Σαμοθράκη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 59:
</gallery>
[[αρχείο:Greek flag (black cross).svg|thumb|δεξιά|Η σημαία των επαναστατών το 1821]]
Η Σαμοθράκη κατοικήθηκε για πρώτη φορά από τους [[Πελασγοί|Πελασγούς]] και αργότερα από τους Θράκες. Η αρχαία πόλη, η [[Παλαιόπολη]], βρίσκεται στα βόρεια του νησιού, ενώ παραμένουν τα επιβλητικά αρχαία τείχη της, χτισμένα σε Κυκλώπειο ύφος. Στα τέλη του 8ου αιώνα π.Χ. το νησί αποικίσθηκε από Έλληνες της [[Σάμος|Σάμου]]. Καταλήφθηκε από τους Πέρσες το 508 π.Χ., αλλά αργότερα βρέθηκε κάτω από τον έλεγχο της Αθήνας. Στη συνέχεια και μέχρι το 168 π.Χ. βρισκόταν κάτω από μακεδονική κυριαρχία. Μετά τη [[Μάχη της Πύδνας]] η Σαμοθράκη απέκτησε ανεξαρτησία, αλλά το 70 μ.Χ. ο αυτοκράτορας [[Βεσπασιανός]] την ενέταξε στη [[Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία]]. Στο νησί εξορίστηκε, κατά τη διάρκεια της εικονομαχίας, και πέθανε ο χρονογράφος και άγιος της Ορθοδόξου Εκκλησίας Θεοφάνης ο ομολογητής (760-817μ.Χ.).
 
Κατά τη ρωμαϊκή και ιδιαίτερα την αυτοκρατορική περίοδο, χάρη στο ενδιαφέρον των Ρωμαίων αυτοκρατόρων και το σεβασμό τους προς τους Μεγάλους Θεούς, η ακτινοβολία της Σαμοθράκης είχε πια ξεπεράσει τα σύνορα του ελλαδικού χώρου και έγινε διεθνές θρησκευτικό κέντρο, όπου συνέρρεαν πλήθη προσκυνητών (αξιωματούχων και απλών πολιτών) απ' όλο το ρωμαϊκό κόσμο. Εκτός από το ιερό της, στη μεγάλη ανάπτυξή της είχαν συμβάλει επίσης τα δυο λιμάνια που διέθετε η πόλη και τα οποία αποτελούσαν έναν από τους κυριότερους σταθμούς για τα πλοία που χρησιμοποιούσαν το θαλάσσιο δρόμο Τρωάδας-Μακεδονίας, ενώ πρόσφεραν παράλληλα στους κατοίκους της τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη αξιόλογης εμπορικής δραστηριότητας. Επιπλέον η Σαμοθράκη είχε το μεγάλο προνόμιο, όπως και η Θάσος, να εκμεταλλεύεται τις φυσικές πηγές πλούτου όχι μόνο του νησιού αλλά και της περαίας της (της «Ηπείρου» ή «ιεράς χώρας» των Μεγάλων Θεών), όπου μάλιστα από την πρώιμη αρχαιότητα είχε ιδρύσει μια σειρά οικισμών που λειτούργησαν ταυτόχρονα ως αγροτικοί και εμπορικοί σταθμοί («εμπόρια»), όπως ήταν η Δρυς, τα Τέμπυρα, η Σάλη και το Χαράκωμα. Κατά τους πρώτους αιώνες της ρωμαϊκής κυριαρχίας, η Σαμοθράκη είχε κηρυχθεί «ελεύθερη πόλη» (civitas libera) αλλά έχασε ορισμένες κτήσεις της στην περαία. Ωστόσο, κατά την αυτοκρατορική περίοδο -ίσως από το 46 μ.Χ. που η Θράκη μετατράπηκε σε ρωμαϊκή επαρχία, οι Ρωμαίοι αναγνώρισαν τις παλιές κτήσεις της στη σαμοθρακική περαία ( την «Ήπειρο»), όπως μαρτυρούν οροθετικές επιγραφές του 1ου μ.Χ. αιώνα<ref> Δ. Κ. Σαμσάρης, Ιστορική γεωγραφία της Δυτικής Θράκης κατά τη ρωμαϊκή αρχαιότητα, Θεσσαλονίκη 2005, σ. 120-126 </ref>.
 
.
Οι Βυζαντινοί ήταν οι επόμενοι κυρίαρχοι του νησιού μέχρι το [[1204]].Στο νησί εξορίστηκε, αργότερακατά τη διάρκεια της εικονομαχίας, και πέθανε ο χρονογράφος και άγιος της Ορθοδόξου Εκκλησίας Θεοφάνης ο ομολογητής (760-817μ.Χ.). Αργότερα ήρθαν ως κυρίαρχοι οι [[Βενετία|Ενετοί]] και μετά η [[Γένοβα|Γενουάτικη]] οικογένεια των [[Γκατιλούζι]] (εξελ. Γατελούζοι) το [[1355]]. Τα Γενουάτικα οχυρά παραμένουν, μάλιστα ο "Πύργος των Γκατιλούζι" αποτελεί ένα ακόμη πολύ σημαντικό μνημείο.
Η [[Οθωμανική Αυτοκρατορία]] κατέκτησε τη Σαμοθράκη το [[1457]] και όταν ο κάτοικοι του νησιού επαναστάτησαν, οι Τούρκοι σκότωσαν το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού πληθυσμού ([[Ολοκαύτωμα της Σαμοθράκης]]). Το νησί απελευθερώθηκε οριστικά μετά τους [[Βαλκανικοί Πόλεμοι|Βαλκανικούς Πολέμους]] το 1913 -αν και πέρασε ένα μικρό διάστημα υπό [[Βουλγαρική κατοχή ελληνικών εδαφών (1941-44)|βουλγαρική κατοχή]] κατά την διάρκεια του [[Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου]].