Πρωτεύοντα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Xaris333 (συζήτηση | συνεισφορές)
μ →‎Εξωτερικοί σύνδεσμοι: clean up, αντικατέστησε: {{αξιόλογο άρθρο}} → {{Αξιόλογο λήμμα}} με τη χρήση AWB
Γραμμή 104:
[[Αρχείο:Tarsier Hugs Mossy Branch.jpg|thumb|upright|Ο [[Φιλιππινεζικός Τάρσιος]], παλαιότερα ταξινομούταν στους [[προσιμιίδες#Ταξινομία|Προσίμιους]], αλλά με το επικρατές σύστημα ταξινόμησης θεωρείται [[προσιμιίδες|προσιμιίδης]] [[Απλόρρινοι|απλόρρινος]].]]
 
Η τάξη Πρωτεύοντα καθιερώθηκε το 1758 από τον [[Κάρολος Λινναίος|Κάρολο Λινναίο]], στη δέκατη έκδοση του βιβλίου του [[Systema Naturae]],<ref>{{cite book | author = Linnaeus, C. | year = 1758 | title = Sistema naturae per regna tria Naturae, secundum classes, ordines, genera, species, cum characteribus differentiis, synonimis locis. Tomus I | publisher = Impensis direct. Laurentii Salvii, Holmia | pages = 20–32}}</ref> και σύμφωνα με τον Λινναίο αποτελούνταν από τέσσερα γένη, τα οποία ονόμασε ''[[Homo|Άνθρωπος]]'' (''Homo'', άνθρωποι), ''[[Σίμια]]'' (''Simia'', υπόλοιποι πίθηκοι και μαϊμούδες), ''[[Λεμούριος (γένος)|Λεμούριος]]'' (''Lemur'', προσιμιίδες) και ''[[Νυχτερίδα]]'' (''Vespertilio'', νυχτερίδες). Στην πρώτη έκδοση του ίδιου βιβλίου (1735), είχε χρησιμοποιήσει τον όρο [[Ανθρωπόμορφα]] (''Anthropomorpha'') αντί του όρου Πρωτευόντα, για να περιγράψει τα γένη Άνθρωποι (''Homo''), ''Σίμια'' και ''[[Βραδύπους]]'', τον οποίο απέρριψε στη δέκατη έκδοση.<ref>{{cite book | author = Linnaeus, C. | year = 1735 | title = Sistema naturae sive regna tria Naturae systematice proposita per classes, ordines, genera, & species| publisher = apud Theodorum Haak, Lugduni Batavorum | pages = s.p.}}</ref> Το 1839, ο ζωολόγος [[Henri Marie Ducrotay de Blainville]], ακολουθώντας την πορεία του Λινναίου και μιμούμενος την ονοματολογία του, καθιέρωσε τις τάξεις [[Secundates]] (συμπεριλαμβανομένων των υποτάξεων [[Νυχτερίδα|Χειρόπτερα]] (Chiroptera), [[Εντομοφάγα]] (Insectivora) και [[Σαρκοφάγα]] (Carnivora)), [[Tertiates]] (ή [[Μυωξοί]] (Glires)) και [[Quaternates]] (συμπεριλαμβανομένων των υποτάξεων [[Gravigrada]], [[Παχυδέρματα]] (Pachydermata) και [[Μηρυκαστικά]] (Ruminantia)),<ref>{{cite book | author = Blainville, H. | year = 1839 | chapter = Nouvelle classification des Mammifères | title = Annales Françaises et Etrangères d'Anatomie et de Physiologie Appliquées à la Médicine et à l'Histoire Naturelle, 3| pages = 268–269}}</ref> αλλά αυτές οι νέες ομάδες δεν έγιναν αποδεκτές.
 
