Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ WPCleaner v1.33b - Fixed using Βικιπαίδεια:WikiProject Check Wikipedia (Σελίδα με χαρακτήρες ελέγχου unicode)
Γραμμή 119:
 
=== Περίοδος 1924-1933 ===
[[Αρχείο:Bundesarchiv Bild 102-12975, Berlin, Adolf Hitler bei Veranstaltung.jpg‎jpg|left|thumb|300px|Γκέρινγκ, Γκέμπελς, Χίτλερ. 1932. <small>Φωτ. Γερμανικού Ομοσπονδιακού Αρχείου</small>]]
Το διάδοχο Κόμμα είναι πλέον χωρίς Ηγέτη. Κατά την περίοδο 1924 - 25 το "Γερμανικό Κόμμα" διασπάται σε δύο σκέλη. Ηγέτης του ενός γίνεται ο [[Γιόζεφ Γκέμπελς]], ονομάζοντάς το "Γερμανικό Λαϊκό Κόμμα της Ελευθερίας". Παρά την αρχική καταδίκη του σε πενταετή φυλάκιση, ο Χίτλερ αποφυλακίζεται στις [[24 Δεκεμβρίου]] [[1924]], έχοντας εκμεταλλευθεί το διάστημα της φυλάκισής του για να συγγράψει το βιβλίο του "Ο Αγών μου". Το πραξικόπημα και η δίκη του, όμως, έχουν λάβει μεγάλη δημοσιότητα, και το Κόμμα γίνεται ευρύτερα γνωστό σε ολόκληρη την [[Γερμανία]]. Ο Χίτλερ ασχολείται πλέον με την επανίδρυση του διαλυμένου Κόμματος, πράγμα το οποίο φέρνει λαμπρά σε πέρας. Η αποτυχία του πραξικοπήματος, ωστόσο, έχει αλλάξει την πρακτική που σκέπτεται να ακολουθήσει εφεξής ο Ηγέτης του Κόμματος: Αποκηρύσσει την δια της βίας κατάληψη της εξουσίας και, αντίθετα, στρέφει όλες του τις προσπάθειες για την επικράτησή του στις εθνικές εκλογές. Ακολουθεί, πλέον, την «στρατηγική της νομιμότητας» για να κατακτήσει την εξουσία με νόμιμα μέσα. Το Ναζιστικό Κόμμα έχει, το 1925, δύο "πτέρυγες" οργανωτικού χαρακτήρα, το "Σώμα της Πολιτικής Ηγεσίας" (Korps der politischen Leiter) και την πτέρυγα των "κοινών" μελών (Parteimitglieder). Στην ηγετική ομάδα αναπληρωτής ηγέτης είναι ο Ρούντολφ Ες, ο οποίος, όμως, δεν έχει πραγματική ισχύ στο Κόμμα: Ύστερα από τον ίδιο τον Χίτλερ, ηγετικές φυσιογνωμίες του Ναζιστικού Κόμματος είναι οι Χίμλερ, Γκέμπελς και Γκέρινγκ.
 
Γραμμή 128:
Για τα γερμανικά πληθυσμιακά δεδομένα, εν τούτοις, ο αριθμός αυτός δεν είναι σημαντικός. Ίσως το Ναζιστικό Κόμμα να μην είχε φτάσει ποτέ στην εξουσία, αν δεν έπληττε και την Γερμανία η διεθνής οικονομική κρίση (το "Κραχ"), που ξεκίνησε από τις [[ΗΠΑ]] το 1929 και έπληξε ολόκληρη την Ευρώπη. Στα τέλη της δεκαετίας των '20 ο πληθωρισμός στην Γερμανία έχει φτάσει σε τρομακτικά ύψη, όπως και η ανεργία. Συντείνουν σε αυτό και οι όροι της [[Συνθήκη των Βερσαλλιών|Συνθήκης των Βερσαλλιών]].<ref>[http://www.schoolshistory.org.uk/germanyversailles.htm School History, UK]</ref> Τα δύο μεγάλα κόμματα της χώρας είναι διασπασμένα και αδυνατούν να παράσχουν λύση στην οικονομική ανέχεια, που πλήττει ολοένα και περισσότερους απλούς πολίτες και μικρές επιχειρήσεις. Η πολιτική του Χίτλερ, στο σημείο αυτό, είναι να αποδώσει στους Εβραίους οικονομικούς παράγοντες και στους Μπολσεβίκους τα δεινά της χώρας. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του [[1930]] το NSDAP παίρνει το 18,3% των ψήφων, εκλέγει 107 βουλευτές στο [[Ράιχσταγκ]] και αναδεικνύεται δεύτερο Κόμμα, ύστερα από το Σοσιαλιστικό (SPD). Ο Χίτλερ έχει καταφέρει να αναδείξει το Ναζιστικό Κόμμα σε κόμμα εξουσίας, ενώ ο ικανότατος στην προπαγάνδα Γκέμπελς ασχολείται με την διαμόρφωση της δημόσιας εικόνας του Ηγέτη.
 
