Εκστρατεία στη Σικελία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Dienekes300 (συζήτηση | συνεισφορές)
Ignoto (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 33:
}}
 
Με τον όρο '''Εκστρατεία στη Σικελία''' εννοούμε την εκστρατεία των [[Αρχαία Αθήνα|Αθηναίων]] στη [[Σικελία]], η οποία ξεκίνησε το 415 π.Χ και ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι του 413 π.Χ, στα πλαίσια του [[Πελοποννησιακός Πόλεμος|Πελοποννησιακού Πολέμου]]. Στόχος της εκστρατείας ήταν η κατάλυση της ηγεμονίας των [[Συρακούσες|Συρακουσών]] στη Σικελία, καιτην ηοποία χρήσηοι τηςΑθηναίοι ήθελαν Σικελίαςνα ωςκαταστήσουν ορμητήριο κατά των ιταλικώνελληνικών πόλεων της Κάτω Ιταλίας. Παρά τη μεγάλη εκστρατευτική δύναμη, καθώς και τις ενισχύσεις που έλαβαν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοι τους υπέστησαν καταστροφική ήττα από τα στρατεύματα των Συρακουσίων και των συμμάχων τους. Κύριος λόγος της αποτυχίας ήταν η προδοσία του [[Αλκιβιάδης|Αλκιβιάδη]], και το γεγονόςο ότιοποίος έπεισε τους Σπαρτιάτες να στείλουν τον [[Γύλιππος|Γύλιππο]] να ηγηθεί των Συρακουσίων. Ο Γύλιππος κατάφερε να συγκεντρώσει μεγάλο στράτευμα και πέτυχε σημαντικές νίκες στη ξηρά και στη θάλασσα, αναγκάζοντας τους Αθηναίους να παραδοθούν.
 
Η εκστρατεία στη Σικελία υπήρξε η σημαντικότερη απ' όλες τις ελληνικές πολεμικές επιχειρήσεις καιτου είχεΠελοποννησιακού Πολέμου και αποφέρειαπέφερε δόξα στους νικητές, ενώ οι ηττημένοι είχαν υποστείυπέστησαν ολοκληρωτική πανωλεθρία<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Ζ.87 (β)</ref>.
 
==Υπόβαθρο==
Γραμμή 43:
{{Κύριο|Πρώτη εκστρατεία των Αθηναίων στη Σικελία}}
 
Η πρώτη εκστρατεία των Αθηναίων κατά της Σικελίας ξεκίνησε το 427 π.Χ, όταν οι Αθηναίοι έστειλαν στόλο με 20 πλοία υπό τις διαταγές του Λάχητος και του Χαροιάδη για να βοηθήσει τους [[Λεοντίνοι|Λεοντίνους]] που βρίσκονταν σε διαμάχη με τις Συρακούσες. Στο πλευρό των Λεοντίνων βρίσκονταν ηοι [[Χαλκιδική]]Χαλκιδείς, η [[Καμάρινα]] και το [[Ρήγιο]], ενώ οι άλλες δωρικές πόλεις της Σικελίας είχαν συμμαχήσει με τις Συρακούσες. Οι Λεοντίνοι είχαν στείλει πρέσβεις στην Αθήνα για να ζητήσουν βοήθεια, λόγω της κοινής ιωνικής καταγωγής<ref>Kagan, ''The Archidamian War'', σελ. 265</ref>. Οι Αθηναίοι δέχτηκαν, αν και τους ενδιέφερε πρωτίστως να εμποδίσουν την παροχή σιτήρων από τις Συρακούσες στην Πελοπόννησο<ref>Fine, ''The Ancient Greeks'', σελ. 476. Επίσης βλ. Θουκυδίδης (μετάφραση), Γ.86</ref> και να επεκτείνουν την ηγεμονία τους στη Σικελία. Βάση των επιχειρήσεων έγινε το Ρήγιο της Ιταλίας<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Γ.87</ref>. Η πρώτη σύγκρουση σημειώθηκε τον χειμώνα, όταν οι Αθηναίοι προσπάθησαν με τη βία να αποσπάσουν τατην [[Λίπαρι|Λιπάρα]] από τους Συρακουσίους. - παράΠαρά την καταστροφή των κτημάτων τους, οι κάτοικοι της πόλης αρνήθηκαν να συμμαχήσουν με τους Αθηναίους και οι τελευταίοι αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στο Ρήγιο<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Γ.88</ref>. Το καλοκαίρι του επόμενου έτους είχαν σημειωθεί αρκετές συγκρούσεις, με πιο σημαντική τη μάχη που διεξήχθη στις Μύλες μεταξύ Αθηναίων και Μεσσηνίων. - παράλληλα, οΟ στρατηγός Χαροιάδης είχε πεθάνει σε μάχη στιςκατά Συρακούσεςτων Συρακουσίων και ο Λάχης έγινε ο μόνος αρχηγός του αθηναϊκού στόλου. Οι Μύλες ήταν ένα φρούριο, όπου οι Μεσσήνιοι είχαν παρατάξει δύο τάγματα για να στήσουν ενέδρα στους Αθηναίους, αλλά οι τελευταίοι επιτέθηκαν και έτρεψαν σε φυγή τους Μεσσηνίους, φονεύοντας πολλούς από τους ενεδρεύοντες και αναγκάζοντας τη φρουρά να παραδώσει την ακρόπολη και να τους ακολουθήσει στη [[Μεσσήνη (Ιταλία)|Μεσσήνη]]. - όταν'Οταν οι Μεσσήνιοι είδαν την προσέγγιση των Αθηναίων, αποφάσισαν να παραδοθούν<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Γ.90</ref>. Επίσης, οι Αθηναίοι αποβιβάστηκαν στη Λοκρίδα και νίκησαν τους Λοκρούς, με αποτέλεσμα να καταλάβουν ένα τείχος κοντά στον ποταμό ΆληκοΆληκα<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Γ.99</ref>. Τον χειμώνα, ωστόσο, οι Αθηναίοι υπέστησαν ήττα στην ΙνήσσηΊνησσα από τους Συρακουσίους, αν και μετά επιχείρησαν νέα απόβαση στη Λοκρίδα, όπου συγκρούστηκαν με 300 Λοκρούς υπό τις διαταγές του Προξένου, τους οποίους φόνευσαν<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Γ.103</ref>. Επίσης, οι Αθηναίοι επιχείρησαν απόβαση στο έδαφος της [[Ιμέρα]]ς, ενώ οι Σικελιώτες εισέβαλαν από το εσωτερικό στο μεσογειακό τμήμα της πόλης - παράλληλα, οι Αθηναίοι επιτέθηκαν εναντίον των Αιολίδων Νήσων. Όταν επέστρεψαν στο Ρήγιο, οι Αθηναίοι έμαθαν πως αρχηγός του στόλου - στη θέση του Λάχητος - είχε διοριστεί ο Πυθόδωρος, ενώ αργότερα έπρεπε να φθάσουν οι στρατηγοί Σοφοκλής και Ευρυμέδοντας με σοβαρές ενισχύσεις (σαράντα πλοία) μετά από αντίστοιχο αίτημα των συμμάχων. Ο Πυθόδωρος επιτέθηκε στη Λοκρίδα, αλλά αυτή τη φορά επικράτησαν οι Λοκροί<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Γ.115</ref>. Το επόμενο καλοκαίρι, οι Αθηναίοι υπέστησαν νέα ήττα στη Μεσσήνη - η οποία είχε μεγάλη στρατηγική σημασία για τις δύο πλευρές - από μοίρα 20 πλοίων των Συρακουσίων και των Λοκρών<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Δ.1</ref>.
 