Πριν ο Anderson και ο Jones καθιερώσουν την ταξινόμηση με τις ομάδες των Στρεψίρρινων και Απλόρρινων το 1984,<ref>{{cite book|author=Thorington, R. W., Jr. & Anderson, S. |year=1984 |chapter=Primates |pages=187–217 |editor=Anderson, S. & Jones, J. K., Jr. |title=Orders and Families of Recent Mammals of the World |publisher=John Wiley and Sons |location=New York}}</ref> (την οποία συμπλήρωσε αυτή των McKenna και Bell το 1997 στο έργο τους [[Θηλαστικό#Η ταξινόμηση των McKenna/Bell|''Classification of Mammals: Above the species level'']]),<ref>{{cite book|author=McKenna, M. C. & Bell, S. K. |year=1997 |title=Classification of Mammals: Above the species level |publisher=Columbia University Press |location=New York |pages=631 |isbn=0-231-11013-8}}</ref> τα Πρωτεύοντα διαιρούνταν σε δύο υπεροικογένειες: τους Προσίμιους (''Prosimii'') και τα [[Σιμιίδες#Ταξινομία και Εξέλιξη|Ανθρωποειδή]] (''Anthropoidea'') (ο όρος δεν πρέπει να συγχέεται με την τωρινή υπεροικογένεια [[Πίθηκος|Ανθρωποειδή]], που είναι η απόδοση του όρου Hominidae στα ελληνικά).<ref>{{cite book|title=Primate Behavioral Ecology|edition=Third|author=Strier, K.|year=2007|isbn=0-295-44432-6|pages=50–53}}</ref> Η ομάδα των Προσίμιων περιελάμβανε όλους τους [[προσιμιίδες]]: όλους τους Στρεψίρρινους μαζί με τους [[τάρσιος|τάρσιους]]. Η ομάδα Ανθρωποειδή περιελάμβανε όλους τους [[σιμιίδες]].
Γραμμή 159:
[[Αρχείο:Hamadryas Baboon.jpg|thumb|right|Ευδιάκριτος φυλετικός διμορφισμός σωματικής μάζας μπορεί να παρατηρηθεί μεταξύ των αρσενικών [[Βαβουίνος ο αμαδρυάς|Βαβουίνων αμαδρυάς]] (γκρι) και των θηλυκών ατόμων του πληθυσμού (καφέ).]]
 
Ο [[φυλετικός διμορφισμός]], δηλαδή η ανάπτυξη ευδιάκριτων φαινοτυπικών διαφορών μεταξύ θηλυκών και αρσενικών ατόμων σε ένα είδος ή πληθυσμό, παρατηρείται συχνά στους [[σιμιίδες]], σε μεγαλύτερο βαθμό στα είδη του Παλαιού Κόσμου (πίθηκοι και μερικές μαϊμούδες) απ' ότι στα είδη του Νέου Κόσμου. Πρόσφατες έρευνες [[συγκριτική ανάλυση|συγκριτικής ανάλυσης]] του [[DNA]] εξετάζουν τους διάφορους τρόπους φυλετικού διμορφισμού στα πρωτεύοντα, καθώς επίσης και τις θεμελιώδεις αιτίες αυτού του φαινομένου. Βασικότερα χαρακτηριστικά των πρωτευόντων στα οποία παρατηρείται έντονος διμορφισμός είναι η [[μάζα σώματος]]<ref>{{cite journal |author=Ralls, K. |year=1976 |title=Mammals in Which Females are Larger Than Males |journal=The Quarterly Review of Biology |volume=51 |issue=2 |doi=10.1086/409310 | pages=245–76 |pmid=785524}}</ref><ref>{{cite journal | author=Lindstedtand & Boyce | year=1985 | journal=The American Naturalist | volume=125 |pages=873 |doi = 10.1086/284385 |title = Seasonality, Fasting Endurance, and Body Size in Mammals | last2=Boyce | first2=Mark S.}}</ref> το μέγεθος των κυνοδόντων<ref>{{cite journal |author=Frisch, J. E. |year=1963 |title=Sex-differences in the canines of the gibbon (''Hylobates lar'') |journal = Primates |volume = 4 |issue = 2 |doi=10.1007/BF01659148 |pages=1}}</ref><ref>{{cite journal |author=Kay, R. F. |year=1975 |title=The functional adaptations of primate molar teeth |journal=American Journal of Physical Anthropology |volume=43 |issue=2 |pages=195–215 |doi=10.1002/ajpa.1330430207 |pmid=810034}}</ref> μαζί με το [[τρίχωμα]] και το χρώμα σώματος.<ref>{{cite book |author=Crook, J. H. |editor=Campbell, B. G. |year=1972 |chapter=Sexual selection, dimorphism, and social organization in the primates |title=Sexual selection and the descent of man |publisher=Aldine Transaction |pages=246 |isbn=978-0202020051}}</ref> Ο σεξουαλικός διμορφισμός μπορεί να αποδοθεί και να επηρεαστεί από διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των [[μέθοδος ζευγαρώματος|μεθόδων ζευγαρώματος]],<ref name="cheverud">{{cite journal |author=Cheverud, J. M., Dow, M. M. & Leutenegger, W. |year=1985 |title=The quantitative assessment of phylogenetic constraints in comparative analyses: Sexual dimorphism in body weight among primates |journal=Evolution |volume=39 |issue=6 |pages=1335–1351 |doi=10.2307/2408790 |url=http://jstor.org/stable/2408790}}</ref> του μέγεθουςμεγέθους,<ref name="cheverud" /> του περιβάλλοντος και της διατροφής.<ref name="leutenegger">{{cite journal | author=Leutenegger, W. & Cheverud, J. M. | year=1982 | title=Correlates of sexual dimorphism in primates: Ecological and size variables | journal = International Journal of Primatology | volume = 3 | issue = 4 | doi=10.1007/BF02693740 | pages=387}}</ref>
 
