Αντιαρωματικότητα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Vchorozopoulos (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Vchorozopoulos (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
[[Αρχείο:Antiaromaticity examples.png|upright=1.75|thumb|right|ExamplesΠαραδείγματα ofαντιαρωματικών antiaromatic compoundsενώσεων. A: πενταλένιο; B: διφαινυλένιο; C: κατιόν κυκλοπροπαδιενυλίου]]
'''Αντιαρωματικότητα''' ή '''αντιαρωματικός χαρακτήρας''' ([[αγγλική γλώσσα|αγγλικά]] ''antiaromaticity'') στη [[Χημεία]] είναι ένα [[σύνολο]] χαρακτηριστικών ιδιοτήτων κυκλικών [[χημική ένωση|ενώσεων]] με [[π ηλεκτρονιακό σύστημα]] που έχει υψηλότερη [[ενέργεια]] εξαιτίας της παρουσίας 4n π [[ηλεκτρόνιο|ηλεκτρονίων]] σε αυτό. Αντίθετα από τις [[αρωματικότητα|αρωματικές ενώσεις]], που ακολουθούν τον [[κανόνας Χούκελ]] (''Hückel's rule'') και έχουν (4n+2) π ηλεκτρόνια<ref>"IUPAC Gold Book: Antiaromaticity". Retrieved 27 October 2013.</ref> και γι' αυτό έχουν αυξημένη σταθερότητα, οι αντιαρωματικές ενώσεις είναι πολύ ασταθείς και πολύ δραστικές χημικά. Για να αποφύγουν την αστάθεια που προκαλεί η αντιαρωματικότητά τους, τα [[μόριο|μόρια]] αντιαρωματικών ενώσεων έχουν την τάση να «προσπαθούν» να αλλάξουν σχήμα, να γίνουν μη [[επίπεδο|επίπεδα]] και γι' αυτό να διακόψουν κάποιες από τις π αλληλεπιδράσεις, που προκαλούν την αστάθεια. Σε αντιδιαστολή με το διαμαγνητικό δακτύλιο που υπάρχει στις αρωματικές ενώσεις, οι αντιαρωματικές ενώσεις έχουν παραμαγνητικό δακτύλιο, που μπορεί να παρατηρηθεί με τη χρήση [[φασματοσκοπία πυρηνικού μαγνητικού συντονισμού|φασματοσκοπίας NMR]].