Δήμος Πολυκάστρου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Geilamir (συζήτηση | συνεισφορές)
Yobot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Διόρθωση συντακτικού κώδικα με τη χρήση AWB (10454)
Γραμμή 20:
|Υψόμετρο =
}}
Ο '''δήμος Πολυκάστρου''' ήταν δήμος του [[Νομός Κιλκίς|νομού Κιλκίς]] που συστάθηκε με το [[πρόγραμμα Καποδίστριας]] από τη συνένωση παλαιότερων κοινοτήτων της περιοχής, που αποτέλεσαν στη συνέχεια τα δημοτικά διαμερίσματα του δήμου. Λειτούργησε την περίοδο 1999 -2010 οπότε και καταργήθηκε με την εφαρμογή του [[πρόγραμμα Καλλικράτης|προγράμματος Καλλικράτης]] και εντάχθηκε στον νέο δήμο [[δήμος Παιονίας|Παιονίας]]. Βρισκόταν στο κεντρικό τμήμα του νομού, καλύπτοντας μία μεγάλη περιοχή που εκτείνεται από τα σύνορα με την [[ΠΓΔΜ]] μέχρι τον νομό [[νομός Θεσσαλονίκης|Θεσσαλονίκης]]. Ο δήμος Πολυκάστρου περιλάμβανε έντεκα δημοτικά διαμερίσματα και είχε συνολικό πληθυσμό 12.732 κατοίκους.
 
== Διοικητική Διαίρεση ==
Γραμμή 62:
=== Προϊστορικά Χρόνια ===
 
Η περιοχή του Πολυκάστρου έχει κατοικηθεί από τα [[νεολιθική περίοδος|νεολιθικά χρόνια]]. Είναι γνωστές δύο νεολιθικές πόλεις στην [[Αμυδών]]α (κοντά στο σημερινό [[Αξιοχώρι Κιλκίς]]) και στο Λιμνότοπο (Καραβία). Στην [[Χαλκολιθική περίοδος|Χαλκολιθική Περίοδο]] έως την [[εποχή του Χαλκού]], γύρω στα 3500 με 3000 π.Χ.<ref>N. G. L. Hammond, Iστορία της Μακεδονίας, τόμος Α΄, μετάφραση: Μ. Χαλκιοπούλου, Γ. Φωτιάδης, Θ. Γεωργιάδης, εκδόσεις Μαλλιάρης, Θεσσαλονίκη, 1995, σελ. 322</ref>, στην περιοχή εγκαταστάθηκαν [[Παίονες]]<ref>Χρήστος Π. Ίντος, Παιονία και Παίονες από τα μυθικά χρόνια ως την Άλωση της Πόλης, Γουμένισσα 1983, σ. 10-15.</ref>. Οι Παίονες ήταν γνωστοί από τα αρχαιολογικά ευρήματα ως "Πολιτισμός του Γλυκού Νερού", καθώς έφτιαχναν οικισμούς δίπλα σε ποταμούς και λίμνες, όπως ο πασσαλόπηκτος οικισμός της [[Λίμνη Δοϊράνη|Δοϊράνης]] (Δόβηρες Παίονες). Κατά τον μύθο, τους Παίονες οδήγησε από το βορρά (τη βόρεια κοιλάδα του Αξιού, όπου διέμεναν) στο νότο (νότια κοιλάδα του Αξιού), ο [[Παίων]] γιος του βασιλιά της Ηλιδας, [[Ενδυμίων|Ενδυμίωνα]]α<ref>Χρήστος Π. Ίντος, Παιονία και Παίονες, από τα μυθικά χρόνια ως την Άλωση της Πόλης, σ. 10.</ref> ή ο βασιλιάς [[Πηλεγόνας|Πηλέγων]], κατά τον [[Όμηρος|Όμηρο]]. Η πρωτεύουσά τους ήταν η [[Αμυδών]]. Το δέλτα του Αξιού ποταμού τότε ήταν βορείως του [[Άσπρος Κιλκίς|Άσπρου]] κοντά στο σημερινό [[Λιμνότοπος Κιλκίς|Λιμνότοπο]]. Η Αμυδών αποτελούσε μια λοφώδη χερσόνησο ανατολικά του δέλτα του [[Αξιός|Αξιού]]. Ήταν μια από της πιο στρατηγικές θέσεις της κεντρικής Μακεδονίας. Επίσης αξιόλογη πόλη ήταν και ο οικισμός στη θέση Τσαουσίτσα (Χαίται), ανάμεσα στο Κάστρο (Αρτζάν ή Γκογκαίικα) και την [[Ποντοηράκλεια Κιλκίς|Ποντοηράκλεια]].
 
Τον 19ο αιώνα π.Χ. παρατηρείται, από τα αρχαιολογικά ευρήματα, εισβολή από τα ανατολικά. Πρόκειται για τους [[Πελασγοί|Πελασγούς]], οι οποίοι, σχεδόν ταυτόχρονα με τα ελληνικά φύλα, κατευθύνονται στη Νότιο Ελλάδα<ref>Μακεδονία, 4.000 χρόνια Ελληνικής ιστορίας & πολιτισμού, γενική εποπτεία, Μ. Β. Σακελλαρίου, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1992, σσ. 46 - 48</ref>. Εγκαθίστανται όμως, στα ανατολικά της περιοχής του Δήμου Πολυκάστρου, και έκτοτε είναι γνωστοί ως [[Κρηστώνες|Κρήστωνες]]. Τον 14ο αιώνα π.Χ. οι Παίονες "με τα αγκυλωτά τόξα (Β 848-850) που φορούσαν περικεφαλαίες με αλογοουρά" είχαν καταληφθεί από συμμάχους των [[Τροία|Τρώων]] και εμφανίζονται να μάχονται στον Τρωικό πόλεμο στο πλευρό των Τρώων, υπό τον βασιλέα [[Πυραίχμης|Πυραίχμη]] και τον [[Αστεροπαίος|Αστερόπαιο]]<ref>N. G. L. Hammond, Iστορία της Μακεδονίας, τόμος Α΄, μετάφραση: Μ. Χαλκιοπούλου, Γ. Φωτιάδης, Θ. Γεωργιάδης, εκδόσεις Μαλλιάρης, Θεσσαλονίκη, 1995, σσ. 321 - 323</ref>.<ref>Χρήστος Π. Ίντος, Παιονία και Παίονες, από τα μυθικά χρόνια ως την Άλωση της Πόλης, Γουμένισσα 1983, σ. 11-13.</ref>
Γραμμή 68:
=== Αρχαϊκή Περίοδος ===
 
Τον 13ο αιώνα π.Χ. εγκαθίστανται στην περιοχή (κυρίως στη Δυτική όχθη του Αξιού), [[Κρήτη|Κρήτες]] με το όνομα '''[[Βοττιαία|Βoττιαίοι]]''' (είχαν εκδιωχθεί από την [[Κρήτη]] λόγω της πίεσης των [[Αχαιοί|Αχαιών]]), κι έτσι αναπτύσσεται ένα πυκνό εμπόριο της Αμυδώνας με τη [[Μυκηναϊκός πολιτισμός|Μυκηναϊκή]] Ελλάδα και την Αχαϊκή πλέον, Κρήτη<ref>N. G. L. Hammond, Iστορία της Μακεδονίας, τόμος Α΄, μετάφραση: Μ. Χαλκιοπούλου, Γ. Φωτιάδης, Θ. Γεωργιάδης, εκδόσεις Μαλλιάρης, Θεσσαλονίκη, 1995, σελ. 173</ref>. Τον 12ο αιώνα π.Χ. η περιοχή καταλήφθηκε από [[Φρύγες]] ή Βρύγες (κατά τη [[Μακεδονικό βασίλειο|Μακεδονική]] προφορά), που ήρθαν από τα δυτικά<ref>N. G. L. Hammond, Iστορία της Μακεδονίας, τόμος Α΄, μετάφραση: Μ. Χαλκιοπούλου, Γ. Φωτιάδης, Θ. Γεωργιάδης, εκδόσεις Μαλλιάρης, Θεσσαλονίκη, 1995, σσ. 445, 448</ref>. Ο οικισμός στο Λιμνότοπο (Καραβία) παρακμάζει. Η Αμυδών γνώρισε μεγάλη ακμή, εκεί παρατηρούνται πρώτη φορά ίχνη κατεργασίας σιδήρου τον 11ο αιώνα π.Χ. που αποτελεί την πρώτη χρήση σιδήρου στην Νότιο [[Βαλκανική]]. Πρόσφατα ανακαλύφθηκε και η [[νεκρόπολη]] της '''Βαϊρού'''<ref>[http://www.ant1online.gr/Culture/History/2003/20037/35431a78-a7b2-4dcc-8851-d49ccf46986e.aspx ANT1 ONLine / News / Ανακαλύφθηκαν 60 τάφοι Παιόνων<!-- Αυτόματα δημιουργημένος τίτλος -->]</ref>, από την [[εποχή του Σιδήρου]] (γύρω στον 7ο αιώνα π.Χ.) στα όρια των οικισμών [[Λατόμι Κιλκίς|Λατόμι (ή Καραθοδωραίικα)]] και Κάστρου (ή Γκογκαίικων). Η Βαϊρός ιδρύθηκε από Φρύγες<ref>S. Casson, Macedonia, Thrace & Illyria, Οξφόρδη, 1926, Χάρτης, Macedonia, Thracia, Illyria, Moesia et Dacia (1850)</ref>.
 
Επίσης σημαντικό κέντρο της περιοχής είναι και η πόλη στη θέση Τσαουσίτσα (Χαίται) <ref>[http://www.imma.edu.gr/macher/media/original/b1272a.jpg Τσαουσίτσα] (Χαίται)</ref>. Οι Χαίται (τοποθεσία Τσαουσίτσα), κατά το 12ο αιώνα π.Χ. περνάνε στα χέρια [[Θράκη|Θρακών]] εισβολέων, οι οποίοι επιδράμουν από τα ανατολικά, με τελικό προορισμό την Νότιο Ελλάδα<ref>N. G. L. Hammond, Iστορία της Μακεδονίας, τόμος Α΄, μετάφραση: Μ. Χαλκιοπούλου, Γ. Φωτιάδης, Θ. Γεωργιάδης, εκδόσεις Μαλλιάρης, Θεσσαλονίκη, 1995, σσ. 199 - 202, 378 - 383</ref>. Η Αμυδών ξεχώριζε ως μείζον πολιτιστικό και εμπορικό κέντρο ανάμεσα στις γύρω πόλεις<ref>N. G. L. Hammond, Iστορία της Μακεδονίας, τόμος Α΄, μετάφραση: Μ. Χαλκιοπούλου, Γ. Φωτιάδης, Θ. Γεωργιάδης, εκδόσεις Μαλλιάρης, Θεσσαλονίκη, 1995, σσ. 321 - 322</ref>, όπως τις Ίχνες (σημερινά [[Δήμος Κουφαλίων|Κουφάλια]]), [[Ευρωπός|Ευρωπό]], Ειδομένη, Γόρτυνα (σημερινή [[Γοργόπη Κιλκίς|Γοργόπη]]), Καλλίνδοια, οικισμός Τσαουσίτσας (''Χαίται''), τον οικισμό στο Λιμνότοπο (''Καραβία''), Οιδομενές (σημερινό Μαυρίντσι, [[ΠΓΔΜ]]), [[Αταλάντη (Βοττιαίας)|Αταλάντη]] (σημερινή [[Αξιούπολη]]), Κλίται (σημερινή [[Ξυλοκερατιά]]), Βράγυλο (σημερινό [[Μεταλλικό Κιλκίς|Μεταλλικό]]), Μόρρυλο (σημερινοί Άνω Απόστολοι), Βαϊρό (ανάμεσα σε [[Λατόμι Κιλκίς|Λατόμι ή Καραθοδωραίικα]] και Κάστρου ή Γκογκαίικων) και Δόβηρο (σημερινή [[Δοϊράνη]]). Στους [[Περσικοί πόλεμοι|Περσικούς Πολέμους]] η περιοχή καταλαμβάνεται από τους [[Πέρσες]].
Γραμμή 74:
=== Κλασική Περίοδος ===
 
Με την φυγή των Φρυγών στη [[Μικρά Ασία]], τον 5ο αιώνα (μετά την υποχώρηση των Περσών, με τους οποίους είχαν συμμαχήσει)<ref>N. G. L. Hammond, G. T. Griffith, Iστορία της Μακεδονίας, τόμος B΄, μετάφραση: Αλ. Κοσματόπουλος, Μ. Παιδαράκη, Κ. Σαρακώτση, Φ. Σιδηροπούλου, εκδόσεις Μαλλιάρης, Θεσσαλονίκη, 1995, σσ. 103 – 105</ref><ref>Μακεδονία, 4.000 χρόνια Ελληνικής ιστορίας & πολιτισμού, γενική εποπτεία, Μ. Β. Σακελλαρίου, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1992, σσ. 70, 71</ref>, η περιοχή περιέρχεται στους [[Μακεδόνες]] υπό τον [[Αλέξανδρος Α' της Μακεδονίας|Αλέξανδρο Α΄]] και από τότε η περιοχή, με το όνομα ''[[Αμφαξίτιδα]]'', ακολουθεί τη μοίρα του Ελληνισμού.
 
