Σύμπλεγμα του Λαοκόωντος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
MedMan (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 33:
 
=== Ο Λαοοκόων ως καλλιτεχνικό ιδεώδες ===
[[Αρχείο:Laocoon blake.jpg|thumb|right|Χαρακτικό του [[Γουίλιαμ Μπλέικ]] (περί το 1820)]]Η περιγραφή του Λαοκόοντα από τον Πλίνιο ως «το σπουδαιότερο από όλα τα έργα ζωγραφικής και γλυπτικής έως σήμερα»<ref>[http://www.idcrome.org/lacslide1.htm Ο Λαοκόων στην Αρχαιότητα]. Institute of Design + Culture, Ρώμη. Ανακτήθηκε 27/03/2009.{{en}}</ref> έχει προκαλέσει μια παράδοση από αντιδράσεις. Ο [[Γιόχαν ΓιόαχιμΓιοάχιμ Βίνκελμαν]] έγραψε για το παράδοξο του να θαυμάζει κάποιος την ομορφιά βλέποντας μια σκηνής θανάτου και αποτυχίας. Η πιο σημαντική συμβολή στη διαμάχη ήταν η πραγματεία του [[Γκότχολντ Εφραίμ Λέσσινγκ]] ''Λαοκόων: Πραγματεία για τα όρια της ζωγραφικής και της ποίησης'', η οποία εξετάζει τις διαφορές μεταξύ εικαστικής τέχνης και λογοτεχνίας, συγκρίνοντας το άγαλμα με τους στίχους του Βιργιλίου. Ο Lessing υποστηρίζει ότι οι καλλιτέχνες δεν θα μπορούσαν να αναπαραστήσουν ρεαλιστικά τη φυσική ταλαιπωρία των θυμάτων, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν εξαιρετικά επίπονο. Αντιθέτως, θα έπρεπε να την εκφράσουν με ταυτόχρονη διατήρηση του κάλλους.
 
Η πιο ασυνήθης παρέμβαση στην παραπάνω διαμάχη είναι το κατάγραφο χαρακτικό ''Λαοκόων'' του [[Γουίλιαμ Μπλέικ]], στο οποίο η εικόνα του αγάλματος περιβάλλεται από σχολιασμούς σε διάφορες γλώσσες, γραμμένους σε πολλαπλές κατευθύνσεις. Ο Μπλέικ παρουσιάζει το άγαλμα ως μέτριο αντίγραφο ενός χαμένου εβραϊκού [[Ισραηλίτες|ισραηλιτικού]] πρωτοτύπου, περιγράφοντάς το ως «ο Ιεχωβάς και οι δύο γιοί του, Σατανάς και Αδάμ, όπως τα αντέγραψαν τρεις Ρόδιοι, από τα Χερουβείμ του Ναού του Σολομώντα, και τα εφάρμοσαν στο γεγονός της φύσης ή την ιστορία του Ιλίου».<ref>[http://web.archive.org/web/20061230052305/http://www.squibix.net/blake/m/laocoon/withnotes.html Τα σχόλια του Μπλέικ]. Ανακτήθηκε 30/12/2006.{{en}}</ref> Το παραπάνω αντανακλά τη θεωρία του Μπλέικ ότι η απομίμηση της αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής τέχνης ήταν καταστρεπτική για τη δημιουργική φαντασία και ότι η κλασσική γλυπτική αντιπροσωπεύει έναν κοινότοπο ρεαλισμό, σε αντίθεση με την πνευματική ιουδαιο-χριστιανική τέχνη.