Οι συγκριτικές αναλύσεις του DNA έχουν βοηθήσει στην πιο σφαιρική κατανόηση των σχέσεων μεταξύ [[σεξουαλική επιλογή|σεξουαλικής επιλογής]], [[φυσική επιλογή|φυσικής επιλογής]], και των μεθόδων ζευγαρώματος στα πρωτεύοντα. Έρευνες υποδεικνύουν πως ο διμορφισμός είναι προϊόν πολλών διαφορών στα αρσενικά και θηλυκά χαρακτηριστικά.<ref name="plavcan">{{cite journal |author=Plavcan, J. M. |year=2001 |title=Sexual dimorphism in primate evolution |journal=American Journal of Physical Anthropology |volume=33 |pages=25–53 |doi=10.1002/ajpa.10011 |pmid=11786990}}</ref> Η [[οντογενετική κλιμάκωση]] (ontogenetic scaling), ίσως βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση της σχέσης μεταξύ του φυλετικού διμορφισμού και τους ρυθμούς ανάπτυξης ενός ατόμου.<ref name="ohiggins">{{cite journal |author=O'Higgins, P. & Collard, M. |year=2002 |title=Sexual dimorphism and facial growth in papionine monkeys |journal=Journal of Zoology |volume=257 |issue=2 |pages=255–272 |doi=10.1017/S0952836902000857}}</ref> Σύμφωνα με στοιχεία ερευνών πάνω σε απολιθώματα, πιθανόν να συνέβη [[συγκλίνουσα εξέλιξη]] του διμορφισμού, και ορισμένοι αφανισμένοι [[ανθρωπίδαι|ανθρωπίδες]] ίσως παρουσίασαν μεγαλύτερο βαθμό διμορφισμού απ' οποιοδήποτε σωζόμενο πρωτεύον σήμερα.<ref name="plavcan" />
Γραμμή 166:
[[Αρχείο:Diademed ready to push off.jpg|thumb|[[Διαδηματικός Σιφάκα]], έτοιμος να πηδήξει και να γραπωθεί από κάποιο άλλο δέντρο.]]
 
Τα περισσότερα είδη πρωτευόντων κινούνται με τους εξής τρόπους: [[ταλάντευση]] ή [[άλματα]] από δέντρο σε δέντρο, δενδρόβιος ή χερσαίος [[τετράποδα|τετραποδισμός]], [[δενδρόβια κίνηση|αναρρίχηση]], μετακίνηση στις αρθρώσεις των δακτύλων ή συνδυασμός των παραπάνω μεθόδων. Πολλοί προσιμιίδες κινούνται κατά βάση με άλματα. Μεταξύ άλλων αυτοί είναι οι [[Γαλάγος|Γαλάγοι]], όλοι οι [[Ιντριίδες]] (π.χ [[σιφάκα]]ς, [[τριχωτός λεμούριος|τριχωτοί λεμούριοι]] και [[ιντρίδες]]), οι [[παιχνιδιάρης λεμούριος|παιχνιδιάρηδες λεμούριοι]], και όλοι οι [[τάρσιος|τάρσιοι]].<ref name="Sussman1999">{{cite book|title=Primate Ecology and Social Structure Volume 1: Lorises, Lemurs and Tarsiers|author=Sussman, R. W.|year=1999|isbn=0-536-02256-9|location=Needham Heights, MA|publisher = Pearson Custom Publishing & Prentice Hall|pages=78, 89–90, 108, 121–123, 233}}</ref> Άλλοι προσιμιίδες είναι δενδρόβια τετράποδα και αναρριχητές. Ορισμένοι επίσης είναι χερσαία τετράποδα, ή κάνουν άλματα για να μετακινηθούν. Οι περισσότερες μαϊμούδες είναι δενδρόβια ή χερσόβια τετράποδα και αναρριχητές. Οι [[γίββων]]ες, οι [[τριχωτή αράχνη μαϊμού|τριχωτές αράχνες μαϊμούδες]] (γένος ''Βραχυτελή'') και οι [[αράχνη μαϊμού|αράχνες μαϊμούδες]] χρησιμοποιούν κυρίως την ταλάντευση από δέντρο σε δέντρο για να μετακινηθούν.<ref name="Strier2007" /> Οι [[τριχωτή μαϊμού|τριχωτές μαϊμούδες]] πολλές φορές μετακινούνται και αυτές με τον παραπάνω τρόπο.<ref name="Sussman2003" /> Οι [[ουρακοτάγκος|ουρακοτάγκοι]] χρησιμοποιούν έναν παρόμοιο τρόπο κίνησης, στο οποίο στηρίζουν στα χέρια και τα πόδια τους τα βαριά σώματα τους.<ref name="Strier2007" /> Οι [[χιμπαντζής|χιμπαντζήδες]] και οι [[γορίλας|γορίλες]] περπατούν στηριζόμενοι στις αρθρώσεις των δακτύλων,<ref name="Strier2007" /> και μπορούν να κινηθούν σε δίποδη όρθια στάση για μικρές αποστάσεις. Παρόλο που πολλά είδη, όπως οι [[Αυστραλοπιθηκίνες]] και οι [[Homo|πρώιμοι ανθρωπίδες]] παρουσίασαν πλήρως αναπτυγμένο διποδισμό, οι άνθρωποι είναι το μόνο σωζόμενο είδος σήμερα με αυτό το χαρακτηριστικό.
 
== Συμπεριφορά ==
=== Κοινωνικά συστήματα ===
Σύμφωνα με τον ''[[Richard Wrangham]]'' τα [[κοινωνική δομή|κοινωνικά συστήματα]] των μη ανθρώπινων πρωτευόντων καλύτερα ταξινομούνται με την ποσότητα της μετακίνησης των θηλυκών ανάμεσα στις διάφορες ομάδες.<ref>{{cite book |author=Wrangham, R. W. |authorlink=|chapter=Mutualism, kinship and social evolution |year=1982 |title=Current Problems in Sociobiology |publisher=Cambridge University Press |pages=269–289 |isbn=0521242037}}</ref> Πρότεινε τέσσερειςτέσσερις κατηγορίες:
 
* Συστήματα μετακίνησης θηλυκών - τα θηλυκά φεύγουν από την ομάδα στην οποία γεννιούνται. Τα θηλυκά μίας ομάδας δεν θα έχουν στενή συγγενική σχέση ενώ τα αρσενικά θα παραμείνουν στη γενέθλια ομάδα, και αυτή η στενή σχέση ενδεχομένως επηρεάζει την κοινωνική συμπεριφορά. Οι ομάδες που σχηματίζονται είναι εν γένει αρκετά μικρές. Αυτή η οργάνωση φαίνεται στους χιμπαντζήδες, όπου τα αρσενικά, τα οποία τυπικά είναι συγγενικά, συνεργάζονται για την άμυνα της περιοχής της ομάδας. Από τις μαϊμούδες του Νέου Κόσμου, αυτό το σύστημα χρησιμοποιείται από τα [[Βραχυτελή]] (''Brachyteles'') και τα [[Ατελή]] (''Ateles'').<ref>{{cite book|title=Primates in Perspective|author=Fiore, A. D. & Campbell, C. J.|chapter=The Atelines|year=2007|pages=175|publisher=Oxford University Press|editor=Campbell, C. J., Fuentes, A., MacKinnon, K. C., Panger, M. & Bearder, S. K.|isbn=978-0-19-517133-4}}</ref>
Γραμμή 182:
[[Αρχείο:Three chimpanzees with apple.jpg|thumb|left|Οι [[Χιμπαντζής|Χιμπαντζήδες]] είναι κοινωνικά ζώα.]]
 
Η ειδικός στα πρωτεύοντα, [[Τζέιν Γκούνταλ]] (''Jane Goodall''), η οποία έκανε τις έρευνές τις στο [[Εθνικό Πάρκο Gombe Stream]], παρατήρησε [[κοινωνία σχάσης-σύντηξης|κοινωνίες σχάσης-σύντηξης]] (''fission-fusion societies'').<ref>{{cite journal | title=Noninvasive paternity assignment in Gombe chimpanzees | author=Constable, J. L. ''et al.'' | journal=Molecular Ecology | year=2001 | volume=10 | issue=5 | pages=1279–1300 |doi=10.1046/j.1365-294X.2001.01262.x | pmid=11380884}}</ref> Υπάρχει ''σχάση'' όταν η κύρια ομάδα χωρίζεται για τη συλλογή τροφής κατά την ημέρα, και έπειτα ''σύντηξη'' όταν η ομάδα επιστρέφει το βράδυ για να κοιμηθεί όλη μαζί. Αυτή η κοινωνική δομή παρατηρείται και στους [[Βαβουίνος ο αμαδρυάς|Βαβουίνους αμαδρυάς]] (''Papio hamadryas''),<ref name="Rowe1996">{{cite book|title=The Pictorial Guide to the Living Primates|author=Rowe, N.|year=1996|publisher=Pogonias Press|isbn=0-9648825-0-7|pages=4, 139, 143, 154, 185, 223}}</ref> στα [[Ατελή]]<ref name="Sussman2003" /> και στους [[μπονόμπο]].<ref name="Rowe1996" /> Οι [[γκελάντα]] έχουν παρόμοια κοινωνική δομή στην οποία πολλές μικρότερες ομάδες συναντιώνται ώστε να σχηματίσουν προσωρινά κοπάδια εώςέως και 600 ατόμων.<ref name="Rowe1996" />
 
Αυτά τα κοινωνικά συστήματα επηρεάζονται από τρεις κύριους οικολογικούς παράγοντες: την κατανομή των πόρων, το μέγεθος της ομάδας και τη θήρευση.<ref name="vertlife">{{cite book |author=Pough, F. W., Janis, C. M. & Heiser, J. B. |title=Vertebrate Life |chapter=Primate Societies |year=2005 |origyear=1979 |edition=7th |publisher= Pearson |pages=621–623 |isbn=0-13-127836-3}}</ref> Εντός μιας κοινωνικής ομάδας υπάρχει ισορροπία μεταξύ της συνεργασίας και του ανταγωνισμού. Οι συνεργατικές συμπεριφορές περιλαμβάνουν την [[κοινωνική περιποίηση]] (''social grooming'') (απομάκρυνση παρασίτων και καθάρισμα πληγών), το μοίρασμα της τροφής και τη συλλογική άμυνα εναντίον θηρευτών ή την υπεράσπιση της περιοχής. Οι επιθετικές συμπεριφορές συχνά σημαίνουν ανταγωνισμό για τη διαθεσιμότητα τροφής, θέσεων ύπνου ή συντρόφων. Η επιθετικότητα χρησιμοποιείται και για την εγκαθίδρυση [[ιεραρχία επικράτησης|ιεραρχίας επικράτησης]].<ref name="vertlife" /><ref>Smuts, B.B., Cheney, D.L. Seyfarth, R.M., Wrangham, R.W., & Struhsaker, T.T. (Eds.) (1987). ''Primate Societies''. Chicago: University of Chicago Press for articles on the structure and function of various primate societies.</ref>
Γραμμή 200:
 