Στον [[Πελοποννησιακός πόλεμος|Πελοποννησιακό πόλεμο]] (κατά τον 4ο αιώνα π.Χ.) οι Θράκες, υπό τον [[Σιτάλκης|Σιτάλκη]], που ήταν σύμμαχοι των [[Αθήνα|Αθηναίων]] κινούνται εναντίον των Μακεδόνων και καταλαμβάνουν πρόσκαιρα την περιοχή. Οι Μακεδόνες που είχαν ήδη κυριεύσει την δυτική όχθη του Αξιού από τον 8ο αιώνα, ανακαταλαμβάνουν τελικά την περιοχή τον 4ο αιώνα. Στα χρόνια πριν το Φίλιππο το Β΄, την περιοχή διοικεί ο διεκδικητής του θρόνου των Μακεδόνων και συμβασιλεύς Δημήτριος. Στις εκστρατείες του [[Φίλιππος Β' ο Μακεδών|Φιλίππου του Β΄]] και του [[Μέγας Αλέξανδρος|Μεγάλου Αλεξάνδρου]], η περιοχή ήταν σημείο συγκέντρωσης και στρατοπέδευσης του στρατού πριν την αναχώρηση.
 
Στην [[Ελληνιστική περίοδος|Ελληνιστική περίοδο]], η περιοχή είναι αυτοδιοίκητη και γνωστή ως [[Αμφαξίτιδα]] με πρωτεύουσα την Αμυδώνα. Εκδίδονται νομίσματα από τους Αμφάξιους Παίονες. Ο Βασιλεύς των Παιόνων [[Δροπίων]], (περίπου 279 π.Χ.), γιος του Δέοντα, έγινε γνωστός από ένα [[ανάθημα]] που έστειλε στους [[Δελφοί|Δελφούς]], μια χάλκινη κεφαλή Παιονικού Ταύρου (αναφέρεται από τον [[Παυσανίας|Παυσανία]]). Το 1877 ανακαλύφθηκε στην [[Ολυμπία]] ένα βάθρο [[ανδριάντας|ανδριάντα]] με επιγραφή που αναφέρει ότι είχε στηθεί από τους Παίονες, προς τιμή του βασιλιά Δροπίωνα<ref>Μακεδονία, 4.000 χρόνια Ελληνικής ιστορίας & πολιτισμού, γενική εποπτεία, Μ. Β. Σακελλαρίου, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1992, σελ. 140</ref><ref>N. G. L. Hammond, F. W. Walbank, Iστορία της Μακεδονίας, τόμος Γ΄, μετάφραση: Αλ. Κοσματόπουλος, γενική επιμέλεια, Αθ. Γεωργιάδης, εκδόσεις Μαλλιάρης, Θεσσαλονίκη, 1995, σελ. 331</ref>. Αυτό δείχνει ότι οι βασιλιάδες της Παιονίας είχαν ελληνική καταγωγή, αφού μόνο σε Έλληνες επιτρεπόταν η συμμετοχή στους [[Ολυμπιακοί Αγώνες|Ολυμπιακούς αγώνες]]. Την περίοδο των [[Ελληνιστική περίοδος|Ελληνιστικών χρόνων]] κατοικείται ο οικισμός στη θέση Τραπέζι του Μικροδάσους, κοντά στην όχθη του Αξιού, όπου βρέθηκε άγαλμα του [[Απόλλωνας|Απόλλωνα]] (εκτίθεται στο [[Αρχαιολογικό Μουσείο Κιλκίς]])<ref>[http://www.kilkis.gr/0D76763F.el.aspx Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κιλκίς, Αρχαιολογικό Μουσείο Κιλκίς]</ref>, και πρόσφατα ανακαλύφθηκε και η νεκρόπολη του οικισμού<ref>[http://www.makthes.gr/news/reportage/833/ Ρένα Ακριτίδου,Αρχαιολογική έκπληξη στην περιοχή Τραπέζι,'' εφημερίδα'' Μακεδονία, 23 Απριλίου 2007]</ref><ref>[http://news.pathfinder.gr/photoscope/greece/8348.html Νεκροταφείο, Τραπέζι Μικροδάσους]</ref>.
Γραμμή 98:
Κατά τους αιώνες 6ο έως 8ο η περιοχή δέχεται επιδρομές και λεηλασίες από [[Σλάβοι|Σλάβους]] και εκσλαβισμένους πλέον Βούλγαρους. Οι επιδρομές αυτές ήταν καταστροφικές όμως οι επιδρομείς δεν εγκαθίστανται<ref>Μακεδονία, 4.000 χρόνια Ελληνικής ιστορίας & πολιτισμού, γενική εποπτεία, Μ. Β. Σακελλαρίου, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1992, σσ. 229, 272</ref>, αλλά προσπερνούν την περιοχή, κατευθυνόμενοι νοτιότερα προς [[Στερεά Ελλάδα]] και [[Πελοπόννησος|Πελοπόννησο]].
 
Τον 10ο αιώνα, με την ίδρυση του Βουλγαρικού κράτους, η περιοχή Πολυκάστρου δέχεται ισχυρές πιέσεις από Βουλγάρους που θέλουν να καταλάβουν μέρη του Βυζαντινού κράτους. To 1003 οι Βούλγαροι απωθούνται<ref>Μακεδονία, 4.000 χρόνια Ελληνικής ιστορίας & πολιτισμού, γενική εποπτεία, Μ. Β. Σακελλαρίου, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1992, σελ. 278</ref>. Το [[1064]], η περιοχή μαστίζεται από επιδρομή Ογούζων [[Τουρκικά φύλα|Τούρκων]]<ref name="ReferenceA">Μακεδονία, 4.000 χρόνια Ελληνικής ιστορίας & πολιτισμού, γενική εποπτεία, Μ. Β. Σακελλαρίου, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1992, σελ. 284</ref>.
 
=== Υστεροβυζαντινή Περίοδος (Αν. Ρωμαϊκό Κράτος) ===
 
Το [[1085]], την περιοχή λεηλατούν οι [[Νορμανδοί]]. Με τις [[σταυροφορίες]], η περιοχή εντάσσεται στην [[Λατινική Αυτοκρατορία|Αυτοκρατορία των Λατίνων]] από το [[1204]] έως το [[1224]]. Από το [[1225]] έως το [[1248]], η περιοχή του Δήμου Πολυκάστρου υπάγεται στο [[Δεσποτάτο της Ηπείρου]]. Το [[1249]] η περιοχή υπάγεται στην [[Αυτοκρατορία της Νίκαιας]], έως το [[1260]], οπότε και απελευθερώνεται η Κωνσταντινούπολη από τους Λατίνους, και πλέον επανορθώνεται το Βυζαντινό κράτος.
 
Τον 13ο αιώνα οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες παίρνουν κάποια μέτρα εναντίον των βορείων εισβολέων οργανώνοντας κάποια οχυρωματικά έργα στην περιοχή, που πλέον αποτελεί ακριτική οριογραμμή (τα σύνορα είναι λίγο βορειότερα της [[Γευγελή|Γευγελής]]ς και [[Βωγδάντσα|Βωγδάντσας]]ς) του Βυζαντινού (Ανατολικού Ρωμαϊκού) κράτους. Οργανώνεται το φρούριο της Βαϊρού, ανάμεσα στο Κάστρο (Αρτζάν ή Γκογκαίικα) και το [[Λατόμι Κιλκίς|Λατόμι (Καραθοδωραίικα)]].
 
Τον επόμενο αιώνα η κατάσταση έχει ομαλοποιηθεί και ο Ελληνισμός της περιοχής αποτελεί πλέον το μοναδικό στοιχείο της περιοχής<ref>Μακεδονία, 4.000 χρόνια Ελληνικής ιστορίας & πολιτισμού, γενική εποπτεία, Μ. Β. Σακελλαρίου, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1992, σελ. 284<name="ReferenceA"/ref><ref>[http://www.clockwk.com/reviews.html Historical Map, Centennia Software, Chicago]</ref>. Το [[1350]], στη περιοχή επιτίθενται [[Σέρβοι]], οι οποίοι κατακτούν το βόρειο τμήμα του Δήμου Πολυκάστρου. Το φρούριο της Βαϊρού αντιστέκεται. Έτσι οι Σέρβοι, που έχουν πλέον κατακτήσει το μεγαλύτερο τμήμα της Μακεδονίας (εκτός της Θεσσαλονίκης, [[Χαλκιδική]]ς, Πολυκάστρου και Γυναικοκάστρου), σταματούν στη γραμμή "Μικρόδασος - Κάστρο (Βαϊρός) - Γυναικόκαστρο". Το βόρειο τμήμα του Δήμου Πολυκάστρου, εντάσσεται στη [[Σέρβοι|Σερβική Αυτοκρατορία]] για περίπου 45 χρόνια (μέχρι τον ερχομό των Οθωμανών Τούρκων).
 
=== Τουρκοκρατία ===
 
Τον 14ο αιώνα, με την πρώτη άλωση της Θεσσαλονίκης από τους [[Οθωμανοί|Οθωμανούς Τούρκους]] (1397), η περιοχή Πολυκάστρου περιέρχεται στην [[Οθωμανική Αυτοκρατορία]]. Περιγραφές Οθωμανών της εποχής (όπως ο χρονογράφος Χατζή Καλφά), αναδεικνύουν το ελληνικό στοιχείο ως το μόνο στην περιοχή<ref>[http://www.promacedonia.org/en/av/av_1_1.htm History of Macedonia 1354-1833, Α. Ε. Vacalopoulos. Translated by Peter Megann (Institute for Balkan studies, Θεσσαλονικη, 1973)]</ref>. Τα κτήματα του κάμπου αρπάζονται από τους Έλληνες και μοιράζονται σε τσιφλίκια που τα εκμεταλλεύονται Τούρκοι [[μπέης|Μπέηδες]]. Ακολουθούν βίαιοι εξισλαμισμοί/εκτουρκισμοί και φυγή πολλών Ελλήνων της περιοχής, προς ορεινά μέρη, που θεωρούνται πιο ασφαλή<ref>Μακεδονία, 4.000 χρόνια Ελληνικής ιστορίας & πολιτισμού, γενική εποπτεία, Μ. Β. Σακελλαρίου, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1992, σσ. 354, 355</ref>.
 
Από την εποχή αυτή υπάρχει η πρώτη αναφορά στον οικισμό του Πολυκάστρου, το οποίο ονομαζόταν τότε ''Καρασούλι''. Επίσης υπήρχε ο οικισμός Κόλυμπα (Καλύβια) ή Αλτσάκ Καλύβια νοτιοδυτικά του Καρασουλίου. Αρχιτεκτονικό δείγμα της εποχής είναι τα οθωμανικά Λουτρά του Πολυκάστρου, του 14ου αιώνα<ref>Δίκαιος Βασιλειάδης, Ιστορία του Πολυκάστρου, σσ. 138-139</ref>. Tο Καρασούλι έγινε έδρα [[Μπέης|Μπέη]].
 
Τον 15ο αιώνα, με διαταγή του [[σουλτάνος|σουλτάνου]] φυτεύονται στην περιοχή [[Μουριά (φυτό)|μουριές]] με σκοπό την παραγωγή [[μετάξι|μεταξιού]]. Η καλλιέργεια συστηματοποιείται<ref>Δίκαιος Βασιλειάδης, Ιστορία του Πολυκάστρου, σελ. 82</ref>. Αυτή η εξέλιξη, φέρνει κατά τους επόμενους αιώνες (16ο και 17ο) στην περιοχή, πολλούς αγροτοεργάτες κυρίως [[Βούλγαροι|Βούλγαρους]], προκειμένου να εργάζονται στα τουρκικά τσιφλίκια, καθώς οι Έλληνες είναι πλέον λιγοστοί και απρόθυμοι να εργάζονται στα τσιφλίκια των μπέηδων<ref name="ReferenceB">Γεώργιος Χ. Χιονίδης, ''διάλεξη:'' Τα ληφθέντα υπό των Τούρκων μέτρα κατά των Ελλήνων επαναστατών του 1821 εις την Μακεδονίαν (ανάτυπον από ''Μακεδονικά'' ΙΑ΄ τεύχος. 27), Θεσσαλονίκη 1971</ref>. Πολλοί κάτοικοι αναγκάζονται πλέον να χρησιμοποιούν την [[σλαβική γλώσσα]] για την επικοινωνία στις δημόσιες εκδηλώσεις<ref>[http://www.antibaro.gr/node/247 Αντίβαρο, Το γλωσσικό ιδίωμα των γηγενών σε περιοχές της Μακεδονίας (μια γλωσσολογική προσέγγιση), Δημήτριος Ε. Ευαγγελίδης, Έδεσσα, Αύγουστος 2008]</ref>. Από το 16ο αιώνα συρρέουν στην περιοχή και πολλοί [[Σαρακατσαναίοι]] από την [[Ήπειρος|Ήπειρο]]. Τον 17o και 18ο αιώνα φτάνουν στην περιοχή πολλοί [[Βλάχοι]], εκδιωγμένοι από τη [[Βόρειος Ήπειρος|Βόρειο Ήπειρο]] και Δυτική Μακεδονία από τις λεηλασίες των [[Τουρκαλβανοί|Τουρκαλβανών]]. Αυτές οι μετακινήσεις έχουν ως αποτέλεσμα την τόνωση του ντόπιου ελληνικού στοιχείου.
 
=== Εθνικοαπελευθερωτικοί Αγώνες ===
 
Στα τέλη του 18ου αιώνα, το Πολύκαστρο (''Καρασούλι'') αποτελούσε τσιφλίκι του Γιουσούφ Μουχλίς πασά, γιου του Ισμαήλ μπέη από τις [[Σέρρες]]. Οι Μακεδόνες συμμετείχαν στην [[Ελληνική επανάσταση του 1821|Επανάσταση του 1821]] με αποτέλεσμα να δεχτούν τα [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανικά]] αντίποινα μετά την καταστολή των εξεγέρσεων στη [[Μακεδονία]]. Έτσι το Καρασούλι καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς και πολλοί κάτοικοι αναγκάστηκαν να το εγκαταλείψουν. Από τότε ο Ελληνισμός της πόλης συρρικνώθηκε ανεπανόρθωτα, καθώς άρχισαν να εγκαθίστανται [[Βούλγαροι]] αγροτοεργάτες προκειμένου να καλύψουν το κενό στα τσιφλίκια. <ref>Γεώργιος Χ. Χιονίδης, ''διάλεξη:'' Τα ληφθέντα υπό των Τούρκων μέτρα κατά των Ελλήνων επαναστατών του 1821 εις την Μακεδονίαν (ανάτυπον από ''Μακεδονικά'' ΙΑ΄ τεύχος. 27), Θεσσαλονίκη 1971<name="ReferenceB"/ref><ref name="ReferenceC">Δίκαιος Βασιλειάδης, Ιστορία του Πολυκάστρου, σελ. 25</ref>
 
Όσοι κάτοικοι της περιοχής Πολυκάστρου έσπευσαν να πολεμήσουν στα επαναστατικά κινήματα της Χαλκιδικής, της [[Νάουσα]]ς, της Ανατολικής Μακεδονίας και της Βωγδάντσας (σημερινό [[Μπογκντάντσι]] στην ΠΓΔΜ), αναγκάστηκαν μετά την καταστολή της επανάστασης στην Μακεδονία, να καταφύγουν στην Πελοπόννησο και να πολεμήσουν εκεί, μέχρι την ίδρυση του Ελεύθερου Ελληνικού Κράτους. Αυτοί που συμμετείχαν στο επαναστατικό κίνημα της [[Βωγδάντσα|Βωγδάντσας]]ς, κινήθηκαν προς βορρά και συναντήθηκαν με τα σώματα των Φαρμάκη και Υψηλάντη στη [[Ρουμανία]], μεταφερόμενοι από εκεί με καράβια στην Πελοπόννησο, ενώ αυτοί που συμμετείχαν στα επαναστατικά κινήματα [[Νάουσα|Νάουσας]]ς και [[Χαλκιδική|Χαλκιδικής]]ς διέφυγαν με καράβια στη [[Σκιάθος|Σκιάθο]] και από εκεί στη Στερεά Ελλάδα. Οι περισσότεροι από αυτούς δεν μπόρεσαν να επιστρέψουν στον τόπο τους και παρέμειναν στα ελεύθερα εδάφη. Αξιοσημείωτο είναι ότι στην πρώτη [[Κατάλογος Πρωθυπουργών της Ελλάδας#Προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος|Προσωρινή Ελληνική Κυβέρνηση]] το 1822, συστάθηκε τριμελής Επιτροπή Βορειομακεδόνων, και το ένα μέλος της ήταν από τη Βωγδάντσα. Μαζί με τους Βωγδαντσιώτες, πολέμησαν και πολλοί κάτοικοι της περιοχής του Δήμου Πολυκάστρου{{πηγή}} και διακρίθηκαν στη μάχη των Βασιλικών, στη [[Φθιώτιδα]], το 1821 υπό τους Πανουργιά και Γκούρα και στη [[μάχη των Δερβενακίων]], στην Πελοπόννησο, το 1822 υπό τον Κολοκοτρώνη{{πηγή}}.
 
