Άμφια: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 12:
 
==Άμφια της Ορθόδοξης Εκκλησίας==
===Περιγραφή===
 
===Ιστορική αναδρομή===
 
***
Αρχικά η ιερατικές στολές αποτελούνταν από το '''[[στιχάριο]] (στιχάρι)''', το οποίο ήταν κοινό και για τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης, το '''μονό [[οράριο]]''', το οποίο ήταν διακριτικό άμφιο του διακονικού βαθμού, το '''[[επιτραχήλιο]] (πετραχείλι)''', τη '''[[Ζώνη (άμφιο)|ζώνη]]''' και το '''[[φαιλόνιο]] (φαιλόνι)''', που ήταν κοινά άμφια του βαθμού του ιερέα και του επισκόπου (με τη διαφορά ότι το φαιλόνιο του επισκόπου ήταν '''πολύσταυρο''') και το '''[[ωμοφόριο]] (ωμοφόρι)''', που ήταν διακριτικό αποκλειστικά του αρχιερατικού αξιώματος. Στο μεταξύ, οι ιερατικές στολές εμπλουτίσθηκαν με τα '''[[Επιμανίκια]]''' και το '''[[Επιγονάτιο]]''', τα οποία μέχρι το τέλος του 12ου αιώνα προσδιόριζαν τον επίσκοπο, αργότερα όμως τα επιμανίκια καθιερώθηκαν και στους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης, ενώ το επιγονάτιο φοριόταν μόνο από επισκόπους και από βαθμοφόρους ιερείς.
 
Εκτός από τα [[επιμανίκια]] και το [[επιγονάτιο]], η αρχιερατική στολή περιελάμβανε πλέον δύο τύπους ωμοφορίων (το μικρό και το μεγάλο), την '''[[Ποιμαντορική ράβδος|ποιμαντορική ράβδο (πατερίτσα)]]''', το '''[[Αρχιερατικό εγκόλπιο|αρχιερατικό εγκόλπιο]]''' και τον '''[[Αρχιερατικός σταυρός|εγκόλπιο σταυρό]]'''. Καθώς ο επίσκοπος έπαιρνε τη θέση του Αυτοκράτορα εντός του ιερού ναού, βαθμιαία, οι αρχιερατικές στολές ομοίαζαν περισσότερο προς τα αυτοκρατορικά ενδύματα. Το πολύσταυρο φαιλόνιο αντικαταστάθηκε από τον μεγαλοπρεπή '''[[Αρχιερατικός σάκκος|σάκκο]]''', γνήσιο αυτοκρατορικό ένδυμα, ενώ η κεφαλή των επισκόπων κοσμούνταν με την περίτεχνη '''[[μίτρα]]''', όμοια προς το κλειστό βασιλικό στέμμα του βυζαντινού Αυτοκράτορα με σταυρό στη κορυφή.
 
Από το τέλος του 12ου αιώνα, στην ιερατική στολή (των πρεσβυτέρων) καθιερώθικαν τα [[επιμανίκια]] και το [[επιγονάτιο]], το οποίο φορούσαν βαθμοφόροι ιερείς, κατόπιν αρχιερατικής επίδοσης. Τους τελευταίους αιώνες, οι στολές των ιερέων των σλαβόφωνων μόνο Εκκλησιών υιοθέτησαν ένα άμφιο παρόμοιο με το επιγονάτιο, το '''επιμήριο ή ναμπιέντρενικ (набедренникъ)''', το οποίο επιδίδεται από αρχιερέα ως αμοιβή αποκλειστικά σε ιερέα επί μακρά υπηρεσία και υψηλή αφοσίωση. Το ''ναμπιέντρενικ'' είναι ένα κομμάτι τετραγωνικού ή παραλληλόγραμμου σχήματος υφάσματος, κεντημένο με σταυρούς ή παραστάσεις Αγίων στο χρώμα της στολής. Σε αντίθεση με το επιγονάτιο, το οποίο έχει σχήμα ρόμβου και αναρτάται από μία (την άνω) γωνία, το επιμήριο αναρτάται από τις δύο άνω γωνίες με ιμάντα, που φοριέται χιαστί (όπως το επιγονάτιο) στον αριστερό ώμο του ιερέα πάνω από το [[επιτραχείλιο]] και κάτω από τη [[ζώνη (άμφιο)|ζώνη]] και καλύπτει τον δεξί μηρό του. Εάν ο ιερέας δικαιούται και επιμήριο και επιγονάτιο, τότε φορά το επιμήριο στο δεξί ώμο-αριστερό μηρό και το το επιγονάτιο στον αριστερό ώμο-δεξί γόνατο. Η ένδυση του επιμηρίου δεν συνοδεύεται από ειδική ευχή, όπως τα υπόλοιπα άμφια (ίσως χρησιμοποιείται αυτή που αντιστοιχεί στο επιγονάτιο).
 
Τόσο το επιγονάτιο όσο και επιμήριο έχουν κοινή καταγωγή από τις αρχαίες επιγονατίδες, τις οποίες φορούσαν οι στρατιώτες για να προστατεύσουν τα πόδια τους από μελανιές, που δημιουργούσαν τα ξίφη τους.
 
Επίσης, από το τέλος του 12ου αιώνα τα επιμανίκια καθιερώθηκαν και στη διακονική στολή, ώστε να είναι αυτά κοινά και στους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης. Το μήκος του οραρίου ποικίλε στη διάρκεια των αιώνων, ώσπου καθιερώθηκε το '''[[οράριο|διπλό οράριο]]''', που είχε διπλάσιο σχεδόν μήκος από το απλό, που φορούσαν στην πρωτοχριστιανική Εκκλησία. Σήμερα, οι Ελληνορθόδοξες Εκκλησίες απέβαλαν το απλό οράριο και διατήρησαν το διπλό, ενώ οι σλαβόφωνες Εκκλησίες διατήρησαν και τις δύο μορφές. Το απλό οράριο απονέμεται σε κάθε απλό διάκονο (έγγαμο ή άγαμο), ενώ το διπλό οράριο δίδεται από αρχιερέα στον [[Αρχιδιάκονος|Αρχιδιάκονο]], τον ανώτερο διάκονο της επισκοπής.
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Άμφια"