=== Κύκλος ζωής ===
Τα πρωτεύοντα έχουν πιο αργό ρυθμό ανάπτυξης συγκριτικά με τα άλλα θηλαστικά.<ref name="Strier2007" /> Όλα τα μη-ανθρώπινα πρωτεύοντα νήπια [[θηλασμός|θηλάζουν]] τις μητέρες τους και βασίζονται αποκλειστικά σε αυτές για την περιποίηση και τη μεταφορά τους.<ref name="Strier2007" /> Σε ορισμένα είδη, τα νήπια προστατεύονται και μεταφέρονται από τα αρσενικά της ομάδας, κυρίως από άτομα τα οποία θα μπορούσαν να είναι οι πατέρες τους.<ref name="Strier2007" /> Άλλοι συγγενείς των νηπίων, όπως τα αδέρφια ή οι θείες, σε ορισμένες περιπτώσεις συμμετέχουν εξίσου στη φροντίδα των μικρών.<ref name="Strier2007" /> Πολλές μητέρες πρωτεύοντα σταματάνε την ωορρηξία κατά τη διάρκεια του θηλασμού του βρέφους, μέχρις ότου αυτό [[απογαλακτισμός|απογαλακτιστεί]] πλήρως, όπου και η μητέρα γίνεται παραγωγική ξανά.<ref name="Strier2007" /> Αυτό συχνά οδηγεί σε σύγκρουση με τα νήπια τα οποία επιχειρούν να συνεχίσουν το θηλασμό παρά τον απογαλακτισμό.<ref name="Strier2007" />
 
Τα πρωτεύοντα έχουν μακρύτερη [[νεανική περίοδος|νεανική]] περίοδο μεταξύ του απογαλακτισμού και της σεξουαλικής ωρίμανσης σε σχέση με άλλα θηλαστικά του ίδιου μεγέθους.<ref name="Strier2007" /> Κατά τη νεανική περίοδο, τα πρωτεύοντα είναι πιο ευάλωτα από τους ενήλικες από τα αρπακτικά ζώα και την ασιτία. Μαθαίνουν να τρέφονται σωστά και να αποφεύγουν τα αρπακτικά αυτό το διάστημα,<ref name="Strier2007" /> ενώ αναπτύσσουν ορισμένες κοινωνικές και πολεμικές δεξιοτεχνίες, μέσα από το παιχνίδι.<ref name="Strier2007"/>
 
Τα πρωτεύοντα, κυρίως τα θηλυκά, έχουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής συγκριτικά με άλλα θηλαστικά παρομοίου μεγέθους.<ref name="Strier2007" />
Γραμμή 218:
[[Αρχείο:Macaque India 3.jpg|thumb|upright|left|[[Μακάκος ρέζους]] στο [[Φρούριο Άγκρα]] στην Ινδία.]]
 
Τα πρωτεύοντα εξελίχθηκαν από [[δενδρόβιο ζώο|δενδρόβια]] ζώα, και πολλά είδη ζουν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους σε δέντρα. Τα περισσότερα είδη πρωτευόντων ζουν σε [[τροπικά βροχοδάση]]. Ο αριθμός των ειδών πρωτευόντων εντός τροπικών περιοχών έχει αποδειχθεί ότι [[συσχέτιση|συσχετίζεται]] θετικά με το ποσό της βροχόπτωσης και την έκταση των βροχοδασών.<ref>{{cite journal|title=Geographic and climatic control of primate diversity|author=Reed, K. & Fleagle, J.|journal=Proceedings of the National Academy of Sciences of the United States of America|volume=92|issue=17|pages=7874–7876|date=August 15. 1995|url=http://www.pnas.org/content/92/17/7874.full.pdf+html|doi=10.1073/pnas.92.17.7874|pmid=7644506|pmc=41248}}</ref> Καθώς αποτελούν το 25% έως το 40% των φρουτοβόρων ζώων (ως προς τη [[βιομάζα]]) των τροπικών βροχοδάσων, τα πρωτεύοντα παίζουν σημαντικό [[οικολογία|οικολογικό]] ρόλο διασπείρωντας σπόρους πολλών ειδών φυτών.<ref>{{cite book|title=Primates in Perspective|author=Chapman, C. & Russo, S.|chapter=Primate Seed Dispersal|year=2007|publisher=Oxford University Press|editor=Campbell, C. J., Fuentes, A., MacKinnon, K. C., Panger, M. & Bearder, S. K.|isbn=978-0-19-517133-4|pages=510}}</ref>
 