Το 1872 εγκαινιάζεται η σιδηροδρομική γραμμή [[Θεσσαλονίκη]]ς - [[Βιέννη]]ς από την εταιρεία Χιρς ''(Hirch)'' και ξεκινά τη λειτουργία του ο Σιδηροδρομικός Σταθμός Καρασουλίου. Το Πολύκαστρο πλέον αναπτύσσεται ως εμπορικό κέντρο. <ref>Δίκαιος Βασιλειάδης, Ιστορία του Πολυκάστρου, σελ. 25<name="ReferenceC"/ref>
 
Στα 1870, με το Βουλγαρικό εκκλησιαστικό σχίσμα, και την ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχικής Εκκλησίας ξεσπά ένα κύμα [[εθνικισμός|εθνικιστικής]] βουλγαρικής [[προπαγάνδα]]ς με τη βοήθεια [[Ρώσοι|Ρώσων]] πρακτόρων. Πολλοί κάτοικοι αναγκάζονται κάτω από τις πιέσεις της Ρωσικής εξωτερικής πολιτικής του Πανσλαβισμού μέσω του βουλγαρικού παράγοντα, να προσχωρήσουν στην Εξαρχία και στην ουσία να εκβουλγαριστούν<ref>Κωνσταντίνος Απ. Βακαλόπουλος, Νεότερη Ιστορία της Μακεδονίας (1830 – 1912), Από τη Γένεση του Νεοελληνικού Κράτους ως την Απελευθέρωση, εκδόσεις Ηρόδοτος, Θεσσαλονίκη, 1999, σσ. 56 – 60, 70 – 73</ref>. Στην περιοχή δρα και αμερικανικός παράγων μέσω του Αυστριακού Προξενείου της Θεσσαλονίκης με σαφή στόχο των προσηλυτισμό των κατοίκων στον [[προτεσταντισμός|προτεσταντισμό]]<ref>Κωνσταντίνος Απ. Βακαλόπουλος, Νεότερη Ιστορία της Μακεδονίας (1830 – 1912), Από τη Γένεση του Νεοελληνικού Κράτους ως την Απελευθέρωση, εκδόσεις Ηρόδοτος, Θεσσαλονίκη, 1999, σσ. 78 – 82</ref>. Πολλοί κάτοικοι προσηλυτίζονται. Ο κίνδυνος εκβουλγαρισμού αφυπνίζει τον Ελληνισμό της περιοχής Πολυκάστρου και οργανώνεται σε κοινότητες. Παράλληλα οργανώνει τα σχολεία ώστε να εκπαιδεύονται οι νέοι στην [[Ελληνική γλώσσα]]. Μετά το 1850 αναφέρονται στην περιοχή του Δήμου Πολυκάστρου 5 Ελληνικές κοινότητες σε Ευζώνους, Μεταμόρφωση, Πολύκαστρο, Άσπρο και Αξιοχώρι και 4 σχολεία σε Ευζώνους, Άσπρο, Αξιοχώρι και Πολύκαστρο. Πληροφορίες για τη λειτουργία σχολείου στο Πολύκαστρο έχουμε από το [[1880]], όπως αποδεικνύεται από αποδείξεις πληρωμών δασκάλων, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπήρχε σχολείο και πριν το 1880<ref>Χρήστος Π. Ίντος, Τα σχολεία μας από την ίδρυσή τους ως το 2000, Κιλκίς 2004, σ. 178-186.</ref>. Από γραπτές πηγές της περιόδου που αναφέρθηκε πρώτος δάσκαλος φαίνεται να ήταν ο Αβραάμ Αστερίου. <ref>Δίκαιος Βασιλειάδης, Ιστορία του Πολυκάστρου, σσ. 25-26</ref> Τα επόμενα χρόνια υπηρέτησαν από τη θέση του δασκάλου οι Κωνσταντίνος Χρήστου ([[1902]] - [[1903]]) και Δημήτριος Κασσάς ([[1906]] - [[1913]]). Το σχολείο στα 1906 είχε 15 μαθητές. <ref>Δίκαιος Βασιλειάδης, Ιστορία του Πολυκάστρου, σελ. 161</ref> Στις παραμονές της [[Ελλάς|Ελληνικής]] [[Μακεδονικός Αγώνας|οργανωμένης ένοπλης αντιπαράθεσης (Μακεδονικός Αγώνας)]], σε [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανική]] απογραφή που διενήργησε ο Χιλμή πασάς το [[1904]], στην [[Δήμος Πολυκάστρου|περιοχή Πολυκάστρου]] καταγράφονται περίπου 800 [[Έλληνες]], 1.250 [[Οθωμανοί]] και 1.250 [[Βούλγαροι|Βουλγαρίζοντες]] με συνολικό πληθυσμό 3.300 κατοίκους<ref>Γεώργιος Καραμαλάκης, ''Η μεταξύ Πάικου και Κρουσσίων Χώρα'', Β΄ έκδοση, ''εκδόσεις Ηδωνός'', Αθήνα, 1997, σσ. 354 - 361</ref>.
 
Την εποχή αυτή παρατηρείται και οικονομική άνθηση των Ελλήνων της περιοχής και χτίζονται πολλές εκκλησίες στα χωριά του Δήμου Πολυκάστρου, αλλά και στην πόλη του Πολυκάστρου (Προφήτη Ηλία ([[1859]])- Ταξιαρχών σήμερα<ref>Δίκαιος Βασιλειάδης, Ιστορία του Πολυκάστρου, σελ. 126</ref>, Αγίου Αθανασίου ''το [[1885]]''<ref>Δίκαιος Βασιλειάδης, Ιστορία του Πολυκάστρου, σελ. 125</ref>). Το [[1898]] σημειώνονται επεισόδια από τους εξαρχικούς που καταλαμβάνουν με τη βία το σχολείο και την εκκλησία του Προφήτη Ηλία. Μετά από εκκλήσεις της Ελληνικής κοινότητας επιστρέφονται το σχολείο και η εκκλησία και η λειτουργία τελείται πλέον εναλλάξ σε [[Ελληνική γλώσσα|ελληνικά]] και [[βουλγαρικά]]<ref>Δίκαιος Βασιλειάδης, Ιστορία του Πολυκάστρου, σελ. 26</ref>. Σε ηρωική μορφή αναδείχθηκε ο ιερέας Γεώργιος Παπαντωνίου που υπήρξε εφημέριος από [[1899]] έως το [[1923]]<ref>Δίκαιος Βασιλειάδης, Ιστορία του Πολυκάστρου, σελ. 135</ref>.
 
