Κασσίτερος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Vchorozopoulos (συζήτηση | συνεισφορές)
Vchorozopoulos (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 37:
}}
 
Ο '''κασσίτερος''' ([[λατινικά]]: ''stannum'', [[Αγγλική γλώσσα|αγγλικά]]: ''tin'') είναι το [[Χημικά στοιχεία|χημικό στοιχείο]] με [[χημικό σύμβολο]] '''Sn, '''[[ατομικός αριθμός|ατομικό αριθμό]] [[50 (αριθμός)|50]] και [[ατομικό βάρος|ατομική ]]<nowiki/>μάζα 118,69 [[Ατομική μονάδα μάζας|amu]]. Ανήκει στην [[Ομάδα περιοδικού πίνακα|ομάδα]] [[Ομάδα του άνθρακα|14]] (πρώην IV<sub>A</sub>) του [[Περιοδικός πίνακας των χημικών στοιχείων|περιοδικού συστήματος]]. Η χημική του συμπεριφορά είναι παρόμοια με την αντίστοιχη και των δυο γειτονικών του στοιχείων της ίδιας ομάδας του πίνακα, δηλαδή το [[γερμάνιο]] (Ge) και το [[μόλυβδος|μόλυβδο]] (Pb). Έτσι, ο κασσίτερος έχει δυο πιθανούς και σταθερούς [[Αριθμός οξείδωσης|αριθμούς οξείδωσης]], +2 και +4, από τους οποίους λίγο σταθερότερος είναι ο αριθμός οξείδωσης +4. Ο κασσίτερος είναι το 49<sup>ο</sup> χημικό στοιχείο σε αφθονία. Με συνολικά 10 σταθερά [[ισότοπο|ισότοπα]], είναι το χημικό στοιχείο με το μεγαλύτερο αριθμό σταθερών ισοτόπων στο περιοδικό σύστημα. Ο χημικά καθαρός κασσίτερος, στις [[κανονικές συνθήκες|συνηθισμένες συνθήκες]], δηλαδή σε [[θερμοκρασία]] 25 °C και υπό [[πίεση]] 1 [[Ατμόσφαιρα (μονάδα)|atm]], είναι αργυρόλευκο [[Ελατότητα|ελατό]] [[μέταλλα|μεταλλικό]] [[στερεό]], που δεν [[οξειδοαναγωγή|οξειδώνεται]] εύκολα από τον [[ατμόσφαιρα|αέρα]] (ή και από το [[νερό]]) και λαμβάνεται κυρίως από [[ορυκτό]] [[κασσιτερίτης|κασσιτερίτη]], που περιέχει [[διοξείδιο του κασσιτέρου]] (SnO<sub>2</sub>). Η παγκόσμια παραγωγή φτάνει τους 300.000 [[Τόνος (μονάδα μέτρησης)|τόνους]] ετησίως. Κύριες χώρες παραγωγής είναι η [[Κίνα]], η [[Ινδονησία]], το [[Περού]], η [[Βολιβία]] και η [[Βραζιλία]].<ref name="chemuoa">[http://www.chem.uoa.gr/quali/quali_C02_Sn.htm Κασσίτερος και χαρακτηριστικές αντιδράσεις] Ανακτήθηκε την 7 Σεπτεμβρίου 2012</ref>.
 
Το πρώτο [[κράμα]], που χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλη κλίμακα από το [[3η χιλιετία π.Χ.|3.000 π.Χ.]], με αναφορές για χρήση του από το [[4η χιλιετία π.Χ.|3.500 π.Χ.]], ήταν ο [[Κρατέρωμα|μπρούτζος]], που είναι κράμα κασσιτέρου και [[χαλκός|χαλκού]] (Cu). Ο καθαρός μεταλλικός κασσίτερος άρχησε να παράγεται μετά από το [[600 π.Χ.]]. Το [[πηούτερ]] (''pewter'') είναι ένα κράμα από κασσίτερο (85-90%) και το υπόλοιπο αποτελείται από χαλκό, [[αντιμόνιο]] (Sb), [[βισμούθιο]] (Bi), μόλυβδο (Pb), μερικές φορές και [[άργυρος|άργυρο]] (Ag), και χρησιμοποιούνταν συνήθως για επίπεδα σκεύη (πιατικά και δίσκους σερβιρίσματος) από την [[Εποχή του Ορείχαλκου]] ως τον [[20ός αιώνας|20<sup>ό</sup> αιώνα]]. Στη σύγχρονη εποχή ο κασσίτερος χρησιμοποιείται σε πολλά κράματά του, με πιο αξιοσημείωτο ένα κράμα κασσιτέρου (60% και πάνω) - μολύβδου, που χρησιμοποιείται για «μαλακές συγκολλήσεις». Μια άλλη μεγάλη εφαρμογή του κασσιτέρου, εξαιτίας της σχετικής αντίστασής του στη [[διάβρωση]], είναι η [[επιμετάλλωση]] (επικασσιτερίωση<ref>[http://www.jewelpedia.com/lex93-kassiteros+tin.html ΚΑΣΣΙΤΕΡΟΣ] jewelpedia. Ανακτήθηκε την 7 Σεπτεμβρίου 2012</ref>) του [[χάλυβας|χάλυβα]]. Εξαιτίας της σχετικά χαμηλής [[τοξικότητα|τοξικότητάς]] του, επικασσιτερωμένα μέταλλα, συνήθως χάλυβας, χρησιμοποιούνται συχνά για την [[κονσέρβα|κονσερβοποίηση]] τροφίμων. Άλλες χρήσεις του είναι σε εύτηκτα κράματα και σε οργανοκασσιτερικές ενώσεις, όπως σταθεροποιητικά πρόσθετα [[πολυμερή|πολυμερών]]<ref name="chemuoa" />.