Βασίλειο της Νεαπόλεως: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
JSion (συζήτηση | συνεισφορές) μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 63:
Εκείνα τα χρόνια η πόλη της Νάπολης ενίσχυσε το πολιτικό της βάρος στην ιταλική χερσόνησο με την καλλιέργεια των ανθρωπιστικών τάσεων. Ο Ροβέρτος έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από ιταλούς διανοούμενους όπως τον [[Πετράρχης|Πετράρχη]], τον Βιλιάνι και τον [[Βοκάκιος|Βοκάκιο]]. Ο μονάρχης ΧΧΧ σε μια σχολή, ανοικτή στις επιρροές του αβερροϊσμού, μιας σημαντικής ομάδας σχολαστικών θεολόγων. Εμπιστεύτηκε στον Νικολά Ντεοπρέπιο από την Καλαβρία την μετάφραση των έργων του Αριστοτέλη και του Γαληνού για την βιβλιοθήκη της πόλης.<ref>Summonte G. A., Historia della Città e del Regno di Napoli</ref> Άλλοι σπουδαίοι διανοούμενοι από την Καλαβρία ήταν ο [[Λεόντιος Πιλάτος]] και ο [[Βαρλαάμ Καλαβρός|Βαρλαάμ]], διάσημος θεολόγος που αντιμετώπισε εκείνα τα χρόνια τις δογματικές διαμάχες περί του ''filioque'' και του [[Σύμβολο της Πίστεως|Συμβόλου της Πίστεως της Νίκαιας]].<ref>Barlaamo di Calabria, ''Contra latinos''</ref> Ο ίδιος ήρθε σε επαφή με τον [[Βοκάκιος|Βοκάκιο]] και υπήρξε αυτός που του δίδαξε ελληνικά.<ref>Boccaccio G., ''Genealogia deorum gentilium''</ref>
Η διάδοχος του Ροβέρτου, [[Ιωάννα Α' της Νάπολης|Ιωάννα Α’ της Νάπολης]], παντρεύτηκε τον Ανδρέα, δούκα της Καλαβρίας και αδερφό του [[Ουγγαρία|βασιλιά της Ουγγαρίας]] [[Λουδοβίκος Α' της Ουγγαρίας|Λουδοβίκου Α’]], απόγονοι και οι δύο των Ανδηγαυών της Νάπολης. Ωστόσο, μετά από μια μυστηριώδη
Προτού να ενηλικιωθούν οι δύο διάδοχοι, η Νάπολη έπεσε στα χέρια του Λουδοβίκου Β’, γιου του Λουδοβίκου Ανδεγαυού, που στέφθηκε βασιλιάς από τον Κλιμένη Ή την 1η Νοεμβρίου 1389. Οι ντόπιοι ευγενείς αντιστάθηκαν στον νέο μονάρχη κι έτσι, το 1399, ο Λαδισλάος μπόρεσε να διεκδικήσει στρατιωτικά τα δικαιώματά του στον θρόνο, εκθρονίζοντας τον γάλλο. Ο νέος μονάρχης κατάφερε να αποκαταστήσει την ναπολιτανική ηγεμονία στην νότια Ιταλία, παρεμβαίνοντας σε διάφορες πολεμικές εμπλοκές σε όλη τη χερσόνησο. Το 1408, κλήθηκε από τον πάπα Ινοκέντιο Ζ’, λαμβάνοντας από αυτόν την διοίκηση της επαρχίας της [[Καμπανία]]ς. Στη συνέχεια, υπό τον πάπα Γρηγόριο ΙΒ’ έφτασε να καταλάβει τη Ρώμη και την [[Περούτζα|Περούτζα]]. Το 1414 στην εκστρατεία που διεύθυνε εναντίον του Λουδοβίκου Β’ Ανδεγαυού και του αντιπάπα Αλεξάνδρου Ε’, προέλασε μέχρι τις πύλες της [[Φλωρεντία]]ς. Με τον θάνατό του δεν βρέθηκε κάποιος διάδοχος να συνεχίσει τις επιχειρήσεις του και τα σύνορα του βασιλείου επέστρεψαν στα παραδοσιακά τους όρια. Η κόρη του, Ιωάννα Β’ της Νεάπολης, με το τέλος του [[Σχίσμα της Δύσης|σχίσματος της Δύσης]], έλαβε την οριστική αναγνώριση του βασιλικού τίτλου για την οικογένειά της.
