Πατριάρχης Κύριλλος ΣΤ΄: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
σας έχει ήδη γίνει σύσταση, παρακαλώ πολύ μην επιμένετε, σεβαστείτε την πολιτική του εγχειρήματος...
προσθηκη πληροφοριών για την οικογένεια, τα παιδικά του χρόνια, τη δραση του στο Ικόνιο και ως Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
Γραμμή 2:
Ο '''Κύριλλος ΣΤ΄''' (κατά κόσμον ''Κωνσταντίνος Σερπεντζόγλου'') ήταν [[Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως]] μεταξύ των ετών [[1813]] και [[1818]].
 
== Η οικογένειά του ==
Γεννήθηκε το [[1769]] στην [[Αδριανούπολη]], όπου τελείωσε και το σχολείο. Ήταν ευφυής και καλός μαθητής. Τέθηκε υπό την προστασία του τοπικού Μητροπολίτη (και μετέπειτα Οικουμενικού Πατριάρχη) [[Καλλίνικος Ε΄ Κωνσταντινουπόλεως|Καλλίνικου]], ο οποίος τον χειροτόνησε [[διάκονος|διάκονο]] το [[1791]] και τον προσέλαβε ως γραμματέα. Το 1801, όταν ο Κύριλλος εξελέγη Πατριάρχης, τον όρισε μέγα αρχιδιάκονο του Πατριαρχείου. Από τη θέση εκείνη ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αναδιοργάνωση της Πατριαρχικής Σχολής, η οποία τότε μεταφέρθηκε στο Κουρούτσεσμε.
Γεννήθηκε γύρω στα 1770, στην [[Αδριανούπολη|Αδριανούπολη.]] Ήταν ο μονάκριβος γιος της Μοσχονής και του Βασίλη Σερμπετζόγλου. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς άνθρωποι, που αγαπούσαν το Θεό και την πατρίδα.Ο πατέρας του Βασίλειος καταγόταν από την Καισάρεια και ασχολούνταν με τα σερμπέτια (είδος πολύ γλυκού ποτού), που έφτιαχνε και πουλούσε ως πλανόδιος πωλητής. Από εκεί βγήκε και το επίθετό του Σερμπετζόγλου, από τα σερμπέτια. Ήταν ήσυχος άνθρωπος, νοικοκύρης, αλλά φτωχός. Ζούσε τίμια με την οικογένειά του, έχοντας την ελπίδα του στο Θεό και στους αγίους του. Ο Κωνσταντίνος είχε τρεις αδελφές, την Κατερίνη και τη Σουλτάνα και τη Μοσχονή, οι οποίες αγαπούσαν πολύ τον αδελφό τους. Είχαν πάρει όλες τους την ίδια κληρονομιά από τη μάνα τους, τη λαχτάρα για τα γράμματα και τη λευτεριά. Άξιες κόρες άξιας μάνας, με την πίστη και την ελπίδα τους στο Θεό. Γνήσιες Αδριανουπολίτισσες καθώς ήταν, είχαν μια αρχοντιά που πήγαζε από τον τόπο τους. Η μητέρα του όμως Μοσχονή ποθούσε για το αγόρι της, που φαινόταν ευφυές και επιμελέστατο, να μάθει τα ελληνικά γράμματα όσο γινόταν καλύτερα. Πίστευε ότι ο Θεός θα έδινε τα καλύτερα για το παιδί της. Ήλπιζε πως θα γινόταν το αδύνατο, γιατί ήξερε πως «πάντα δυνατά τω πιστεύοντι». Ο μικρός πήγαινε κάθε Κυριακή στην Εκκλησία και το πρώτο του ελληνικό βιβλίο – όπως στους περισσότερους Έλληνες της Τουρκοκρατίας – το αλφαβητάρι του, ήταν το Ψαλτήρι. Πάνω σ’ αυτό έμαθε να συλλαβίζει και να γράφει την γλώσσα των προγόνων του. Τέθηκε υπό την προστασία του τοπικού Μητροπολίτη (και μετέπειτα Οικουμενικού Πατριάρχη) [[Καλλίνικος Ε΄ Κωνσταντινουπόλεως|Καλλίνικου]], ο οποίος τον χειροτόνησε [[διάκονος|διάκονο]] το [[1791]] και τον προσέλαβε ως γραμματέα. <ref>{{Cite book|title = Ο ΣΟΦΟΣ ΑΓΙΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΔΡΙΑΝΟΥ|last = ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ|first = ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ|publisher = ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΣΤΙΑ ΟΡΕΣΤΙΑΔΑΣ|year = 2012|isbn = 978-960-93-3695-6|location = Ν. ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ|pages = 12-13}}</ref>
 
== Σχολικά χρόνια ==
Πήγε σχολείο στην ελληνική σχολή της [[Αδριανούπολη|Αδριανούπολης]]. Συμμαθητές του ήταν ο Αγαθάγγελος, ο μετέπειτα [[Οικουμενικός Πατριάρχης]], ο Γρηγόριος Ουζούμογλου, ο Ηλιάσκος Φιλιππουπολίτης, ο μετέπειτα [[Μητροπολίτης]] Καστοριάς  Άνθιμος, ο μετέπειτα Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος, ο Γρηγόριος Μιχαήλογλου  και ο Αθανάσιος Βογορίδης. Στη σχολή κάθε χρόνο έπαιρνε άριστα και έτσι απέκτησε φήμη για την επιμέλεια και τη φιλομάθεια του. Ακόμη και για το ζήλο και τον υπέροχο χαρακτήρα του.
 
