Ρενέ Ντεκάρτ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 15:
}}
Ο '''Ρενέ Ντεκάρτ''' (εξελληνισμένο όνομα:''Καρτέσιος'') ([[Γαλλική γλώσσα|Γαλ.]] ''René Descartes'' [{{IPA|ʀəˈne deˈkaʀt}}], [[Λατινική γλώσσα|Λατ.]] ''Renatus Cartesius'', [[31 Μαρτίου]] [[1596]] στη Λα Αι (La Haye en Touraine) - [[11 Φεβρουαρίου]] [[1650]] στην [[Στοκχόλμη]]) ήταν [[Γαλλία|Γάλλος]] φιλόσοφος, μαθηματικός και επιστήμονας φυσικών επιστημών.
Θεωρείται σταθμός στην ιστορία της φιλοσοφίας, καθώς φέρεται ως δάσκαλος και ταυτόχρονα θύμα του [[Διαφωτισμός|Διαφωτισμού]]. Αναφέρεται συχνά ως εκείνος που συνέλαβε την πιο ακραία μορφή [[σκεπτικισμός|σκεπτικισμού]]. Προσπάθησε και κατόρθωσε να απεγκλωβίσει τη [[φιλοσοφία]] από τον [[Σχολαστικισμός|σχολαστικισμό]], να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στις νοητικές δυνάμεις του ανθρώπου και να απελευθερώσει το ανθρώπινο πνεύμα από την αυθεντία του παρελθόντος<ref name="molyvas">Μολύβας Γ., 2000, ''Φιλοσοφία στην Ευρώπη'', τ. Β΄, ΕΑΠ, Πάτρα, 33 και 36.</ref>. Υπήρξε μια από τις σημαντικότερες μορφές του ηπειρωτικού-ευρωπαϊκού [[ρασιοναλισμός|ορθολογισμού]]. Οι ιδέες του, όμως, έγιναν στόχος του [[Εμπειρισμός|εμπειρισμού]] που επικράτησε μακροπρόθεσμα. Αλλά και οι βασικές ιδέες του λειτούργησαν σε πείσμα των προθέσεών του. Θέτοντας τα όρια μεταξύ πνευματικού και υλικού κόσμου και αντιμετωπίζοντάς τον ως επαρκές και αυτόνομο αντικείμενο μελέτης, βοήθησε στην επικράτηση του [[Υλισμός|υλισμού]] έναντι της [[πνευματοκρατία]]ς. Υλιστές του [[18ος αιώνας|18ου αιώνα]] όπως ο [[Ντήτριχ Χόλμπαχ]] (Dietriech von Holbach, 1723-89) και ο εγκυκλοπαιδιστής [[Ντενί Ντιντερό]], χρησιμοποίησαν τη γεωμετρική αντίληψη του Θεού που αποσύρεται μετά τη δημιουργία. Συνδυάζοντας την άποψή του με τη μηχανιστική ερμηνεία του ζωικού βασιλείου, προώθησαν την υλιστική θεώρηση του κόσμου<ref>Βλ. Κονδύλης, 1987, τόμ. Ι, 215 και Gay, 1977, τομ. Ι, 146-150.</ref>.
