Νίκαια (Βιθυνία): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 4:
 
== Ιστορία ==
Η πόλη σύμφωνα με την παράδοση ιδρύθηκε από τον [[Διόνυσος|Διόνυσο]] κατά την επιστροφή του από την Ινδική εκστρατεία, προς τιμήν της νύμφης [[Νίκαια (μυθολογία)|Νίκαιας]]. Από αυτό το γεγονός τόσο ο Διόνυσος, όσο και ο Ηρακλής (που εξεστράτευσε και αυτός στην Ινδία), ετιμώντο από τους Νικαείς ως ''θεοί προπάτορες'' και στα νομίσματα επιγράφονται με την επωνυμία '''KTICTEC'''. Ο ιστορικός Μέμνων ήθελε την πόλη να κτίζεται από μετανάστες από την πόλη Νίκαια της Λοκρίδος, πλησίον των Θερμοπυλών. Πράγματι η τελευταία καταστράφηκε κατά τον Ιερό πόλεμο και οι Φωκείς γείτονες ξερρίζωσαν τους Νικαείς από την πόλη τους. Οι άστεγοι πλέον κάτοικοι ακολούθησαν τον Μ. Αλέξανδρο μέχρι την Ινδία και κατά την επιστροφή ίδρυσαν στην Βιθυνία μια ομώνυμη πόλη σε ανάμνηση της κατεστραμένηςκατεστραμμένης τους πατρίδας. Οι ιστορικοί μελετητές όμως συμφωνούν ότι η πόλη της Βιθυνίας είχε μακεδονικές καταβολές. Προτού κτιστεί η Νίκαια, υπήρχε στο μέρος εκείνο μια αρχαιότερη ελληνική αποικία (σύμφωνα με τον Στέφανο Βυζάντιο) ονόματι Ολβία που κτίστηκε επί του παλαιοτέρου φρυγικού χωρίου '''Αγκώρη''' ή '''Ελικώρη'''. Κατά την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου προς ανατολάς, Μακεδόνες άποικοι από την Βοττιαία (περιοχή γύρω από την Πέλλα) εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Ολβίας και μετωνόμασανμετονόμασαν την πόλη σε '''Βοττίειον''', όπως αναφέρουν οι ιστορικοί Δίων ο Χρυσόστομος<ref>"γενών ουκ αλλαχόθεν άλλων συνελθόντων φαύλων και ολίγων, αλλά Ελλήνων τε των πρώτων και Μακεδόνων"</ref> και Στέφανος ο Βυζάντιος<ref>στο λήμμα Βοττίειον γράφει: ''πόλις Φρυγίας, έχουσα λίμνην Ατταίαν λεγομένην, τρέφουσαν ύλας'' και στο λήμμα Νίκαια δηλώνει για την πόλη ότι υπήρξε ''Βοττιαίων άποικος''</ref>. Στην συνέχεια όταν η Μικρά Ασία περιήλθε στην κατοχή του [[Αντίγονος ο Μονόφθαλμος|Αντιγόνου Α΄]] το 311 π.Χ. η πόλη μετωνομάστηκεμετονομάστηκε σε Αντιγόνεια. Το 301 π.Χ. η πρώην επικράτεια του Αντιγόνου περιήλθε στον Λυσίμαχο (που τον νίκησε στην μάχη της Ιψού), ο οποίος κληροδότησε στην πόλη την τελική της ονομασία: '''Νίκαια''', για να τιμήσει την σύζυγό του και θυγατέρα του Αντιπάτρου.
 
Έγινε γνωστή, διότι εκεί συνήλθε η [[Α΄ Οικουμενική Σύνοδος|Πρώτη]] και η [[Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος|Έβδομη Οικουμενική Σύνοδος]]. Τον 11ο αι. καταλήφθηκε από τους [[Σελτζούκοι|Σελτζούκους Τούρκους]] για να ανακαταληφθεί στη συνέχεια από τους Σταυροφόρους της [[Α' Σταυροφορία]]ς, οι οποίοι την παρέδωσαν στον Βυζαντινό Αυτοκράτορα [[Αλέξιος Α' Κομνηνός|Αλέξιο Α' Κομνηνό]]. Αργότερα έγινε πρωτεύουσα της Ελληνικής [[Αυτοκρατορία της Νίκαιας|Αυτοκρατορίας της Νικαίας]] ([[1204]]-[[1259]]) μετά την [[Δ' Σταυροφορία|πρώτη άλωση της]] [[Κωνσταντινούπολη]]ς. Την περίοδο εκείνη είχε μεταφερθεί στη Νίκαια και η έδρα του [[Οικουμενικό Πατριαρχείο|Οικουμενικού Πατριαρχείου]].
 
Η Νίκαια καταλήφθηκε από τους [[Οθωμανοί|Οθωμανούς]] Τούρκους το [[1331]], οι οποίοι την ονόμασαν Ιζνίκ (''εις την Νίκαιαν''<ref>{{cite news|url=http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=47&artid=158589&dt=25/04/2004|title=Βυζαντινός αυτόπτης μάρτυρας |last=Παπαγιαννίδου|first=Μαίρη|date=25-04-2004|work=Βιβλία|publisher=Το Βήμα|accessdate=10-10-2009}}</ref>). Παρήκμασε αργότερα, όταν αναπτύχθηκε η Κωνσταντινούπολη ως πρωτεύουσα της [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανικής Αυτοκρατορίας]]. Τον 16ο αιώνα απέκτησε μεγάλη φήμη για τα πλακάκια της και την κεραμεική[[κεραμική]] της γενικότερα.
 
Προς το τέλος του 19ου αι., με τις πολεμικές προετοιμασίες της αυτοκρατορίας αλλά και τη σφαγή των Αρμενίων και το ξερίζωμα των Ελλήνων αργότερα, η πόλη παρήκμασε<ref name=IME/> και σήμερα είναι ένα μικρό αστικό κέντρο 15.000 κατοίκων, στο οποίο σώζονται οι ρωμαϊκοί και βυζαντινοί προμαχώνες, περιμέτρου 4,5 χιλιομέτρων.