Παράλληλα, ο Σοφοκλής και ο Ευρυμέδοντας έλαβαν διαταγή να βοηθήσουν την [[Κέρκυρα]], η οποία απειλείτο από ένα πελοποννησιακό στόλο με 60 πλοία, αλλά ο Δημοσθένης έπεισε τις αρχές της Αθήνας να στείλουν τις δυνάμεις των δύο στρατηγών στην Πελοπόννησο<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Δ.2</ref>. Ο Δημοσθένης οδήγησε τους Αθηναίους στην Πύλο και προσπάθησε μάταια να πείσει τους άλλους δύο στρατηγούς για τη στρατηγική θέση που είχε η περιοχή<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Δ.3</ref>. Προς καλή του τύχη, ο καιρός ήταν άστατος και οι δύο στρατηγοί αναγκάστηκαν να μείνουν στην Πύλο, ενώ οι Αθηναίοι οχύρωναν τα αδύναμα σημεία της περιοχής<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Δ.4</ref>. Οι Αθηναίοι εκμεταλλεύτηκαν επίσης τη βραδύτητα των Σπαρτιατών, οι οποίοι τελούσαν γιορτές και είχαν αφήσει στην Αττική μεγάλο στράτευμα, για να ολοκληρώσουν την οχύρωση της Πύλου και να αφήσουν τον Σοφοκλή και τον Ευρυμέδοντα να συνεχίσουν τον πλου προς την Κέρκυρα και τη Σικελία<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Δ.5</ref>. Ενώ στην περιοχή της Ελλάδας, οι Αθηναίοι ετοιμάζονταν να αντιμετωπίσουν τους Σπαρτιάτες στην [[μάχη της Πύλου και της Σφακτηρίας|Πύλο και στη Σφακτηρία]], οι Συρακούσιοι και οι σύμμαχοι τους επιχείρησαν ναυτική επίθεση στο Ρήγιο, έχοντας στη διάθεση τους 70 πλοία. Από την άλλη, οι Αθηναίοι και οι Ρηγίνοι είχαν στη διάθεση τους συνολικά 24 πλοία, αλλά κατάφεραν να νικήσουν τους Συρακούσιους και να τους τρέψουν σε φυγή<ref name=IPPD25>Θουκυδίδης (μετάφραση), Δ.25</ref>. Αργότερα, οι Αθηναίοι έπλευσαν στην Καμάρινα, καθώς έμαθαν πως κάποιος Αρχίας και οι οπαδοί του είχαν σκοπό να αποσπάσουν την πόλη από τους Αθηναίους και να την παραδώσουν στις Συρακούσες. Παράλληλα, οι Μεσσήνιοι επιχείρησαν να καταλάβουν τη [[Νάξος Σικελίας|Νάξο]], αλλά υπέστησαν σοβαρή ήττα. Οι Λεοντίνοι και οι Αθηναίοι εκμεταλλεύτηκαν την ήττα των Μεσσηνίων στη Νάξο και επιτέθηκαν στη Μεσσήνη - αρχικά, οι Μεσσήνιοι είχαν νικήσει τους Λεοντίνους, αλλά η επέμβαση των Αθηναίων ανάγκασε τους Μεσσήνιους να κλειστούν πίσω από τα τείχη<ref name=IPPD25/>. Το καλοκαίρι του 424 π.Χ, οι πόλεις της Σικελίας έστειλαν εκπροσώπους στη Γέλα για να συζητήσουν το ενδεχόμενο λήξης των εχθροπραξιών μεταξύ των πόλεων τους<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Δ.58</ref>. Στο συμβούλιο πρωτοστάτησε ο Ερμοκράτης, εκπρόσωπος των Συρακουσίων, ο οποίος έπεισε τους υπόλοιπους πως οι εμφύλιες συγκρούσεις στη Σικελία θα ωφελούσαν τους Αθηναίους, γιατί θα τους δινόταν η ευκαιρία να στείλουν περισσότερες δυνάμεις<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Δ.60</ref>, γι' αυτό και πρότεινε την ειρηνική επίλυση των διαφορών τους<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Δ.61</ref>. Οι Σικελοί έλυσαν ειρηνικά τις διαφορές τους και οι συμμαχικές πόλεις της Αθήνας ανακοίνωσαν στους αρχηγούς του αθηναϊκού στόλου πως συμφωνήθηκε ο τερματισμός του πολέμου<ref>Fine, ''The Ancient Greeks'', σελ. 476–8.</ref>. Κατά την επιστροφή τους στην Αθήνα, ο Πυθόδωρος και ο Σοφοκλής εξορίστηκαν, ενώ ο Ευρυμέδοντας πλήρωσε πρόστιμο εξαιτίας της αποτυχίας στη Σικελία<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Δ.65</ref>. Το καλοκαίρι του 422 π.Χ, οι Αθηναίοι έστειλαν μια αντιπροσωπεία με επικεφαλής του Φαίακα με σκοπό να συνάψει συμμαχίες με τις πόλεις της Σικελίας - η ΚαμάρινηΚαμάρινα και ο Ακράγαντας δέχτηκαν, ενώ η Γέλα αρνήθηκε. Επίσης, ο Φαίακας σύναψε συμμαχίες με πόλεις της Ιταλίας, ακόμα και με τους Λοκρούς, οι οποίοι βρίσκονταν σε πόλεμο με τους Μεδμαίους και τους συμμάχους τους<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), Ε.5</ref>.
 
