McDonnell Douglas F-4 Phantom II: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 37:
Στις αρχές του 1950, με την ταχύτατη πρόοδο της πολεμικής αεροπορικής τεχνολογίας, το [[Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ]] προκήρυξε διαγωνισμό για ένα αεροσκάφος που θα αντικαθιστούσε τα τότε μαχητικά και θα επέκτεινε την επιχειρησιακή δυνατότητα του σώματος. Αν και η αρχική πρόταση της [[McDonnell Douglas]] ήταν η αναβάθμιση των ήδη υπηρεσιακών αεροσκαφών, το Ναυτικό προσανατολίστηκε πιο πολύ σε προϊόντα ανταγωνιστών, όπως το [[Vought F-8 Crusader]]. Βλέποντας τον κίνδυνο να χάσει ένα ιδιαίτερα κερδοφόρο πελάτη, η εταιρία παρουσίασε ένα νέο μαχητικό πολλαπλών ρόλων το οποίο θα μπορούσε να αντικαταστήσει και τα [[A-4 Skyhawk]] στον ρόλο του βομβαρδισμού και τα F-8 Crusader στον ρόλο της αναχαίτισης. Το νέο αυτό μαχητικό πήρε την κωδική ονομασία YAH-1.
 
Για να είναι ένα πραγματικά πολλαπλών ρόλων αεροσκάφος, το ΥΑΗ-1 απαιτείτο να είχε ιδιαίτερα καλή κατασκευή ώστε να αντέχει τα μεγάλα φορτία βομβών, αλλά και να είναι ικανό στις [[αερομαχία|αερομαχίες]]. Καθώς η τότε στρατηγική απέρριπτε τις κλειστές αερομαχίες λόγω της μεγάλης ταχύτητας των τζετ, αποφασίσθηκε το μοντέλο αυτό να είναι εξοπλισμένο με ένα πανίσχυρο [[ραντάρ]] και πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς - χαρακτηριστικά που θα του έδιναν τη δυνατότητα να καταρρίπτει στόχους από απόσταση χωρίς εμπλοκή σε αερομαχία. Παίρνοντας μια απόφαση που θα άλλαζε το ρου της αεροπορικής ιστορίας, οι σχεδιαστές αποφάσισαν να μην τοποθετήσουν πολυβόλοπυροβολο στο αεροσκάφος. Το πρωτότυπο πλέον πήρε την ονομασία F-4 Phantom. Άλλα ονόματα που προτάθηκαν ήταν ''Satan'' και ''Mithra'', αλλά απορρίφθηκαν για ευνόητους λόγους.
 
Το 1959, έλαβε χώρα η πρώτη απογείωση του τύπου από [[αεροπλανοφόρο]], ενώ την επόμενη χρονιά, το Ναυτικό άρχισε να εντάσσει το αεροσκάφος στη δύναμή του. Την ίδια εποχή, η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ αποφάσισε να ακολουθήσει το παράδειγμα, καθώς το Phantom έμοιαζε ιδανικό, και το 1963 παραγγέλθηκαν τα πρώτα αεροσκάφη, περίπου ίδια με την έκδοση του Ναυτικού.
Γραμμή 43:
Το Phantom κλήθηκε να πολεμήσει αμέσως μετά την εισαγωγή του στην ενεργό υπηρεσία, καθώς το [[επεισόδιο του Κόλπου Τόνκιν]] άρχιζε τον [[Πόλεμος του Βιετνάμ|πόλεμο του Βιετνάμ]]. Στην αρχή τα αεροσκάφη χρησιμοποιούνταν ως συνοδεία βομβαρδιστικών, και ένα χρόνο μετά την αρχή του πολέμου, στις [[9 Απριλίου]] [[1965]], το Phantom σημείωσε την πρώτη του κατάρριψη, ένα Βορειοβιετναμέζικο [[Mikoyan Gurevich MiG-17|MiG-17]]. Το Phantom έκανε μια ιδιαίτερα ηρωική αλλά και προβληματική εμφάνιση σε αυτόν τον πόλεμο. Οι [[κανόνες εμπλοκής]] της εποχής απαιτούσαν την [[οπτική αναγνώριση]] των αεροσκαφών πριν την κατάρριψη. Έτσι το Phantom, που δεν ήταν σχεδιασμένο με αυτόν τον σκοπό, ξαφνικά βρέθηκε να υστερεί σημαντικά, κυρίως σε ευελιξία και σε οπλισμό για κλειστή αερομαχία, έναντι των MiG-17 και [[Mikoyan-Gurevich MiG-21|MiG-21]] του Βόρειου Βιετνάμ. Με τους πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς να παρουσιάζονται ιδιαίτερα αναξιόπιστοι και το αεροσκάφος ιδιαίτερα αργό για κλειστές αερομαχίες, δεκάδες Phantom καταστράφηκαν πάνω από τους ουρανούς του Βιετνάμ.
 
