Θρησκεία στην αρχαία Ρώμη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Harkoz (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 8:
 
Ωστόσο δεν οριζόταν κάποια συγκεκριμένη θρησκευτική αυθεντία η οποία είχε τον έσχατο λόγο στην τέλεση των δημόσιων ιεροτελεστιών και στην αστυνόμευση των λατρευτικών πρακτικών· οι αρμοδιότητες αυτές ήταν κατανεμημένες σε διάφορα ρεπουμπλικανικά ιερατικά αξιώματα που τα κατείχαν θρησκευτικοί άρχοντες της ρωμαϊκής πόλης-κράτους, υπόλογοι στη [[Σύγκλητος|Σύγκλητο]] και στους [[Ύπατος|Υπάτους]], οι οποίοι εκλέγονταν συνήθως από τις ρωμαϊκές Εκκλησίες του Δήμου. Το σπουδαιότερο από τα εν λόγω αξιώματα ήταν αυτό του Μέγιστου Αρχιερέα ([[Pontifex Maximus]]), του επικεφαλής των ιερειών της σπουδαίας θεάς [[Εστία (μυθολογία)|Εστίας]] (των «[[Εστιάδες Παρθένες|Εστιάδων]]») η «ιερή φλόγα» της οποίας έπρεπε να καίει αδιάκοπα στα μεγάλα δημόσια κτίρια, αλλά κανένας μεμονωμένος ιεράρχης δεν είχε ιδιαίτερα διευρυμένο, πόσο μάλλον απόλυτο, έλεγχο στις ποικίλες όψεις της κρατικής λατρείας. Η αστική ρωμαϊκή θρησκεία, προσανατολισμένη στην ευσεβή και ακριβή τήρηση της παράδοσης, είχε τις ρίζες της σε προϊστορικές αγροτικές λατρείες της γονιμότητας και γι’ αυτό δεν ήταν ασύμβατη με ιδιωτικές, [[μυστηριακές λατρείες]] που άρχισαν κατά την [[ελληνιστική εποχή]] να εισάγονται δειλά στην [[Ιταλία]] μέσω της [[Μεγάλη Ελλάδα|Μεγάλης Ελλάδας]]. Ωστόσο, σε αντίθεση με τις τελευταίες, λειτουργούσε αποκλειστικά ως παράγοντας κοινωνικής συνοχής και δικαιολόγησης των κρατικών ενεργειών.
 
Συνηθισμένη ήταν η [[μαντεία]] στο πλαίσιο της αστικής λατρείας, με τη βοήθεια δημόσιων «οιωνοσκόπων» οι οποίοι ερμήνευαν θεϊκές ενδείξεις (παρομοίως με τα ελληνικά μαντεία), αλλά και η «[[μαγεία]]», υπό την έννοια της τελετουργικής χειραγώγησης θεϊκών δυνάμεων με στόχο την πρόκληση βλάβης. Ωστόσο η μαγεία, όντας καταδικαστέα και ποινικά κολάσιμη, εξασκούνταν μόνο σε ιδιωτικό και οικογενειακό πλαίσιο.
 
Η ρωμαϊκή θρησκεία παρουσιάζει μεγάλη συνάφεια με την ελληνική αστική λατρεία και σε άλλα θέματα, όπως π.χ. η εύκολη απόδοση της ιδιότητας του ημίθεου σε ήρωες (αν και στη Ρώμη συνήθως απαιτούνταν έγκριση της Συγκλήτου για τέτοιες ενέργειες), οι παρόμοιες λατρευτικές πρακτικές, η επικαλυπτόμενη μυθολογία (μεγάλο τμήμα της οποίας ήταν δανεισμένο από την ελληνική, είτε άμεσα από τις αποικίες της νότιας Ιταλίας είτε έμμεσα από τους επηρεασμένους από τους Έλληνες Ετρούσκους), η προσκόλληση της θρησκείας στην ιδέα της τήρησης της παράδοσης κλπ.
 
