοκύρης δε σήμαινε τον κύριο του πλοίου με την έννοια" τον έχοντα την νομικώς εννοούμενη κυριότητα". Σημαίνει τον έχοντα την φυσική εξουσία επί του πλοίου και κυρίως επί του πληρώματος.
Με αυτή τη λογικη και ο ναυκληρος ηταν συνώνυμος του καράβοκύρη.
 
'''[[καπετάνιοςKαπετάνιος]]''' : στο εμπορικό ναυτικό ο πρώτος / δεύτερος / τρίτος καπετάνιος.
 
'''[[σκίπερΣκίπερ]]''' : ο κυβερνήτης σκαφών αναψυχής.
 
'''[[συγκυβερνήτηςΣυγκυβερνήτης]]''' : ο αντικαταστάτης πλοίαρχος.
 
'''ΚΑΝΟΝΑΣ: ο πλοίαρχος εγκαταλείπει τελευταίος το πλοίο'''