Μάχη της Πίνδου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Μεταφέρω 4 σύνδεσμους interwiki, που τώρα παρέχονται από τα Wikidata στο d:Q716722
ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Γραμμή 12:
| αρχηγός2=Συνταγματάρχης [[Κωνσταντίνος Δαβάκης]]<br /> Αντιστράτηγος [[Βασίλειος Βραχνός]]
|}}
Η '''Μάχη της Πίνδου''' (28 Οκτωβρίου-13 Νοεμβρίου 1940) υπήρξε, μαζί με την [[Μάχη Ελαίας - Καλαμά]], από τις αποφασιστικές ένοπλες συμπλοκές των πρώτων ημερών του [[Ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1940|Ελληνοίταλικού πολέμου]] (1940-1941) που απέκοψαν την [[Ιταλία|ιταλική]] είσοδο στο [[Ελλάδα|ελληνικό]] έδαφος.
 
Λέγοντας «Μάχη της Πίνδου» εννοούμε αρχικά τις αμυντικές και κατόπιν τις επιθετικές επιχειρήσεις, που διεξήγαγε το Απόσπασμα Πίνδου, υπό τη Διοίκηση του Αντισυνταγματάρχη Κωνσταντίνου Δαβάκη, κατά το χρονικό διάστημα που περιλαμβάνεται από της 05:00 ώρας της 28ηςΟκτωβρίου 1940 μέχρι της 12:00 ώρας της 3ης Νοεμβρίου του ίδιου έτους.
Στον τομέα της Πίνδου επιτέθηκε η πανίσχυρη και επίλεκτη 3η Ιταλική Μεραρχία Αλπινιστών (Τζούλια), η οποία βρισκόταν στην Αλβανία από τις 7 Απριλίου του 1939 .<br>
==Δυνάμεις==
Από ιταλικής πλευρας, στις περιοχές Ερσέκας-Λεσκοβικίου (απέναντι στην Πίνδο) βρισκόταν συγκεντρωμένη η 3η Μεραρχία Αλπινιστών, «Τζούλια», με Διοικητή τον Υποστράτηγο Μάριο Τζιρότι, αποτελούμενη από 5 τάγματα πεζικού ενισχυμένα, 6 ορειβατικές πυροβολαρχίες και ίλη ιππικού, συνολικής δύναμης 10.800 ανδρών και 20 πυροβόλων. Η αποστολή της ήταν να κινηθεί από την περιοχή Ερσέκα και Λεσκοβίκι διαμέσου των ορεινών κατευθύνσεων Σταυρός-Φούρκα-Σαμαρίνα-Δίστρατο-Βωβούσα-Μέτσοβο να φθάσει στο Μέτσοβο και να αποκόψει την οδό από και προς τα Ιωάννινα.
Οι ελληνικές δυνάμεις που υπερασπίζονταν τον τομέα της [[Πίνδος|Πίνδου]] ήταν το Απόσπασμα Πίνδου, υπό τον συνταγματάρχη [[Κωνσταντίνος Δαβάκης|Κωνσταντίνο Δαβάκη]], που αριθμούσε 2.000 και με αποστολή να αμυνθεί στην γραμμή: όρος [[Σμόλικας]]-Μόλικας-Καστάνιανη-Κιάφα-Καταφύκι. Οι Ιταλοί παρέταξαν την [[Ταξιαρχία Αλπινιστών Τζούλια|3η Μεραρχία αλπινιστών «Τζούλια»]], δύναμης 10.800 ανδρών. Αποστολή της ήταν να κινηθεί μέσω των ορεινών διαβάσεων προς το [[Μέτσοβο]].