 
== Βιογραφία ==
Γραμμή 50:
Ενδεικτική της κυοφορίας του καρτεσιανού μεταφυσικού συστήματος τούτη η δημοσίευση<ref>Για την ελληνική έκδοση βλ. Ντεκάρτ, Ρ., 2003, ''Στοχασμοί περί της πρώτης φιλοσοφίας'', (μτφρ. σχ. Ε. Βανταράκης), Εκκρεμές, Αθήνα.</ref> είναι μια ανάλυση των απόψεών του, προορισμένη κυρίως για λόγιους και διανοούμενους της εποχής του. Με συγκεκριμένο βηματισμό στη σκέψη του αναζητά την αλήθεια, ωθούμενος παράδοξα από την [[καρτεσιανή αμφιβολία|αμφιβολία]]. Αν και η βεβαιότητα είναι κεντρική ιδέα για τον Καρτέσιο, ο δρόμος προς τη βεβαιότητα ξεκινά με την αμφιβολία. Από τον πρώτο ήδη ''Στοχασμό'' ο φιλόσοφος φαίνεται να συνειδητοποιεί ότι ήταν αναγκαίο κάποτε στην πορεία της ζωής του, να προχωρήσει σε μια εκ βάθρων ανατροπή και να ξεκινήσει από την αρχή, από τα θεμέλια, αν ήθελε να εγκαθιδρύσει κάτι στέρεο και μόνιμο στις επιστήμες<ref>Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 59.</ref>. Ακολούθως, παρουσιάζει μια σειρά τριών [[Σκεπτικισμός|σκεπτικιστικών]] επιχειρημάτων σχεδιασμένα έτσι ώστε να αποβάλλουν τις παρούσες πεποιθήσεις του, προκειμένου να κατορθώσει να τις αντικαταστήσει με βεβαιότητες. Η στρατηγική του δεν είναι να αμφισβητήσει τις πεποιθήσεις του μία προς μία, αλλά να υπονομεύσει τις βασικές αρχές πάνω στις οποίες θεμελιώνονται.
Το πρώτο επιχείρημα κατευθύνεται ενάντια στην πεποίθηση ότι μπορούμε να πιστεύουμε όλα όσα βιώνονται μέσω των αισθήσεων. Υποδεικνύει ότι από καιρό σε καιρό συνέλαβε τις αισθήσεις του να τον εξαπατούν, κι ότι είναι συνετό να μην εμπιστεύεται κανείς πλήρως εκείνους που τον εξαπατούν<ref>Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 61.</ref>. Το δεύτερο και διάσημο επιχείρημα του ονείρου κατευθύνεται ενάντια στην άποψη ότι μπορεί να εμπιστεύεται κανείς τις αισθήσεις, αν τα αντικείμενα βρίσκονται κοντά μας. Βλέπει ότι δεν υπάρχουν οποιαδήποτε αληθινά σημάδια μέσω τον οποίων να μπορεί να διακρίνει τον ύπνο από την εν εγρηγόρσει κατάσταση<ref>Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 62.</ref>. Αλλά ακόμα κι αν αμφιβάλλουμε για την αξιοπιστία αυτού που μας δείχνουν οι αισθήσεις -και εδώ βρίσκεται ένα σημαντικό σημείο της υπόθεσής του- το επιχείρημα του ονείρου αφήνει ανοικτή την πιθανότητα να υπάρχουν κάποιες γενικές αλήθειες, που δεν εξαρτώνται από την εγρήγορση ή τον ύπνο{{fn|12}}<ref>Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 64, [...]είτε αγρυπνώ είτε κοιμάμαι, δύο συν τρία θα κάνει πέντε, και το τετράγωνο δεν θα έχει περισσότερες από τέσσερις πλευρές. Τόσο διαυγείς αλήθειες δεν φαίνεται δυνατό να είναι ύποπτες[...].</ref>. Ο φιλόσοφος απαντά σε αυτό με το επιχείρημα του [[Κακός δαίμων|κακόβουλου δαίμονα]].
Αυτά τα επιχειρήματα έχουν μια κρίσιμη λειτουργία στο σκεπτικό του Descartes. Όπως παρατηρεί στην εισαγωγή των Στοχασμών, μας απελευθερώνουν από όλες τις προκαταλήψεις και παρέχουν τον ευκολότερο δρόμο για να οδηγηθεί ο νους μακράν των αισθήσεων{{fn|13}}<ref>Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 47.</ref>. Με αυτόν τον τρόπο ο σκεπτικισμός του πρώτου Στοχασμού για τη βεβαιότητα προς την οποία προσβλέπει ο φιλόσοφος. Τούτη η θεμελιακή βεβαιότητα, το επιχείρημα του ''cogito'', έρχεται στον δεύτερο ''Στοχασμό'', όπου καταλήγει ότι είναι, ότι υπάρχει{{fn|14}}<ref>Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 72.</ref>. Ξεκινώντας από αυτή τη βασική αλήθεια αναζητά εκείνες τις ποιότητες που διακρίνουν τον άνθρωπο και μιλά για τις σχέσεις της ψυχής και του σώματος, δύο διακριτών χαρακτηριστικών της ανθρώπινης ύπαρξης.