Παράλληλα οι κάτοικοι οργανώνουν ένοπλες επιτροπές άμυνας (ορκίζονται πολλοί στην "Μακεδονική Άμυνα" που λειτουργεί στα πρότυπα της [[Φιλική Εταιρεία|Φιλικής Εταιρείας]]) για να αντιμετωπίσουν την βουλγαρική τρομοκρατία και τις τουρκικές αυθαιρεσίες. Πρώτοι οι κάτοικοι των Ευζώνων ξεσηκώνονται με ηγέτες τους [[Γεώργιος Βεγύρης|Γεώργιο Βεγύρη]], [[Γεώργιος Διδασκάλου|Γεώργιο Διδασκάλου]] και [[Χρήστος Δοϊτσίνης|Χρήστο Δοϊτσίνη]] (δολοφονήθηκε το 1900 από [[Μακεδονικός Αγώνας#Κομιτατζήδες|κομιτατζήδες]]), που δρουν με μικρά σώματα στην περιοχή. Στα γειτονικά χωριά δρουν μικρά σώματα, όπως στη [[Βογορόιτσα]] (ΠΓΔΜ), του [[Χρήστος Δρίγκας|Χρήστου Δρίγκα]] και [[Δημήτριος Ουρούμης|Δημήτριου Ουρούμη]] και στην [[Παρδέιτσα]] (Παρντέιτσι ΠΓΔΜ) του [[Άγγελος Αθανασίου|Άγγελου Αθανασίου]] και του [[Άγγελος Δάκος|Άγγελου Δάκου]]. Από το 1899, οι Βούλγαροι [[Μακεδονικός Αγώνας#Κομιτατζήδες|κομιτατζήδες]] δολοφονούν προύχοντες των χωριών της περιοχής. Το 1900 δολοφονείται επίσης, ο Δασκαλάκης από τους Ευζώνους, από [[Μακεδονικός Αγώνας#Κομιτατζήδες|κομιτατζήδες]]. Ο [[Μακεδονικός Αγώνας]] μέλλει να φτάσει στην κορύφωσή του.
Γραμμή 132:
=== Μακεδονικός Αγών ===
[[Αρχείο:Michael Sionidis.jpg|right|thumb|250px|Ο οπλαρχηγός [[Μιχαήλ Σιωνίδης]] με τον αδελφό του Διονύση]]
Κατά την κλιμάκωση του Μακεδονικού Αγώνα (1904-1908), οι Πατριαρχικοί κάτοικοι του Πολυκάστρου μάχονται σκληρά κατά του διπλού εχθρού (Τούρκων και Εξαρχικών). Στους Ευζώνους δρουν οι [[Αστέριος Δήμου]] και [[Λάζαρος Δοϊτσίνης]], στην περιοχή Μεταμόρφωσης ο [[Γεώργιος Κουκογιάννης]], στο Πολύκαστρο ο [[Κωνσταντίνος Αργυρίου]] και στο [[Αξιοχώρι Κιλκίς|Αξιοχώρι]] ως φοροεπίτροποι οργανώνουν τα σχολεία και την άμυνα οι [[Τραϊανός Αντωνίου]] και [[Δημήτριος Γιοβάνης]]<ref>Αφανείς, Γηγενείς Μακεδονομάχοι, επιστημονική επιμέλεια: Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, εκδόσεις University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2008, σσ. 91, 94, 96</ref>.
 
Σημαντική είναι η δράση, κατά των [[Μακεδονικός Αγώνας#Κομιτατζήδες|κομιτατζήδων]], του οπλαρχηγού [[Γεώργιος Καραϊσκάκης (Βογδαντσιώτης)|Γεώργιου Καραϊσκάκη του Βογδαντσιώτη]] <ref>[http://www.imma.edu.gr/imma/cache/image/Image/iView_Vlasis/%CE%A7%CE%91%CE%A1%CE%A4%CE%9F%CE%9D%CE%99%CE%91/0408.w.800.jpg Γεώργιος Καραϊσκάκης ο Βογδαντσιώτης]</ref>, που από την Βογδάντσα οργανώνει σώμα που δρα σε όλη την περιοχή των λιμνών Αρτζάνης (Κάστρου) - Αμματόβου (Άσπρου). Οι λίμνες αυτές από το 1898 ενοικιάζονταν από τους Βούλγαρους και είχαν καταστεί απόρθητα κρησφύγετα, βάσεις και κέντρα ενεργειών των [[Μακεδονικός Αγώνας#Κομιτατζήδες|κομιτατζήδων]]. Με αυτή τη βάση εξορμούσαν σε όλο το σατζάκι της Θεσσαλονίκης και έφθαναν ως τους Ευζώνους και τη Γευγελή<ref>Χρήστος Π. Ίντος, Κέντρα οργάνωσης, δράσης και αντίστασης των Ελλήνων στο Ν. Κιλκίς κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα, πρακτικά επιστημονικού συνεδρίου "Μακεδονικών Αγών", ΕΜΣ, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 179</ref>. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης από τη Βογδάντσα σκοτώθηκε τελικά σε μάχη με Οθωμανικό απόσπασμα στη [[Στρώμνιτσα]] το 1910. Επίσης ηρωική μορφή υπήρξε ο [[Μακεδονομάχος]] [[Μιχαήλ Σιωνίδης]] (1870-1935), που από τους Ευζώνους έδρασε με το σώμα του έως τη [[Γευγελή]] και την Πολυανή (Παλαιά Δοϊράνη). Οι Βούλγαροι [[Μακεδονικός Αγώνας#Κομιτατζήδες|κομιτατζήδες]] κατά την απουσία του το φθινόπωρο του 1904, επιτέθηκαν στο χωριό [[Γκρίτσιστα]] (Π.Γ.Δ.Μ.), που στα [[σλαβική γλώσσα|σλάβικα]] σημαίνει "χωριό Ελλήνων", με σκοπό την εξόντωση των Ελλήνων. Τότε βρήκαν το θάνατο πολλοί προύχοντες, η δασκάλα Χατζηγεωργίου, ο εξάδελφος του καπετάνιου, δάσκαλος [[Κωνσταντίνος Σιωνίδης]], η κόρη του και ένας άλλος συγγενής του, ο [[Λεωνίδας Σιωνίδης]]. Όταν επέστρεψε ο καπετάν Μιχάλης, μόλις συγκρότησε την ομάδα του, μεταβαίνει στο χωριό [[Μερβίντσα]] (Π.Γ.Δ.Μ.), όπου κρύβονταν οι δολοφόνοι. Στη μάχη που δόθηκε, τιμώρησε τους [[Μακεδονικός Αγώνας#Κομιτατζήδες|κομιτατζήδες]] για τις δολοφονίες και επέστρεψε, τραυματισμένος στη Γευγελή (Ιανουάριος 1905)<ref>[http://www.laosver.gr/news/articles/13435.html Καθημερινή εφημερίδα Ημαθίας: ''Λαός'', Βέροια, 14 Οκτωβρίου 2007, Άρθρο: ''Η Ελληνική Αντίσταση στη Μακεδονία 1904 - 1908'']</ref>.
Γραμμή 138:
=== Απελευθέρωση ===
 