=== Προετοιμασίες για νέα εκστρατεία ===
Γραμμή 53:
Το 415 π.Χ, η Αθήνα και η Σπάρτη υπέγραψαν ειρήνη και έβαλαν τέλος στην πρώτη φάση του Πελοποννησιακού Πολέμου, γνωστή ως Αρχιδάμειος πόλεμος. Ωστόσο, η ειρήνη δεν ικανοποιούσε πλήρως τις δύο πόλεις, καθώς η Σπάρτη αρνήθηκε να παραχωρήσει την [[Αμφίπολη]] στην Αθήνα, ενώ η Αθήνα είχε τον έλεγχο της [[Πύλος|Πύλου]]. Νωρίτερα, το 418 π.Χ, στη μάχη της Μαντινείας, οι πόλεις του Άργους και της Μαντινείας - μαζί με άλλες πελοποννησιακές πόλεις - συμμάχησαν με την Αθήνα σε μια προσπάθεια να απελευθερωθούν από τον σπαρτιατικό ζυγό. Στη μάχη πρωτοστάτησε ο Αθηναίος αριστοκράτης Αλκιβιάδης, ο οποίος κατάφερε να βάλει προσωρινό τέλος στον έλεγχο της [[Πελοποννησιακή Συμμαχία|Πελοποννησιακής Συμμαχίας]] από τη Σπάρτη<ref>Kagan, ''The Peace of Nicias and the Sicilian Expedition'', σελ. 133.</ref>. Παρά την αθηναϊκή ήττα στη μάχη της Μαντινείας, ο Αλκιβιάδης κατάφερε να επικρατήσει στην πολιτική σκηνή και να εκλεγεί στρατηγός το 417 π.Χ<ref>Kagan, ''The Peace of Nicias and the Sicilian Expedition'', σελ. 143.</ref>. Ο έλεγχος της εξωτερικής πολιτικής της Αθήνας παρέμεινε μοιρασμένος μεταξύ του κόμματος της ειρήνης (αρχηγός ο Νικίας) και του κόμματος του πολέμου (αρχηγός ο Αλκιβιάδης)<ref>Kagan, ''The Peace of Nicias and the Sicilian Expedition'', σελ. 146–7. Το 417 π.Χ, ο Νικίας και ο Αλκιβιάδης συμμάχησαν για να εξορίσουν (χάρη στον [[οστρακισμός|οστρακισμό]]) τον δημαγωγό [[Υπέρβολος|Υπέρβολο]], καθώς δεν ήταν σίγουροι πως θα μπορούσε ο ένας να εξορίσει τον άλλο.</ref>. Σύμφωνα με τον [[Πλούταρχος|Πλούταρχο]], ο Αλκιβιάδης δεν ήταν ευχαριστημένος με την υπογραφή της ειρήνης και ειδικά με το γεγονός ότι οι Σπαρτιάτες είχαν υπογράψει την ειρήνη με τον Νικία χωρίς να συνεννοηθούν μαζί του, καθώς ήταν πρόξενος της Σπάρτης<ref>Πλούταρχος, Αλκιβιάδης 14</ref>.
 
Τον χειμώνα του 416-415 π.Χ, οι Αθηναίοι εξέφρασαν την επιθυμία να εκστρατεύσουν εκ νέου στη Σικελία με περισσότερες δυνάμεις απ' ότι την προηγούμενη φορά<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 1</ref>. Ως αφορμή, οι Αθηναίοι είχαν σκοπό να προβάλουν την καταπίεση που δεχόταν η Έγεστα από τους Σελινουντίους από ξηρά και θάλασσα. Στην Αθήνα είχαν παρουσιαστεί πρέσβεις από την Έγεστα που ζήτησαν βοήθεια από τους Αθηναίους λόγω κοινής καταγωγής, ενώ δήλωσαν πως είχαν στη διάθεση τους αρκετά χρήματα για να χρηματοδοτήσουν την εκστρατεία. - οι Αθηναίοι αποφάσισαν να στείλουν πρώτα μια αντιπροσωπεία στην Έγεστα για να επιβεβαιώσουν τα λεγόμενα των Εγεσταίων<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 6</ref>. Η αντιπροσωπεία επιβεβαίωσε την ύπαρξη μεγάλου χρηματικού ποσού στην Έγεστα (εξήντα τάλαντα αργυρού), το οποίο μπορούσε να χρησιμοποιήσει ως μηνιαίος μισθός για πληρώματα 60 πλοίων που ζητούσαν οι Εγεσταίοι. Οι Αθηναίοι αποφάσισαν να εκστρατεύσουν με αρχηγούς τον [[Αλκιβιάδης|Αλκιβιάδη]], τον [[Νικίας|Νικία]] και τον [[Λάμαχος|Λάμαχο]], στους οποίους έδωσαν εντολή να βοηθήσουν την Έγεστα και να αποκαταστήσει τους Λεοντίνους στην εστία τους (σε περίπτωση που οι κάτοικοι της πόλης έφευγαν μαζικά για να γλιτώσουν τον πόλεμο). Ο Νικίας ήταν ο μόνος από τους στρατηγούς που είχε εκλεγεί παρά τη θέληση του και προσπάθησε να πείσει τους Αθηναίους να απαρνηθούν την ιδέα της εκστρατείας<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 8</ref>. Ο Νικίας, σε ομιλία του μπροστά στην Αγορά των Αθηναίων, δήλωσε πως η πόλη έπρεπε να εκμεταλλευτεί την [[Ειρήνη του Νικία|ειρήνη]] με τους Πελοποννήσιους για να αναπληρώσει τις απώλειες σε άνδρες και χρήμα<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 12</ref>, ενώ εξέφρασε την άποψη πως η πόλη δεν ήταν έτοιμη για τέτοια εκστρατεία και προειδοποίησε πως σε περίπτωση ήττας, οι Πελοποννήσιοι θα προχωρούσαν σε επίθεση κατά των Αθηνών<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 12</ref>, αλλά και σε περίπτωση νίκης, οι Αθηναίοι θα αδυνατούσαν να ελέγξουν τη Σικελία εξαιτίας της μεγάλης απόστασης<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 11</ref>.
 
Μετά τον Νικία, τον λόγο έλαβε ο Αλκιβιάδης, ο οποίος απέκρουσε τις κατηγορίες του Νικία περί προσωπικής φιλοδοξίας και θύμισε στους Αθηναίους πως οι Σπαρτιάτες είχαν διακινδυνεύσει τα πάντα στη [[Μάχη της Μαντινείας (418 π.Χ)|μάχη της Μαντινείας]] εξαιτίας της δράσης του<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 16</ref>. Ο Αλκιβιάδης καθησύχασε τους Αθηναίους, λέγοντας πως στην πόλη θα παρέμενε ένας ισχυρός στόλος που θα ήταν ικανός να αποκρούσει μια πιθανή επίθεση των Σπαρτιατών<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 17</ref>, ενώ τόνισε πως έπρεπε να εκμεταλλευτούν τις εμφύλιες συρράξεις στη Σικελία<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 17</ref> και να επεκτείνουν την ηγεμονία τους στην περιοχή, ενώ θύμισε πως ήταν υπόχρεοιυποχρεωμένοι να τηρήσουν τους όρκους που έδωσαν στους συμμάχους τους<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 18</ref>. Μετά τον Αλκιβιάδη μίλησαν οι Εγεσταίοι και οι Λεοντίνοι που θύμισαν τους όρκους συμμαχίας που έδωσαν οι Αθηναίοι, κάτι που αύξησε τον ενθουσιασμό των Αθηναίων, αναγκάζοντας τον Νικία να αλλάξει τακτική<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 19</ref>. Ο Νικίας έλαβε ξανά τον λόγο και δήλωσε πως μονάχα η Νάξος και η Κατάνη θα βοηθούσαν τους Αθηναίους, ενώ οι υπόλοιπες πόλεις θα βοηθούσαν τους Συρακούσιους. Επίσης, κατά τον Νικία, οι Συρακούσιοι διέθεταν πολυάριθμο ιππικό και πολλά χρήματα για τον επικείμενο πόλεμο, ενώ τόνισε το γεγονός ότι οι Συρακούσιοι μπορούσαν να τροφοδοτήσουν τον στρατό τους με εγχώρια προϊόντα - από την άλλη,ενώ οι Αθηναίοι θα στηρίζονταν μονάχα σε εισαγόμενα προϊόντα<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 20</ref>. Ο Νικίας έδωσε έμφαση στο γεγονός πως οι Αθηναίοι χρειάζονταν μεγάλο στόλο και πολλούς οπλίτες, οιγια οποίοινα θα μπορούσανμπορέσουν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά το ιππικό του αντιπάλου<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 21</ref>, καθώς επίσης μεγάλο αριθμό τοξοτών και βοηθητικών στρατευμάτων<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 22</ref>. Τέλος, ο Νικίας εξέφρασε τις ανησυχίες του για την εκστρατεία και ζήτησε να απαλλαγεί από την αρχηγία<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 23</ref>.
 