 
Στον συγκεκριμενο τομέα ευθύνης η ελληνική διοίκηση διέθετε το Απόσπασμα Πίνδου, για την ομώνυμη περιοχή, με Διοικητή τον Αντισυνταγματάρχη Πεζικού Κων/νο Δαβάκη (Υδκτή τον Ανχη Δημήτριο Μυσίρη), με έδρα το Επταχώριο. Περιλάμβανε το 51 Σύνταγμα Πεζικού (μείον Τάγμα), που είχε προεπιστρατευθεί στις 29 Αυγούστου στα Τρίκαλα και από 10 Σεπτεμβρίου είχε φθάσει στο Επταχώριο, ένα λόχο του Τάγματος Προκάλυψης της Κόνιτσας με διμοιρία πολυβόλων, μια ορειβατική πυροβολαρχία των 75 χιλ., έναν Ουλαμό Πυροβολικού συνοδείας των 65 χιλ., έναν ουλαμό ιππικού, λόχο Υγειονομικού και Διμοιρία Διαβιβάσεων, συνολικής δύναμης περίπου 2000 ανδρών με αποστολή να αμυνθεί στην γραμμή: όρος [[Σμόλικας]]-Μόλικας-Καστάνιανη-Κιάφα-Καταφύκι. .
==Η σύγκρουση==
Η ιταλική επίθεση εκδηλώθηκε στις 05.00 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940. Τα ελληνικά τμήματα του κεντρικού τομέα αναγκάστηκαν αρχικά να συμπτυχθούν το ίδιο απόγευμα στην γραμμή Πάτωμα-Μούκα-Επάνω Αρένα, ενώ τα υπόλοιπα τμήματα διατήρησαν τις θέσεις τους. Τις επόμενες ημέρες η ιταλική επίθεση εκδηλώθηκε με σφοδρότητα: το Απόσπασμα Πίνδου, μετά από σκληρό αγώνα και αντίξοες καιρικές συνθήκες και απέναντι σε αριθμητικά υπέρτερο αντίπαλο αναγκάστηκε να συμπτυχθεί στη γραμμή [[Σαμαρίνα]]-Κούτσουρο-Τσούκα.
 
Το Απόσπασμα Πίνδου υπαγόταν στο Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ), (Διοικητής Αντιστράτηγος Ιωάννης Πιτσίκας), και κατείχε την αμυντική τοποθεσία μεταξύ Σμόλικα και βόρεια Γράμμου, αναπτύγματος 35 χιλιομέτρων με σοβαρές ελλείψεις σε ιματισμό, υπόδηση, οπλισμό, πυρομαχικά και άλλα μέσα.
Την 1η Νοεμβρίου το ελληνικό στρατηγείο έδωσε εντολή στην 1η Μεραρχία, που είχε στο μεταξύ προωθηθεί στη θέση [[Επταχώρι Καστοριάς|Επταχώρι]], να καταλάβει τις προσφάτως καταληφθείσες θέσεις των ιταλικών μονάδων. Η αντεπίθεση εκδηλώθηκε την 07.00 π.μ. εναντίον του αριστερού πλευρού της μεραρχίας Τζούλια. Παρόλο που η αντεπίθεση ήταν περιορισμένη το ίδιο βράδυ το μέτωπο σταθεροποιήθηκε και το ηθικό της ελληνικής πλευράς αναπτερώθηκε. Την επόμενη ημέρα οι δυνάμεις της 1ης Μεραρχίας κατέλαβαν το ύψωμα Ταμπούρι και το χωριό [[Φούρκα Ιωαννίνων|Φούρκα]], αποκόπτοντας έτσι τα ιταλικά τμήματα που είχαν προωθηθεί νότια, ενώ το απόγευμα η ελληνική ταξιαρχία ιππικού ανακατέλαβε τη Σαμαρίνα.
==Η σύγκρουση==
Η ιταλική επίθεση ήταν καλά και ορθά οργανωμένη και εκδηλώθηκε στις 05:00 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου σε πέντε κύριες κατευθύνσεις και σ’ άλλες μικρότερες μέσα από τις βαθιές χαράδρες της Πίνδου με κύρια κατεύθυνση τις περιοχές που προανέφερα παραπάνω
Το Απόσπασμα της Πίνδου βρέθηκε σε πρώτη φάση, σε δυσχερέστατη κατάσταση, γιατί αντιμετώπιζε μια ισχυρή επίθεση σ’ όλο το μέτωπό του από τα Τάγματα των Μελανοχιτώνων και των Βερσαλιέρων. Τα αμυνόμενα ελληνικά τμήματα χωρίς να αιφνιδιασθούν, γιατί είχαν προϊδεασθεί, προέβαλαν πείσμονα αντίσταση όλη την ημέρα στην κύρια αμυντική τοποθεσία ΙΒα (βλέπε χάρτη) και τις απογευματινές ώρες αναγκάσθηκαν να συμπτυχθούν προς τα υψώματα Επάνω Αρένα, Μούκα, Πάτωμα, όπου και εγκαταστάθηκαν αμυντικά.
 
Τις επόμενες ημέρες 29, 30 και 31 Οκτωβρίου, οι Ιταλοί συνέχισαν τις επιθέσεις τους με ιδιαίτερη σφοδρότητα και το βράδυ της 31ης Οκτωβρίου κατείχαν τη γενική γραμμή Μόλιστα - Φούρκα - Ταμπούρι - Λυκορράχη και δημιούργησαν μεταξύ Γράμμου και Σμόλικα, έναν επικίνδυνο θύλακα μεταξύ της VΙΙΙ Μεραρχίας Δυτικά και της ΙΧ Μεραρχίας Ανατολικά, και ανάγκασαν τα ελληνικά τμήματα να συμπτυχθούν προς Επταχώρι. Ήταν μια πολύ επικίνδυνη διείσδυση.
Από τις 4 ως τις 6 Νοεμβρίου, η επίθεση της 1ης Μεραρχίας συνεχίστηκε ακόμη πιο έντονη. Η επίλεκτη Μεραρχία Τζούλια υποχωρούσε σε όλο το μήκος της γραμμής, και ενώ μεγάλο τμήμα της κινδύνευε να περικυκλωθεί. Τις επόμενες ημέρες οι ιταλικές δυνάμεις υποχώρησαν προς [[Κόνιτσα]]. Η ελληνική προέλαση συνεχίστηκε και στις 13 Νοεμβρίου, έφτασε στην ελληνοαλβανική μεθόριο.
Το Απόσπασμα Πίνδου δέχθηκε την επίθεση ολόκληρης της Μεραρχίας «Τζούλια», διεξήγαγε έναν τετραήμερο, τιτάνιο, σκληρό και άνισο αγώνα (10.804 άνδρες από τη μια και 2.000 από την άλλη. Αναλογία 5:1 με επιπλέον την ιταλική Αεροπορία ), κάτω από πολύ δυσμενείς καιρικές συνθήκες και απέδωσε ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό.
Για να δοθεί συγκεκριμένη στρατιωτική διάσταση της Μάχης της Πίνδου, αρκεί ένα περιστατικό: Στη διάβαση ΣΤΑΥΡΟΣ της Πίνδου, συνολικά 100 άνδρες του Αποσπάσματος Πίνδου, συγκράτησαν επίθεση 2.000 Ιταλών επί 5 ώρες και συμπτύχθηκαν, όταν τα πυρομαχικά τους εξαντλήθηκαν.
Η δυσμενής εξέλιξη των γεγονότων στον τομέα της Πίνδου ανησύχησε το Ελληνικό Γενικό Στρατηγείο, το οποίο διέταξε το Β΄ ΣΣ να ενεργήσει στην περιοχή της Πίνδου, να εξασφαλίσει το μέτωπο και να αποκαταστήσει σύνδεσμο με την VΙΙΙ Μεραρχία Πεζικού της Ηπείρου. Έτσι, το Β΄ ΣΣ με Διοικητή τον Αντιστράτηγο Δημήτριο Παπαδόπουλο σταθεροποίησε το Μέτωπο με μέρος της Μεραρχίας Ιππικού με Διοικητή τον Υποστράτηγο Γεώργιο Στανωτά και της V Ταξιαρχίας Πεζικού με Διοικητή τον Συνταγματάρχη Αναστάσιο Καλή, και άρχισε η ελληνική αντεπίθεση στην Πίνδο από τα ανατολικά προς τα δυτικά και από Νότο προς Βορρά.