Αυτή η καταστροφή ανάγκασε το Ναυτικό και την Αεροπορία να εισάγουν ειδικές τακτικές και εκπαίδευση ([[Top Gun|TOPGUN]]), πράγμα που βελτίωσε κάπως την απόδοση των πιλότων. Επίσης, ελήφθη η απόφαση να προστεθεί και πολυβόλοπυροβολο στο αεροσκάφος για κλειστές αερομαχίες. Το αναβαθμισμένο αεροσκάφος ονομάστηκε Phantom II. Ο πόλεμος του Βιετνάμ έδωσε το παρατσούκλι "Ο μεγαλύτερος διανομέας κομματιών MiG στον κόσμο" στο αεροσκάφος. Μετά τον πόλεμο, το αεροσκάφος αντικαταστάθηκε από το [[F-15 Eagle]] στον ρόλο της αερομαχίας και του δόθηκε ο ρόλος της καταστολής εχθρικής αεράμυνας (SEAD). Παράλληλα, άρχισαν οι εξαγωγές προς άλλες χώρες, κάποιες από τις οποίες χρησιμοποιούν τον τύπο ακόμα και σήμερα. Τα τελευταία F-4 αποσύρθηκαν από την ενεργό υπηρεσία των ΗΠΑ το 1996.
 
Στο Ναυτικό, ο τύπος αντικαταστάθηκε το [[1974]] από το [[F-14 Tomcat|F-14Α Tomcat]] και στην Αεροπορία από τα F-15 Eagle και F-16 Fighting Falcon.
 
== Το αεροσκάφος ==
Γραμμή 53:
Η βασική ιδέα στην κατασκευή του F-4 είναι η αντοχή. Έτσι είναι ιδιαίτερα μεγάλο και βαρύ, όπως επίσης και δυσκίνητο. Καθώς η στρατηγική της εποχής πρόσταζε αερομαχίες με πυραύλους, το αεροσκάφος φτιάχθηκε για ταχύτητα, πράγμα που αντικατοπτρίζεται από τους κινητήρες του με την θηριώδη ώση. Στην πραγματικότητα, αυτή η ισχύς τους είναι που βοήθησε το F-4 να επιβιώσει έναντι των πιο ευέλικτων σοβιετικών αεροσκαφών, επιτρέποντας του να επιταχύνει με ρυθμούς που οι αντίπαλοι δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν. Οι απότομες γωνίες και το γενικότερα ιδιόμορφο σχήμα του αεροσκάφους οφείλονται στην ανάγκη για ταχύτητα. Καθώς το αεροσκάφος έχει δύο πολύ μεγάλους κινητήρες στην ουρά του, κρίθηκε αναγκαίο να μετατοπιστούν τα πτερύγια της ουράς σε υπερυψωμένη θέση,με αρνητικη διεδρο 23 μοιρων. Τα φτερά επίσης είναι σχεδιασμένα με τη φιλοσοφία "γλάρου" (θυμίζουν δηλαδή φτερά γλάρου), ώστε να μην διακόπτεται η ροή του αέρα προς τα πτερύγια της ουράς,με θετικη διεδρο 11 μοιρων.
 
Το πανίσχυρο αλλά και αρκετά περίπλοκο [[ραντάρ]] δημιούργησε την ανάγκη τοποθέτησης δεύτερου πιλότου ειδικά για τον χειρισμό του. Έτσι όλα τα Phantom είναι διθέσια: διαθέτουν έναν πιλότο και ένα χειριστή οπλικών συστημάτων. Ταυτόχρονα, το μέγεθος του ραντάρ έκανε απαραίτητη την μεγάλη και μακριά μύτη. Το όλο βάρος του σκάφους σε συνδυασμό με την ανάγκη για προσγείωσηπροσνείωση σε αεροπλανοφόρα έχει ως αποτέλεσμα το σύστημα προσγείωσης να είναι ιδιαίτερα κοντό και ανθεκτικό, δημιουργώντας έτσι ένα ιπτάμενο τανκ. Μαρτυρίες πιλότων της εποχής αναφέρουν ότι είχανε δει Phantom να χτυπιούνται από αντιαεροπορικά, από πυραύλους, να πιάνουν φωτιά, αλλά ποτέ ένα Phantom να διαλύεται στον αέρα αμέσως.
 