Ο λόγος του Νικία είχε σκοπό να αποθαρρύνει τους Αθηναίους, αλλά πέτυχε το αντίθετο αποτέλεσμα. Οι Αθηναίοι έδειξαν μεγαλύτερο ενθουσιασμό και αποφάσισαν να διατηρήσουν τον Νικία στη θέση του αρχηγού<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 24</ref>, ενώ ζήτησαν απ' αυτόν να παρουσιάσει το απαραίτητο μέγεθος της αποστολής. Ο Νικίας δήλωσε πως χρειάζονταν τουλάχιστον 100 [[τριήρης|τριήρεις]] από την Αθήνα και όσο το δυνατόν περισσότερες από τις συμμαχικές πόλεις, ενώ επίσης χρειάζονταν τουλάχιστον 5.000 οπλίτες. Τέλος, ο Νικίας δήλωσε πως χρειάζονταν ένα στράτευμα που να είναι ανάλογο προς τους οπλίτες και να περιλαμβάνει Αθηναίους και Κρήτες τοξότες και σφενδονιστές<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 25</ref>. Οι Αθηναίοι δέχτηκαν τις προτάσεις του Νικία, έδωσαν πλήρη εξουσία στους στρατηγούς για τα θέματα που αφορούσαν την εκστρατεία και έστειλαν πρέσβεις στις συμμαχικές πόλεις για να συντάξουν καταλόγους στρατευσίμων<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 26</ref>. Όπως παρατηρεί ο ιστορικός Ντόναλντ Κάγκαν, «χωρίς την παρέμβαση του Νικία, οι Αθηναίοι θα είχαν εκστρατεύσει κατά της Σικελίας, αλλά η ήττα δεν ήσανθα ήταν καταστροφική», μιας και οι Αθηναίοι θα είχαν στείλει και θα είχαν χάσει μονάχα 60 πλοία και όχι μια μεγαλύτερη δύναμη<ref>Kagan, ''The Peace of Nicias and the Sicilian Expedition'', σελ. 191</ref>. Πριν ξεκινήσει ο στόλος, μια ομάδα αγνώστων ακρωτηρίασε τις [[Ερμές]], που ήταναγάλματα αφιερωμένεςαφιερωμένα στουςατον θεούςΕρμή. Κανένας δεν γνώριζε την ταυτότητα των βανδάλωνενόχων, ωστόσο, οι Αθηναίοι και οι ξένοι έσπευσαν στα δικαστήρια για να δώσουν μαρτυρίες<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 27</ref>, αν και οι περισσότερες μαρτυρίες δεν είχαν σχέση με το θέμα, αλλά με την πρόσφατη παρωδία των [[Ελευσίνια Μυστήρια|Μυστηρίων]] από μεθυσμένους νεαρούς<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 28</ref>. Στο δικαστήριο βρέθηκε κατηγορούμενος ο Αλκιβιάδης, ο οποίος ήταν γνωστός για την ανάρμοστη συμπεριφορά απέναντι στα μυστήρια, ενώ οι εχθροί του είχαν σκοπό να του αφαιρέσουν την εξουσία. Ο Αλκιβιάδης ζήτησε να δικαστεί πριν από την εκκίνησηαναχώρηση του στόλου, αλλά οι εχθροί του - φοβούμενοι την επιρροή του στον στρατό και στο πλήθος - μίσθωσαν ρήτορες για να πείσουν τον λαό να επιτρέψει την αποστολή του στόλου χωρίς να γίνει δίκη του Αλκιβιάδη<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 29</ref>.
 
==Πρώτη φάση της εκστρατείας==
Γραμμή 63:
[[Αρχείο:SizilienExpedition.png|350px|μικρογραφία|δεξιά|Η πορεία του αθηναϊκού στόλου προς τη Σικελία]]
 
Η εκστρατεία στη Σικελία ξεκίνησε το καλοκαίρι του 415 π.Χ, μετά από επίδειξη ισχύος στο λιμάνι του Πειραιά για τους Αθηναίους και τους ξένους της πόλης<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 31</ref>. - οιΟι Αθηναίοι απέπλευσαν για την Αίγινα και μετά έφθασαν στην [[Κέρκυρα]], όπου ενώθηκαν με τους συμμάχους τους<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 32</ref>. Οι φήμες για την επικείμενη εκστρατεία είχαν φθάσει στις Συρακούσες, αλλά κανένας δεν τις πίστεψε. Κατά τη διάρκεια λαϊκής συνέλευσης, ο Ερμοκράτης, ο οποίος είχε ακριβείς πληροφορίες για το θέμα<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 33</ref>, ζήτησε τον λόγο και τόνισε πως οι Αθηναίοι δεν είχαν σκοπό να βοηθήσουν τους Εγεσταίους και τους Λεοντίνους, αλλά να επεκτείνουν την ηγεμονία τους. Ο Ερμοκράτης θύμισε πως οι υπερπόντιες εκστρατείες που διεξήχθησαν στο παρελθόν είχαν αποτύχει και έφερε το παράδειγμα των [[Πέρσες|Περσών]], οι οποίοι απέτυχαν να καταλάβουν την Αθήνα το 490 π.Χ και το 480 π.Χ, λόγω της απόστασης και της έλλειψης πολεμοφοδίων<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 33 (β)</ref>. Τέλος, ο Ερμοκράτης ζήτησε από τους Συρακούσιους να συνάψουν συμμαχίες με τις άλλες πόλεις της Σικελίας, τις πόλεις της Ιταλίας, καθώς και με την [[Καρχηδόνα]], ενώ απαίτησε την αποστολή στόλου στον Τάραντα και στο ακρωτήριο της Ιαπυγίας με διαταγή να επιτεθεί στους Αθηναίους<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 34</ref>. Μετά τον Ερμοκράτη μίλησε ο Αθηναγόρας, ο οποίος αμφισβήτησε την ακρίβεια της είδησης για την επικείμενη αθηναϊκή εκστρατεία, καθώς ήταν σίγουρος πως οι Αθηναίοι δεν θα επιχειρούσαν εκστρατεία στη Σικελία ενώ δεν είχε λήξει ο Πελοποννησιακός Πόλεμος<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 36</ref>, ενώκαι έδωσε έμφαση στην αμυντική ικανότητα της Σικελίας, στην αριθμητική υπεροχή του στρατού και του ιππικού των Συρακουσίων και στην έλλειψη εφοδίων που θα αντιμετώπιζαν οι Αθηναίοι<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 37</ref>. Μετά τον Αθηναγόρα μίλησε ένας εκ των Συρακουσίων στρατηγών και δήλωσε πως θα συγκέντρωναν ιππικό και άλλα εφόδια και θα ετοίμαζαν την πόλη για άμυνα. - παράλληλαΠαράλληλα, ο στρατηγός αποφάσισεαποφασίστηκε να στείλεισταλούν πράκτορες στις άλλες πόλεις της Σικελίας για να συλλέξουν πληροφορίες σχετικά με την εκστρατεία<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 41</ref>.
 