== Εξέλιξη ==
Η εδαφική επέκταση εις βάρος των Ελλήνων οδηγεί στην παρακμή των παραδοσιακών ρωμαϊκών θεσμών και αξιών.{{παραπομπή}} Οι Ρωμαίοι γοητεύονται από καθετί ελληνικό {{παραπομπή}} και η καθολική αποδοχή ελληνικών συνηθειών, θεσμών, τέχνης, φιλοσοφίας και δοξασιών κατά το [[2ος αιώνας π.Χ.|δεύτερο αιώνα π. Χ.]] συνθέτει τον λεγόμενο [[ελληνορωμαϊκός πολιτισμός|ελληνορωμαϊκό πολιτισμό]], ο οποίος γρήγορα αντικαθιστά τον «αγνό» ρωμαϊκό ο οποίος, έτσι κι αλλιώς, κατά καιρούς είχε δεχτεί ισχυρές ελληνικές επιρροές {{παραπομπή}}. Χαρακτηριστική είναι η πλήρης υιοθέτηση τόσο των ελληνιστικών μυστηριακών λατρειών όσο και της τυπολατρικής αστικής [[Αρχαία ελληνική θρησκεία|ελληνικής θρησκείας]] με μία απλή ταύτιση των ανάλογων θεοτήτων. Ορισμένες βέβαια από τις τελευταίες παρέμειναν διακριτές και συνέχισαν να λατρεύονται ξεχωριστά, είτε επειδή δεν είχαν κανένα ελληνικό ανάλογο (π.χ. ο διπρόσωπος [[Ιανός]] η μία όψη του οποίου ήταν πολεμική και η άλλη ειρηνική), είτε λόγω των διαφορετικών ιδιοτήτων τους (π.χ. ο ρωμαϊκός [[Μαρς|Άρης]] ήταν επιπλέον θεός της βλάστησης και της γονιμότητας σε σχέση με τον επίφοβο ελληνικό θεό του πολέμου, ενώ η ρωμαϊκή Εστία θεωρούνταν πολύ σπουδαιότερη θεότητα από το ελληνικό αντίστοιχο της).
 
Ωστόσο, συνολικά, οι έτσι κι αλλιώς παρεμφερείς αστικές λατρείες της Ελλάδας και της Ιταλίας {{παραπομπή}} συγχωνεύονται και εμπλουτίζουν η μία την άλλη, τόσο μυθολογικά όσο και τελετουργικά, παρά τις τοπικιστικές διαφορές από πόλη σε πόλη. Ιδιαίτερης αναφοράς χρήζουν τα Βακχικά Μυστήρια τα οποία μεταφέρονται στην Ιταλία περί το [[200 π.Χ.]] και επανέρχονται σε μία πρότερη, πιο μυστικοπαθή, πιο κτηνώδη αλλά και πιο εξισωτική μορφή τους {{παραπομπή}}, με αποτέλεσμα να γίνουν ευρέως αποδεκτά από τις καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες (γυναίκες, δούλοι κλπ) και να τρομοκρατήσουν τους πατρικίους και τους πλούσιους πληβείους οι οποίοι τα έβλεπαν ως δημόσιο κίνδυνο και απειλή κατά του κράτους.
 
Αυτή την εποχή η επιρροή της εκλεπτυσμένης και ακριβούς [[ελληνική γλώσσα|ελληνικής γλώσσας]], όπου αναπτύχθηκαν η [[φιλοσοφία]] και η [[λογοτεχνία]], είναι καταλυτική. Η ελίτ της Ιταλίας μιλά εξίσου καλά λατινικά και ελληνικά, ενώ δεκάδες Έλληνες διδάσκαλοι φιλοσοφίας και [[ρητορική|ρητορικής]] έρχονται στη Ρώμη κάθε χρόνο για να διδάξουν την πλούσια παιδεία της Ανατολής. Όπως συνέβη κατά την [[κλασική εποχή]] στην Ελλάδα, έτσι και τώρα στη Ρώμη η κρατική αστική λατρεία αρχίζει πλέον να υπομνηματίζεται και να ερμηνεύεται προαιρετικά με πολυάριθμους, συχνά ασύμβατους τρόπους από διάφορες ελληνικές φιλοσοφικές σχολές οι οποίες, από κοινού με τις ποικίλες μυστηριακές λατρείες, επιχειρούν να της προσδώσουν [[μεταφυσική|μεταφυσικό]] και [[ηθική|ηθικό]] περιεχόμενο και να τη μετατρέψουν σε δημόσιο και συλλογικό συμπλήρωμα μίας ιδιωτικής, μυσταγωγικής και σωτηριολογικής πρακτικής. Επιπλέον ο τυπικός διανοητικός και θρησκευτικός [[συγκρητισμός]] της ελληνιστικής εποχής εμφυτεύεται με μεγάλη επιτυχία στην καρδιά του ρωμαϊκού κόσμου: κατά τον δεύτερο αιώνα π. Χ. εκατοντάδες ξενικές θεότητες συμπληρώνουν στην ίδια τη Ρώμη την αστική ελληνορωμαϊκή λατρεία, με την ανοχή αν όχι με την ενθάρρυνση του κράτους.