Ξεσηκωμός της Πάτρας (1821): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎Ιστορικό της εξέγερσης: Κείμενο και βιβλιογραφία
Γραμμή 4:
== Ιστορικό της εξέγερσης ==
Αμέσως μετά το ξέσπασμα της επανάστασης στα [[Καλάβρυτα]] που γενικεύτηκε στις 21 Μαρτίου του 1821 με την κατάληψη της πόλης, άρχισε να εκδηλώνεται ένας έντονος αναβρασμός στην πόλη της Πάτρας με απειλές κατά των Ελλήνων. Στις 22 Μαρτίου, κατ΄ άλλους 23, Τούρκοι εξαγριωμένοι αφού μετέφεραν την προηγουμένη τις οικογένειές τους στο κάστρο της πόλης και ενισχυόμενοι από 150 ομοεθνείς τους από το φρούριο του Ρίου, που προηγουμένως οι τελευταίοι είχαν μεταβεί σε κάποιο ρακοπωλείο και σκότωσαν τον ρακοπώλη<ref>Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου τομ.15ος, σελ.612</ref> ξεχύθηκαν στην πόλη και πυρπόλησαν την οικία του προεστού [[Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος (Πρεσβύτερος)|Ι. Παπαδιαμαντοπούλου]] βάζοντας φωτιά και στα γύρω οικήματα, τρομοκρατώντας τον [[Έλληνες|ελληνικό πληθυσμό]]. Ταυτόχρονα τα κανόνια του κάστρου άρχισαν να βάλουν κατά της μητρόπολης και άλλων σημείων της Άνω πόλης με αποτέλεσμα ν΄ ακολουθήσει ένα χάος.<ref>Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Larousse Britanica τομ.48ος, σελ.252.</ref><br />
Τότε βρίσκονταν στην Πάτρα πολλοί Επτανήσιοι, μεταξύ των οποίων και Φιλικοί. Αυτοί βλέποντες τις φλόγες και τους πυροβολισμούς οπλίστηκαν και οχυρώθηκαν διάφορα μέρη. Μερικοί, μαζί με Πατρινούς, προχώρησαν προς την περιοχή Τάσι όπου συνήθως μαζεύονταν Τουρκοι. Εκεί συγκρούστηκαν για πρώτη φορά και σκοτώθηκε ο Κεφαλλονίτης Βασίλης Ορκουλάτος. Από εκεί αποσύρθηκαν προς την ενορία του Αγ. Γεωργίου. Από το βράδυ της ίδιας μέρας άρχισαν να αποσύρονται προς τα πλοία οι πρόξενοι ευρωπαϊκών κρατών για να σωθούν από την οργή των Τούρκων. Την ίδια μέρα εμφανίστηκε στο προσκήνιο ένοπλος ο ηρωικός τσαγκάρης [[Παναγιώτης Καρατζάς]] ο οποίος είχε αποκτήσει φήμη λόγω της ανδρείας και του πατριωτισμού του. Αυτός, θέλοντας να δώσει χρόνο στους Πατρινούς να απομακρύνουν τις οικογένειες και τα πράγματά τους, συνεννοήθηκε με τους Επτανήσιους Βαγγέλη Λιβαδά, (έμπορο), Νικόλαο Γερακάρη (φαρμακοποιό) και άλλους, και το βράδυ βγήκαν στους δρόμους φωνάζοντας "γρηγορείτε", ώστε οι Τούρκοι να νομίσουν ότι οι Έλληνες είναι πολλοί και σε επαγρύπνηση και να μήν τολμήσουν νυχτερινή έφοδο. Ο άμαχος πληθυσμός κυρίως γυναικόπαιδα, έτρεχε στη "Ντογάνα" (=Τελωνείο) μπαίνοντας στη θάλασσα μέχρι το λαιμό ζητώντας να σωθεί από τα ελλιμενισμένα εκεί πλοία. Την επομένη (22 Μαρτίου) οι Τούρκοι βρέθηκαν όλοι συγκεντρωμένοι στο κάστρο της Πάτρας απ' όπου κανονιοβολούσαν την πόλη. Σύντομα, οι σημαντικοί Αχαιοί της γύρω περιοχής άρχισαν να εισέρχονται στην πόλη με όσους οπλοφόρους μπόρεσε να συγκεντρώσει ο καθένας. Πρώτος εισήλθε περί το μεσημέρι ο Παπαδιαμαντόπουλος και μετά από αυτόν ο Λόντος με κόκκινη σημαία με μαύρο σταυρό. Κατά τον Τρικούπη την ίδια ημέρα εισήλθαν στην Πάτρα και ο Π. Πατρών Γερμανός, ο επίσκοπος Κερνίτσης, ο Ζαΐμης και ο Ρούφος, ακολουθούμενοι από πλήθος οπλοφόρων και ροπαλοφόρων. Με την είσοδό τους οι Πατρινοί και άλλοι Έλληνες ζητωκραύγαζαν με ενθουσιασμό "Ζήτω η ελευθερία, ζήτωσαν οι αρχηγοί, και εις την Πόλιν να δώση ο Θεός".<ref>[http://anemi.lib.uoc.gr/php/pdf_pager.php?rec=/metadata/8/8/5/metadata-02-0000351.tkl&do=109673_01.pdf&pageno=87&width=368&height=581&maxpage=413&lang=el Τρικούπης Σπ., Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, έκδ. 1853, σ. 79 κ.ε.]</ref>
Τότε μερικοί θαρραλέοι Πατρινοί με αρχηγούς τον ηρωικό τσαγκάρη [[Παναγιώτης Καρατζάς|Π. Καρατζά]], και τους Επτανήσιους Βαγγέλη Λιβαδά, (έμπορος), και Νικόλαο Γερακάρη, (φαρμακοποιός), βγήκαν στους δρόμους και κυνήγησαν τους Τούρκους υποχρεώνοντάς τους να κλειστούν στο κάστρο. Ο δε άμαχος πληθυσμός κυρίως γυναικόπαιδα, έτρεχε στη "Ντογάνα" (=Τελωνείο) μπαίνοντας στη θάλασσα μέχρι το λαιμό ζητώντας να σωθεί από τα ελλιμενισμένα εκεί πλοία.
 
Με ιδιαίτερη ζωντάνια και υποβλητικότητα των δραματικών εκείνων εξελίξεων που συνέβαιναν στην Πάτρα περιγράφει στο ημερολόγιό του ο εκεί τότε πρόξενος της Γαλλίας [[Φρανσουά Πουκεβίλ]] που μόνο ως προς την ημερομηνία έναρξης έχει τεθεί θέμα διαφωνίας με τους ιστορικούς. Γράφει λοιπόν ο Πουκεβίλ<ref>Α. Βακαλόπουλου "Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης" (Αθήναι 1971) σελ.63</ref>: