Δαχτυλίδια της Δύναμης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 33:
 
Το Ένα Δαχτυλίδι, ή Κυρίαρχο Δαχτυλίδι, το κατασκεύασε ο Σάουρον, και μέσα του έβαλε την περισσότερη από την δύναμή του. Σκοπός του ήταν να ελέγχει όλα τα υπόλοιπα Δαχτυλίδια, και ως ένα βαθμό το πέτυχε.
 
Το Ένα Δαχτυλίδι ήταν τόσο ισχυρό που είχε βούληση απο μόνο του. Ωστόσο, το μόνο που επιδίωκε, ήταν να επιστρέψει στον Έναν και μοναδικό ο οποίος ήταν αρκετά ισχυρός για να το χρησιμοποιήσει, στον Σκοτεινό Άρχοντα Σάουρον. Το Δαχτυλίδι επίσης είχε τεράστια επιρροή πάνω στη βούληση των πλασμάτων της Μέσης Γης και ιδιαίτερα των ανθρώπων οι οποίοι ήταν οι λιγότερο σοφοί αλλα και συνάμα οι πιο φιλόδοξοι. Το Δαχτυλίδι για να επηρρεάσει τους ανθρώπους τους προέτρεπε να γίνουν αυτοί οι επόμενοι άρχοντές του και να γίνουν οι απόλυτοι κυρίαρχοι. Οι περισσότεροι από αυτούς πείθονταν χωρίς δεύτερη σκέψη μη γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσαν να το χρησιμοποιήσουν. Έτσι το Δαχτυλίδι πλησίαζε όλο και πιο πολύ στον αρχικό του αφέντη.
 
Όταν ο Σάουρον νικήθηκε από την Τελευταία Συμμαχία των Ανθρώπων και των Ξωτικών, ο '''Ισίλντουρ''' έκοψε από το χέρι του το δάχτυλο όπου φορούσε το Ένα, και το κράτησε ως τιμή στον πατέρα του, Ελέντιλ, που είχε πεθάνει από το χέρι του Σάουρον. Τότε είχε την ευκαιρία να το καταστρέψει, η γοητεία όμως του Ενός, ήταν μεγάλη και το κράτησε.
 
Αργότερα, καταδιωκόμενος από Όρκ, βούτηξε στον ποταμό Άντουιν, φορώντας το Δαχτυλίδι. Τα Όρκ δεν μπορούσαν να τον δουν, αφού ήταν αόρατος. Το Ένα όμως εγκατέλειψε το χέρι του (το δαχτυλίδι είχε βούληση από μόνο του και δεν γλιστρούσε τυχαία, ούτε απ' τον Ίσιλντουρ ούτε απ' τον [[Γκόλουμ]]) και βυθίστηκε στη λάσπη του ποταμού. ΟΈτσι ο Ισίλντουρ μιας και δεν ήταν πλέον αόρατος σκοτώθηκε από τα Ορκ. Γι' αυτό και το Ένα, γιααπ' τους Ανθρώπους, πήρε την ονομασία ''Ο Χαμός του Ισίλντουρ''.
 
Μέσα στη λάσπη μετά από πολλούς αιώνες το βρήκε ένα πλάσμα, απροσδιόριστης φυλής, που όμως πρέπει να είχε κάποια συγγένεια με τα [[Χόμπιτ]]. Το πλάσμα αυτό λεγόταν Ντέαγκολ, και είχε βγει για ψάρεμα με τον φίλο του, '''Σμίγκολ'''. Του Σμίγκολ του άρεσε πολύ το Δαχτυλίδι, και κυριεύτηκε από την επιθυμία να το κάνει δικό του, φτάνοντας στο σημείο να δολοφονήσει τον Ντέαγκολ για να το πάρει. Η οικογένειά του τον εξοστράκισε γι' αυτό, και έτσι εκείνος κατέφυγε στα βουνά, μακριά από τον ήλιο, και πήρε την ονομασία ''[[Γκόλουμ]]'', από τον γουργουριστό ήχο που συνήθιζε να βγάζει.