Γραμμή 87:
Ο θάνατος του Αλφόνσου βρήκε το βασίλειο πλήρως ενταγμένο στην ιταλική περιφεριακή τάξη. Ο διάδοχός του, Φερδινάνδος Α’ της Νάπολης, γνωστός κυρίως ως Φεράντε (Ferrante), έλαβε την υποστήριξη του [[Φραγκίσκος Α' Σφόρτσα|Φραγκίσκου Σφόρτσα]], σε τέτοιο σημείο που και οι δύο επενέβησαν στην δημοκρατία της Φλωρεντίας εναντίον του στρατού του Μπαρτολομέο Κολεόνι. Τα ναπολιτανικά στρατεύματα επενέβησαν άλλη μια φορά στην [[Τοσκάνη]] ενώ το 1484, σε συμμαχία με το Μιλάνο και την Φλωρεντία επέβαλαν στην Βενετία την Ειρήνη του Μπανιόλο.
Η εξουσία ωστόσο του Φεράντε βρέθηκε σε σοβαρό κίνδυνο, όταν το 1485 αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει μια εξέγερση δύο σημαντικών ευγενών, του Φραντσέσκο Κόπολα, κόμη του Σάρνο, και του Αντονέλο Σανσεβερίνο, πρίγκιπα του Σαλέρνο. Η εξέγερση αυτή, γνωστή ως ''congiura dei baroni'' («
Παρ’ όλες τις πολιτικές εξελίξεις, ο Φεράντε ακολούθησε το παράδειγμα του πατέρα του και υπήρξε σημαντικός μαικήνας των τεχνών. Το 1458 υποστήριξε την ίδρυση της Ποντανιανής Ακαδημίας και φιλοξένησε προσωπικότητες όπως τον έλληνα ανθρωπιστή [[Κωνσταντίνος Λάσκαρης|Κωνσταντίνο Λάσκαρη]], τον μουσικό Αντόνιο ντ’Αλεσάντρο και τον [[Βησσαρίωνας|Βησσαρίωνα]]. Παράλληλα, στις αυλές των παιδιών του ο [[ουμανισμός]] απέκτησε περισσότερο πολιτική διάσταση, οδηγώντας στην υιοθέτηση των τοσκανικών ως γλώσσα της λογοτεχνίας.
Γραμμή 94:
Οι νότιες περιοχές του ηπειρωτικού σκέλους του βασιλείου, παρότι είχαν αποτελέσει από την εποχή του ελληνικού αποικισμού μια από τις πιο παραγωγικές περιοχές της Μεσογείου, είχαν συγκλονιστεί τρομερά από την επιδημία πανώλης που ενέκυψε στην Ευρώπη κατά τον 14ο αιώνα κι έκτοτε δεν είχαν ανακάμψει. Όσον αφορά την πολιτική, ο γάμος της Ισαμπέλα ντι Κιαρομόντε με τον Φεράντε έφερε το πριγκιπάτο του Τάραντα στους κόλπους του βασιλείου της Νάπολης (που μέχρι τότε δεν της ανήκε).