Στην Κέρκυρα, εν τω μεταξύ, οι Αθηναίοι είχαν συλλέξεισυγκεντρώσει τις δυνάμεις τους και μοίρασανχώρισαν τον στόλο σε τρεις μοίρες, κάθε μια από τις οποίες θα είχε ως αρχηγό ένα από τους στρατηγούς, ενώ έστειλαν πρέσβεις στις πόλεις της Ιταλίας και της Σικελίας για να μάθουν αν υπήρχαν πόλεις πουποιες ήταν πρόθυμες να τους υποδεχτούν<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 42</ref>. Στην Κέρκυρα, οι Αθηναίοι είχαν συγκεντρώσει την εξής δύναμη: 134 τριήρεις (100 από την Αθήνα και 34 από τη [[Χίος|Χίο]] και άλλες περιοχές), 2 πεντηκοντόρους, 5.100 οπλίτες (1.500 Αθηναίοι πολίτες, 700 θήτες πεζοναύτες, 500 Αργείοι, 250 Μαντινείς και άλλοι μισθοφόροι και 2.150 οπλίτες από συμμαχικές πόλεις), 480 τοξότες (80 Κρήτες και 100 από άλλες περιοχές), 700 σφενδονιστές (Ρόδιοι), 120 ψιλοί (Μεγαρείς) και 30 ιππείς, τους οποίους μετέφερε ένα ιππαγωγό πλοίο<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 43</ref>. Αυτή τη δύναμη συνόδευαν 30 μεταγωγικά πλοία με τρόφιμα, προσωπικά και διάφορα εργαλεία, ενώ τους είχαν ακολουθήσει και αρκετά εμπορικά πλοία. Ο στόλος διέσχισε αθρόος τον Ιόνιο κόλπο και προσέγγισε στο ακρωτήριο της Ιαπυγίας - οι ιταλικές πόλεις είχαν αρνηθεί να βοηθήσουν τους Αθηναίους, αν και μερικές τους έδωσαν την ευκαιρίαάδεια να αγκυροβολήσουν. Στο τέλος, η αθηναϊκή δύναμη έφθασε στο Ρήγιο, οι κάτοικοι του οποίου αποφάσισαν να μείνουν ουδέτεροι και να συμμορφωθούν με την απόφαση του συνεδρίου των ελληνικών πόλεων της Ιταλίας. Τότε, οι Αθηναίοι άρχισαν να μελετούν τρόπους βελτίωσης της κατάστασης και περίμεναν πλοία από την Έγεστα για να επιβεβαιώσουν την ύπαρξη του θησαυρού, για τον οποίο έκαναν λόγο οι Εγεσταίοι<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 44</ref>. Ωστόσο, τους περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη: οι Εγεσταίοι είχαν στη διάθεση τους μονάχα 30 τάλαντα, ενώ τα διάφορα μεταλλικά σκεύη τους (τα οποία είχαν δανειστεί από άλλες πόλεις) είχαν μεγάλο μέγεθος που ήταν δυσανάλογοςδυσανάλογο με την αξία τους. Παρ' ολ' αυτά, η μεγάλη ποσότητα των χρυσών και άλλων μεταλλικών σκευών έπεισε τους Αθηναίους πως οι Εγεσταίοι διέθεταν αρκετά χρήματα για τη χρηματοδότηση του αθηναϊκού στόλου. Οι Αθηναίοι κατηγόρησαν τους πρώτους απεσταλμένους στην Έγεστα ότι τους οδήγησαν σε πλάνη, ενώ οι στρατηγοί αποφάσισαν να συγκαλέσουν πολεμικό συμβούλιο<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 46</ref>.
 