 
=== Οι σχέσεις ψυχής-σώματος ===
Η διάκριση μεταξύ του νου-[[ψυχή]]ς και του σώματος είναι μία από τις γνωστότερες πιθανώς θέσεις του Καρτέσιου και βέβαια δεν είναι δική του επινόηση. Τη βρίσκει κανείς με διάφορες μορφές στους πρώτους φιλοσόφους. Είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα του [[Πλάτων|Πλατωνισμού]] και, σε διαφορετική μορφή, είναι κοινή στους περισσότερους από τους πρώτους χριστιανούς φιλοσόφους, που γενικά υποστήριζαν ότι κάποιο χαρακτηριστικό γνώρισμα του ανθρώπου -ο νους ή η ψυχή του- επιζεί του σωματικού θανάτου. Αλλά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τρόπου με τον οποίο κατέγραψε ο Καρτέσιος τη διάκριση και τα επιχειρήματα που χρησιμοποίησε άσκησαν μεγάλη επίδραση σε μεταγενέστερους διανοητές.
 
Στους ''Στοχασμούς'' ο Καρτέσιος ξεκαθαρίζει ότι η διάκριση πρέπει να γίνει σε ένα νέο έδαφος. Στον έκτο Στοχασμό συγκεκριμένα αναφέρει πως επειδή έχει μια σαφή και διακριτή ιδέα του εαυτού του ως μη εκτατού σκεπτόμενου πράγματος, και μια σαφή και διακριτή ιδέα του σώματός του ως μη σκεπτόμενου εκτατού πράγματος, είναι βέβαιο πως είναι αληθινά διακριτός από το σώμα του και μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτό{{fn|15}}<ref>Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 169.</ref>. Τούτη η αντίληψη για τον νου και το σώμα είναι σημαντικά διαφο­ρετική από τις αντιλήψεις των σχολαστικών. Για τους σχολαστικούς το σώμα συντίθεται από την ύλη και τη μορφή. Η ύλη αλλάζει διαρκώς, ενώ η μορφή είναι εκείνη που δίνει στα σώματα τις χαρακτηριστικές ιδιότητες που κατέχουν. Για τον Καρτέσιο, όμως, όλα τα σώματα είναι του ίδιου είδους, μια ουσία που περιέχει μόνον γεωμετρικές ιδιότητες. Οι χαρακτηριστικές ιδιότητες των ιδιαίτερων μορφών του σώματος ερμηνεύονται με όρους μεγέθους, σχήματος και κίνησης των τμημάτων του. Οι περισσότερες ζωτικής σημασίας λειτουργίες ερμηνεύονται από την άποψη της φυσικής οργάνωσης του οργανικού σώματος. Ο νους, επομένως, δεν είναι αρχή της ζωής αλλά αρχή της νόησης. Αναπτύσσει τη λογική, όπως η λογική ψυχή των [[Αριστοτέλης|αριστοτελικών]], αλλά περιλαμβάνει και άλλες διεργασίες της σκέψης, που αποδίδονται σε άλλα τμήματα της αριστοτελικής ψυχής. Επιπλέον, είναι μια γνήσια ουσία που επιβιώνει του σωματικού θανάτου χωρίς τη θεϊκή παρέμβαση.