[[Αρχείο:Bundesarchiv Bild 102-13355, Berlin, Reichspräsidentenwahl, Wahlwerbung.jpg‎jpg|thumb|200px|Προεκλογική εκστρατεία των Προεδρικών εκλογών. Βερολίνο, 10 Απριλίου 1932. <small>Φωτ. [http://www.bild.bundesarchiv.de/archives/barchpic/search/?search%5Bform%5D%5BSIGNATUR%5D=Bild+102-13355 Γερμανικό Ομοσπονδιακό Αρχείο]</small>]]
 
Το [[1931]] και το [[1932]] η πολιτική κρίση βαθαίνει στην χώρα, καθώς η οικονομική κρίση είναι στο απόγειό της. Το 1932 ο Χίτλερ βάζει υποψηφιότητα για Πρόεδρος της Δημοκρατίας με αντίπαλο τον [[Πάουλ φον Χίντενμπουργκ]]. Στον πρώτο γύρο καταφέρνει να συγκεντρώσει το 30% έναντι 49% του Χίντενμπουργκ και στον δεύτερο συγκεντρώνει περίπου 37%, χάνοντας την εκλογή από τον Χίντενμπουργκ, που συγκεντρώνει το 53%. Οι εκλογές αυτές αποτελούν ένα είδος δημοσκόπησης τόσο για το Κόμμα όσο και για τον Ηγέτη του. Από τον πολιτικό λόγο του Κόμματος έχει πέσει σε δεύτερη μοίρα ο έντονος αντισημιτισμός (χωρίς, ασφαλώς, να απαλειφθεί ποτέ ολοσχερώς). Οι Γερμανοί δίνουν την ψήφο τους στον Χίτλερ κατά κύριο λόγο επειδή υπόσχεται να αναθερμάνει την Οικονομία (χωρίς, ωστόσο, να εξαγγείλει συγκεκριμένα μέτρα) και επειδή υπόσχεται να αποκαταστήσει τον Νόμο και την τάξη. Αυτό είναι σημαντικό για τους πολίτες, καθώς η [[SA]], αριθμώντας ήδη 400.000 μέλη, είναι μια από τις αντιμαχόμενες οργανώσεις (και τα άλλα μεγάλα Κόμματα, SPD και KPD, διαθέτουν αντίστοιχες ομάδες κρούσης), που μετατρέπουν πολλές γερμανικές πόλεις κυριολεκτικά σε πεδία μάχης. Κυρίως, όμως, υπόσχεται να αποκαταστήσει το Γερμανικό γόητρο, το οποίο είχε ταπεινωθεί από τους όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Κανένα στέλεχός του, βεβαίως, δεν παραλείπει να αναφέρει ότι το Κόμμα θα προστατεύσει (η έκφραση που χρησιμοποιείται είναι "θα σώσει") την χώρα από την "Κομμουνιστική απειλή".
Γραμμή 134:
Νέες εκλογές διεξάγονται τον Ιούλιο του 1932. Ο επικεφαλής της Προπαγάνδας του Κόμματος δρ. Γκέμπελς και η ρητορική δεινότητα του Χίτλερ καταφέρνουν να εκτοξεύσουν το ποσοστό του NSDAP στο 37,4% και 230 έδρες στο Ράιχσταγκ, φέρνοντάς το στην πρώτη θέση στην Γερμανία. Το Κομμουνιστικό Κόμμα παίρνει 14,6% αλλά, όπως είναι φυσικό, ο σχηματισμός Κυβέρνησης συνασπισμού είναι αδύνατος, καθώς οι ιδεολογικές διαφορές των δύο Κομμάτων είναι αγεφύρωτες. Σχηματίζονται, έτσι, Κυβερνήσεις μειοψηφίας, που αδυνατούν να επιλύσουν τα οξύτατα προβλήματα της Οικονομίας. Το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν αναγνωρίζει ως κύριο αντίπαλο το NSDAP αλλά το Σοσιαλιστικό Κόμμα, κι αυτό κάνει χαλαρότερη την αντιπολίτευση απέναντι στους Ναζιστές.
 