Το 1458, με την Οθωμανική αυτοκρατορία να έχει κυριεύσει όλη τη Βαλκανική, ο αλβανός ηγέτης [[Γεώργιος Καστριώτης]] άρχισε να συναλλάσσεται με το βασίλειο. Η στρατιωτική υποστήριξη που χάρισε στον Φεράντε κατά την
Η απόδοση του δουκάτου του Μπάρι στον Σφόρτσα Μαρία Σφόρτσα, γιο του δούκα του Μιλάνου ως επιβεβαίωση της συμμαχίας τους, είχε επίσης θετικές οικονομικές συνέπειες για την ταλαιπωρημένη περιοχή.<ref>AA. VV., Enciclopedia Zanichelli 2000</ref> Ωστόσο, με την παράνομη ανάληψη της εξουσίας από τον [[Λουδοβίκος ο Μαύρος|Λουδοβίκο τον Μαύρο]] η προσοχή του δούκα στράφηκε αποκλειστικά στην [[Λομβαρδία]], με αποτέλεσμα να παραχωρήσει το δουκάτο στην Ισαβέλα της Αραγόνας, νόμιμη διάδοχο του Μιλάνου, ως αντάλλαγμα της αποδοχής της του σφετερισμού του θρόνου από τον Λουδοβίκο. Η νέα δούκισσα ακολούθησε μια πολιτική αστικής βελτίωσης της πόλης, την οποία ακολούθησε μια ελαφριά οικονομική ανάταση που διήρκησε μέχρι την διακυβέρνηση της κόρης της Μπόνα Σφόρτσα και τον Κάρολο Ε’. Το τελευταίο κτύπημα για το νότιο τμήμα του Βασιλείου της Νεάπολης επήλθε το 1542 όταν ο Πέδρο δε Τολέδο δημοσίευσε την διαταγή περί διωγμού των Εβραίων του βασιλείου, που αποτελούσαν το βασικό στήριγμα του εμπορίου και της οικονομίας των πόλεων της [[Καλαβρία|Καλαβρίας]] και του [[Μπρίντιζι]].<ref>[http://www.morasha.it/tesi/gnlo/index.html Gianolio E., ''Gli ebrei a Trani e in Puglia nel medioevo'']</ref><ref>[http://www.comune.fondi.lt.it/portalefondi/turismo/giudea.html La Giudecca di Fondi in Terra di Lavoro]</ref>
Γραμμή 138:
Στις 16 Ιουλίου 1599 έφτασε στη Νάπολη ο νέος αντιβασιλέας, Φερνάντο Ρουίθ ντε Κάστρο, του οποίου η διακυβέρνηση περιορίστηκε κυρίως στην αντιμετώπιση των τούρκικων επιδρομών στην Καλαβρία.
Τον ίδιο χρόνο ο δομινικανός επίσκοπος Τομάσο Καμπανέλο, οργάνωσε μια
Ο Ντε Κάστρο εγκαινίασε μια νέα πολιτική επικεντρωμένη στην κρατική χρηματοδότηση διαφόρων δημοσίων έργων όπως του νέου Παλατιού της Νάπολης, κάτω από την επίβλεψη του αρχιτέκτονα Ντομένικο Φοντάνα. Αντίστοιχα ενεργός όσον αφορά στα δημόσια έργα ήταν κι ο επόμενος αντιβασιλέας, Τέγεθ-Χιρόν ι δε λα Κουέβα, που βελτίωσε την ποιότητα ζωής στην πρωτεύουσα και τις επαρχίες. Ο διάδοχός του, Χουάν ντε Θουνίγα ι Αβεγιανέδα, προσανατόλισε τις προσπάθειές του προς την επανάκτηση της δημόσιας τάξης στις επαρχίες ενώ το 1593 απέτρεψε μια οθωμανική απόβαση στην Σικελία.
Γραμμή 156:
===Η διαδοχή του Καρόλου Β’ και το τέλος της ισπανικής αντιβασιλείας===
Ήδη από το 1693 συζητείτο στη Νάπολη το μέλλον του ανάπηρου βασιλιά της Ισπανίας [[Κάρολος Β’ της Ισπανίας|Καρόλου Β’]], ο οποίος διαφαινόταν ότι θα άφηνε τον θρόνο χωρίς διάδοχο. Εκείνη την περίοδο διαμορφώθηκε στον ιταλικό νότο μια αστική συνείδηση, πολιτικά οργανωμένη και αποτελούμενη τόσο από αριστοκράτες όσο και από μικροεμπόρους και τεχνίτες, που είχε ως βασικό της χαρακτηριστικό την εναντίωσή της στην φορολογική ασυλία του κλήρου και την θέλησή της να περιορίσει τους τοπικούς λήσταρχους.<ref>Galasso G., ''Napoli spagnola dopo Masaniello'', pp. 51-59, Sansoni ed., Firenze 1982</ref> Αυτό το κίνημα, γνωστό ως ''anticurialismo'' («αντικουριαλισμός»), αντιτάχθηκε σφόδρα στη διαθήκη του ισπανού βασιλιά που έχριζε ως διάδοχο τον [[Φίλιππος Ε’ της Ισπανίας|Φίλιππο των Βουρβόνων]], δούκα της Ανδεγαυίας και υποστήριξε τον αυστριακό διεκδικητή του θρόνου, [[Κάρολος ΣΤ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας|αρχιδούκα Κάρολο]]. Τέτοια θέση πλησίασε το φιλοαυστριακό κόμμα σε απολύτως αντι-ισπανικές θέσεις και οδήγησε στην αποτυχημένη
==Κάτω από τον αυστριακή έλεγχο==
|