Ο Νικίας πρότεινε να επιτεθούν οι Αθηναίοι κατά του [[Σελινούντας Σικελίας|Σελινούντος]], ο οποίος ήταν ο κύριος σύμμαχος των Συρακουσών και κύριος εχθρός των Εγεσταίων, με σκοπό να αναγκάσουν τους Σελινουντίους να συνάψουν ειρήνη με τους Εγεσταίους (είτε μέσω βίας είτε μέσω συνεννόησης), ενώ μετά να προχωρήσουν σε επίδειξη ισχύος και να πείσουν τις άλλες πόλεις να συνάψουν συμμαχία. Αν η αποστολή έληγε με επιτυχία, τότε θα μπορούσαν να επιστρέψουν στην Αθήνα, εκτός και αν οι Λεοντίνοι αντιμετώπιζαν ξαφνικά νέα απειλή<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 47</ref>. Ο Αλκιβιάδης πρότεινε την αποστολή πρεσβευτών στις ελληνικές πόλεις της Σικελίας για να τις αποσπάσουν από τους Συρακούσιους και να συνάψουν συμφωνία τροφοδότησης του αθηναϊκού στρατεύματος. Ο Αλκιβιάδης έδωσε έμφαση στη Μεσσήνη που ήταν το κλειδί της Σικελίας και δήλωσε πως έπρεπε πρώτα να συνάψουν συμμαχία με τους κατοίκους της πόλης και μετά να προχωρήσουν σε επίθεση κατά των Συρακουσών και του Σελινούντος<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 48</ref>. Τελευταίος μίλησε ο Λάμαχος, ο οποίος αν και συμφώνησε με τον Αλκιβιάδη όσον αφορά τη σημασία της Μεσσήνης, πρότεινε να επιτεθούν αμέσως κατά των Συρακουσών, ενώ στους Μεσσηνίους θα πήγαινε ο ίδιος για να συνάψει συμμαχία<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 49</ref>. ΟΤο Ντόναλντότι Κάγκανη παρατηρεί πως ο Αλκιβιάδης ήσαν ο πρωτοστάτης της εκστρατείας και μέλοςάποψη του κόμματοςΛάμαχου του πολέμουεπικράτησε, ενώ ο ΝικίαςΝτόναλντ ήτανΚάγκαν οτο κορυφαίοςαποδίδει αντίπαλος(πέραν της εκστρατείαςεκτίμησης καιτην μέλοςοποία τουέχαιρε κόμματοςλόγω της ειρήνης.πολεμικής Οτου Λάμαχοςεμπειρίας) ήτανστο έναςότι 50χρονοςοι στρατιώτης,Αθηναίοι τονπροσπαθούσαν οποίονα οβρούν [[Αριστοφάνης]]μια παρουσιάζειισορροπία ωςμεταξύ μόνιμαενός φτωχόνεαρού στρατιώτηκαι στηνεπιθετικού κωμωδία «[[Αχαρνής]]»ηγέτη -του ο Κάγκαν θεωρεί πως οι λόγοιΑλκιβιάδη, που οδήγησαν τους Αθηναίους σ' αυτή την απόφαση δεν ήταν σαφείς,ο αλλάπρωτοστάτης θεωρείτης πωςεκστρατείας- οικαι ηγέτεςμιας προσπαθούσανπαλαιάς νασυντηρητικής βρούνπροσωπικότητας μια ισορροπία μεταξύ- του νεαρούΝικία καιπου επιθετικούήταν ηγέτηο καικορυφαίος μιαςαντίπαλος παλαιάςτης συντηρητικής προσωπικότητας, προσθέτονταςεκστρατείας και τηναρχηγός πολεμικήτου εμπειρίακόμματος τουτης Λάμαχουειρήνης.<ref name=Kagan170>Kagan, ''The Peace of Nicias and the Sicilian Expedition'', σελ. 170–171.</ref>. ΟιΣημειωτέον Μεσσήνιοιότι αρνήθηκανο τιςΛάμαχος προτάσειςήταν τουένας Λάμαχου,50χρονος γι' αυτό και οι Αθηναίοι έπλευσαν κατά μήκος της ακτής της Νάξου με τα 2/3 του στόλου και από εκεί κατευθύνθηκαν προς την Κατάνη. Οι Καταναίοι αρνήθηκαν να δεχτούν τους Αθηναίους και οι τελευταίοι στρατοπέδευσαν κοντά στον ποταμό Τηρίαστρατιώτης, ενώ έστειλαν μια μοίρα 10 πλοίων για να παρακολουθεί τον Μεγάλοοποίο Λιμένα των Συρακουσών. Αργότερα, οι Αθηναίοι έπλευσαν με τον υπόλοιπο στόλο και μόλις έφθασαν στις Συρακούσες, διακήρυξαν πως σκοπός της αποστολής τους ήταν η αποκατάσταση των Λεοντίνων και ζήτησαν από τους Λεοντίνους που βρίσκονταν στις Συρακούσες να προσέλθουν άφοβα προς τους Αθηναίους. Μετά την προκήρυξη, οι Αθηναίοι επανέπλευσαν προς τηνο [[ΚατάνηΑριστοφάνης]]<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση),παρουσιάζει ΣΤ.ως μόνιμα 50</ref>.φτωχό Οι Καταναίοι έκαναν δεχτούς μονάχα τους στρατηγούς: όσο μιλούσε ο Αλκιβιάδης, οι κάτοικοι ήταν απασχολημένοι μονάχα μ' αυτόν και δεν αντιλήφθηκαν πως οι Αθηναίοι είχαν διαρρήξει μια μικρή πύλη του τείχους, η οποία ήταν σαθρώς κατασκευασμένη. Οι Αθηναίοι έπεισαν τους Καταναίους να ψηφίσουν υπέρ της συμμαχίας με την Αθήνα και να δεχτούν το αίτημα των Αθηναίων για στρατοπέδευση ολόκληρου του εκστρατευτικού σώματος τουςστρατιώτη στην Κατάνη<ref>Θουκυδίδηςκωμωδία (μετάφραση), ΣΤ«[[Αχαρνής]]». 51</ref>. Παράλληλα έφθασε η είδηση πως οι Συρακούσιοι επιβιβάζουν τα πληρώματα τους στην Καμάρινα, η οποία ήθελε να συνάψει συμμαχία με τους Αθηναίους. Όταν έφθασαν στην Καμάρινη, οι Αθηναίοι έστειλαν κήρυκα στην πόλη, αλλά οι Καμαριναίοι δεν τον δέχτηκαν με τη δικαιολογία πως οι Αθηναίοι έπρεπε να είχαν στείλει μονάχα ένα πολεμικό σκάφος (εκτός και αν οι ίδιοι ζητούσαν περισσότερα). Μετά, οι Αθηναίοι προέβησαν σε λεηλασία της ακτής των Συρακουσών, αλλά αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν μετά από επίθεση των ιππέων και των ψιλών στρατιωτών του στρατού των Συρακουσίων<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 52</ref>.
 