 
Έχοντας θεμελιώσει την επιβίωση μετά το σωματικό θάνατο και τη δυαρχία ψυχής σώματος, ο φιλόσοφος στρέφεται προς την απόδειξη της ύπαρξης του Θεού. Ο ύψιστος, αιώνιος, παντοδύναμος, δημιουργός θεός όλων των πραγμάτων στηρίζεται περισσότερο στη «δογματική» ή μάλλον αξιωματική θέση ότι οι ιδέες εκείνες που αντιπροσωπεύουν μέσα του κάποιες υποστάσεις είναι περισσότερο αντικειμενικές από εκείνες που απεικονίζουν μόνον ''συμβεβηκότα''{{fn|16}}<ref>Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 99.</ref>. Όλα όσα παρατηρεί είναι αδύνατο να έχουν παραχθεί από εκείνον και συνεπώς ο θεός υπάρχει αναγκαία, αφού η πεπερασμένη του ύπαρξη δεν μπορεί να έχει τοποθετηθεί μέσα του παρά μόνο από μια ύπαρξη αληθινά άπειρη. Με αυτόν τον απλουστευτικό τρόπο δηλώνει πως ο θεός υπάρχει, εφόσον το αίτιο της ιδέας του θεού είναι ο ίδιος ο θεός -ιδεολογικό επιχείρημα. Ως βοήθημα σε αυτό το επιχείρημα, ο Καρτέσιος μας οδηγεί σε μια παρα­δοσιακή θα λέγαμε εκδοχή του κοσμολογικού επιχειρήματος για την ύπαρξη του θεού. Από το επιχείρημα του ''cogito'' γνωρίζει ότι υπάρχει, και εφόσον είναι ατελής, δεν μπορεί να έχει δημιουργήσει τον εαυτό του. Έτσι κάτι άλλο δημιούργησε την ύπαρξή του. Άσχετα με το τι μπορεί να είναι αυτό, εμείς απλά αναρωτιόμαστε τι ήταν εκείνο που το δημιούργησε, δημιουργώντας μια αλυσίδα δημιουργών που μας οδηγούν στην έσχατη, αυτοδημιούργητη και τέλεια ύπαρξη που ονομάζεται [[θεός]]. Επανέρχεται στο θέμα της ύπαρξης του θεού -ιδιαίτερα σημαντική για τη βεβαιότητα της γνώσης του για τον εξωτερικό κόσμο- στον πέμπτο Στοχασμό του, όπου ανα­πτύσσει το οντολογικό του επιχείρημα για την ύπαρξη του θεού, θεωρώντας πως ο θεός κατέχει όλες τις τελειότητες, μία εκ των οποίων είναι η ίδια η ύπαρξη.
 
=== Η βεβαιότητα της γνώσης του εξωτερικού κόσμου ===
Ο πέμπτος ''Στοχασμός'' καλύπτει τρία κυρίως θέματα: την ουσία της ύλης, το οντολογικό επιχείρημα για την ύπαρξη του Θεού{{fn|17}}<ref name="molyvas"/> και αυτό που μας ενδιαφέρει στην παρούσα περίπτωση, το δρόμο προς την τέλεια γνώση. Στην αρχή ο Καρτέσιος αναφέρει ότι το πιο πιεστικό καθήκον είναι να ξεφύγει από τις αμφιβολίες που ένιωσε πριν από λίγες μέρες, και να δει ποιον βαθμό βεβαιότητας μπορεί να πετύχει κανείς σε σχέση με τα υλικά πράγματα{{fn|18}}<ref>Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 144.</ref>. Τούτο τον στόχο αγγίζει στον έκτο ''Στοχασμό'' με το επιχείρημα του για την ύπαρξη σωμάτων εξωτερικών ως προς τον νου{{fn|19}}<ref>Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 183.