Πορτραίτα Φαγιούμ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Τυπογραφικά
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 2:
Με τον όρο '''πορτραίτα Φαγιούμ''' εννοείται το σώμα των [[προσωπογραφία|προσωπογραφιών]] που φιλοτεχνήθηκαν από τον [[1ος αιώνας|1ο]] έως τον [[3ος αιώνας|3ο αιώνα]] από συνεχιστές της ύστερης [[ελληνιστική τέχνη|ελληνιστικής]] παράδοσης της Αλεξανδρινής Σχολής και διασώθηκαν ως τη σημερινή εποχή. Τα πορτραίτα ανακάλυψε και ανέφερε πρώτος ο [[Ιταλία|Ιταλός]] περιηγητής [[Πιέτρο ντελα Βάλλε]] (Pietro Della Valle) το 1615<ref>Στα μέσα του 17ου αιώνα ο Πιέτρο ντελα Βάλλε (1586–1652) δημοσίευσε το χρονικό των ταξιδίων του από την Περσία και την Ινδία έως την Αίγυπτο. Οι δύο προσωπογραφίες που περιήλθαν στην κατοχή του στη Σαχάρα έξω από το Κάιρο περιγράφονταν στο βιβλίο του, αλλά θεωρήθηκαν «παράδοξα» τέχνεργα μάλλον παρά έργα τέχνης. Βλ. Borg, B. 1996, 6.</ref>. Αυτά τα νεκρικά πορτραίτα, προορισμένα για ταφική χρήση, πήραν το όνομά τους από την όαση [[Φαγιούμ]], 85 χλμ νότια του [[Κάιρο|Καΐρου]], επειδή εκεί ανακαλύφθηκαν τυχαία τα πρώτα δείγματά τους.
 
Οι [[ανασκαφή (αρχαιολογία)|αρχαιολογικές ανασκαφές]] που διεξήχθησαν από αγγλικές και γαλλικές αποστολές στις αρχές του [[19ος αιώνας|19ου αιώνα]] έφεραν στην επιφάνεια περισσότερες προσωπογραφίες, χωρίς ωστόσο να κεντριστεί το ενδιαφέρον των ειδημόνων της [[Τέχνη|τέχνης]]. Το 1887, κάτοικοι της περιοχής κοντά στο ελ- Ρουμπαγιάτ ανακάλυψαν και ανέσκαψαν μουμιοποιημένα σώματα με προσωπογραφίες στη θέση της κεφαλής. Τα συγκεκριμένα έργα αγόρασε ο Θίοντορ Γκραφ (1840–1903), [[Αυστρία|Αυστριακός]] επιχειρηματίας και τα παρουσίασε σε διάφορες [[Ευρώπη|ευρωπαϊκές]] πόλεις και τη [[Νέα Υόρκη]].
 
Ένα μεγάλο μέρος του συνολικού ''corpus'' ωστόσο ήλθε στην επιφάνεια χάρις στον [[Αγγλία|Άγγλο]] αρχαιολόγο [[Γουΐλιαμ Φλίντερς Πέτρι]] (Sir William Flinders Petrie), ο οποίος τον Ιανουάριο του 1900, αναζητώντας την είσοδο της πυραμίδας Χαουάρα στην όαση Φαγιούμ της Αιγύπτου, εντόπισε την ελληνορωμαϊκή νεκρόπολη της Αρσινόης, γνωστή από τον [[Ηρόδοτος|Ηρόδοτο]] ως ''Κροκοδείλων πόλις''<ref>[http://el.wikisource.org/wiki/Ευτέρπη Ηρόδοτος 2 148.1] [...]καὶ δή σφι μνημόσυνα ἔδοξε λιπέσθαι κοινῇ, δόξαν δέ σφι ἐποιήσαντο λαβύρινθον, ὀλίγον ὑπὲρ τῆς λίμνης τῆς Μοίριος κατὰ Κροκοδείλων καλεομένην πόλιν[...]</ref>, κέντρο λατρείας του θεού [[Σομπέκ]].