Αρουάντ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 9:
Το όνομα ''Αράδιος'' αναφέρεται στην Βίβλο ως γεννήτορας των Αραδίων, φύλο των Χαναναίων, οι απόγονοι του όποιου κατοίκησαν στο νησί Αρουάντ.
 
Στο νησί εγκαταστάθηκαν [[Φοίνικες]] στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας προ Χριστού. Υπό τον έλεγχο των Φοινίκων έγινε ανεξάρτητο βασίλειο με το όνομα ''Arvad'' ή ''Jazirat'', το τελευταίο σημαίνει "νησί"). Το Φοινικικό όνομα της πόλης πιθανόν ήταν Aynook<ref>Krahmalkov, Phoenician Punic Dictionary, p. 47.</ref>. Στα ελληνικά ήταν γνωστή ως '''Άραδος'''. Στις πηγές εμφανίζεται επίσης ως '''Arpad''' και '''Arphad'''<ref>Hazlitt, p. 53</ref>. Η πόλη μετονομάστηκε '''Αντιόχεια της Πιερίας''' από τον [[Αντίοχος Α΄ Σωτήρ|Αντίοχο Α΄]], ο οποίος διέβλεψε την εμπορική σπουδαιότητά της από την ακμή της και τη θέση της στη Πιερία (παραλιακή χώρα της [[Συρία]]ς βόρεια του Ορόντου ποταμού -σημ Ναχρ-ελ-Άζι- που το όνομά της οφείλει στους Μακεδόνες εποίκους μετά το θάνατο του [[Μέγας Αλέξανδρος|Μεγάλου Αλεξάνδρου]] με κύρια πόλη την [[Σελεύκεια η Πιερία|Σελεύκεια την "εν Πιερία"]]). Το νησί ήταν βάση για εμπορικές αποστολές στην κοιλάδα του [[Ορόντης ποταμός|Ορόντη]]. Περίπου 50 χιλιόμετρα από την [[Τρίπολη (Λίβανος)|Τρίπολη]], ήταν ένας γυμνός βράχος προφυλαγμένος από οχυρώσεις, και με σπίτια με αρκετούς ορόφους. Το νησί ήταν περίπου 800 μέτρα μήκος και 500 πλάτος, περικλειόταν από τεράστιο τοίχος, και είχε χτιστεί λιμάνι στα ανατολικά κοιτώντας την ενδοχώρα. Αναπτύχτηκε σε εμπορικό κέντρο από τα πρώτα χρόνια, όπως και οι άλλες Φοινικικές πόλεις στα παράλια. Είχε ισχυρό ναυτικό, και τα πλοία του αναφέρονται σε μνημεία στην [[Αρχαία Αίγυπτος|Αρχαία Αίγυπτο]] και την [[Ασσυρία]]. Φαίνεται ότι είχε μια κάποιου είδους ηγεμονία στις βόρειες Φοινικικές πόλεις από τις εκβολές του Ορόντη μέχρι τα βόρεια σύνορα του Λιβάνου, κάπως όπως είχε η [[Σιδώνα]] στα νότια. Είχε τη δικιά της τοπική δυναστεία και νόμισμα, ενώ σώζονται τα ονόματα κάποιων από τους βασιλιάδες της. Οι κάτοικοί της αναφέρονται στη [[Γένεση (βιβλίο)|Γένεση]] (10:18), και στον [[Ιεζεκιήλ (βιβλίο)|Ιεζεκιήλ]] (27:8,11) αναφέρονται οι ναυτικοί και στρατιώτες της πόλης στην υπηρεσία της [[Τύρος|Τύρου]]. Η Άραδος υπέταξε υπό την εξουσία της κάποιες γειτονικές πόλεις στην ενδοχώρα, όπως η Αμρίτ (στα ελληνικά Μάραθος) και η Σιμύρα, η πρώτη απέναντι κοντά στο νησί και η δεύτερη κάποια χιλιόμετρα μακρύτερα προς το νότο.
 