</ref>. Ο φιλόσοφος επιμένει ότι η σαφής και διακριτή ιδέα μας για κάποιο σώμα είναι εκείνη ενός εκτατού πράγματος, που κατέχει τις ιδιότητες του μεγέθους, της μορφής, και της κίνησης. Γενικά οι διαυγείς και διακριτές ιδέες μάς παρέχουν βέβαιη γνώση των ουσιών των πραγμάτων και της πιθανότητας της ύπαρξής τους. Κατόπιν ολοκληρώνει τον πέμπτο ''Στοχασμό'' αναφέροντας εμφατικά πως η βεβαιότητα του υπόλοιπου της γνώσης του εξαρτάται από τη βεβαιότητά του για την ύπαρξη του θεού{{fn|20}}<ref>Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 157.</ref>. Απαντώντας στην στρατηγική κυρίως που εφάρμοσε για να εγγυηθεί τη βεβαιότητα της γνώσης μας, αρκετοί από τους πρώτους επικριτές του θεώρησαν ότι ο συλλογισμός του υπονομευόταν από έναν φαύλο κύκλο. Προκειμένου να αποδείξουμε την αλήθεια της ύπαρξης του Θεού, χρειάζεται να υποθέσουμε ότι ορισμένες από τις διαυγείς και διακριτές ιδέες μας είναι αληθείς. Αλλά τούτη η υπόθεση δικαιολογείται μόνον αν υποθέσουμε ότι ο θεός υπάρχει και δεν είναι πλανερός δαίμων{{fn|21}}<ref>Cassirer, 1951, σ. 54, Κονδύλης, 1987, τόμος Ι, 220-1</ref>.
 
=== Η κριτική του Μπέικον και του Νεύτωνα ===
Παρά το γεγονός ότι ο Ντεκάρτ μαζί με τον [[Φράνσις Μπέικον|Μπέικον]] (Francis Bacon, [[1561]]-[[1626]]) θεωρούντο πρωτεργάτες της νέας επιστημονικής μεθόδου, μετά τον θάνατο του Ντεκάρτ οι ιστορικοί παρουσίασαν την υπεραπλουστευτική εικόνα ενός εμπειριστή Μπέικον εναντίον του ορθολογιστή Καρτέσιου. Αργότερα αυτή η αντίθεση μετεξελίχθηκε σε ακόμα πιο έντονη αντιπαλότητα μεταξύ Καρτέσιου και [[Ισαάκ Νεύτων|Νεύτωνα]]. Παραμένει γεγονός ότι οι [[επιστήμη|επιστημονικές]] ερμηνείες του Καρτέσιου, όπως η ερμηνεία του σύμπαντος ως χώρου γεμάτου ύλη όπου οι πλανήτες στροβιλίζονται γύρω από τον Ήλιο, δεν μπορούσαν να αντέξουν τον έλεγχο στον οποίο τις υπέβαλε ο Νεύτωνας.
 
Χρειάζεται να ληφθεί υπ' όψιν ότι όλα αυτά συνέβαιναν σε μια εποχή στην οποία οι φιλόσοφοι ήταν εξοικειωμένοι σε τέτοιο βαθμό με τη [[φυσική]] και την [[αστρονομία]], ώστε είχαν τη δυνατότητα να συγκρίνουν και να εκφέρουν άποψη για τις διάφορες αντιμαχόμενες θεωρίες. Συνεπώς, δεν είναι δύσκολο να ερμηνευθεί η πτώση της δημοτικότητας του Καρτέσιου. Βέβαια, παρά τις ατέλειες και τις αδυναμίες της φιλοσοφίας του, η συνεισφορά του Καρτέσιου στην εξέλιξη των φιλοσοφικών ιδεών στην [[Ευρώπη]] ήταν τεράστια. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ντ' Αλαμπέρ, γράφοντας σε μια εποχή που μεσουρανούσε ήδη το άστρο του Νεύτωνα, προσπάθησε να περισώσει τη μέθοδο του Ντεκάρτ, διαχωρίζοντάς την από την ατυχή έκβαση των επιστημονικών του υποθέσεων{{fn|22}}<ref>Decartes R., 1976, 31-2.</ref>. Η κρατούσα θεώρηση για τον Καρτέσιο κατά τον 18ο αιώνα ήταν ότι επρόκειτο για μια ιδιοφυΐα που έσφαλε, γιατί δεν υιοθέτησε τον εμπειρισμό.