[[Αρχείο:Bundesarchiv Bild 102-03126, Berlin, Wahlplakate NSDAP.jpg‎jpg|left|thumb|250px|Προεκλογικό περίπτερο του Ναζιστικού Κόμματος. Απρίλιος 1932. <small>Φωτ. Γερμανικού Ομοσπονδιακού Αρχείου</small>]]
 
Ο Καγκελάριος [[Φραντς φον Πάπεν]] προκηρύσσει νέες εκλογές για τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, ελπίζοντας να επιτύχει συσχετισμούς που να επιτρέπουν σχηματισμό ισχυρής Κυβέρνησης. Το αποτέλεσμα για το NSDAP προκαλεί έκπληξη: Το ποσοστό του πέφτει στο 33% και 196 έδρες. Σε αυτό συνέβαλε η μερική υποχώρηση της οικονομικής κρίσης αλλά και ο φόβος των ψηφοφόρων της μεσαίας τάξης, που το είχαν υποστηρίξει στις προηγούμενες εκλογές, ότι πράγματι το NSDAP μπορεί να ερχόταν στην εξουσία. Οι Ναζιστές, από την άλλη, έλαβαν το μήνυμα των εκλογών: Έπρεπε να πάρουν την εξουσία τώρα, πριν τα ποσοστά του Κόμματος μειωθούν ακόμη περισσότερο. Απαιτούν από τον Πρόεδρο να ονομάσει τον Χίτλερ Καγκελάριο, αφού είναι ο ηγέτης του πρώτου Κόμματος στις εκλογές. Ο φον Πάπεν, ο διάδοχός του [[Κουρτ φον Σλάιχερ]] και πολλοί μεγαλοεπιχειρηματίες, όπως οι Κρουπ, πιέζουν τον - σφοδρά αντιτιθέμενο - Χίντενμπουργκ προς αυτή την κατεύθυνση. Τελικά ο Πρόεδρος ενδίδει και ονομάζει τον Χίτλερ Καγκελάριο στις [[30 Ιανουαρίου]] [[1933]]. Η Κυβέρνηση που συγκροτείται περιλαμβάνει πολύ λίγους Ναζιστές, αλλά το Κόμμα ξέρει πολύ καλά τη δουλειά του: Στις 27 Φεβρουαρίου ξεσπά η πυρκαϊά στο Ράιχσταγκ, αλλά το Κόμμα κατηγορεί τους Κομμουνιστές, καθώς συλλαμβάνεται στον τόπο της πυρκαϊάς ως υπεύθυνος ο νεαρός Ολλανδός κομμουνιστής [[Μαρίνους φαν ντερ Λούμπε]] (Marinus van der Lubbe). Ο Χίτλερ εκμεταλλεύεται στο έπακρο τη θέση του και πείθει τον πρόεδρο φον Χίντενμπουργκ να εκδώσει το "Διάταγμα της Εξουσιοδοτήσεως" (γερμ. '''Ermächtigungsgesetz'''), με το οποίο αναστέλλονται οι δημοκρατικές ελευθερίες που είχε επιφέρει η Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Το πλήρες και ορθό όνομα του νόμου είναι «Νόμος για την σωτηρία του λαού και του Ράϊχ, 24.03.1933». Το Κομμουνιστικό Κόμμα κηρύσσεται εκτός Νόμου, οι ηγέτες του συλλαμβάνονται, τα μέλη του διώκονται.