Οι Μεσσήνιοι αρνήθηκαν τις προτάσεις του Λάμαχου, γι' αυτό και οι Αθηναίοι έπλευσαν κατά μήκος της ακτής της Νάξου με τα 2/3 του στόλου και από εκεί κατευθύνθηκαν προς την Κατάνη. Οι Καταναίοι αρνήθηκαν να δεχτούν τους Αθηναίους και οι τελευταίοι στρατοπέδευσαν κοντά στον ποταμό Τηρία, ενώ έστειλαν μια μοίρα 10 πλοίων για να παρακολουθεί τον Μεγάλο Λιμένα των Συρακουσών. Αργότερα, οι Αθηναίοι έπλευσαν με τον υπόλοιπο στόλο και μόλις έφθασαν στις Συρακούσες, διακήρυξαν πως σκοπός της αποστολής τους ήταν η αποκατάσταση των Λεοντίνων και ζήτησαν από τους Λεοντίνους που βρίσκονταν στις Συρακούσες να προσέλθουν άφοβα προς τους Αθηναίους. Μετά την προκήρυξη, οι Αθηναίοι επανέπλευσαν προς την [[Κατάνη]]<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 50</ref>. Οι Καταναίοι έκαναν δεκτούς μόνο τους στρατηγούς: όσο μιλούσε ο Αλκιβιάδης, οι κάτοικοι ήταν απασχολημένοι μονάχα μ' αυτόν και δεν αντιλήφθηκαν πως οι Αθηναίοι είχαν διαρρήξει μια μικρή πύλη του τείχους, η οποία ήταν σαθρώς κατασκευασμένη. Οι Αθηναίοι έπεισαν τους Καταναίους να ψηφίσουν υπέρ της συμμαχίας με την Αθήνα και να δεχτούν το αίτημα των Αθηναίων για στρατοπέδευση ολόκληρου του εκστρατευτικού σώματος τους στην Κατάνη<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 51</ref>. Παράλληλα έφθασε η είδηση πως οι Συρακούσιοι επιβιβάζουν τα πληρώματα τους στην Καμάρινα, η οποία ήθελε να συνάψει συμμαχία με τους Αθηναίους. Όταν έφθασαν στην Καμάρινα, οι Αθηναίοι έστειλαν κήρυκα στην πόλη, αλλά οι Καμαριναίοι δεν τον δέχτηκαν με τη δικαιολογία πως οι Αθηναίοι έπρεπε να είχαν στείλει μονάχα ένα πολεμικό σκάφος (εκτός και αν οι ίδιοι ζητούσαν περισσότερα). Μετά, οι Αθηναίοι προέβησαν σε λεηλασία της ακτής των Συρακουσών, αλλά αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν μετά από επίθεση των ιππέων και των ψιλών στρατιωτών του στρατού των Συρακουσίων<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 52</ref>.
Την ίδια εποχή, στην Κατάνη έφθασε το πλοίο «[[Σαλαμινία]]» και το πλήρωμα της ανακοίνωσε πως ο δήμος της Αθήνας καλούσε τον Αλκιβιάδη και άλλους στρατιώτες να απολογηθούν για τον ακρωτηριασμό των Ερμών και τη βεβήλωση των Μυστηρίων<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 53</ref>. Οι Αθηναίοι είχαν επίσης υποψίες πως ο Αλκιβιάδης σχεδίαζε πραξικόπημα κατά της [[δημοκρατία]]ς και παράδοση της πόλης τους Σπαρτιάτες - κύρια απόδειξη αυτής της κατηγορίας ήταν η παρουσία μιας μικρής δύναμης των Σπαρτιατών στον [[Ισθμός της Κορίνθου|Ισθμό]], η οποία είχε σκοπό να βοηθήσει τους Βοιωτούς, κάτι που οι Αθηναίοι δεν είχαν πιστέψει. Οι Αθηναίοι είχαν συλλάβει τους φίλους του Αλκιβιάδη στο Άργος και ζήτησαν από τους Αργείους να τους θανατώσουν<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 61</ref>. Οι αρχές της Αθήνας είχαν σκοπό να θανατώσουν τον Αλκιβιάδη, αλλά το πλήρωμα της Σαλαμινίας έλαβε διαταγή να τον καλέσει να τους ακολουθήσει χωρίς να τον συλλάβει, καθώς φοβούνταν να προκαλέσουν ταραχές στον στρατό. Ο Αλκιβιάδης και οι σύντροφοι του επιβιβάστηκαν στο πλοίο, αλλά το εγκατέλειψαν στους Θούριους - το πλήρωμα προσπάθησε για αρκετό διάστημα να ανακαλύψει τους φυγάδες, αλλά μάταια. Οι φυγάδες έφθασαν στην Πελοπόννησο με άλλο πλοίο, ενώ οι αρχές της Αθήνας τους καταδίκασαν σε θάνατο<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 61 (β)</ref>. Μετά την ανάκληση του Αλκιβιάδη, ο Νικίας και ο Λάμαχος μοίρασαν τον στρατό σε δύο μοίρες. Οι Αθηναίοι έπλευσαν στην Έγεστα για να εξετάσουν τα επίμαχα ζητήματα μεταξύ των Εγεσταίων και των Σελινουντίων και να μάθουν αν οι Εγεσταίοι είχαν σκοπό να δώσουν τα χρήματα που είχαν υποσχεθεί. Μετά, οι Αθηναίοι προσέγγισαν την [[Ιμέρα]], αλλά οι κάτοικοι της πόλης αρνήθηκαν να τους δεχτούν. Μέχρι το τέλος του καλοκαιριού, οι Αθηναίοι είχαν προχωρήσει σε επίθεση κατά των Υκκάρων, με αποτέλεσμα να καταστρέψουν την πόλη και να την παραδώσουν στους Εγεσταίους. Μετά την επίθεση, οι Αθηναίοι επέστρεψαν στην Κατάνη με αρκετούς σκλάβους, ενώ επιχείρησαν επίθεση κατά της Πελεάτιδος Ύβλας, η οποία έληξε με αποτυχία. Παράλληλα, ο Νικίας είχε λάβει τριάντα τάλαντα από τους Εγεσταίους και έστειλε πρέσβεις σε άλλες πόλεις της Σικελίας για να ζητήσει στρατιωτική ενίσχυση<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 62</ref>.
 
Την ίδια εποχή, στην Κατάνη έφθασε το πλοίο «[[Σαλαμινία]]» καιμε τοεντολή πλήρωματου της ανακοίνωσε πως ο δήμοςδήμου της Αθήνας καλούσεπρος τον Αλκιβιάδη και άλλους στρατιώτες να απολογηθούν για τον ακρωτηριασμό των Ερμών και τη βεβήλωση των Μυστηρίων<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 53</ref>. Οι Αθηναίοι είχαν επίσης υποψίες πως ο Αλκιβιάδης σχεδίαζε πραξικόπημα κατά της [[δημοκρατία]]ς και παράδοση της πόλης τους Σπαρτιάτες - κύρια απόδειξη αυτής της κατηγορίας ήταν η παρουσία μιας μικρής δύναμης των Σπαρτιατών στον [[Ισθμός της Κορίνθου|Ισθμό]], η οποία είχε σκοπό να βοηθήσει τους Βοιωτούς, κάτι που οι Αθηναίοι δεν είχαν πιστέψει. Οι Αθηναίοι είχαν συλλάβει τους φίλους του Αλκιβιάδη στο Άργος και ζήτησαν από τους Αργείους να τους θανατώσουν<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 61</ref>. Οι αρχές της Αθήνας είχαν σκοπό να θανατώσουν τον Αλκιβιάδη, αλλά το πλήρωμα της Σαλαμινίας έλαβε διαταγή να τον καλέσει να τους ακολουθήσει χωρίς να τον συλλάβει, καθώς φοβούνταν να προκαλέσουν ταραχές στον στρατό. Ο Αλκιβιάδης και οι σύντροφοι του επιβιβάστηκαν στο πλοίο, αλλά το εγκατέλειψαν στους Θούριους - το πλήρωμα προσπάθησε για αρκετό διάστημα να ανακαλύψει τους φυγάδες, αλλά μάταια. Οι φυγάδες έφθασαν στην Πελοπόννησο με άλλο πλοίο, ενώ οι αρχές της Αθήνας τους καταδίκασαν σε θάνατο<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 61 (β)</ref>. Μετά την ανάκληση του Αλκιβιάδη, ο Νικίας και ο Λάμαχος μοίρασαν τον στρατό σε δύο μοίρες. Οι Αθηναίοι έπλευσαν στην Έγεστα για να εξετάσουν τα επίμαχα ζητήματα μεταξύ των Εγεσταίων και των Σελινουντίων και να μάθουν αν οι Εγεσταίοι είχαν σκοπό να δώσουν τα χρήματα που είχαν υποσχεθεί. Μετά, οι Αθηναίοι προσέγγισαν την [[Ιμέρα]], αλλά οι κάτοικοι της πόλης αρνήθηκαν να τους δεχτούν. Μέχρι το τέλος του καλοκαιριού, οι Αθηναίοι είχαν προχωρήσει σε επίθεση κατά των Υκκάρων, με αποτέλεσμα να καταστρέψουν την πόλη και να την παραδώσουν στους Εγεσταίους. Μετά την επίθεση, οι Αθηναίοι επέστρεψαν στην Κατάνη με αρκετούς σκλάβους, ενώ επιχείρησαν επίθεση κατά της Πελεάτιδος Ύβλας, η οποία έληξε με αποτυχία. Παράλληλα, ο Νικίας είχε λάβει τριάντα τάλαντα από τους Εγεσταίους και έστειλε πρέσβεις σε άλλες πόλεις της Σικελίας για να ζητήσει στρατιωτική ενίσχυση<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 62</ref>.
 