Η περιοχή του Πολυκάστρου απελευθερώθηκε στον [[Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος|Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο]], το [[1912]], μετά τη [[μάχη των Γιαννιτσών]] και την [[Θεσσαλονίκη#Η απελευθέρωση|απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης]], μαζί με τη δυτική όχθη του [[Αξιός|Αξιού]] ''(περιοχή Γουμένισσας)''. Στις 31 Οκτωβρίου του [[1912]] δώθηκε διαταγή σε απόσπασμα [[Εύζωνες|Ευζώνων]] να απελευθερώσουν τη [[Γευγελή]]. Το μεσημέρι της [[1η Νοεμβρίου|1 Νοεμβρίου]] του [[1912]], το απόσπασμα [[Εύζωνες|Ευζώνων]] υπό το [[συνταγματάρχης|συνταγματάρχη]] Κωνσταντινόπουλο, αναχώρησε από τη [[Θεσσαλονίκη]] [[τρένο|σιδηροδρομικώς]] και το βράδυ της ίδιας μέρας αποβιβάστηκαν στο ''[[σιδηρόδρομος|Σιδηροδρομικό Σταθμό]] Καρασουλίου''. Χρειάστηκε να διανυκτερεύσουν στην [[κωμόπολη]] του Καρασουλίου, ώστε να εδραιώσουν την [[Ελλάς|Ελληνική]] κρατική παρουσία, και την επόμενη το πρωί αναχώρησαν για τη [[Γευγελή]], όπου κατέφθασαν μετά από επτάωρη πεζοπορία ''(για να διαπιστώσουν ότι ήδη στην πόλη βρίσκονταν [[Σερβία|Σερβικός]] λόχος)''<ref>Επίτομη Ιστορία των Βαλκανικών Πολέμων 1912 - 1913, [[Γενικό Επιτελείο Στρατού]], Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Εκδόσεις ΔΙΣ, Αθήνα, 1987, επιμέλεια [[ταξίαρχος]] Κωνσταντίνος Πολυζώης, σελ. 108</ref>. Στα αμέσως επόμενα χρόνια έρχονται στην περιοχή Πολυκάστρου πολλοί Έλληνες από την περιοχή Γευγελής και Βογδάντσας, καθώς και πολλοί [[Σαρακατσαναίοι]] από περιοχές της Βορείου Μακεδονίας (Π.Γ.Δ.Μ.) λόγω των διωγμών του [[Γιουγκοσλαβία|Γιουγκοσλαβικού]] κράτους. Η περιοχή έγινε το κέντρο οχύρωσης των συμμαχικών δυνάμεων κατά το [[Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο]]<ref>Χρήστος Π. Ίντος, Τα οικεία κοσμείν και σώζειν, Κιλκίς 1999, σ. 62-66.</ref>. Το 1919, με τη [[συνθήκη του Νεϊγύ]], γίνεται ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Βουλγαρίας, κατά την οποία έφυγαν από την περιοχή όλοι οι κάτοικοι με βουλγαρική συνείδηση και εγκαταστάθηκαν Έλληνες από τη Βόρειο Θράκη ([[Ανατολική Ρωμυλία]]) και συγκεκριμένα από την περιοχή γύρω από το [[Καβακλί (Ανατολική Ρωμυλία)|Καβακλί]] (Βόρεια κοιλάδα του [[Έβρος (Θράκη)|Έβρου]]).
 
Το 1923, με την [[συνθήκη της Λωζάνης]] και την υποχρεωτική [[ανταλλαγή πληθυσμών]] μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, έφυγαν από την περιοχή οι [[μουσουλμάνοι]] κάτοικοι και εγκαταστάθηκαν Έλληνες από τον [[Πόντος|Πόντο]], την [[Παφλαγονία]] (Ηράκλεια) και την [[Μικρά Ασία]] ([[Βιθυνία]] και [[Μαγνησία (Μικρά Ασία)|Μαγνησία]]). Μαζί τους ήρθαν κατά κύματα και 'Έλληνες του Βορειοανατολικού Πόντου ([[Υπερκαυκασία]]), οι οποίοι, λόγω των διωγμών που υπέστησαν κατά την [[Γενοκτονία των Ποντίων|Ποντιακή Γενοκτονία]], από τους Τούρκους, είχαν διαφύγει στο [[Ρωσία|Ρωσικό]] [[Καύκασος|Καύκασο]]. Έτσι ο πληθυσμός του Δήμου Πολυκάστρου αποτελούνταν πλέον από τους ντόπιους Μακεδόνες, μεταξύ των οποίων και πολλοί [[Σαρακατσαναίοι]] και [[Βλάχοι]], και από τους πρόσφυγες της Βορείου Μακεδονίας (περιοχή Γευγελής - Βογδάντσας), της Ανατολικής Ρωμυλίας, του Πόντου, της Παφλαγονίας, της Βιθυνίας (Δέντσες<ref>[http://gym-polyk.kil.sch.gr/history_frameset.htm Γυμνάσιο Πολυκάστρου, Ιστορία]</ref> ή ''Ίντζες''<ref>Δίκαιος Βασιλειάδης, Ιστορία του Πολυκάστρου, σελ. 69</ref> [[Πάνορμος Κυζίκου|Παντέρμου]]) και [[Μαγνησία (Μικρά Ασία)|Μαγνησίας]] (Μετεβελί)<ref>Δίκαιος Βασιλειάδης, Ιστορία του Πολυκάστρου, σελ. 64</ref>.
 
 
 
==Εξωτερικοί Σύνδεσμοι==
Γραμμή 152 ⟶ 150 :
{{Δήμος Παιονίας}}
{{δήμοι και κοινότητες του νομού Κιλκίς}}
 
 
[[Κατηγορία:Δήμος Πολυκάστρου| ]]