Τελικά κατέφερε να γίνει δάσκαλος στην [[Ελληνική Σχολή Αδριανούπολης]]. Έγινε δάσκαλος για να βοηθήσει και αυτός στο έργο της σχολής .
 
== Δράση στο Ικόνιο ==
Το [[1803]] ο Κύριλλος, σε ηλικία περίπου 30 ετών έγινε Μητροπολίτης [[Ικόνιο|Ικονίου]]. Εκεί ανέπτυξε ιδιαίτερη δραστηριότητα για την ίδρυση σχολείων, την ενίσχυση απόρων μαθητών, τη διανομή βιβλίων και τη γενικότερη καλλιέργεια των γραμμάτων. Ήταν μια περιοχή στην οποίαν επικρατούσε το τουρκικό στοιχείο. Επειδή δεν υπήρχαν ούτε ιερείς ούτε δάσκαλοι, οι ΄Ελληνες είχαν ξεχάσει την γλώσσα τους και το μόνο που τους συντηρούσε ως Γένος ήταν η μακρινή ανάμνηση της Ορθοδόξου πίστεως. Ο Κύριλλος αναγκάσθηκε να κάνει το κήρυγμά του στα τουρκικά, για να γίνεται κατανοητός και σιγά σιγά άρχιζε να τους εισάγει στην ελληνική γραφή και από εκεί στην ελληνική γλώσσα<ref>{{Cite book|title = Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ (ΑΠΟ ΤΟΥ 1361 ΜΕΧΡΙ ΤΟΥ 1920)|last = ΕΥΘΥΜΙΑΔΗΣ|first = ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ|publisher = ΑΙΓΑΙΟ|year = 2002|isbn = 960-7092-81-3|location = ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ|pages = 125-126}}</ref>. Τους έγραφε δηλαδή τα τουρκικά με ελληνικούς χαρακτήρες ([[καραμανλήδεια γραφή]]) και βαθμιαία άρχισαν οι Έλληνες να μαθαίνουν την γλώσσα τους με ιερείς και διδασκάλους που μετεκάλεσε ο Κύριλλος και με την ίδρυση ελληνικών σχολείων. Εκεί, στο [[Ικόνιο]], πατρίδα των μαρτύρων Κηρύκου και Ιουλίττης, έγραψε ένα απολυτίκιο κατά την εορτή τους (15 Ιουλίου) το οποίο περιελήφθη στην Ακολουθία, θέση στην οποία παρέμεινε για επτά χρόνια. Το [[1810]] μετατέθηκε στη Μητρόπολη [[Αδριανούπολη|Αδριανουπόλεως]]. Στις 4 Μαρτίου [[1813]], μετά την παραίτηση του Πατριάρχη Ιερεμία Δ΄, εξελέγη [[Οικουμενικός Πατριάρχης]].
 
== Οικουμενικός Πατριάρχης ==
Ήταν ευφυής και καλός μαθητής.
 
Γεννήθηκε το [[1769]] στην [[Αδριανούπολη]], όπου τελείωσε και το σχολείο. Ήταν ευφυής και καλός μαθητής. Τέθηκε υπό την προστασία του τοπικού Μητροπολίτη (και μετέπειτα Οικουμενικού Πατριάρχη) [[Καλλίνικος Ε΄ Κωνσταντινουπόλεως|Καλλίνικου]], ο οποίος τον χειροτόνησε [[διάκονος|διάκονο]] το [[1791]] και τον προσέλαβε ως γραμματέα. Το 1801, όταν ο Κύριλλος εξελέγη Πατριάρχης, τον όρισε μέγα αρχιδιάκονο του Πατριαρχείου. Από τη θέση εκείνη ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αναδιοργάνωση της Πατριαρχικής Σχολής, η οποία τότε μεταφέρθηκε στο Κουρούτσεσμε.
 
Το Σεπτέμβριο του [[1803]] εξελέγη Μητροπολίτης [[Ικόνιο|Ικονίου]], θέση στην οποία παρέμεινε για επτά χρόνια. Εκεί ανέπτυξε ιδιαίτερη δραστηριότητα για την ίδρυση σχολείων, την ενίσχυση απόρων μαθητών, τη διανομή βιβλίων και τη γενικότερη καλλιέργεια των γραμμάτων. Το [[1810]] μετατέθηκε στη Μητρόπολη [[Αδριανούπολη|Αδριανουπόλεως]]. Στις [[4 Μαρτίου]] [[1813]], μετά την παραίτηση του [[Ιερεμίας Δ΄|Πατριάρχη Ιερεμία Δ΄]], εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης.