Εταιρεία του Ιησού: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
IM-yb (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ WPCleaner v1.33b - Fixed using Βικιπαίδεια:WikiProject Check Wikipedia (Σελίδα με χαρακτήρες ελέγχου unicode - Σύνδεσμος με ίδιο κείμενο συνδέσμου)
Γραμμή 5:
 
==Ο Ιγνάτιος Λογιόλα και το όραμά του==
Ο [[Ιγνάτιος Λογιόλα|Ιγνάτιος Λογιόλα]], ευγενής από τη [[Χώρα των Βάσκων]] στην Ισπανία και πρώην στρατιωτικός, είναι ο εμπνευστής και ο ιδρυτής της Εταιρείας του Ιησού.
 
Ο Λογιόλα, που υπηρέτησε στην αρχή σαν στρατιωτικός τον Ισπανό βασιλιά, και εγκατέλειψε τη στρατιωτική σταδιοδρομία αργότερα, εξαιτίας σοβαρού τραυματισμού κατά τη διάρκεια μιας μάχης, αφιερώθηκε στη μελέτη των βίων των αγίων, στους διαλογισμούς σχετικά με τον Θεό, και μέσα σε ένα περιβάλλον λιτότητας και πτωχείας, μέσα σε συνεχείς προσευχές και γονυκλισίες, απομονωμένος σε μια σπηλιά κοντά στην ισπανική πόλη της Μανρέσα, ήρθε σε επικοινωνία με τον Θεό, οραματίστηκε την Παρθένο Μαρία και τον απόστολο Παύλο, και αποφάσισε να θέσει τη ζωή του στην υπηρεσία του θελήματος του Θεού. Εμπνεόμενος από τον άγιο Δομίνικο και τον [[Φραγκίσκος της Ασίζης|άγιο Φραγκίσκο]] —τους ιδρυτές των δύο κύριων μέχρι τότε θρησκευτικών ταγμάτων— αποφάσισε, όπως γράφει στα Απομνημονεύματά του, να ακολουθήσει το δρόμο τους και να πετύχει ό,τι πέτυχαν και αυτοί.<ref>History of the jesuits.mht</ref> Αποφασίζει καταρχήν να επισκεφτεί τους Αγίους Τόπους για να βοηθήσει να μεταστραφούν στον [[Καθολικισμός|καθολικισμό]], οι άπιστοι εκείνων των χωρών. Το ταξίδι όμως δεν διήρκεσε πολύ, γιατί οι [[Φραγκισκανοί]] της περιοχής υποχρέωσαν όλους τους προσκυνητές να φύγουν γιατί δεν μπορούσαν να εγγυηθούν την ασφάλεια της ζωής τους.
Γραμμή 44:
Το πρώτο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Εταιρείας άρχισε το έργο του το 1547 στη Μεσσήνη της Σικελίας. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1551 ιδρύθηκε το '''Ρωμαϊκό Κολέγιο'''. Ο Λογιόλα, μέγας θαυμαστής του τρόπου που μετέδιδε τις γνώσεις το Πανεπιστήμιο του Παρισιού, προσέλαβε καθηγητές μόνο από εκεί. Οι δωρεές δεν έπαψαν ποτέ να έρχονται, οπότε το Ρωμαϊκό Κολέγιο δεν είχε προβλήματα. Το σύστημα διδασκαλίας ήταν όμοιο λίγο-πολύ με όλων των καθολικών σχολείων, παρόλο που είχαν προστεθεί και μερικά άλλα μαθήματα, με στόχο την ηθική διαπαιδαγώγηση των νέων. Η ανάγνωση των θεατρικών έργων, καθώς και η ενασχόληση με τη μουσική και την ποίηση, ενθαρρυνόταν από την Εταιρεία. Οι καθηγητές της ήταν ιδιαίτερα προσεκτικοί ως προς ποιους από τους κλασικούς θα διδάσκονταν οι νέοι, γιατί ο Ιγνάτιος θεωρούσε ότι αρκετοί κλασικοί δεν έπρεπε να διδάσκονται γιατί θα οδηγούν στην ειδωλολατρία. Οι διακοπές για τους μαθητές διαρκούσαν λίγο: μόνο 15 ημέρες για τους μαθητές των ανώτερων βαθμίδων και μόνο 8 για των κατώτερων. Οι μαθητές παρακολουθούσαν τη θεία λειτουργία κάθε ημέρα και εξομολογούνταν μια φορά το μήνα.
 