Οι πιλότοι του αεροσκάφους το έβρισκαν σχετικά εύκολο στο χειρισμό, χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις στον [[φάκελος πτήσης|φάκελο πτήσης]] του, και χωρίς να χρειάζεται να φοβούνται απώλειες ενέργειας από τους κινητήρες. Παρ' όλα αυτά, το Phantom ήταν ένα αεροσκάφος που απαιτούσε προχωρημένη εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ του πληρώματος.
Γραμμή 75:
Ο τύπος χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα και στους Αραβο-Ισραηλινούς Πολέμους, αρχίζοντας από το 1970, και συμμετέχοντας στον [[Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ|πόλεμο του Γιομ Κιπούρ]] (1974) και στην [[επιχείρηση Ειρήνη στην Γαλιλάια]] (1982). Η απόδοσή τους καταγράφεται σε 114 καταρρίψεις έναντι 56 απωλειών, τις οποίες οι Ισραηλινοί αποδίδουν σε βλάβες ή αντιαεροπορικά πυρά.
 
Όσα ελληνικά F-4 είχαν παραληφθεί, ήταν σε επιφυλακή κατά τον [[Αττίλα Ι]] ώστε να πολεμήσουν έναντι των τουρκικών δυνάμεων, αλλά αυτό δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
 
== Το F-4 στην Πολεμική Αεροπορία ==
Γραμμή 82:
Τα πρώτα Phantom αγοράστηκαν το 1972 με το πρόγραμμα [[Peace Icarus I]]. Με μια ιδιότυπη διαδικασία δίχως διαγωνισμό και χωρίς την άμεση εμπλοκή της [[Ελληνική Πολεμική Αεροπορία|Πολεμικής Αεροπορίας]], η συμφωνία - ύψους τότε 5 δις. δραχμών - ολοκληρώθηκε τάχιστα και στις [[20 Απριλίου]] [[1974]] ο τύπος εντάχθηκε στην την ΠΑ και διαμοιράστηκε στις 338 και 339 Μοίρες Διώξεως Βομβαρδισμού.
 
Στην συνέχεια, το 1976, η [[Ελλάδα]] προέβη σε αγορά 24 ακόμα F-4E και φωτογραφικών RF-4E. Αυτό το πρόγραμμα ονομάστηκε [[Peace Icarus II]]. Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η Αεροπορία έλαβε ακόμα 27 RF-4E από την [[Γερμανική Πολεμική Αεροπορία]]. Μετά το 1990 και στο πλαίσιο ανταλλαγμάτων για την ανανέωση της συμφωνίας για τις αμερικανικές βάσεις, η [[Ελληνική Πολεμική Αεροπορία|ΠΑ]] απέκτησε από την [[Αεροπορική Εθνοφρουρά των ΗΠΑ]] 28 ακόμα F-4E SRA.
 
Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, η εκτεταμένη αγορά αεροσκαφών 3ης γενιάς από την Ελλάδα και την Τουρκία κατέστησαν τα παλαιότερα Phantom κατά πολύ υποδεέστερα. Έτσι, το [[1997]] η ΠΑ και η γερμανική [[DASA]] κατέληξαν σε συμφωνία για ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αναβάθμισης των αεροσκαφών. Αυτό το πρόγραμμα ονομάστηκε Peace Icarus 2000 και αναβάθμισε με ικανότητες αεροσκαφών 3ης γενιάς 38 από τα ήδη υπάρχοντα F-4, όλα των προγραμμάτων Peace Icarus I και ΙΙ. Ταυτόχρονα η [[Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία|ΕΑΒ]] άρχισε την αναβάθμιση των μεταχειρισμένων αεροσκαφών. Αυτή η αναβάθμιση ήταν κυρίως αντικατάσταση δομικών στοιχείων ώστε να επεκταθεί το όριο ζωής των αεροσκαφών. Άλλωστε, πριν πωληθούν, η Αεροπορική Εθνοφρουρά τα χρησιμοποιούσε τακτικά και ως εκ τούτου είχαν ήδη ικανοποιητικές επιχειρησιακές δυνατότητες και κρίθηκε ασύμφορη η τεχνολογική αναβάθμισή τους.