Βακτήριο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Gts-tg (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
[[Αρχείο:Pseudomonas aeruginosa SEM.jpg|thumb|270px|right|Το βακτήριο ''Pseudomonas aeruginosa'' σε [[ηλεκτρονικό μικροσκόπιο σάρωσης]].]]
Τα '''βακτηριόφυτα'''(*), λεγόμενα και '''σχιζομύκητες''', ευρύτερα γνωστά ως '''βακτήρια'''<ref>Το άρθρο αναπτύσσεται ως προς το ''βακτήριο'' (bacterium). Ειδικότερα στον πληθυντικό ''βακτήρια'' ή '''ευβακτήρια''' (bacteria ή eubacteria) χαρακτηρίζεται μία από τις κύριες ομάδες οργανισμών σύμφωνα με πρόσφατες ταξινομήσεις με βάση τις γενετικές δομές και αλληλουχίες. Δείτε σχετικά την ενότητα «ταξινόμηση βακτηρίων».</ref> είναι μικροσκοπικοί, [[κύτταρο|μονοκύτταροι]] (σπάνια [[Πολυκύτταρος οργανισμός|πολυκύτταροι]]), [[Προκαρυωτικά κύτταρα|προκαρυωτικοί]] [[Οργανισμός (βιολογία)|οργανισμοί]], που συναντούνται σε κάθε είδους [[Βιότοπος|βιότοπο]] και σε πολύ μεγάλους αριθμούς, όπως σε δισεκατομμύρια ανά γραμμάριο γόνιμου κηποχώματος ή σε εκατομμύρια σε μια σταγόνα [[σάλιο]]υ. Μερικά εξ αυτών είναι [[αυτότροφος|αυτότροφα]] και περιέχουν [[βακτηριοχλωροφύλλη|βακτηριοχλωροφύλλες]] και [[βακτηριοβιριδίνη]] εκτελώντας αναεροβική [[φωτοσύνθεση]]. Τη μορφή και τη δράση των βακτηρίων μελετά η [[Βακτηριολογία]].
 
Το όνομα «βακτήρια» (λιγότερο ορθά '''βακτηρίδια'''), που έχει καταστεί διεθνής όρος, προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη ''βακτηρία'' (δηλαδή ράβδος, μπαστούνι), λόγω του σχήματος που είχαν οι πρώτοι εξ αυτών παρατηρηθέντες μικροοργανισμοί. Στην νεότερη ελληνική γραμματεία ο όρος αυτός εισήχθηκε ως «βακτηρίδια» το [[1879]] από τον Γεώργιο Καραμήτσα.