 
=== [[cogito ergo sum]] ===
[[Αρχείο:Descartes Principles of Philosophy 1.png|δεξιά|μικρογραφία|200 px|Σχεδίασμα από το ''Αρχαί Φιλοσοφίας'']]
Κατά τον φιλόσοφο η σταθερότητα και η βεβαιότητα θεμελιώνεται στις πρώτες αρχές που συλλαμβάνει η νόηση, η οποία διακρίνεται σεσ ενόραση και παραγωγή. Μοντέλο-πρότυπο της γνώσης είναι τα [[μαθηματικά]]. Οι [[αίσθηση|αισθήσεις]] και η [[φαντασία]] είναι κατώτερες γνωστικές δυνάμεις, τις οποίες δεν μπορούσε να εμπιστευόμαστε με την ίδια βεβαιότητα. Η γνώση για οτιδήποτε υπάρχει στον εξωτερικό μας κόσμο βασίζεται σε ιδέες και οι ιδέες είναι προϊόντα της νόησης. Έτσι, η νόηση αφενός γνωρίζει τον εαυτό της και αφετέρου μεσολαβεί για τη γνώση τον αισθητού κόσμου{{fn|23}}.
 
Ο Καρτέσιος προσπαθεί να θεμελιώσει την πρώτη αρχή της γνώσης ενορατικά. Ο [[άνθρωπος]] έχει άμεση συνείδηση για ό,τι συμβαίνει μέσα του. Βάσει αυτού του στοιχείου προσπαθεί να κατοχυρώσει τη βεβαιότητα της γνώσης, μακριά από την παράδοση και την αυθεντία. Προκρίνει τη ριζική αμφιβολία ως μέσο για να φτάσει ο άνθρωπος σε μια νέα βεβαιότητα, στρέφοντας εναντίον των σκεπτικιστών το βασικό τους όπλο, την αμφιβολία.
Γραμμή 113:
 
 
* {{fnb|12}}
* {{fnb|12}} Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 64, [...]είτε αγρυπνώ είτε κοιμάμαι, δύο συν τρία θα κάνει πέντε, και το τετράγωνο δεν θα έχει περισσότερες από τέσσερις πλευρές. Τόσο διαυγείς αλήθειες δεν φαίνεται δυνατό να είναι ύποπτες[...].
* {{fnb|13}} Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 47.
* {{fnb|14}} Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 72.
* {{fnb|15}} Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 169.
* {{fnb|16}} Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 99.
* {{fnb|17}} Βλ. Μολύβας Γρ., ό.π.: 36
* {{fnb|18}} Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 144.
* {{fnb|19}} Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 183.
* {{fnb|20}} Ντεκάρτ, Ρ., 2003, 157.
* {{fnb|21}}
* {{fnb|21}} Cassirer, 1951, σ. 54- Κονδύλης, 1987, τόμος Ι, 220-1
* {{fnb|22}} Decartes R., 1976, 31-2
* {{fnb|23}} «Conversation with Burman», στο Cottingham J., et al, (ed) 1984–91, ''The Philosophical Writings of Descartes'', vol. III, Cambridge University Press, Cambridge, 334-5.
* {{fnb|24}} Ο Καρτέσιος θεωρούσε ότι το ''κατηγόρημα'' που αποδίδουμε σε κάποιο ''πράγμα'' εμπεριέχεται αναγκαία και στο αίτιο του πράγματος (βλ. επίσης Cottingham, ''ό.π,'' 133). Εν προκειμένω, δηλαδή, εφόσον η ιδέα του Θεού εμπεριέχει την τελειότητα, το αίτιό της θα πρέπει κι αυτό αναγκαία να εμπεριέχει την τελειότητα. Επομένως, το αίτιο της συγκεκριμένης ιδέας δεν μπορεί να είναι ο άνθρωπος, αλλά ένα τέλειο ον.