Μέσα σε ένα χρόνο, λόγω της μεγάλης ζήτησης, το σχολείο μεταφέρθηκε σε μεγαλύτερες εγκαταστάσεις. Το 1553 μετρούσε ήδη 250 αποφοίτους. Το 1556 ο Πάπας Παύλος ο Δ΄ αναβάθμισε το Κολέγιο σε Πανεπιστήμιο, δίνοντάς του το δικαίωμα να απονέμει διπλώματα στη θεολογία και τη φιλοσοφία. Στα επόμενα χρόνια, δίπλα στις έδρες των λατινικών, των ελληνικών και των εβραϊκών, δημιούργησε και έδρα αραβικών, καθώς και Ηθικής της φιλοσοφίας. Το Πανεπιστήμιο αναπτυσσόταν συνεχώς, μεταφερόμενο σε όλο και πιο μεγάλα κτίρια, συγκεντρώνοντας όλο και πιο πολλούς φοιτητές, δημιουργώντας συνεχώς νέες έδρες, μέχρι που ο [[Πάπας Γρηγόριος ΙΓ΄|Πάπας Γρηγόριος ο ΙΓ΄]] το ανέλαβε υπό την αιγίδα του και μετονομάστηκε σε '''Γρηγοριανό Πανεπιστήμιο'''. Το [[Γρηγοριανό ημερολόγιο|Γρηγοριανό ημερολόγιο]], που υιοθετήθηκε αργότερα από όλο τον κόσμο, αναπτύχθηκε από έναν καθηγητή του Πανεπιστημίου, τον Ιησουίτη Γερμανό Κρίστοφερ Κλάβιους. Ανάμεσα στους απόφοιτους του θεολογικού αυτού πανεπιστημίου υπάρχουν 17 πάπες και 72 άγιοι ή ''μπεάτοι'' (ευλογημένοι) της Καθολικής Εκκλησίας. Φυσικά το πανεπιστήμιο τροφοδοτεί από τότε όλη την ανώτερη και ανώτατη εκκλησιαστική ιεραρχία.
 
Σε λίγο σχετικά χρονικό διάστημα όλη η ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση της Ευρώπης είχε περιέλθει στα χέρια Ιησουιτών, αφού θεωρούνταν άτομα με εξαιρετική μόρφωση και κοφτερό πνεύμα. Σύντομα έγιναν εξομολόγοι των Καθολικών βασιλέων και ευγενών της Ευρώπης, αποκομίζοντας και πολιτική εξουσία. Οι Ιησουίτες ήταν το μεγάλο όπλο της Καθολικής Εκκλησίας: ποτέ δεν παραφέρονταν, δεν προχωρούσαν σε φραστικές ή σωματικές επιθέσεις, αλλά απαντούσαν πάντα με φιλικό, μειλίχιο τρόπο, κάτι που τους προσέδωσε για πάντα την κατηγορία των υποκριτών, όπως φανερώνεται και απο τη γνωστή λαϊκή έκφραση, που έχει περάσει στη γλώσσα μας.<ref>''Νεώτερον εγκυκλοπαιδικόν λεξικόν του Ηλίου, τόμ. 9, λήμμα «Ιησουίτης».</ref>
Γραμμή 64:
 
[[Αρχείο:ΙησουίτεςΝάξου.jpg|right|frame|Το μέγαρο των Ιησουιτών στη Νάξο]]
Έτσι, ξεκινώντας με την Κωνσταντινούπολη κατά την εγκατάστασή τους, ίδρυσαν σχολεία στην [[Χίος|Χίο]] (1627), στη [[Σμύρνη]] και την [[Νάξος|Νάξο]] (1628), στη [[Σαντορίνη|Σαντορίνη]] το 1642, στη [[Σύρος|Σύρο]] και την [[Άνδρος|Άνδρο]] (1657), στο [[Ναύπλιο]] (1656), στην [[Αθήνα]] (1657), στη [[Μήλος|Μήλο]] (1661) και σε άλλα μέρη.<ref>Ιωάννης Β. Κογκούλης, ''Εισαγωγή στην Παιδαγωγική'' (Θεσσαλονίκη: Αδελφοί Κυριακίδη, 2008), σ. 74-75.</ref>
Με την ίδρυση γαλλικού προξενείου στα Ιεροσόλυμα το 1621, και το διάβημα των γαλλικών αρχών για αποστολή Καθολικών ιερωμένων για τις πνευματικές ανάγκες των Γάλλων υπηκόων εκεί, στάλθηκαν Ιησουίτες στα Ιεροσόλυμα, καθώς και στη Ναζαρέτ. Το 1623 δημιούργησαν ιεραποστολικό σταθμό στη Σμύρνη και άρχισαν να παραδίδουν μαθήματα ξένων γλωσσών, κάτι που προσέλκυσε μεγάλο αριθμό ενδιαφερομένων. Με την άδεια του ορθόδοξου μητροπολίτη Σμύρνης Ιακώβου πήραν την άδεια να κηρύττουν μέσα σε ορθόδοξες εκκλησίες και εννέα χρόνια αργότερα ο ίδιος ιεράρχης εγκωμίασε με επιστολή του στον Γάλλο βασιλιά, τις αρετές των Ιησουιτών.<ref> Π. Γρηγορίου, ''Σχέσεις Καθολικών και Ορθοδόξων'', Αθήνα, 1958, σ. 190.</ref> Παρόλο που ο Γάλλος πρέσβυς στη Κωνσταντινούπολη προσπαθούσε να αποκτήσει μια γενική και μακράς διαρκείας άδεια από τη οθωμανική κυβέρνηση για ελεύθερη εγκατάσταση των Ιησουιτών στο έδαφός του, δεν τα κατάφερε. Αποσπούσε από τον Σουλτάνο τοπικές άδεις για εγκατάστασή τους στις επαρχίες. Έτσι το 1625 πήρε την άδεια για την εγκατάσταση τους στη Σόφια και τη Φιλιππούπολη, το 1626 στο Χαλέπι, και το 1627 στη Νάξο. Το 1588 στον βενετοκρατούμενο Χάνδακα (Ηράκλειο) της Κρήτης ίδρυσαν σχολείο και μονή. Αλλά και εκεί το 1606 διέκοψαν τη λειτουργία τους, επειδή Βενετία είχε εξορίσει τους Ιησουίτες από όλα τα εδάφη της. Η εξορία των Ιησουιτών από όλα τα βενετοκρατούμενα εδάφη Ανατολής και Δύσης κράτησε μέχρι το 1657 και δυσκόλεψε πολύ το έργο τους.<ref>Χρήστος Γιανναράς, ''Ορθοδοξία και Δύση στη νεώτερη Ελλάδα'' (Αθήνα: Δόμος, 1992), σ. 99.</ref>
 
Γραμμή 79:
 
* [http://www.free-ebooks.net/ebook/The-Jesuits/pdf/view/ Campbell, Thomas J. ''The Jesuits 1534–1921: A History of the Society of Jesus from Its Foundation to the Present Time''. Νέα Υόρκη: The Encyclopedia Press, 1921].
* [http://atecause.files.wordpressultim.com/2009/08/the-black-pope-final.pdf‎pdf/ Cusack, M.F. ''The Black Pope: A History of the Jesuits''. Λονδίνο: Marshall, Russell and Co, 1896].
* Rose, Stewart. ''St. Ignatius Loyola and the Early Jesuits''. Λονδίνο: Longmans, Green, 1891.
* Γιανναράς, Χρήστος. ''Ορθοδοξία και Δύση στη νεώτερη Ελλάδα''. Αθήνα: Δόμος, 1992.