Υπερκείμενο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον 94.71.75.79 (συνεισφ.), επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό [[Χρήστη...
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
Τοpao fcΤο '''υπερκείμενο''' (υπερ-κείμενο, [[αγγλική γλώσσα|αγγλ.]] ''hypertext'') είναι τρόπος οργάνωσης πληροφοριών (που βρίσκονται σε μορφή κειμένου) ο οποίος υπερβαίνει έναν βασικό περιορισμό των υπαρχόντων μέσων οργάνωσης: ''της γραμμικότητάς τους''. Το πρόθεμα "υπέρ" σηματοδοτεί ακριβώς την υπέρβαση αυτή. Το υπερκείμενο θεωρείται μη γραμμικό κείμενο σε αντίθεση με το βιβλίο που θεωρείται γραμμικό. Η γραμμικότητα του βιβλίου έγκειται στο γεγονός ότι ο αναγνώστης οφείλει να διαβάζει τη μία σελίδα (ή παράγραφο) μετά την άλλη προκειμένου να κατανοήσει το περιεχόμενό του, δίχως να του δίδεται η δυνατότητα να "πλοηγείται" ελεύθερα εντός αυτού. Ο αναγνώστης έτσι αναγκάζεται να υπακούσει στους περιορισμούς που επιβάλλει ο συγγραφέας και το βιβλίο ως μέσο. Το υπερκείμενο ως μέσο έρχεται να ξεπεράσει τους περιορισμούς αυτούς επιτρέποντας την ελεύθερη πλοήγηση του αναγνώστη. Η πλοήγηση επιτυγχάνεται με την χρήση [[υπερσύνδεσμος|υπερσυνδέσμων]]. Επειδή οι υπερσύνδεσμοι αποτελούν τον κύριο μηχανισμό απόκλισης από τη γραμμικότητα αποτελούν θεμελιώδη έννοια στο υπερκείμενο. Ως τρόπος οργάνωσης (μέσω διασύνδεσης) το υπερκείμενο συναντιέται κυρίως στο χώρο των υπολογιστών και της [[Πληροφορική|Πληροφορικής]]. Ο [[Παγκόσμιος Ιστός]] χτίστηκε πάνω στις ιδέες του υπερκειμένου και αποτελεί μία ενσάρκωση (υλοποίηση) τέτοιου τρόπου διασύνδεσης και οργάνωσης πληροφοριών . [[Αρχείο:TextVSHypertext.jpg|frame|right|Γραμμικό κείμενο (1) και υπερκείμενο (2). Το υπερκείμενο έρχεται να ξεπεράσει τους περιορισμούς του γραμμικού κειμένου επιτρέποντας ελεύθερη πλοήγηση του αναγνώστη. "Ελεύθερη" με την έννοια ότι ο ίδιος ο αναγνώστης καθορίζει πώς θα πλοηγηθεί (και θα διαβάσει) ένα βιβλίο κάτι που στο γραμμικό κείμενο καθορίζεται από το μέσο και τον συγγραφέα.]]
 
Ο όρος υπερκείμενο εισήχθη από τον Τεντ Νέλσον το 1965 στο έργο του Literary Machines ορίζοντάς το ως εξής: