Αμυγδαλιά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 15:
| binomial_authority = ([[Κάρολος Λινναίος|L.]]) [[Elmer Drew Merrill|Merr.]] & [[Lily May Perry|L.M.Perry]]
}}
Η '''Αμυγδαλιά''' είναι είδος φυτών της οικογένειας τών Ροδιδών που πολλές φορές εντάσσεται στο γένος Προύμνη. Το κοινότερο είδος είναι η [[Προύμνη η γλυκεία]] ('''Prunus dulcis''' συνώνυμα '''Prunus amygdalus''', '''Amygdalus communis''') που φύεται σε όλες σχεδόν τις θερμές και ξηρές περιοχές της Παραμεσογειακής ζώνης όπου καλλιεργείται από τα αρχαία χρόνια. Για αυτόν το λόγο ο καθορισμός τού τόπου προέλευσής του είναι πολύ δύσκολος. Είναι [[δένδρο]] φυλλοβόλο με ύψος από 4 ώς 12 μέτρα, κορμό [[διάμετρος|διαμέτρου]] μέχρι 30 [[εκατοστό|εκατοστά]] και [[φύλλο (βοτανική)|φύλλα]] ελλειψοειδή, λογχοειδή, και οδοντωτά.
==Ιστορία==
Η μη εξημερωμένη Αμυγδαλιά εμφανίζεται σε ανασκαφές στην [[Ελλάδα]] από το 8.000 π.Χ. Ώς το 3.000 π.Χ. γίνεται η εξημέρωση της. Η εξημερωμένη Αμυγδαλιά ήταν ευρέως γνωστή στους [[Εβραίοι|Εβραίους]] από τον 16ο π.χ. αιώνα. Όταν πέθανε ο [[Αίγυπτος|Αιγύπτιος]] βασιλιάς [[Τουταγχαμών]] γύρω στο 1325 π.Χ. τα αμύγδαλα ήταν μία από τις τροφές που τοποθετήθηκαν στον περίφημο τάφο του για να τον τρέφουν στη μετά θάνατο ζωή του. Στους Έλληνες και τους [[Περσία|Πέρσες]] αναφέρεται σαφώς ως εδώδιμο από τον 6ο π.Χ. αιώνα. Από την [[Ελλάδα]] διαδόθηκε στην [[Ιταλία]] κατά τον 2ο π.Χ. αιώνα η δε [[Λατινικά|Λατινική]] ονομασία τού αμυγδάλου ήταν '''nux Graecum''' (=ελληνικό [[καρύδι]]).<ref name="Πάπυρος Λαρούς">Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα</ref>