Κύρρος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 15:
Σύμφωνα με τον [[Πολύβιος|Πολύβιο]], οι Κυρρηστές Μακεδόνες επαναστάτησαν το 220 π.Χ. κατά του [[Αντίοχος Γ' ο Μέγας|Αντιόχου Γ΄]]. Αιτία ήταν η καθυστερημένη μισθοδοσία των Σελευκιδών στρατιωτών. Την δυσαρέσκειά τους αυτή εκμεταλλεύτηκε ο υπουργός του βασιλιά ''Ερμείας'' και πολύ πιθανόν ο ανεξάρτητος κυβερνήτης της [[Μικρά Ασία|Μικράς Ασίας]] και εξάδελφος του Αντιόχου, ''Αχαιός''. Τελικά οι 6.000 επαναστάτες κατεβλήθησαν δια τακτικής μάχης από κάποιον στρατηγό του Αντιόχου.
 
Το 83 π.Χ. η πόλη -όπως και τα κατάλοιπα της σελευκιδικής αυτοκρατορίας- κατελήφθηκανκαταλήφθηκαν από τον Αρμένιο βασιλιά '''Τιγράνη'''. Όταν ο Λούκουλλος νίκησε τον τελευταίο το 69 π.Χ., η Συρία επανήλθε για σύντομο χρονικό διάστημα στους Σελευκίδες, μέχρι και την καθαίρεση της δυναστείας τους (69-64 π.Χ.).
 
Κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ. η Κύρρος κατέστη εμπορικό και στρατιωτικό κέντρο στην οδό που ένωνε την [[Αντιόχεια]] με τον Ευφράτη ποταμό. Την εποχή εκείνη έκοψε και δικό της νόμισμα. Μέσα στον 3ο αιώνα, η Σασσανιδική αυτοκρατορία απέσπασε πολλές φορές την πόλη από τους Ρωμαίους.
Γραμμή 21:
Κατά την διάρκεια της [[Βυζαντινή Αυτοκρατορία|Βυζαντινής αυτοκρατορίας]], η Κύρρος έγινε έδρα βοηθού επισκόπου που λογοδοτούσε στην γειτονική [[Ιεράπολη Συρίας|Ιεράπολη]]. Οκτώ επίσκοποι ήταν γνωστοί ως το 536 μ.Χ. Ο πρώτος ήταν παρών στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας. Πιο γνωστός έμεινε στην εκκλησιαστική ιστορία ο [[Θεοδώρητος ο Κύρου]] (423 -458), γνωστός πολυγραφότατος συγγραφέας και έπαιξε ρόλο στην ιστορία των αιρέσεων του Νεστοριανισμού και Ευτυχιανισμού. Από άγιο Θεοδώρητο πληροφορούμαστε ότι η επισκοπή Κύρρου είχε έκταση 40 τετραγωνικών μιλίων και περιελάμβανε 800 εκκλησίες.
 
Στην διάρκεια της βυζαντινής κυριαρχίας, κτίστηκε στην Κύρρο ο ναός των αγίων Κοσμά και Δαμιανού (μαρτύρησαν στις Αιγές το 283), στον οποίο στεγάστηκαν τα λείψανά τους, γι' αυτό και η πόλη μετωνομάστηκεμετονομάστηκε σε '''Αγιούπολις'''. Στην επαρχία της Κυρρηστικής φιλοξενήθηκαν πολλοί άγιοι -κυρίως ερημίτες- μεταξύ των οποίων οι άγιοι: Ακεψιμάς, Ζευμάτιος, Ζεβίνας, Πολυχρόνιος, Μάρων, Ευσέβιος, Θαλάσσιος, Μάρις, Ιάκωβος ο Θαυματουργός και άλλοι. Τον βίο τους επιμελήθηκε ο επίσκοπος Θεοδώρητος. Υπό τον Ιουστινιανό η Κύρρος στολίστηκε και εμπλουτίστηκε. Η δε μητρόπολή της κατέστη ανεξάρτητη και εξαρτιόταν από το Πατριαρχείο Αντιοχείας.
 
Οι [[Άραβες]] υπέταξαν την πόλη το 637 μ.Χ. και οι Σταυροφόροι στα τέλη του 11ου αιώνα. Στα μεσοδιαστήματα ανακαταλήφθηκε από τους Βυζαντινούς. Ο Nur ad-Din Zangi την ανακατέλαβε το 1150. Μουσουλμάνοι ταξιδιώτες αναφέρουν την Κύρρο ως μεγάλη πόλη με πολλά διάσπαρτα ερείπια. Ο Σύρος πατριάρχης Μιχαήλ ο Σύρος (1166 -1199), ανέφερε δεκατρείς Ιακωβίτες επισκόπους της πόλεως από τον 9ο ως τον 12ο αιώνα. Ακόμη και σήμερα υπάρχει στην πόλη ρωμαιοκαθολική επισκοπή.
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Κύρρος"