Ο [[Τούθμωσις Γ΄]] την κατέλαβε κατά την εκστρατεία του στην βόρεια Συρία (1472 π.Χ.), και αναφέρεται και στις εκστρατείες του [[Ραμσής Β΄|Ραμσή Β΄]] στις αρχές του 13ου αιώνα π.Χ.. Αναφέρεται επίσης στις [[Επιστολές της Αμάρνα]] να ανήκει στο συνασπισμό των [[Αμορίτες|Αμοριτών]] στις επιθέσεις τους εναντίον των Αιγυπτιακών κτήσεων στη Συρία (44 και 28, B.M. ''Επιστολές Τελ-αλ-Αμάρνα''). Περίπου το 1200 ή λίγο μετά, λεηλατήθηκε από εισβολείς από την Μικρά Ασία ή τα νησιά, όπως και οι περισσότερες πόλεις στα παράλια (Paton, ''Συρία και Παλαιστήνη'', 145), αλλά ανέκαμψε όταν αποκρούστηκαν. Η ναυτική της σημασία επισημαίνεται στις επιγραφές των Ασσυρίων βασιλέων. Ο [[Τιγκλάθ Πιλεσέρ Α']] (περίπου 1020 π.Χ.) καυχιέται ότι έπλεε με τα πλοία της Αράδου. Ο [[Ασουρνασιρπάλ Β΄]] (περίπου 876 π.Χ.) την έκανε υποτελή του, αλλά εκείνη επαναστάτησε και 200 άντρες από την Άραδο αναφέρονται μεταξύ των συμμάχων του Χαντανταζέρ (Hadadezer) του βασιλείου [[Αραμαίοι#Χώρα|Αράμ]] – Δαμασκού στη μάχη του Καρκάρ, όπου όλη η Συρία φαίνεται να είναι σε συνασπισμό εναντίον του [[Σαλμανασέρ Γ']] (περίπου 854 π.Χ.). Τότε βασιλιάς της Αράδου ήταν ο Mattan Baal. Κατόπιν η πόλη ήταν φόρου υποτελή στους [[Τιγκλάθ Πιλεσέρ Γ']] και [[Σενναχειρείμ]], και ο βασιλιάς που ήταν φόρου υποτελής στον δεύτερο ήταν ο υπόχρεος στον τελευταίο ο Abd-ilihit (περίπου 701). Ο [[Ασσουρμπανιπάλ]] (περίπου 664) ανάγκασε τον βασιλιά της Αράδου Yakinlu να υποταχτεί, και να στείλει μία από τις κόρες του για να γίνει μέλος του βασιλικού χαρεμιού (Rawlinson, ''Phoenicia'', 456-57).
 
[[File:Stèle albâtre syrie Aruad Arados Louvre AO4815.jpg|thumb|right|Θραύσμα στήλης του 4ου π.Χ. που βρέθηκε στο Αρουάντ, Μουσείο Λούβρού.]]
Υπό τους Πέρσες επετράπη στη Άραδο να ενωθεί με συνομοσπονδία με την Σιδώνα και τη Τύρο, με κοινό συμβούλιο στην Τρίπολη (''ibid'', 484). Όταν ο [[Μέγας Αλέξανδρος]] εισέβαλε στη Συρία το 332 π.Χ., η Άραδος υποτάχτηκε χωρίς αντίσταση, έχοντας βασιλιά τον Στράτωνα, ο οποίος έστειλε το ναυτικό του για να βοηθήσει τον Αλέξανδρο στην άλωση της Τύρου. Φαίνεται ότι είχε την εύνοια των Σελευκιδών βασιλιάδων της Συρίας, και είχε το προνόμιο του ασύλου για πολιτικούς πρόσφυγες. Αναφέρεται σε διάταγμα από τη Ρώμη περίπου το 138 π.Χ., σχετικό και με άλλες πόλεις και ηγεμόνες της Ανατολής, για να επιδείξει εύνοια προς τους Εβραίους. Αυτό ήταν μετά που η Ρώμη είχε αρχίσει να αναμιγνύεται στις υποθέσεις της Ιουδαίας και της Συρίας, και υποδηλώνει ότι η Άραδος θεωρούνταν ακόμα σημαντική εκείνη την περίοδο.
 
=== Επισκοπή===
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Αρουάντ"