Ηωσινόφιλα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Αφαιρώ 37 σύνδεσμους interwiki, που τώρα παρέχονται από τα Wikidata στο d:Q107238
Gts-tg (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
{{χωρίς παραπομπές|24|08|2012}}
Τα ηωσινόφιλα κοκκιοκύτταρα που συνήθως αναφέρονται απλά ως '''ηωσινόφιλα''' ή '''εοσινόφιλα''', είναι μια κατηγορία πολυμορφοπύρηνων [[Λευκά αιμοσφαίρια|λευκών αιμοσφαιρίων]], συστατικά του [[Ανοσοποιητικό σύστημα|ανοσοποιητικού συστήματος]], τα οποία είναι υπεύθυνα για την καταπολέμηση [[Πολυκύτταρος οργανισμός|πολυκύτταρων]] παράσιτων και ορισμένων λοιμώξεων στα σπονδυλωτά. Όπως και τα μαστοκύτταρα, ελέγχουν μηχανισμούς που σχετίζονται με τις [[Αλλεργία|αλλεργίες]] και το [[άσθμα]]. Είναι κοκκιοκύτταρα που αναπτύσσονται κατά την διάρκεια της αιμοποίησης στον μυελό των οστών, πριν μετοικήσουν στο [[αίμα]].
==Μορφολογία των ηωσινοφίλων==
Τα κύτταρα αυτά είναι ηωσινοφιλικά και ευδοκιμούν σε σχετικά όξινο περιβάλλον, όπως φαίνεται από την σχέση τους με χρωστικές που παράγονται από υδρογονάνθρακες: Φυσιολογικά είναι διαφανή, κάτι το οποίο έχει ως αποτέλεσμα να εμφανίζονται κεραμέρυθρα μετά από χρώση με ηωσίνη, μια κόκκινη χρωστική, κατά την μέθοδο Romanowsky. Η χρώση συγκεντρώνεται σε μικρά κοκκία εντός του κυτταροπλάσματος, το οποίο περιέχει αρκετούς χημικούς μεσολαβητές, όπως την ισταμίνη αλλά και [[Πρωτεΐνη|πρωτεΐνες]] όπως την ηωσινοφιλική υπεροξειδάση, τη ριβονουκλεάση, τη δεοξυριβονουκλεάση, τη λιπάση, το πλασμινογόνο και άλλες βασικές πρωτεΐνες. Αυτοί οι μεσολαβητές ελευθερώνονται μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται αποκοκκίωση και ακολουθείται από την ενεργοποίηση των ηωσινόφιλων, οι οποίοι είναι τοξικοί τόσο για τα παράσιτα όσο και για τους ιστούς-ξενιστές. Σε φυσιολογικά επίπεδα, τα ηωσινόφιλα αποτελούν περίπου το 1-6% των λευκών αιμοσφαιρίων και έχουν διάμετρο 12-17 μm.