Δημοκρατία της Βαϊμάρης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 20:
|}
 
[[File:Bundesarchiv Bild 183-S38324, Tag von Potsdam, Adolf Hitler, Paul v. Hindenburg.jpg|thumb|right|330px350px|Στις 30 Ιανουαρίου 1933 ο [[Πάουλ φον Χίντενμπουργκ|Χίντενμπουργκ]] ανέθεσε στον [[Χίτλερ]] την καγκελαρία του [[Ράιχ]], υπογράφοντας την πράξη θανάτου της δημοκρατίας και την επικράτηση των απολυταρχικών και εθνικιστικών δυνάμεων. Ήδη από το [[1923]] [[Βαυαρία|Βαυαροί]] στασιαστές, μεταξύ των οποίων ο Αδόλφος Χίτλερ, είχαν συλληφθεί έπειτα από την αποτυχία του [[Πραξικόπημα της μπιραρίας|Πραξικοπήματος της μπιραρίας]] για την ανατροπή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.]]
 
Ο όρος '''Δημοκρατία της Βαϊμάρης''' επεκράτησε, ως ιστορικός και πολιτικός όρος στη σύγχρονη διεθνή βιβλιογραφία να εννοείται η (συμβατική) ονομασία του πολιτεύματος της [[Γερμανία]]ς από το [[1919]] έως την άνοδο του [[Χίτλερ]] στην εξουσία το [[1933]]. Κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας της [[Βαϊμάρη]]ς το γερμανικό [[Ράιχ]] (εθνικό κράτος) απαρτίζεται από 17 ομόσπονδα κρατίδια, το καθένα με δική του κυβέρνηση και κοινοβούλιο, τα οποία εκπροσωπούνταν στο κεντρικό συμβούλιο.<ref>Εγκυκλοπαίδεια Δομή, τόμ. 4, σ. 539 ISBN 960-8177-54-5</ref> Το σύνταγμα καθορίζει ένα πολιτικό σύστημα με στοιχεία της κοινοβουλευτικής και της προεδρευόμενης δημοκρατίας. Το [[κοινοβούλιο]] είναι το λεγόμενο [[Ράιχσταγκ]] και η πρωτεύουσα το [[Βερολίνο]].
Γραμμή 28:
 
Η δημιουργία της δημοκρατικής αυτής κυβέρνησης είναι άμεση συνέπεια του [[Α' Παγκόσμιος Πόλεμος|Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου]]. Η κυβέρνηση αυτή, που υπέγραψε τη [[Συνθήκη των Βερσαλλιών]], αποτελούμενη από σοσιαλιστές της αριστεράς, σοσιαλδημοκράτες και αντιπροσώπους του καθολικού Κέντρου, πολύ γρήγορα βρέθηκε αντιμέτωπη με την κομμουνιστική εξέγερση των [[Σπαρτακιστές|Σπαρτακιστών]] του Βερολίνου, την οποία κατέστειλε με βιαιότητα και δολοφόνησε τους ηγέτες της [[Ρόζα Λούξεμπουργκ]] και [[Καρλ Λίμπκνεχτ]] (15 Ιανουαρίου 1919).
 
==Σύνταγμα της Βαϊμάρης==
Καρπός ενός συμβιβασμού μεταξύ των διαφόρων πολιτικών δυνάμεων, (Απρίλιος 1919), το σύνταγμα αντιπροσώπευε ό,τι πιο προοδευτικό και δημοκρατικό μπορούσε να υπάρξει εκείνη τη στιγμή. Έθετε επίσης με σαφήνεια τα όρια των διαφόρων εξουσιών και περιείχε τις θεμελιώδεις διατάξεις που αφορούσαν την παιδεία, την κοινωνική πολιτική, τις σχέσεις εργασίας κ.α. Ωστόσο, η οικονομική κρίση που αντιμετώπιζε η Γερμανία, το πολεμικό χρέος που υποχρεωνόταν να καταβάλει και η διατήρηση των οργάνων εξουσίας του παλαιού καθεστώτος μέσα στο σώμα της νέας δημοκρατίας ευνοούσαν την αναβίωση του εθνικισμού και έφθειραν τα δημοκρατικά κόμματα. Οι κυβερνήσεις που ακολουθούσαν ζούσαν υπό το βάρος του πληθωρισμού, τον οποίον τροφοδοτούσε η πληρωμή των πολεμικών επανορθώσεων, ενώ οι δεξιοί εξαπέλυαν τραγική σειρά δολοφονιών.<ref>Εγκυκλοπαίδεια Δομή, ό.π.</ref>
 
===Το βαρύ πολεμικό χρέος===
Το σοβαρότερο πλήγμα κατά της γερμανικής δημοκρατίας δόθηκε όταν η [[Γαλλία]], για να εξασφαλίσει την πληρωμή των χρεών, κατέλαβε τη βιομηχανική [[Κοιλάδα του Ρουρ|περιοχή του Ρουρ]] (11 Ιανουαρίου 1923) σε συμφωνία με το [[Βέλγιο]]. Η κυβέρνηση, πρόεδρος της οποίας ήταν ο [[Βίλχελμ Κούνο]], αντέδρασε κηρύσσοντας τήν παθητική αντίσταση, ενώ η χρηματοδότηση από τη γερμανική κυβέρνηση οδήγησε στην οριστική κατάρρευση του μάρκου και στην όξυνση του πληθωρισμού. Μέσα στη γενική κρίση, τα αντιδραστικά κινήματα έδωσαν το σύνθημα της εξέγερσης, παρά την αναχαίτιση του πληθωρισμού που οφειλόταν στα μέτρα της κυβέρνησης εθνικής ενότητας που συγκροτήθηκε στις 13 Αυγούστου από τον [[Γκούσταβ Στρέζεμαν]], τον σημαντικότερο πολιτικό της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.
 
==Δείτε επίσης==