Η επιθετική ενέργεια της Ι Μεραρχίας με Διοικητή τον Υποστράτηγο Βασίλειο Βραχνό το πρωί της 1ης Νοεμβρίου βελτίωσε σημαντικά την εικόνα των ελληνικών επιχειρήσεων στον τομέα της Πίνδου, αναπτέρωσε το ηθικό των ανδρών και περιέσφιξε τις ιταλικές δυνάμεις. 
Η Ταξιαρχία Ιππικού με Διοικητή τον Συνταγματάρχη Σωκράτη Δημάρατο (από Βούρμπιανη), ήδη την 1 Νοε 40 είχε ταχθεί αμυντικά στη διάβαση Σκούρτζα (υψ. 1799) απ’ όπου ενεργούσε προς Σαμαρίνα και Δίστρατο. Σπανίζουν οι περιπτώσεις που ιππικό ανεβαίνει σε τέτοια υψόμετρα να πολεμήσει.
Η Μεραρχία Αλπινιστών αδιαφορώντας για το ακάλυπτο του αριστερού πλευρού της (Δυτικού) γεγονός που υπήρξε για αυτήν μοιραίο -αποθώντας τα ελληνικά τμήματα, έφθασε τις πρωινές ώρες της 2ας Νοεμβρίου στο χωριό Σαμαρίνα και το απόγευμα στο Δίστρατο και η εμπροσθοφυλακή της στη Βωβούσα. Όμως δεν μπόρεσε να προχωρήσει.
Και εδώ το τυχαίο γεγονός κρίνει την μοίρα του πολέμου.
Στις 30 Οκτωβρίου ένα παιχνίδι της μοίρας θα έκρινε την πορεία των επιχειρήσεων στην Πίνδο και ίσως ολόκληρο τον Ελληνοιταλικό πόλεμο.
Ο 3ος λόχος του Ι/51ΤΠ (λοχαγός Αναστάσιος Παππάς) κατασκεύαζε οχυρωματικά έργα στον αυχένα του Ρωμηού όταν διαπίστωσε την κίνηση εχθρικής φάλαγγας στην κορυφογραμμή Ταμπούρι, με αποτέλεσμα να αποφασίσει την σύμπτυξή του. 
Εξ αιτίας των ανύπαρκτων μέσων διαβιβάσεων ο λόχος δεν γνώριζε την τροπή των επιχειρήσεων ούτε το σημείο σύμπτυξής του, με αποτέλεσμα να χαθεί στα δάση του Σμόλικα και να βρεθεί κατά λάθος στον σωστό τόπο τη σωστή στιγμή. 
Μετά από τέσσερις ημέρες περιπλάνησης στις 3 Νοεμβρίου ο αποκομμένος λόχος εισήλθε στο χωριό Βωβούσα, ελάχιστες ώρες πριν φτάσουν οι Ιταλοί. Εκεί δόθηκε η αποφασιστική μάχη που απέτρεψε την κάθοδο των Ιταλών στο Μέτσοβο και σήμανε την αρχή του τέλους για την Μεραρχία Τζούλια.
Ο λοχαγός Παππάς οργάνωσε την άμυνά του ακριβώς απέναντι από την γέφυρα στην κατάφυτη και υπερυψωμένη πλευρά της. Όταν οι Ιταλοί έφτασαν στη Βωβούσα(14:00) και επιχείρησαν να εισέλθουν δέχθηκαν τα καταιγιστικά πυρά του ελληνικού λόχου ο οποίος έβαλλε πολύ εύστοχα με αποτέλεσμα να καθηλωθούν εκεί. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ο λόχος Παππά ενισχύθηκε από το ΙΙ/4 τάγμα Χατζηδάκη και μέχρι το βράδυ οι Ιταλοί είχαν αναχαιτισθεί. Με το πρώτο φως της επομένης οι Ιταλοί άρχισαν την υποχώρηση από τον μοναδικό ημιονικό ακάλυπτο δρόμο προς Δίστρατο όπου σφαγιάσθηκαν από τα ελληνικά πυρά. Οι Έλληνες χτυπούσαν πρώτα τα υποζύγια που με τον όγκο τους έφραζαν το δρόμο και κατόπιν εξουδετέρωναν τους εγκλωβισμένους αλπινιστές που ακολουθούσαν Η υποχώρηση των Ιταλών μετατράπηκε σε άτακτη φυγή με τους Ιταλούς πανικόβλητους να πατάνε επί των πτωμάτων των ζώων και των συντρόφων τους προκειμένου να διαφύγουν αφήνοντας πίσω τους ένα αξιωματικό και 34 οπλίτες νεκρούς.
 
Η ελληνική αντεπίθεση συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση και ορμή προς όλες τις κατευθύνσεις, ενώ η Μεραρχία «Τζούλια» παραιτήθηκε από τις επιθετικές της προσπάθειες και άρχισε να υποχωρεί εγκαταλείποντας τις προωθημένες θέσεις της. Η τύχη των Ιταλών είχε ήδη κριθεί και η υποχώρησή τους είχε αρχίσει. Από τις 6 Νοεμβρίου, χωρίς ελπίδα ενίσχυσης, χωρίς ανεφοδιασμούς, οι Ιταλοί άρχισαν να συμπτύσσονται διαμέσου της κοιλάδας του ποταμού Αώου, όπου υπέστησαν μεγάλες απώλειες από το Απόσπασμα του Αντισυνταγματάρχη Μαρδοχαίου Φριζή, που ήταν και η μόνη οδός υποχώρησής των. (σκοτώθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 1940).
== Απολογισμός ==
Η νίκη στην Πίνδο απέτρεψε τον κίνδυνο αποκοπής των ελληνικών δυνάμεων που βρίσκονταν στην [[Ήπειρος|Ήπειρο]] και την [[Δυτική Μακεδονία]]. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η συμβολή των κατοίκων των χωριών της περιοχής, ανδρών και γυναικών, που ενίσχυσαν συστηματικά το έργο του ελληνικού στρατού στην μεταφορά τροφίμων και πολεμοφοδίων προς την πρώτη γραμμή.
 
ΤΑ ΣΦΑΛΜΑΤΑ
Η μεραρχία «Τζούλια» στον σχεδιασμό υποστήριξης τροφοδοσίας διέθεσε τροφή στο προσωπικό της για πέντε (5) ημέρες, θεωρώντας ότι έτσι δεν θα υπήρχε ατομικός φόρτος και επιπλέον υπολόγιζε ότι μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα θα είχε ήδη φτάσει στα Ιωάννινα.<br>
Δεν μερίμνησε κατά την κάθοδό της για την κάλυψη του αριστερού της πλευρού με αποτέλεσμα να πλευροκοπηθεί κατά την ελληνική αντεπίθεση που ξεκίνησε την 1η Νοεμβρίου, με αποτέλεσμα να παραταθεί ο χρόνος επιχειρήσεων και να ξεμείνει το προσωπικό της από τρόφιμα.<br>
ΟΙ ΑΠΩΛΕΙΕΣ ΤΗΣ ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΖΟΥΛΙΑ<br>
Την περίοδο 28 Οκτ.-5 Νοε. οι ιταλικές απώλειες ήταν: νεκροί 371, τραυματίες 1.199, αγνοούμενοι 658, σύνολο 2.228 αξιωματικοί και οπλίτες.<br>
Στις 8 Νοεμβρίου η δραστηριότητα των Ιταλών διακόπηκε, και οι όροι αντιστράφηκαν, και από τις 14 Νοεμβρίου άρχισε η νικηφόρα επιθετική επιστροφή του Ελληνικού Στρατού, που αποκατέστησε το εθνικό μας έδαφος και εισήλθε στη Βόρειο Ήπειρο απελευθερώνοντας τις ελληνικές πόλεις και τα χωριά.
== Πηγές ==
* Εμείς οι Έλληνες. Σκάι 2008. Πολεμική Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας. ISBN 9789606845161.
* Προσωπικό αρχείο Νικολάου Κουζίνη Αξιωματικού Πολεμικής Αεροπορίας ε.α