Τον χειμώνα, οι Αθηναίοι και οι Συρακούσιοι ξεκίνησαν τις προετοιμασίες για τη μάχη<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 63</ref>. Οι Αθηναίοι στρατηγοί ήθελαν να απομακρύνουν τους Συρακούσιους από την πόλη τους σε ένα μέρος όπου το ιππικό τους δεν θα μπορούσε να προκαλέσει ζημιές στα βοηθητικά σώματα του αθηναϊκού στρατού. Μετά από συμβουλή εξόριστων Συρακουσίων που συμμάχησαν με τους Αθηναίους, οι στρατηγοί αποφάσισαν να στρατοπεδεύσουν στο Ολυμπιείον και προχώρησαν στο εξής τέχνασμα: έστειλαν στις Συρακούσες ένα άνθρωπο, ο οποίος ήταν πιστός στους Αθηναίους και συνάμα θεωρείτο φίλος των Συρακουσίων, ο οποίος θα τους ανακοίνωνε πως οι Αθηναίοι είχαν σκοπό να διανυκτερεύσουν στην πόλη, μακριά από το στρατόπεδο τους, ενώ θα τους πρότεινε να επιτεθούν στα χαρακώματα των Αθηναίων όσο οι Καταναίοι θα έσφαζαν τους Αθηναίους μέσα στην πόλη και θα έκαιγαν τα πλοία τους<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 64</ref>. Οι Συρακούσιοι δέχτηκαν να επιτεθούν στην Κατάνη και προχώρησαν στις ανάλογες προετοιμασίες. Όταν τελείωσαν τις προετοιμασίες και έλαβαν ενισχύσεις από άλλες πόλεις, οι Συρακούσιοι ξεκίνησαν την πορεία τους και στρατοπέδευσαν κοντά στον ποταμό Σύμαιθο. Οι Αθηναίοι, κατά τη διάρκεια της νύχτας, αποβιβάστηκαν στην περιοχή του Ολυμπιείου. Το ιππικό των Συρακουσών, το οποίο έμεινε στην οπισθοφυλακή, αντιλήφθηκε την απόβαση των Αθηναίων και μετέφερε το μήνυμα στο πεζικό, το οποίο έσπευσε να επιστρέψει<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 65</ref>. Οι Αθηναίοι προχώρησαν σε οχύρωση της θέσης τους και αρνήθηκαν να δώσουν μάχη εκείνη την ημέρα, γι' αυτό και οι Συρακούσιοι παρατάχθηκαν στην Ελωρίνη Οδό<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 66</ref>. Την επομένη, οι Αθηναίοι ήταν έτοιμοι για μάχη: αφού μοίρασαν τον στρατό σε δύο μοίρες, παρέταξαν την εμπροσθοφυλακή και την οπισθοφυλακή σε φάλαγγα βάθους 8 οπλιτών - στα δεξιά παρατάχθηκαν οι Αργείοι και οι Μαντινείς, στο κέντρο οι Αθηναίοι και στα αριστερά οι υπόλοιποι σύμμαχοι. Από την άλλη, οι Συρακούσιοι παρατάχθηκαν σε βάθος 10 οπλιτών, ενώ το ιππικό (1200 ιππείς) και οι ακοντιστές τους παρατάχθηκαν στα δεξιά<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 67</ref>. Οι Αθηναίοι αποφάσισαν να επιτεθούν πρώτοι, κάτι που δεν περίμεναν οι Συρακούσιοι - γι' αυτό και επικράτησε πανικός, αλλά οι Συρακούσιοι κατάφεραν να γεμίσουν τις γραμμές τους και να πάρουν τα όπλα<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 68</ref>. Η μάχη ξεκίνησε με δράση των λιθοβόλων, των τοξοτών και των σφενδονιστών των δύο πλευρών, οι οποίοι απώθησαν τους ψιλούς της κάθε παράταξης. Μετά, οι οπλίτες προχώρησαν σε μετωπική επίθεση και η μάχη διαρκούσε για πολλή ώρα, λόγω της καταιγίδας και της σθεναρής αντίστασης των Συρακουσίων. Ωστόσο, οι Αθηναίοι κατάφεραν να απωθήσουν τους Συρακούσιους στο κέντρο, αφού πρώτα οι Αργείοι απώθησαν το αριστερό κέρας των Συρακουσίων - ακολούθησε καταδίωξη των Συρακουσίων, η οποία απέτυχε λόγω της δράσης του ιππικού. Οι Συρακούσιοι οπλίτες ανασυντάχθηκαν στην Ελωρίνη Οδό, έστειλαν φρουρά στον ναό του Δία (φοβούμενοι πως οι Αθηναίοι θα κλέψουν τον θησαυρό του ναού) και επέστρεψαν στην πόλη<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 69</ref>. Οι Αθηναίοι δεν προχώρησαν στην κλοπή του θησαυρού, αλλά συνέλεξαν τους νεκρούς, κάτι που επέτρεψαν στους Συρακούσιους να κάνουν την επόμενη μέρα - οι Αθηναίοι είχαν χάσει 50 άνδρες, ενώ οι Συρακούσιοι είχαν χάσει 260<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 70</ref>. Μετά τη μάχη, οι Αθηναίοι επέστρεψαν στην Κατάνη, καθώς έκριναν πως ο χειμώνας θα τους εμπόδιζε να στρατοπεδεύσουν πλησίον των Συρακουσών - ήταν σίγουροι, όμως, πως με τον ερχομό της άνοιξης θα επιχειρήσουν νέα επίθεση<ref>Θουκυδίδης (μετάφραση), ΣΤ. 71</ref>.