Μερικά είδη είναι εν μέρει [[χερσόβιο ζώο|χερσόβια]], όπως οι [[μπαμπουίνος|μπαμπουίνοι]] και οι [[μαϊμούδες πάτας]] (''Erythrocebus patas''), ενώ λίγα είδη είναι εντελώς χερσόβια όπως οι [[γκελάντα]] και οι [[άνθρωπος|άνθρωποι]]. Τα εκτός των ανθρώπων πρωτεύοντα ζουν σε ποικίλα δασώδη ενδιαιτήματα στις τροπικές ζώνες της Αφρικής, της Ινδίας, της Νοτιοανατολικής Ασίας και της Νότιας Αμερικής, συμπεριλαμβανομένων [[δάσος της βροχής|βροχοδασών]], περιοχών [[μανγκρόβια βλάστηση|μανγκρόβιας βλάστησης]] και ορεινών δασών. Υπάρχουν μερικά παραδείγματα μη ανθρώπινων πρωτευόντων που ζούν εκτός της τροπικής ζώνης, όπως ο ορεσίβιος [[ιαπωνικός μακάκος]] που ζει στα βόρεια του [[Χονσού]] όπου υπάρχει χιόνι οκτώ μήνες το έτος, και ο [[μακάκος της μπαρμπαριάς]] που ζει στην [[Άτλας (οροσειρά)|οροσειρά του Άτλαντα]] στην Αλγερία και το Μαρόκο. Τα ενδιαιτήματα των πρωτευόντων καλύπτουν μεγάλο εύρος υψομέτρων: ο ''[[Rhinopithecus bieti]]'' έχει βρεθεί στα [[Όρη Χέντζουαν]] σε υψόμετρο 4.700&nbsp;m,<ref name="Long94">{{cite journal | author = Long, Y. C., Kirkpatrick, R. C., Zhong, T., and Xiao, L. | year = 1994 | title = Report on the distribution, population, and ecology of the Yunnan snub-nosed monkey (''Rhinopithecus bieti'') | journal = Primates | volume = 35 | pages = 241–250 | doi = 10.1007/BF02382060}}</ref> ο [[Ορεινός Γορίλας]] μπορεί να βρεθεί σε υψόμετρο 4.200&nbsp;m να διασχίζει τα [[Όρη Βιρούνγκα]],<ref name="Schaller">{{cite book | author = Schaller, G. B. | year = 1963 | title = The Mountain Gorilla: Ecology and Behavior | location = Chicago | publisher = University Chicago Press |isbn=978-0226736358}}</ref> και ο Γκελάντα μπορεί να βρεθεί σε υψόμετρο 5.000&nbsp;m στα [[Αιθιοπικά Υψίπεδα]]. Αν και τα περισσότερα είδη εν γένει φοβούνται το νερό, κάποια είναι καλοί κολυμβητές και είναι άνετα σε βάλτους και υγρές περιοχές, συμπεριλαμβανομένων των ''[[Nasalis larvatus]]'', ''[[Cercopithecus neglectus]]'' και ''[[Allenopithecus nigroviridis]]'', οι οποίοι έχουν αναπτύξει μία μικρή μεμβράνη ανάμεσα στα δάκτυλα. Κάποια πρωτεύοντα, όπως ο [[μακάκος ρέζους]] και ο [[γκρι λανγκούρ]] (''Semnopithecus''), μπορούν να εκμεταλλευτούν τροποποιημένα από τον άνθρωπο περιβάλλοντα και να ζήσουν ακόμα και σε πόλεις.<ref name="Rowe1996" /><ref>{{cite book|title=Primates in Perspective|author=Wolfe, L. D. & Fuentes, A.|chapter=Ethnoprimatology|year=2007|publisher=Oxford University Press|editor=Campbell, C. J., Fuentes, A., MacKinnon, K. C., Panger, M. & Bearder, S. K.|isbn=978-0-19-517133-4|pages=692}}</ref>