Επιτάφιος (Γιάννης Ρίτσος): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 16:
| σελίδες = 32
}}
Ο '''Επιτάφιος του [[Γιάννης Ρίτσος|Γιάννης Ρίτσου]]''' είναι ένα ποίημα που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο του 1936, από το εκδοτικό της εφημερίδας [[Ριζοσπάστης]].<ref>YiannisRitsos.gr, [http://yannisritsos.gr/?page_id=61 ''Έργα, Ποίηση, Ρίτσος Γιάννης''] ''Επιτάφιος, Αθήνα, έκδοση «Ριζοσπάστη», 1936''</ref> Ηδη από τον προηγούμενο μήνα είχαν εκδοθεί από την ίδια εφημερίδα, τα πρώτα 3 άσματα, από τα 20 συνολικά, υπό τον τίτλο ''Μοιρολόι'', στις 12 Μάη του 1936.<ref name=palmo1>Palmografos.com, [http://www.palmografos.com/permalink/14079.html ''Γιάννη Ρίτσου «Επιτάφιος» - Της Γιόλας Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου*''] ''Η πρώτη μορφή του ποιήματος – με τίτλο «Μοιρολόγι», αποτελούμενου από τρία μέρη (44 στίχους) και αφιερωμένου Στους ηρωϊκούς εργάτες της Θεσσαλονίκης – δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ριζοσπάστης» της12ης Μαΐου 1936''. Ακολούθησε η πρώτη έκδοση σε τόμο, με τον τίτλο «Επιτάφιος» (1936), όπου η έκταση του έργου είναι αισθητά μεγαλύτερη (14 άσματα – 224 στίχοι). Είκοσι χρόνια αργότερα, το 1956, κυκλοφόρησε η οριστική έκδοση του έργου με έξι επιπλέον άσματα (X - XV). </ref> Τα 10.000 χιλιάδες αντίτυπα που κυκλοφόρησαν, από το εκδοτικό της εφημερίδας είχαν σχεδόν εξαντληθεί, αριθμός ρεκόρ, για την εποχή.<ref>Ελευθεροτυπία, ''Λέσχη Αθανάτων, Γιάννης Ρίτσος''. (σελ, 22)</ref> Όμως, εκείνη την περίοδο, ανακηρύχθηκε δικτάτορας ο [[Ιωάννης Μεταξάς]] και κάηκαν τα τελευταία 250 εναπομείναντα αντίτυπα στους [[Στύλοι του Ολυμπίου Διός|Στύλους του Ολυμπίου Διός]], μαζί με άλλα «ανατρεπτικά» βιβλία.<ref name=ka23>Καθημερινή, ''Έλληνες Ποιητές, Γιάννης Ρίτσος'', τόμος Α (σελ, 23)</ref> Η οριστική μορφή του ποιήματος, εκδόθηκε 20 χρόνια αργότερα, το 1956, η οποία περιλαμβάνει και τα 20 άσματα του Επιταφίου, έξι δηλαδή παραπάνω από αυτά που περιείχε η εκδοτική του Ριζοσπάστη το 1936.<ref name=palmo1/>
 
Το ποίημα αυτό είναι ένα από τα γνωστότερα ποιήματα του Γιάννη Ρίτσου, καθώς και το ποίημα που τον έκανε γνωστό στο ελληνικό κοινό.<ref>''Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν "ΗΛΙΟΥ''", τόμος ΙΘ. (σ. 505</ref>
Γραμμή 37:
*Μέρη XVIII, XIX, XX: Η '''Ανάσταση''': Στα τελευταία μέρη του έργου έρχεται η Ανάσταση και η μητέρα παίρνει τη θέση του γιου της, δίπλα στους αγωνιστές. «''Γιε μου το ξέρεις, πιο από πριν, τώρα κοντά σου στέκω'' ... ''ξύπνα να δεις να πεις να το χαρείς ακέριο τ' όνειρό σου'' ''λέει η μάνα γιατί σμίξαν οι ανθρώποι και οι λύκοι αποτραβηχτήκαν''... ''γλυκέ μου εσύ δεν πέθανες, μέσα στις φλέβες μου είσαι''... ''στ' αδέρφια σου σμίγω την οργή μου, σου πήρα το ντουφέκι σου κοιμήσου εσύ πουλί μου''»
 
==Ύφος - Τεχνική==
Το ποίημα του ''Επιταφίου'' είναι γραμμένο σε ομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο, με επιρροές από μανιάτικο μοιρολόι. Βεβαίως, το ποίημα απηχεί και στον [[Ορθοδοξία|ορθόδοξο]] Επιτάφιο Θρήνο, ενώ αφομοιώνει και στοιχεία Κρητικής Αναγέννησης.<ref name=ka23/> Το γενικότερο ύφος του ποιήματος είναι γνήσιο λαϊκό.<ref name=palmo1/> Αν και ο Ρίτσος χρησιμοποίησε παραδοσιακό τρόπο γραφής, το ποίημα είναι σύγχρονο και καινοτόμο.
 
Το ποίημα συγγενεύει και με τη ''Μάνα του Χριστού'', του [[Κώστας Βάρναλης|Κώστα Βάρναλη]].<ref name=ka23/>
==Παραπομπές==
{{παραπομπές|2}}